Ρεπορτάζ

Απάτες εις βάρος επενδυτών «ων ουκ έστιν αριθμός»!

Για τις 10 Νοεμβρίου 2016 προσδιορίσθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου η εκδίκαση αγωγής που υπέβαλε ένας κάτοικος Μαριτσών κατά ασφαλιστικού συμβούλου, κατοίκου Παραδεισίου και ασφαλιστικής εταιρείας καταγγέλλοντας την διάπραξη των αδικημάτων της απάτης και της υπεξαίρεσης σε βάρος του και διεκδικώντας αποζημίωση ύψους 54.700 ευρώ.
Ο ενάγων, σύμφωνα με την αγωγή, έπεσε θύμα του ασφαλιστικού συμβούλου και της εταιρείας, στην οποία εργαζόταν από το 1992, όταν αποφάσισε το Νοέμβριο του 2009 να επενδύσει σε αμοιβαία κεφάλαια.

Το ιστορικό της υπόθεσης φέρεται να έχει ως εξής:
Ο ενάγων στις 12 Νοεμβρίου 2009 επισκέφθηκε το υποκατάστημα της Τράπεζας Πειραιώς στη Ρόδο, όπου ζήτησε και έλαβε δύο τραπεζικές επιταγές ποσού 20.000€ η μία και 24.000€ η άλλη, με ανάληψη αντίστοιχων ποσών από τον τηρούμενο σε αυτήν λογαριασμό του.
Επρόκειτο για τις μέχρι τότε οικονομίες που κατάφερε να αποταμιεύσει και οι οποίες προερχόταν από αποζημίωση την οποία είχε λάβει από την Γενική Τράπεζα της Ελλάδος, λόγω εθελουσίας αποχώρησής του και από την καταβολή του εφ’ άπαξ.
Στόχος του ήταν να τις τοποθετήσει, όπως του υπέδειξε και τον συμβούλευσε, ο εναγόμενος σε επενδυτικό πρόγραμμα σε αμοιβαία κεφάλαια, που εφέροντο να είχαν αποδόσεις που έφθαναν στο 5,7% στο τρίμηνο.

Τις δύο τραπεζικές επιταγές που εκδόθηκαν εις διαταγήν του, αφού οπισθογράφησε, τις παρέδωσε την ίδια ημέρα, ήτοι στις 12 Νοεμβρίου 2009, στα γραφεία της ασφαλιστικής εταιρείας, στα χέρια του ασφαλιστή, συγχρόνως δε συμπλήρωσε τα έντυπα ΑΕΔΑΚ, τα οποία του έδωσε, χωρίς όμως να λάβει αντίγραφα.
Ο ασφαλιστικός σύμβουλος φέρεται να τον διαβεβαίωσε ότι την 15-11-2009 θα είχε τους τίτλους στα χέρια του και ότι τα χρήματά του θα επενδυθούν για τρεις μήνες, ήτοι από 12-11-2009 μέχρι 12-02-2010. Φέρεται να τον διαβεβαίωσε, επίσης, ότι αν δεν πάει καλά η επένδυση στα ομόλογα υψηλού κινδύνου θα μετέφερε και τα χρήματα αυτά στα χαμηλού ρίσκου και θα τον προφύλασσε.
Τη Δευτέρα, 15 Νοεμβρίου 2009 του χορηγήθηκαν δύο βεβαιώσεις έκδοσης τίτλων ονομαστικών μεριδίων, με το λογότυπο του ομίλου, στον οποίο ανήκει η εταιρεία, η μία ποσού 24.000 ευρώ στην οποία αναγραφόταν, τα στοιχεία του, εκτιμώμενη απόδοση 5,76% και η άλλη ποσού 20.000 ευρώ, στην οποία αναγραφόταν, επίσης, εκτιμώμενη απόδοση 5,76%.
Δύο ημέρες μετά, ήτοι στις 17 Νοεμβρίου 2009, σε τηλεφωνική επικοινωνία που είχε με τον ασφαλιστικό σύμβουλο, τον ενημέρωσε για την πορεία της επένδυσής του, λέγοντάς του, όπως υποστηρίζει, ότι τα υψηλού κινδύνου δεν πήγαν καλά και για το λόγο αυτό μετέφερε, με δική του πρωτοβουλία και τα 24.000€ στα χαμηλού ρίσκου, όπου ήταν και τα υπόλοιπα 20.000€.

Κάποια στιγμή ο ενάγων, λόγω προβλήματος υγείας που αντιμετώπιζε, χρειάστηκε χρήματα και έτσι απευθύνθηκε στον ασφαλιστικό σύμβουλο, ζητώντας την εξαγορά 4.000 ευρώ και την απόδοση ποσού 2.670 ευρώ. Έλαβε τη διαβεβαίωση ότι τα χρήματα θα κατατίθεντο σε τραπεζικό του λογαριασμό, κάτι που καθυστέρησε να γίνει. Την ίδια περίοδο, ο ασφαλιστικός σύμβουλος, με δική του πρωτοβουλία, ανανέωσε για ένα μήνα το υπόλοιπο των χρημάτων του.
Στις 8 Απριλίου 2010 πιστώθηκε ο λογαριασμός του με το ποσό των 711,70 ευρώ, το οποίο όπως του εξήγησε ο ασφαλιστικός σύμβουλος ήταν μέρισμα και τον διαβεβαίωσε ότι σε λίγες μέρες θα κατατίθετο και το κεφάλαιο.
Αφού, όμως, ο ενάγων έβλεπε ότι τα χρήματα δεν κατατίθεντο, επισκέφθηκε την εταιρεία και διαπίστωσε ότι ο πρώτος εναγόμενος είχε εξαφανισθεί.

Αρκετά θορυβημένος, απευθύνθηκε στα κεντρικά γραφεία στην Αθήνα της ασφαλιστικής εταιρείας, και διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε το όνομά του στα αμοιβαία της εταιρείας και ότι δεν προέκυπτε από τα αρχεία της ότι είχε καταθέσει κάποιο ποσό για την επένδυση.
Την επομένη ημέρα, ήτοι στις 29 Απριλίου 2010, επισκέφθηκε τον πρώτο εναγόμενο στα γραφεία της εταιρείας, τον ενημέρωσε για όσα του είπε η Αθήνα και του ζήτησε να του αποδώσει, αμέσως, όλο το ποσό των χρημάτων τα οποία του είχε καταβάλει.
Ο εναγόμενος φέρεται για να τον καθησυχάσει να εξέδωσε εις διαταγή του και να του παρέδωσε μεταχρονολογημένη επιταγή της Τράπεζας Δωδεκανήσου ποσού 15.000€ με ημερομηνία πληρωμής 03-05-2010, σε χρέωση λογαριασμού του, την οποία και παρέλαβε, πέφτοντας όμως για ακόμη μια φορά θύμα του, καθώς η επιταγή δεν πληρώθηκε επειδή δεν υπήρχαν διαθέσιμα κεφάλαια στο λογαριασμό του.

Λίγες ημέρες μετά, έγινε ευρέως γνωστό στην κοινωνία της Ρόδου ότι ο πρώτος εναγόμενος προέβη στην έκδοση πλείστων πλαστών βεβαιώσεων και συμβάσεων ασφαλιστικών και επενδυτικών προϊόντων προς συναλλασσόμενους με τις εταιρείες του ομίλου. Μάλιστα η ασφαλιστική εταιρεία δημοσίευσε ανακοίνωση, για την διακοπή της συνεργασίας της με τον πρώτο εναγόμενο, στον τοπικό τύπο.

Στις συχνές και συνεχείς οχλήσεις του προς τον ασφαλιστικό σύμβουλο για την απόδοση των χρημάτων του, όπως υποστηρίζει, αυτός αρνείται να του τα αποδώσει, ενώ, μετά από όλα αυτά, η ασφαλιστική εταιρεία ισχυρίζεται ότι τάχα δεν έχει καμία ευθύνη για την άδικη πράξη σε βάρος του, αρνούμενη επίσης να του αποκαταστήσει τη ζημία που υπέστη από τον υπάλληλό της.
Για τον λόγο αυτό υποχρεώθηκε, εντέλει, να υποβάλει προς τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου, μαζί με άλλους εξαπατηθέντες Ροδίτες, έγκληση, συνεπεία της οποίας παραπέμφθηκε με ήδη αμετάκλητο βούλευμα ενώπιον του αρμοδίου ποινικού δικαστηρίου για τα αδικήματα της κακουργηματικής υπεξαίρεσης και της απάτης.
Την υπόθεση χειρίζεται η δικηγόρος κ. Δέσποινα Κοκκάρη – Κυρίτση.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου