• Αμετάκλητη καταδίκη του σε ποινή φυλάκισης 33 μηνών με αναστολή
Με την υπ΄αρίθμ. 1066/4-8-2025 απόφαση του Ζ’ Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου απορρίφθηκε η αίτηση αναίρεσης που υπέβαλε 61χρονος καθηγητής θετικών επιστημών, ο οποίος έχει καταδικαστεί τελεσίδικα για κατάχρηση ανηλίκου κατ’ εξακολούθηση, πράξη που τελέστηκε κατά την περίοδο 2018–2020.
Η καταδίκη είχε εκδοθεί από το Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Δωδεκανήσου, το οποίο τον έκρινε ένοχο με βάση σειρά καταθέσεων, ιατρικών γνωματεύσεων και την απολογία του, και του επέβαλε ποινή φυλάκισης 33 μηνών με τριετή αναστολή.
Η υπόθεση, όπως έγραψε η «δημοκρατική», αποκαλύφθηκε τον Μάιο του 2022, όταν μία ανήλικη μαθήτρια, τότε μαθήτρια Α’ Λυκείου, εκμυστηρεύτηκε σε καθηγήτριά της ότι είχε υποστεί επανειλημμένα ασελγείς πράξεις από τον καθηγητή που της παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα μαθηματικών στο σπίτι της, από την ηλικία των έντεκα ετών.
Σύμφωνα με την καταγγελία, οι πράξεις συνέβαιναν εντός της οικίας της ανήλικης, στην κουζίνα όπου γίνονταν τα μαθήματα.
Ο καθηγητής είχε ζητήσει ρητώς από τους γονείς να μην βρίσκονται στον χώρο με τη δικαιολογία ότι η παρουσία τους αποσπούσε την προσοχή της μαθήτριας. Όπως αναφέρθηκε, ο 61χρονος προχωρούσε επανειλημμένα σε σωματική επαφή μαζί της, τοποθετώντας τα χέρια του πάνω στο στήθος της και ανάμεσα στα πόδια της, επιδιώκοντας επαφή με τα γεννητικά της όργανα, ενώ την τραβούσε για να καθίσει πάνω του.
Η μαθήτρια, φοβισμένη και γνωρίζοντας την εκτίμηση των γονιών της προς τον δάσκαλό της, δεν μιλούσε επί χρόνια.
Τελικά αποκάλυψε όσα υπέστη πρώτα σε καθηγήτρια και κατόπιν στη μητέρα της.
Οι αποκαλύψεις της ενεργοποίησαν τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση και την Εισαγγελία Ρόδου, ενώ παράλληλα ξεκίνησε και διοικητική έρευνα.
Οι καταθέσεις, οι πραγματογνωμοσύνες και το σκεπτικό της καταδίκης
Στη διάρκεια της ποινικής διαδικασίας, η ανήλικη περιέγραψε παρουσία παιδοψυχολόγου με λεπτομέρειες τα περιστατικά. Η κατάθεσή της κρίθηκε από το Εφετείο απολύτως συνεπής, χωρίς αντιφάσεις.
Επιπλέον, καθηγήτριες του σχολείου της, ανάμεσά τους και σύμβουλοι σχολικής ζωής, κατέθεσαν ότι η συμπεριφορά της είχε αλλάξει σημαντικά και περιέγραψαν τις συνομιλίες τους με το παιδί, τις οποίες χαρακτήρισαν «ειλικρινείς και συγκλονιστικές».
Καταλυτικής σημασίας θεωρήθηκαν και οι γνωματεύσεις παιδοψυχιάτρου και δύο ψυχολόγων, που κατέληγαν σε σαφή διαπίστωση ότι το παιδί είχε υποστεί γενετήσια προσβολή και συναισθηματική επιβάρυνση.
Αντίθετα, το δικαστήριο απέρριψε ως μη πειστική την ψυχιατρική έκθεση που προσκομίστηκε από την υπεράσπιση, η οποία, όπως αναφέρθηκε στην απόφαση, δεν είχε εξετάσει η ίδια το παιδί.
Η υπερασπιστική γραμμή
Ο 61χρονος εκπαιδευτικός από την πρώτη στιγμή αρνήθηκε τις κατηγορίες. Στην απολογία του υποστήριξε ότι είχε βοηθήσει εκπαιδευτικά τη μεγαλύτερη αδερφή της καταγγέλλουσας, κατόπιν παράκλησης συναδέλφου του, και ότι η σχέση του με την οικογένεια ήταν καθαρά εκπαιδευτική. Επικαλέστηκε επίσης τηλεφωνικά και διαδικτυακά μηνύματα που αντάλλαξε με την ανήλικη, υποστηρίζοντας ότι αυτά δεν συνάδουν με εικόνα θύματος.
Ως συνήγορος για την υποστήριξη της κατηγορίας παρέστη ο κ. Σπύρος Σαλαμαστράκης.