Συνεντεύξεις

K. Φίλης, διεθνολόγος, για Tουρκία: «Θα υπάρχουν διακυμάνσεις στη ρητορική αλλά όχι με σοβαρά περιστατικά έντασης»

Ο κ. Κωνσταντίνος Φίλης είναι εκτελεστικός διευθυντής του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων. Στην σημερινή συνέντευξή του στην «δημοκρατική» αναλύει την κατάσταση όπως διαμορφώνεται μετά την έναρξη των διερευνητικών επαφών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, εκτιμώντας πως δεν θα υπάρχει φόβος για θερμά επεισόδια και κορύφωση της προκλητικότητας από την γείτονα στους επόμενους μήνες, ενώ για τις προσδοκίες μας από την νέα αμερικανική κυβέρνηση, τονίζει πως: «Δεν είναι θέμα αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας. Είναι θέμα να είμαστε ρεαλιστές! Η νέα αμερικανική κυβέρνηση θα κοιτάξει τα αμερικανικά συμφέροντα».

• Κύριε Φίλη να ξεκινήσουμε από την έναρξη των διερευνητικών επαφών ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία. Πρέπει να είμαστε ικανοποιημένοι και τι μπορούμε να περιμένουμε;
Είμαστε ικανοποιημένοι στον βαθμό που οι διερευνητικές συνομιλίες επιφέρουν μία ηρεμία που αποκλιμακώνουν την ένταση –σε πρώτη φάση- και εν συνεχεία, ενδεχομένως να εμπεδώσουν μία κατάσταση ήρεμη μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας, χωρίς πλωτά γεωτρύπανα, χωρίς σεισμικά σκάφη, χωρίς παραβιάσεις του εναερίου χώρου. Θα υπάρχουν διακυμάνσεις στην ρητορική αλλά όχι με σοβαρά περιστατικά έντασης, πολλώ δε μάλλον με επαναφορά στην κατάσταση που βρεθήκαμε μεταξύ Αυγούστου και Νοεμβρίου του 2020. Αυτό είναι σημαντικό ενώ είναι επίσης σημαντικό, να δούμε από πού πιάνουμε το νήμα αυτών των διερευνητικών επαφών: αν δηλαδή είναι από τον Μάρτιο του 2016 (διότι έχουν μεσολαβήσει πάρα πολλά γεγονότα. Από την ‘Γαλάζια Πατρίδα’ που έχει γίνει πλέον η βάση της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής μέχρι το Τουρκο-Λιβυκό Σύμφωνο αλλά και την Ελληνο-Αιγυπτιακή Συμφωνία και τον καλύτερο στρατιωτικό εξοπλισμό της Ελλάδας με διάφορα προγράμματα αμυντικού χαρακτήρα. Το θέμα είναι επίσης να δούμε κατά πόσο υπάρχει περιθώριο, υπό αυτές τις νέες συνθήκες να συζητήσουμε και να καταλήξουμε σε κάποια ατζέντα για το επόμενο βήμα που είναι αυτό της διαπραγμάτευσης. Για την ώρα, φαίνεται ότι οι διερευνητικές συνομιλίες γίνονται με κύριο γνώμονα την έξωθεν καλή μαρτυρία που θέλει η Τουρκία για να μπορέσει να βελτιώσει τις σχέσεις της με την Δύση και με μία ανήσυχη αγωνία σχετικά με το τι θα επιλέξει ο Τζο Μπάιντεν να κάνει μαζί της. Από την άλλη, προφανώς και δεν μπορούσε να μην μπει στις διερευνητικές συνομιλίες αφού είχε θέσει ως μοναδική προϋπόθεση την επιστροφή του Ορούτς Ρέις και μία συνεπή αποκλιμάκωση, η οποία διαρκεί από τα τέλη Νοεμβρίου. Συνεπώς, έχουμε φτάσει στους δύο μήνες, ουσιαστικά. Επιπλέον, προσωπικά βάζω κι έναν αστερίσκο: υπό την πίεση των συνθηκών, μπορεί να υπάρχει ένα μικρό παράθυρο για κάποια ευρύτερη συνεννόηση μεταξύ των δύο πλευρών με απώτερο στόχο να καταλήξουμε στην Χάγη. Και πάλι όμως, σας λέω ότι αυτός είναι ένας αστερίσκος και θα δούμε κατά πόσο μπορεί να συμβεί –όχι στους επόμενους μήνες, αλλά τα επόμενα χρόνια.

• Φαίνεται συνεπώς ότι αποφεύγουμε το ενδεχόμενο θερμών επεισοδίων και την προκλητικότητα τους επόμενους μήνες –τουλάχιστον.
Έτσι φαίνεται και λογικά, τουλάχιστον μέχρι τον προσεχή Ιούνιο, θα έχουμε μια κατάσταση –μάλλον- όπως την περιγράφετε. Αυτό όμως, προϋποθέτει:

1. Ότι η Τουρκία θα εξακολουθεί να αισθάνεται την πίεση τόσο από την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και από τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής –άρα θα είναι υποχρεωμένη να δείξει ένα άλλο πρόσωπο, ακόμη κι αν δεν το εννοεί
2. Να υπάρξει κάποια σχετική εξέλιξη στις διερευνητικές συνομιλίες. Αυτό δεν μπορούμε να το ξέρουμε από τώρα, θα το δούμε στον επόμενο ή μεθεπόμενο γύρο.
Ως προς τις διερευνητικές συνομιλίες, θα σας έλεγα ότι πρέπει να δούμε την συχνότητα αυτών. Εάν δηλαδή γίνονται τακτικά, σημαίνει ότι κάτι κινείται, ότι υπάρχει μια σχετική πρόοδος. Εάν οι διερευνητικές συνομιλίες μετά τον επόμενο γύρο που πιθανόν να γίνει στις αρχές Μαρτίου, δούμε να γίνονται μία φορά το τρίμηνο ή μία φορά το εξάμηνο, νομίζω ότι θα καταλάβουμε όλοι, πως τα πράγματα είναι αρκετά πιο δύσκολα και μάλλον δεν επενδύουν σε αυτές τις διερευνητικές συνομιλίες οι δύο χώρες για να βρουν κοινό τόπο για το επόμενο στάδιο που θα είναι η διαπραγμάτευση. Επαναλαμβάνω ότι οι διερευνητικές συνομιλίες είναι ‘προθάλαμος’ διαλόγου και δεν αποτελεί διάλογο ή διαπραγμάτευση.
• Θα ήθελα να σας ρωτήσω για την στάση και τον ρόλο του ΝΑΤΟ. Τι μπορούμε να περιμένουμε από αυτό;
Κοιτάξτε, το ΝΑΤΟ μπορεί να βοηθήσει ή και να μη βοηθήσει, σε τεχνικό επίπεδο. Δεν μπορεί να κάνει κάτι άλλο, θεαματικό και αυτό πρέπει να το έχουμε στο νου μας. Δηλαδή, το ΝΑΤΟ δεν είναι ένας φορέας τον οποίο, η ελληνική πλευρά εμπιστεύεται απολύτως και σίγουρα, δεν είναι ένας φορέας, στον οποίο η ελληνική πλευρά πρόκειται να επενδύσει για την πολιτική διευθέτηση των προβλημάτων της. Στο τεχνικό επίπεδο, ίσχυε στο παρελθόν και ισχύει σε μεγάλο βαθμό και τώρα, ότι το ΝΑΤΟ μπορεί να δημιουργήσει ένα πλαίσιο κατανόησης ή τέλος πάντων, έγκαιρης προειδοποίησης εάν και εφόσον μία κρίση πάει να εξελιχθεί σε κάτι χειρότερο. Αλλά κάτι πέραν αυτού, προσωπικά δεν θα έβλεπα από την πλευρά του ΝΑΤΟ. Άλλωστε, το ΝΑΤΟ, με τις επιλογές Γενς Στότλενμεργκ και γενικότερα με όλη αυτή την ‘ουδετερότητα’ που έχει επιδείξει όλο αυτό το χρονικό διάστημα, δεν μπορεί να το εμπιστεύεται η ελληνική πλευρά. Και να μην γελιόμαστε: μέσα στο ΝΑΤΟ, η Τουρκία, από την πλευρά των ΝΑΤΟϊκών ή των συμφερόντων του ΝΑΤΟ, θεωρείται σημαντική χώρα για να πιεσθεί ώστε να αλλάξει ρότα. Και έχουμε διαπιστώσει, πως εάν πρόκειται να συμβεί κάτι τέτοιο, ΔΕΝ θα γίνει μέσω του ΝΑΤΟ.
• Τελικά, μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι από την νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ και μετά τις κυρώσεις που ψήφισε κατά της Τουρκίας το Αμερικανικό Κονγκρέσο;

Δεν είναι θέμα αισιοδοξίας ή απαισιοδοξίας. Είναι θέμα να είμαστε ρεαλιστές! Η νέα αμερικανική κυβέρνηση θα κοιτάξει τα αμερικανικά συμφέροντα. Δεν θα είναι ούτε φιλο-ελληνική ούτε ανθελληνική. Δεν θα είναι φιλο-τουρκική ούτε αντι-τουρκική. Τα συμφέροντα των Αμερικανών θα κοιτάξει. Στον βαθμό που τα συμφέροντα των Αμερικανών ή τα δικά μας, μπορούν –όχι να ευθυγραμμιστούν- αλλά τέλος πάντων, να έχουν μια κοινή πορεία και κατεύθυνση με τα αντίστοιχα αμερικανικά, υπό την προϋπόθεση να υπάρχει κατανόηση σε μια σειρά από αυτά, εκεί, μπορεί πραγματικά να έχουμε μία καλύτερη σχέση από αυτή που έχουμε, η οποία είναι έτσι κι αλλιώς πολύ καλή τα τελευταία χρόνια. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι η νέα αμερικανική κυβέρνηση θα θελήσει να εξοστρακίσει την Τουρκία. Μάλλον το αντίθετο. Απλά η δυσκολία για τον Ταγίπ Ερντογάν είναι πλέον ότι: α. δεν θα μπορεί να επηρεάσει τα πράγματα στον Λευκό Οίκο όπως το έκανε επί της προεδρίας του Ντόναλντ Τραμπ, β. η αμερικανική γραφειοκρατία αλλά και το Κονγκρέσο είναι αρνητικά διακείμενα απέναντί του για όλα αυτά που έχει κάνει τα τελευταία χρόνια –ιδιαίτερα για την προμήθεια των S-400 από την Ρωσία και γ. ότι αν είναι να γίνει μια προσπάθεια επαναπροσέγγισης, δεν θα γίνει με τους όρους που θέλει ο Ερντογάν.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου