Τοπικές Ειδήσεις

Συνέντευξη – Γαβριήλ Χαρίτος: Η εύφλεκτη Μέση Ανατολή στη σκιά του Ουκρανικού

Ο «πόλεμος πολιτισμών» του Ισραήλ, η επόμενη μέρα στο Παλαιστινιακό, το σενάριο κτυπήματος στο Ιράν και το ντόμιμο εξελίξεων στην Ανατολική Μεσόγειο.

Την ώρα που μαίνεται ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι επιπτώσεις του διαμορφώνουν τη διεθνή σκηνή σε όλα τα επίπεδα, το μόνο δημοκρατικό κράτος στη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ, απέκτησε νέα κυβέρνηση η οποία χαρακτηρίζεται ως η πιο δεξιά κυβέρνηση που υπήρξε ποτέ. Ουσιαστικά το Ισραήλ μπαίνει σε μία περίοδο ενός ιδιότυπου εσωτερικού “πολέμου πολιτισμών” μεταξύ θεοκρατίας και εκκοσμίκευσης. Πώς αυτή η εξέλιξη θα επηρεάσει τη ταραχώδη Μέση Ανατολή, το Παλαιστινιακό; Θα προχωρήσει σε επίθεση κατά του Ιράν; Οι Συμφωνίες του Αβραάμ, ο καθορισμός των θαλάσσιων συνόρων με τον Λίβανο, όλα αυτά θα αντέξουν; Πώς θα διαμορφωθούν οι σχέσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο δεδομένης της επαναπροσέγγισης του Ισραήλ με την Τουρκία;
Σε μία εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη, ο δρ. Γαβριήλ Χαρίτος, ερευνητής του ΕΛΙΑΜΕΠ, του ισραηλινού Ινστιτούτου Μπεν-Γκουριόν και του κυπριακού Ινστιτούτου Μελετών Πολιτικής και Δημοκρατίας εκθέτει στη HuffPost Greece στο πλαίσιο του αφιερώματος «Ο κόσμος το 2023», τις εκτιμήσεις του για τις εξελίξεις που αναμένεται να μας απασχολήσουν το 2023 στην Μέση Ανατολή, στην Ανατολική Μεσόγειο και γενικότερα.

Ο κ. Χαρίτος ζει στο Ισραήλ και διδάσκει Ιστορία των Πολιτικών Σχέσεων Ισραήλ-Ελλάδας-Κύπρου στο Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν. Παράλληλα, διδάσκει το ίδιο γνωστικό αντικείμενο ως επισκέπτης καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημίου Λευκωσίας.

– Στις 29 Δεκεμβρίου ορκίσθηκε η νέα κυβέρνηση Νετανιάχου με κύριο κορμό το κόμμα του Λικούντ και με εταίρους κόμματα των υπερορθόδοξων εβραίων και της άκρας δεξιάς. Στην ουσία πρόκειται για την πιο δεξιά κυβέρνηση στην Ιστορία της χώρας. Ποιες αλλαγές αναμένονται σε πολιτικό επίπεδο;

Δεν είναι η πρώτη φορά που το Ισραήλ κυβερνάται από κόμματα της Δεξιάς. Από την δεκαετία του ’90 το ισραηλινό πολιτικό σκηνικό χαρακτηρίζεται από πολλαπλές δεξιές αποχρώσεις. Οι επανειλημμένες εκλογικές αναμετρήσεις των τελευταίων τριών ετών έθεταν στο εκλογικό σώμα το απλό ερώτημα «Ναι ή Όχι Νετανιάχου», παρότι βαρύνεται με κατηγορητήρια που τον εμπλέκουν σε υποθέσεις διαφθοράς. Εν τέλει, το «Ναι» στον Νετανιάχου κέρδισε μία καθαρή κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Παράλληλα όμως, οι εκλογές της 1ης Νοεμβρίου ανέδειξαν μία νέα απόχρωση της Δεξιάς, με πρόσημο έντονα εθνοθρησκευτικό.

 

Τα κόμματα «Θρησκευτικός Σιωνισμός», «Εβραϊκή Ισχύς» και «Νόαμ» βρίσκονταν μέχρι τώρα στις παρυφές της νομιμότητας επειδή τα ηγετικά τους στελέχη, Μπετσαλέλ Σμότριτς, Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ και Άβι Μαόζ, εξέφραζαν τον ιδεολογικό χώρο του ριζοσπαστικού εθνοθρησκευτικού κινήματος Καχ του δολοφονηθέντος ραβίνου Μεΐρ Καχάνα, ένα κίνημα που η ισραηλινή δικαιοσύνη και το αμερικανικό Στέιτ Ντιπάρτμεντ κατέταξαν στην κατηγορία των παράνομων τρομοκρατικών-ρατσιστικών οργανώσεων. Αυτή είναι ουσιαστικά η ειδοποιός διαφορά της παρούσας κυβέρνησης Νετανιάχου, μιας και οι νέες δυνάμεις της ακροδεξιάς οραματίζονται μία περισσότερο θρησκευτική φυσιογνωμία του κράτους, της νομοθεσίας, των κοινωνικών ηθών και εν τέλει της καθημερινότητας μίας χώρας μεσανατολικής αλλά παραδοσιακά δυτικότροπης.

Δεν είναι βέβαιο εάν τελικά οι ψηφοφόροι που ήθελαν τον επιστροφή του Βενιαμίν Νετανιάχου στην εξουσία, θα ήθελαν να αναιρεθεί η εκκοσμικευμένα φιλελεύθερη και δυτικότροπη φυσικογνωμία του Ισραήλ. Εάν λάβουμε υπ’ όψιν ότι σε καθαρά αριθμητικά δεδομένα η διαφορά συμπολίτευσης-αντιπολίτευσης συνίσταται σε μόνο 4.000 ψήφους, αντιλαμβανόμαστε ότι η νέα κυβέρνηση κινδυνεύει να αποδειχθεί πολιτισμικά αποξενωμένη από την εκκοσμικευμένη προοδευτική εβραϊκή κοινωνία αλλά και από τις κάθε είδους μειονότητες, εθνοτικές, θρησκευτικές και έμφυλες.
Ουσιαστικά, ο Νετανιάχου και το Λικούντ είναι οι “αριστερότεροι” κυβερνητικοί εταίροι που καλούνται να καταστούν θεματοφύλακες της εκκοσμικευμένης δημόσιας εξουσίας, η οποία αποτελεί και την βασικότερη παρακαταθήκη της ισραηλινής Αριστεράς, που ιστορικά ανάγεται στην παράταξη του πρώτου Πρωθυπουργού της χώρας, Δαυίδ Μπεν-Γκουριόν, ο οποίος και έθεσε κεντροαριστερές ιδεολογικές βάσεις στην φυσιογνωμία του εβραϊκού κράτους κατά τα πρώτα τριάντα χρόνια της ύπαρξής του.
Ήδη σημειώνονται οι πρώτες αντιδράσεις κατά του ενδεχομένου της “θεοκρατικοποίησης” της ισραηλινής πολιτικής ζωής και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ο Νετανιάχου αναγκάζεται κατά καιρούς να διαβεβαιώσει δημόσια ότι το Ισραήλ δεν θα μετακυλήσει σε καθεστώς θεοκρατίας. Είναι η πρώτη φορά στην πολιτική του καριέρα που καλείται να αντιμετωπίσει τέτοιες τάσεις εκ των έσω και ήδη η κατανομή των υπουργικών θέσεων συνοδεύεται από ειδικές ρυθμίσεις που τέθηκαν για να του προσδώσουν ασφαλιστικές δικλείδες αποφυγής ενός τέτοιου κινδύνου.

Η τοπική αυτοδιοίκηση έχει ευρύτατες αρμοδιότητες καθορισμού της καθημερινότητας των πολιτών και τελικά σε εκείνην θα πέσει ο κλήρος να αποδείξει εάν θα μπορέσει να καταστεί ανάχωμα σε μία τάση θεοκρατικοποίησης της ισραηλινής πραγματικότητας.
Εκτιμώ ότι η εθνοθρησκευτική φυσιογνωμία της νέας κυβέρνησης Νετανιάχου θα κριθεί από την ισραηλινή κοινωνία στις επερχόμενες δημοτικές εκλογές τον Οκτώβριο του 2023. Θεσμικά οι Δήμοι και οι Κοινότητες έχουν την επιλογή να μην εφαρμόσουν κυβερνητικές αποφάσεις σε ζητήματα τήρησης των θρησκευτικών αργιών, του περιεχομένου του προγράμματος μαθημάτων των δημόσιων σχολείων, της λειτουργίας της συγκοινωνίας κατά το Εβραϊκό Σάββατο κλπ.
Στις βουλευτικές εκλογές που προηγήθηκαν οι Ισραηλινοί αποφάσισαν ότι θέλουν τον Νετανιάχου στην πρωθυπουργία. Στις δημοτικές εκλογές του Οκτωβρίου του 2023 θα κληθούν να αποφασίσουν εάν θέλουν να διατηρηθεί η εκκοσμικευμένη φυσιογνωμία του κράτους τους.

Το Ισραήλ ουσιαστικά μπαίνει σε μία περίοδο ενός ιδιότυπου εσωτερικού “πολέμου πολιτισμών” μεταξύ θεοκρατίας και εκκοσμίκευσης. Αυτό το έχει ξαναζήσει στην μακρινή δεκαετία του ’80. Τώρα όμως οι ισορροπίες είναι πολύ διαφορετικές.
Από την άλλη, τα πρώτα δείγματα γραφής του Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ, μετά την υπουργοποίησή του, καταδεικνύουν ότι είναι σε θέση να αντιληφθεί την ανάγκη να επιδείξει ευελιξία. Δεν είναι σαφές εάν η ίδια ανάγκη γίνεται αντιληπτή από τους ομοϊδεάτες του Μπετσαλέλ Σμότριτς και Άβι Μαόζ.
Ο Νετανιάχου είναι ένας ευφυής πολιτικός με επίγνωση των ενδοϊσραηλινών ισορροπιών και γνωρίζει ότι η χώρα του δεν έχει την πολυτέλεια για ιδεολογικά και θρησκευτικά φορτισμένες εσωτερικές αντιπαραθέσεις. Γνωρίζει επίσης ότι η διακυβέρνηση Μπάιντεν, η αμερικανοεβραϊκή ομογένεια, ο αραβικός κόσμος και εν τέλει η διεθνής κοινότητα εν γένει δεν θα ανεχθούν ένα θεοκρατικό Ισραήλ. Έτσι, παρότι η νέα κυβέρνηση δείχνει ομοιογενής ιδεολογικά, η αλήθεια είναι διαφορετική.

– Παρουσιάζετε μία πραγματικότητα ανησυχητική, που δεν προλέγει κάτι καλό για το άλυτο Παλαιστινιακό. Πώς εκτιμάτε ότι θα εξελιχθούν οι σχέσεις Ισραήλ-Παλαιστινίων το 2023;

Σίγουρα δεν αναμένεται μία χρονιά εύκολη για το Παλαιστινιακό. Είναι σαφές ότι θα αποτελέσει μεγάλη έκπληξη εάν θα αρχίσουν ξανά οι ειρηνευτικές συνομιλίες κατά την ξεχασμένη εδώ και χρόνια λεγόμενη “διαδικασία του Όσλο”.
Η Παλαιστινιακή Αρχή, εμμέσως πλην σαφώς, ενθαρρύνεται από την διακυβέρνηση Μπάιντεν και την ΕΕ να διεθνοποιήσει εκ νέου το ήδη υπάρχον αδιέξοδο, εμπλέκοντας το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης που εντός διετίας θα πρέπει να συντάξει νομική γνωμάτευση κατά πόσον το ισραηλινό εποικιστικό πρόγραμμα στην Δυτική Όχθη συνιστά παράνομη de facto προσάρτηση.
Αλλά μέχρι τότε, τίθεται το ερώτημα εάν θα συνεχίσει ο συντονισμός μεταξύ του ισραηλινού στρατού και των παλαιστινιακών δυνάμεων ασφαλείας στην κοινή τους προσπάθεια να τεθεί υπό έλεγχο η άνοδος της δημοτικότητας της Χαμάς ή άλλων καινούργιων ριζοσπαστικών ενόπλων οργανώσεων των Παλαιστινίων, όπως για παράδειγμα του «Λάκκου των Λεόντων», που για την ώρα δρα στα περίχωρα της Τζενίν στο βόρειο τμήμα της Δυτικής Όχθης.
Παράλληλα, το θέμα μία πιθανής διαδοχής του Προέδρου Μαχμούντ Αμπάς δεν έχει επιλυθεί. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι όσο η ισραηλινή πλευρά υιοθετεί ακραίες θέσεις, αντίστοιχα φαινόμενα παρατηρούνται στην παλαιστινιακή κοινωνία, η οποία ουσιαστικά δεν γνωρίζει τι σημαίνουν οι λεγόμενες “δημοκρατικές διαδικασίες”. Έτσι παραμένει άγνωστο ποια θα είναι η επόμενη μέρα στην Παλαιστινιακή Αρχή όταν κάποια στιγμή μοιραίως ο Πρόεδρος Αμπάς δεν θα διοικεί την κυβέρνηση της Ραμάλα. Η ακυβερνησία γρήγορα μετατρέπεται σε αναρχία και θα είναι δύσκολο να αντιμετωπισθεί σε ενδοπαλαιστινιακό επίπεδο.
Το ενδεχόμενο ισραηλινής επανακατάληψης των εδαφών που ελέγχει αυτή τη στιγμή η Παλαιστινιακή Αρχή θα είναι καταστροφικό από πολλές απόψεις, και μέχρι πρότινος τα στρατιωτικά κέντρα αποφάσεων στο Ισραήλ απεύχονταν κάτι τέτοιο. Εκτιμώ ότι την ίδια άποψη θα υιοθετήσει και η παρούσα κυβέρνηση Νετανιάχου – και τότε θα δοκιμασθεί η εσωτερική της συνοχή. Ίσως και η επιβίωσή της.

– Τα εσωτερικά ζητήματα που περιγράφετε σε συνδυασμό με τη στασιμότητα στο Παλαιστινιακό σίγουρα θα επηρεάσουν την εξωτερική πολιτική του Ισραήλ; Θα μπορέσουν να τηρηθούν οι Συμφωνίες του Αβραάμ;

Οι Συμφωνίες του Αβραάμ ήρθαν για να μείνουν. Αυτό επιθυμούν τόσο το Ισραήλ και οι αραβικές μοναρχίες που τις υπέγραψαν, όσο και οι Ηνωμένες Πολιτείες που τις εμπνεύστηκαν. Ήδη τα ΗΑΕ και το Μπαχρέιν, με καλοπροαίρετες “κινήσεις γνωριμίας” προς τον νέο Υπουργό Εθνικής Ασφαλείας, Ιταμάρ Μπεν-Γκβιρ δείχνουν ότι δεν θέλουν να τον καταστήσουν αποσυνάγωγο. Πρέπει να λάβουμε υπ’όψιν ότι οι κυβερνήσεις των ΗΑΕ, του Μπαχρέιν, του Μαρόκου, της Αιγύπτου αλλά και της Σαουδικής Αραβίας, που διατηρούν διαύλους επικοινωνίας με το Ισραήλ αισθάνονται εκτεθειμένες πρωτίστως έναντι των δικών τους πολιτών. Μέχρι τώρα δείχνουν ότι προτίθενται να εξαντλήσουν τα όρια της υπομονής τους. Πολλά θα εξαρτηθούν από τις κινήσεις του Νετανιάχου, ο οποίος, για ακόμα μία φορά, θα κληθεί να αποτελέσει τον σκιώδη Υπουργό Εξωτερικών της χώρας του.
Από την άλλη, Ισραήλ και ΗΠΑ θα προσπαθήσουν να διευρύνουν τον κύκλο των αραβικών και μουσουλμανικών χωρών που θα εξομαλύνουν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του Σουδάν, που καθυστερεί να ολοκληρώσει την διαδικασία εξομάλυνσης των σχέσεών του με το Ισραήλ εξ αιτίας της συνεχιζόμενης πολιτικής αστάθειας στο εσωτερικό του. Το Αζερμπαϊτζάν πρόκειται να ανοίξει πρεσβεία στο Τελ Αβίβ στο αμέσως επόμενο διάστημα. Η Μαυριτανία σκέφτεται να κάνει και εκείνη ανάλογο βήμα, ενώ πληροφορίες φέρουν και την Ινδονησία να το διαπραγματεύεται, παρότι το διαψεύδει επανειλημμένα. Το Ομάν προτίθεται να επιτρέψει σε ισραηλινές αεροπορικές εταιρείες να διασχίσουν τον εναέριο χώρο του.
Παράλληλα, ο μεγάλος στόχος των Ισραηλινών είναι η επίσημη εξομάλυνση των σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία. Ωστόσο, ειδικά όσον αφορά την τελευταία περίπτωση, οι εξελίξεις στο Παλαιστινιακό αποτελούν τον καταλύτη. Δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να τεθεί ξανά στο τραπέζι η σαουδαραβική ειρηνευτική πρωτοβουλία επίλυσης του Παλαιστινιακού. Δεν πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε ότι η διακυβέρνηση του Μαχμούντ Αμπάς έχει φθαρεί χρονικά και ότι η φύση καθαυτή έχει τους δικούς της κανόνες. Θα ήταν ανώφελο να τεθεί επί τάπητος οποιασδήποτε μορφής νέα πρωτοβουλία για το Παλαιστινιακό τη στιγμή που το πολιτικό σκηνικό στη Ραμάλα παραμένει θνησιγενές, μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά.

– Επίσης τι αναμένουμε ή καλύτερα τι φοβόμαστε ότι μπορεί να συμβεί με το Ιράν;

Κατ’ αρχήν, αυτό που συμβαίνει εδώ και μήνες στο Ιράν είναι κάτι το πρωτόγνωρο για τα τοπικά δεδομένα. Όσο είναι δυνατόν να γνωρίζουμε από τις διαρροές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι διαμαρτυρίες συνεχίζονται και οι εσωτερικές ισορροπίες παραμένουν εύθραυστες. Ωστόσο, εκτιμώ ότι το καθεστώς της Τεχεράνης έχει μάθει να διαχειρίζεται τα ζητήματα ”ευπρεπούς δημόσιας ένδυσης” και θεωρώ ότι δεν θα είναι το χιτζάμπ η αιτία να καταρρεύσει η θεοκρατία στη χώρα.

Αντιθέτως, το ζήτημα που θα έχει την δυναμική να προκαλέσει δραστικές πολιτειακές αλλαγές παραμένει ο κίνδυνος των μειονοτικών-εθνοτικών εξεγέρσεων. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι κατά τη διάρκεια του 2022 οι ιρανικές μυστικές υπηρεσίες πραγματοποίησαν επανειλημμένες “ασκήσεις ετοιμότητας” στις βορειοδυτικές επαρχίες της χώρας, όπου διαβιούν οι μειονοτικές ομάδες των Αζέρων και των Κούρδων, ή στις νοτιοδυτικές επαρχίες με συμπαγή σουνιτικό αραβόφωνο πληθυσμό. Δεν πρέπει να αγνοηθούν και οι συντονισμένες διώξεις κατά της θρησκευτικής ομάδας των Μπαχάι, παρά το μικρό της μέγεθος. Όλα αυτά συνθέτουν ένα πλέγμα πολύπλοκο παζλ ισορροπιών, που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το άγχος της Τεχεράνης επικεντρώνεται στο πρόβλημα των εθνοτικών και θρησκευτικών μειονοτήτων – ένα θέμα που η διεθνής επικαιρότητα ηθελημένα ή μη δείχνει να αγνοεί.

Όσον αφορά το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και τη στάση που θα τηρήσουν από κοινού Ισραήλ, ΗΠΑ και οι αραβικές μοναρχίες του Κόλπου, θα πρέπει να λάβουμε υπ’όψιν ότι η στρατηγική επιλογή του Ιράν να συνταχθεί ανοικτά στο πλευρό της Ρωσίας στο Ουκρανικό αποτελεί και την βασική ασπίδα προστασίας του καθεστώτος της Τεχεράνης.
Σχηματικά, θα ήθελα να επισημάνω ότι η πορεία του πολέμου στην Ουκρανία συνδέεται άμεσα με την αύξηση – ή μείωση – της πιθανότητας ενός κοινού αμερικανοϊσραηλινού κτυπήματος στις ιρανικές πυρηνικές εγκαταστάσεις. Από την άλλη, παρά τις δημόσιες δηλώσεις ισραηλινών αξιωματούχων περί προετοιμασίας να πληγούν στρατιωτικά τα ιρανικά πυρηνικά εργοστάσια, η κυβέρνηση Νετανιάχου θα κληθεί να υπολογίσει πολύ προσεκτικά όχι μόνο τις συνέπειες μίας ιρανικής αντεπίθεσης, αλλά και τις συνέπειες μίας δραστικής διατάραξης των σχέσεών του με τη Ρωσία.

Λαμβάνοντας υπ’όψιν τα ανωτέρω δεδομένα, εκτιμώ ότι το ενδεχόμενο ενός ισραηλινού κτυπήματος στο Ιράν μπορεί να βρίσκεται επί τάπητος, πλην όμως θα ήταν ίσως άκαιρο να συμβεί το 2023. Πολλά θα εξαρτηθούν από την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία. Εκτός εάν τελικά, οι τεκτονικές αλλαγές στο διεθνές σύστημα αποδειχθούν τέτοιες, ώστε να μην είναι δυνατόν να αποφευχθεί κάτι μοιραίο.

– Πρόσφατα Ισραήλ και Λίβανος συμφώνησαν τον καθορισμό των θαλασσίων συνόρων τους, ανοίγοντας τον δρόμο για την εκμετάλλευση των λιβανικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Εκτιμάτε ότι οι όροι της θα τηρηθούν από τις δύο χώρες;

Η συγκεκριμένη συμφωνία, με όλες της τις παραδοξότητες, μπορώ να πω ότι είναι «καταδικασμένη» να τηρηθεί και από τις δύο πλευρές. Αρκεί να αναφέρω ότι την επίτευξή της χαιρέτισε και η κυβέρνηση της Τεχεράνης, επαινώντας τη ρεαλιστική στάση που επέδειξε η οργάνωση Χεζμπολάχ.

Ωστόσο, ο Λίβανος αναμένεται να περάσει ακόμα μία κυβερνητική κρίση καθ’ όλη τη διάρκεια του 2023, δεδομένο που θα καθυστερήσει την υπογραφή αντίστοιχης συμφωνίας καθορισμού θαλασσίων συνόρων με τη γειτονική Συρία. Παρ’ όλα αυτά, υπό την πίεση της βαθιάς οικονομικής κρίσης που αντιμετωπίζει, δεν θα πρέπει να θεωρηθεί απίθανο, έστω την τελευταία στιγμή Βηρυτός και Δαμασκός να βρουν την χρυσή τομή – αυτή τη φορά με την παρέμβαση της Gazprom και της Μόσχας. Καμία εκδοχή δεν μπορεί να αποκλειστεί, ενώ πιθανότερη για την ώρα φαίνεται η πιθανότητα να υιοθετήσει η οργάνωση Χεζμπολάχ μία ηπιότερη στάση, τόσο στην εσωτερική πολιτική σκηνή, όσο και στην μεθόριο με το Ισραήλ. Οι φήμες περί επιβάρυνσης της υγείας του ηγέτη της Χασάν Νασράλα πληθαίνουν. Ο χρόνος θα δείξει εάν ευσταθούν.


– Με την αλλαγή διακυβέρνησης στο Ισραήλ και με την εξομάλυνση των σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας τον περασμένο χρόνο, πιστεύετε ότι θα δούμε αλλαγές στις σχέσεις μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ;

Όπως σας ανέφερα προηγουμένως, το παρελθόν μας διδάσκει πως ό,τι «στρώνει» μια προηγούμενη ισραηλινή κυβέρνηση δεν «ξεστρώνει» η επόμενη, ανεξάρτητα των ιδεολογικών διαφορών που πιθανώς υπάρχουν. Ας μην ξεχνάμε ότι η προσέγγιση Ισραήλ-Ελλάδας-Κύπρου σημειώθηκε για πρώτη φορά επί διακυβέρνησης Νετανιάχου και ότι το ισραηλινό Υπουργείο Εξωτερικών ελέγχεται πλήρως από το δικό του πολιτικό περιβάλλον.
Η προηγούμενη κυβέρνηση των Ναφτάλι Μπένετ και Γιαΐρ Λαπίντ απέδειξε ότι είναι σε θέση να τηρήσει λεπτές ισορροπίες μεταξύ Ελλάδας/Κύπρου και Τουρκίας. Ουσιαστικά, ακολούθησε τη σύσταση του πάλαι ποτέ Προέδρου του Ισραήλ, Σιμόν Πέρες, ο οποίος εξέφρασε την άποψη ότι το Ισραήλ θα πρέπει να συνεργαστεί με τον ελληνικό παράγοντα στα ζητήματα που σχετίζονται με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο – και αντίστοιχα να βρει κοινά σημεία αναφοράς με την Τουρκία για την αντιμετώπιση κάθε κινδύνου που αντιμετωπίζει η ισραηλινή ασφάλεια εξ ανατολών.

Εκτιμώ ότι την ίδια γραμμή θα κληθεί να εφαρμόσει η νέα κυβέρνηση Νετανιάχου, με την διαφορά ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί ένα σώμα εμπειρογνωμόνων που θα διασυνδέει τα Υπουργεία Εξωτερικών του Ισραήλ, της Ελλάδας και της Κύπρου προς αποφυγή εκπλήξεων. Την τακτική αυτή, άλλωστε, επέλεξαν να εφαρμόζουν Άγκυρα και Ιερουσαλήμ κατά τη συνάντηση Ερντογάν-Χέρτσογκ τον Μάρτιο του 2022, θέτοντας σε νέα βάση τις διμερείς σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας.
Για καλή τύχη, τόσο η Κύπρος και η Ελλάδα, όσο και η Τουρκία, βρίσκονται σε προεκλογική περίοδο. Αυτό σημαίνει ότι υπάρχει ικανό χρονικό διάστημα αμοιβαίας προσαρμογής της Αθήνας, της Λευκωσίας και της Άγκυρας με τα νέα δεδομένα που τυχόν θα παρουσιαστούν από τους άπειρους – και ενδεχομένως, άκομψους – χειρισμούς των ακραίων φωνών που καλείται να ανεχθεί ο Νετανιάχου στην δική του κυβέρνηση.

Αθήνα και Λευκωσία δεν πρέπει να ξεχνούν το συγκριτικό τους πλεονέκτημα να ανήκουν στην ομάδα των ώριμων δημοκρατιών της Ευρώπης. Το πλεονέκτημά τους αυτό οφείλουν να το υπενθυμίζουν στο Ισραήλ, ειδικά όταν η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί πολύ προσεκτικά κατά πόσον ο νεαρός ισραηλινός κοινοβουλευτισμός θα διαχειριστεί ακραίες εθνοθρησκευτικές φωνές.

Ένα λεπτό ζήτημα που θα αρχίσει να αναδεικνύεται είναι ο σεβασμός των δικαιωμάτων του Ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και εάν Αθήνα και Λευκωσία συνειδητοποιήσουν την δύναμή τους, ίσως θα μπορέσει να διασωθεί ό,τι χάθηκε επί πατριαρχίας Ειρηναίου.
Παράλληλα, είναι απαραίτητο να εμπεδωθεί ακόμα περισσότερο η στρατιωτική συνεργασία μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ. Ωστόσο, οι ελληνικές και κυπριακές αυταπάτες θα πρέπει να μετριασθούν. Σε ένα ενδεχόμενο θερμό επεισόδιο με την Τουρκία, Ελλάδα και Κύπρος θα κληθούν να στηριχθούν στις δικές τους δυνάμεις. Το Ισραήλ έχει ήδη πολλά ανοικτά μέτωπα, κάτι που έχει δηλώσει ευθέως και εμμέσως προς κάθε κατεύθυνση.

Όσο για την ενεργειακή συνεργασία – η Ελλάδα καλείται να καθορίσει τα του οίκου της. Έχει ήδη αναβάλει να προσδιορίσει εμπράκτως τον δικό της ρόλο στον ενεργειακό χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου.
Από την άλλη, οι επικείμενες βουλευτικές εκλογές με ένα σύστημα μη-δοκιμασμένο, είναι πιθανό να παρασύρει την Ελλάδα σε μία μακρά περίοδο πολιτικής ρευστότητας. Ας ελπίσουμε ότι αυτό το δεδομένο δεν θα αποβεί μοιραίο για την ομαλή εξέλιξη των σχέσεών της με το Ισραήλ, τη στιγμή που η Τουρκία θα έχει ήδη αναδείξει τον δικό της Πρόεδρο.

– Αναπτύξατε λεπτομερώς τις εκτιμήσεις σας για τις περιφερειακές εξελίξεις στην Μέση Ανατολή και στην διαμόρφωση των σχέσεων Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ. Ποιες είναι οι λεπτομέρειες που ίσως πέρασαν απαρατήρητες;

Δυστυχώς δείχνει να έχει περάσει απαρατήρητη η συστηματική προσπάθεια της Τουρκίας να νομιμοποιήσει το παράνομο διοικητικό μόρφωμα που έχει δημιουργήσει στα κατεχόμενα εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Ο αντιπρόεδρος της Γκάμπιας επισκέφθηκε επίσημα την «ΤΔΒΚ», προλέγοντας ότι πρόκειται να αναβαθμίσει τις διπλωματικές της σχέσεις με το ψευδοκράτος.
Παράλληλα, η Τουρκία αναβάθμισε το καθεστώς της «ΤΔΒΚ» στην ένωση των τουρκογενών κρατών της Κεντρικής Ασίας, που αποτελούσαν τμήματα της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ένωσης.
Πρόκειται για δύο εξελίξεις εξαιρετικά σημαντικές, οι οποίες, εάν συνδυαστούν με την έντονη τουρκική παρουσία στην Αφρική, κινδυνεύουν να λάβουν μορφή χιονοστιβάδας καθ’ όλο το 2023.
Η Ελλάδα και η Κύπρος είναι παντελώς απούσες στην Αφρική, τη στιγμή που το ποσοστό των αφρικανών πολιτών που έχουν εγκατασταθεί μόνιμα στην κατεχόμενη Κύπρο είναι σε θέση να δημιουργήσουν το ενδιαφέρον και σε άλλες χώρες όπως η Γκάμπια να αναβαθμίσουν τις σχέσεις τους με το παράνομο καθεστώς. Ήδη η Κυπριακή Δημοκρατία αποφάσισε να ανοίξει πρεσβεία στην Γκάμπια. Είναι αναγκαίο και η Ελλάδα να αναλάβει ανάλογες πρωτοβουλίες και να ενισχύσει την Κυπριακή Δημοκρατία να αποκτήσει παρουσία σε χώρες απρόσιτες.

Απαγορεύεται στην ελληνική και κυπριακή πλευρά να βρεθούν προ εκπλήξεων. Αρκεί να θυμηθούμε την αμηχανία της Αθήνας μετά την υπογραφή του τουρκολυβικού μνημονίου, αμηχανία η οποία οφείλεται αποκλειστικά στην διπλωματική αδράνεια δεκαετιών. Μαζικές “αναγνωρίσεις” ή “αναβαθμίσεις” της «ΤΔΒΚ» εκ μέρους αφρικανικών κυβερνήσεων θα δώσουν ίσως την χαριστική βολή στην πιθανότητα επανένωσης της Κύπρου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τα ελληνικά περιφερειακά συμφέροντα σε πλείστους τομείς.
Η μελέτη της Ιστορίας του Κυπριακού διδάσκει πολλά και η ελληνική πλευρά, αλλά και έως ενός σημείου και η κυπριακή, επιμένουν να μην εμπεδώνουν.
Είναι απαραίτητο η Κυπριακή Δημοκρατία να δώσει το παρόν στα διεθνή fora που μόνο αυτή ανήκει, και παράλληλα η Ελλάδα να επιδιώξει ενεργό ρόλο σε αυτά.

Παράλληλα, είναι αναγκαίο η Αθήνα να αρχίσει να δίνει το δικό της παρόν σε πρωτεύουσες μακρινές και άγνωστες σε αυτήν μέχρι τώρα, για να αποφευχθούν τα χειρότερα όσο είναι καιρός.

– Σε ποιόν θα ανήκει το 2023;

Σε όποιον επωφεληθεί από την τελική έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία – εάν βέβαια υποθέσουμε ότι το 2023 θα αναδείξει τον αδιαμφισβήτητο νικητή.

Πηγή huffingtonpost.gr 

Δημοσθένης Γκαβέας
04/01/2023

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου