Την τρωτότητα του ελληνικού τουρισμού απέναντι στην κλιματική αλλαγή αναδεικνύει μελέτη που εκπόνησε το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), με τις κλιματικές συνθήκες να φαίνεται ότι μπορεί να οδηγήσουν σε μείωση των μεγεθών του ελληνικού τουρισμού και συνακόλουθα σε σημαντική συνολική πτώση στο ΑΕΠ, την απασχόληση και τα δημοσιονομικά έσοδα.
Αυτό είναι το πρώτο σενάριο της μελέτης του ΙΟΒΕ, που εδράζεται στη μείωση του Κλιματικού Δείκτη Τουρισμού (Tourism Climate Index – TCI) κατά 10 μονάδες το καλοκαίρι, κάτι που αναμένεται να περιορίσει τις διανυκτερεύσεις κατά 15,6% και να οδηγήσει σε μείωση της συνολικής τουριστικής δαπάνης κατά 1,2 δισ. ευρώ, εάν δεν υπάρξει προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Λαμβάνοντας υπόψη, δε, τις ισχυρές διακλαδικές διασυνδέσεις του τουρισμού με το σύνολο της ελληνικής οικονομίας, η πτώση της τουριστικής δαπάνης κατά 1,2 δισ. ευρώ συνεπάγεται συνολική απώλεια ύψους περίπου 2,2 δισ. ευρώ στο ΑΕΠ.
Έντονη εκτιμάται ότι θα είναι και η επίδραση στους προμηθευτές του τουριστικού τομέα, των οποίων η παραγωγή προβλέπεται να περιοριστεί κατά 600 εκατ. ευρώ ετησίως. Σε αυτό το σενάριο, συνολικά, για κάθε 1 ευρώ απώλειας στην παραγωγή του τουριστικού τομέα, η ελληνική οικονομία συρρικνώνεται κατά 1,8 ευρώ, γεγονός που καταδεικνύει την ισχυρή διασύνδεση του τουρισμού με κρίσιμους προμηθευτές του, αλλά και την ευρύτερη συμβολή του στην ιδιωτική κατανάλωση.
Μια τέτοια μεταβολή στο τουριστικό προϊόν αναμένεται να περιορίσει την απασχόληση στο σύνολο του έτους κατά περίπου 38,1 χιλ. θέσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης. Εξ αυτών, οι 24 χιλ. αφορούν άμεσα απασχολούμενους στον τουριστικό τομέα, ενώ οι υπόλοιπες προκύπτουν έμμεσα (8,6 χιλ. θέσεις σε κλάδους-προμηθευτές) ή προκαλούνται από τη μείωση της κατανάλωσης (5,4 χιλ.).
Τέλος, όπως αναφέρεται στη σχετική μελέτη, η μείωση της ανταγωνιστικότητας του τουριστικού προϊόντος κατά τη θερινή περίοδο αναμένεται να οδηγήσει σε συνολική απώλεια φορολογικών εσόδων ύψους 306,7 εκατ. ευρώ.
«Η απώλεια διανυκτερεύσεων και η συνεπαγόμενη μείωση της τουριστικής δαπάνης επηρεάζει άμεσα τη φορολογική απόδοση επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον τουριστικό τομέα. Επιπλέον, η έμμεση και προκαλούμενη επίδραση ενισχύουν περαιτέρω τις απώλειες, καθώς επηρεάζεται το εισόδημα των νοικοκυριών και περιορίζεται η καταναλωτική τους δαπάνη, με αποτέλεσμα τη μείωση των φορολογικών εισπράξεων από έμμεσους και άμεσους φόρους στην υπόλοιπη οικονομία», επισημαίνεται.
Στο συγκεκριμένο σενάριο, βάσει του οποίου δεν θα ληφθούν μέτρα προσαρμογής, εκτιμάται ότι μέρος των υφιστάμενων τουριστικών υποδομών θα παραμείνει αναξιοποίητο κατά τη θερινή περίοδο, εξαιτίας της μείωσης της ζήτησης.
Αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε μείωση τις τιμές του τουριστικού προϊόντος, με αποτέλεσμα την περαιτέρω συρρίκνωση των εσόδων του τομέα με αποτέλεσμα ενδεχόμενη εσωτερική μετανάστευση από τουριστικές περιοχές προς τα αστικά κέντρα, επιτείνοντας την αστικοποίηση και ενισχύοντας τις πιέσεις στα ήδη επιβαρυμένα αστικά οικοσυστήματα.
Το δεύτερο σενάριο
Το έτερο σενάριο της μελέτης προϋποθέτει ότι η ελληνική οικονομία διαθέτει ή αναπτύσσει εγκαίρως τις απαραίτητες υποδομές και υπηρεσίες που απαιτούνται για την ομαλή και ποιοτική εξυπηρέτηση της αυξημένης ζήτησης πέραν της θερινής περιόδου.
Προϋποτίθεται, δηλαδή, επιτυχής επέκταση της τουριστικής περιόδου και επαρκής ετοιμότητα των προορισμών να προσαρμοστούν σε ένα διαφοροποιημένο περιβάλλον. Η προσέγγιση αυτή δίνει τη δυνατότητα αξιοποίησης της θετικής δυναμικής των ενδιάμεσων και χειμερινών περιόδων, περιορίζοντας παράλληλα τις απώλειες του καλοκαιριού και δημιουργώντας συνθήκες βιώσιμης ανάπτυξης του κλάδου.
Η επέκταση της τουριστικής περιόδου που θα επιφέρει αύξηση της ζήτησης σε όλες τις εποχές πλην του καλοκαιριού αναμένεται να εξισορροπήσει τις απώλειες από το αυτή την περίοδο του χρόνου, με τις συνολικές διανυκτερεύσεις να αυξάνονται οριακά κατά 1,4% και τα σχετικά έσοδα κατά 260 εκατ. ευρώ περίπου, επιδρώντας ήπια θετικά στο ΑΕΠ.
Ακολουθήστε το Euro2day.gr στο Google News!Παρακολουθήστε τις εξελίξεις με την υπογραφη εγκυρότητας του Euro2day.gr FOLLOW USΑκολουθήστε τη σελίδα του Euro2day.gr στο LinkedinΕιδικότερα, όπως αποτυπώνεται στη σχετική μελέτη, το ΑΕΠ αναμένεται να ενισχυθεί κατά 228 εκατ. ευρώ ετησίως, το οποίο προέρχεται κυρίως από τις βελτιωμένες επιδόσεις του τουρισμού το φθινόπωρο, που είναι και η εποχή που παρουσιάζει τη μεγαλύτερη αύξηση στο TCI. Σε όρους απασχόλησης, προβλέπεται δημιουργία 6,6 χιλ. θέσεων, με σημαντικό ποσοστό αυτών να αφορά σε θέσεις πλήρους απασχόλησης, ως αποτέλεσμα της επιμήκυνσης της τουριστικής περιόδου.
Παράλληλα, μια ποιοτική μεταβολή αφορά τη σταδιακή μετακίνηση εργαζομένων και επιχειρηματιών εκτός μεγάλων αστικών κέντρων για όλη τη διάρκεια του έτους, γεγονός που ενδέχεται να συμβάλει στην αναζωογόνηση μικρότερων περιοχών της χώρας. Τέλος, θετική είναι η επίδραση και στα δημοσιονομικά έσοδα, τα οποία αναμένεται να ενισχυθούν κατά 53 εκατ. ευρώ.
Ο δείκτης TCI
Ο δείκτης βασίζεται σε πέντε κύριες κλιματικές μεταβλητές: θερμοκρασία, σχετική υγρασία, ηλιοφάνεια, βροχόπτωση και ταχύτητα ανέμου. Κάθε μία από αυτές τις παραμέτρους ενσωματώνεται στον δείκτη μέσω συγκεκριμένων υποδεικτών, ενώ εφαρμόζονται συντελεστές βαρύτητας ώστε να αποτυπώνεται η συνολική τουριστική εμπειρία για την εκάστοτε γεωγραφική τοποθεσία.
Υψηλότερες τιμές του δείκτη TCI υποδηλώνουν περισσότερο ευνοϊκές κλιματικές συνθήκες για τουρισμό, ενώ χαμηλές τιμές αντανακλούν περιορισμούς ή δυσχέρειες που επηρεάζουν αρνητικά την ελκυστικότητα ενός προορισμού.
Διαχρονική πληγή
Η έντονη εποχικότητα αποτελεί διαχρονικό και δομικό χαρακτηριστικό του ελληνικού τουρισμού. Μάλιστα, η Ελλάδα παρουσιάζει σαφώς εντονότερη εποχικότητα σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ27, αφού σχεδόν το 60% των διανυκτερεύσεων και αφίξεων καταγράφεται στην περίοδο Ιουνίου – Αυγούστου, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ27 δεν υπερβαίνει το 40%.
Αντιθέτως, στους μήνες εκτός της θερινής περιόδου (Νοέμβριος – Απρίλιος), οι τουριστικές ροές στην ΕΕ27 παραμένουν σημαντικά υψηλότερες σε σχέση με την Ελλάδα, γεγονός που αντανακλά την ύπαρξη ενός περισσότερο ισορροπημένου και λιγότερο εποχικού τουριστικού μοντέλου στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες.
Η έντονη εποχικότητα του ελληνικού τουρισμού αντανακλάται και στα ποσοστά πληρότητας των καταλυμάτων στην Ελλάδα σε σύγκριση με χώρες που διαθέτουν αντίστοιχο τουριστικό προϊόν (π.χ. Ιταλία και Ισπανία). Η Ελλάδα παρουσιάζει υψηλή διακύμανση, με πληρότητα που διαμορφώνεται άνω του 90% στην αιχμή της θερινής περιόδου (Ιούλιος – Αύγουστος), ενώ υποχωρεί κάτω από το 20% τους χειμερινούς μήνες.
Στον αντίποδα, η Ισπανία και η Ιταλία εμφανίζουν πιο ισοσκελισμένη ετήσια κατανομή, με ηπιότερες διακυμάνσεις και σταθερότερη ζήτηση σε όλη τη διάρκεια του έτους.
Πηγή: euro2day.gr