Ατάκτως Ερριμμένα

Την εποχή της Μελισσάνθης

Επέτειος της απελευθέρωσης της Αθήνας από τους Γερμανούς κατακτητές χθες και ανοίγει ξανά η συζήτηση γιατί έχει ανακηρυχθεί εθνική γιορτή η επέτειος της εισόδου της Ελλάδας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η 28η Οκτωβρίου, και όχι η 12η Οκτωβρίου, που συμβολικά θα μπορούσε να θεωρηθεί μέρα εξόδου της απ’ αυτόν .

Με αφορμή αυτή την ημέρα που κατά πως λέει ο Ρίτσος «…Bούιζε η πολιτεία. Bούιζε ο κόσμος. Bούιζε κι η καρδιά του ανθρώπου, σαν ένα ζήτω…»  δεν θα μπορούσα να βρω καλύτερο επετειακό. Γιατί μια Μελισσάνθη πεθαίνει μέσα μου κάθε μέρα.Κι ο κόσμος μας δεν πάει να γίνει καλύτερος…

«Λίγο μετά τον πόλεμο είδα σε μια εφημερίδα -κίτρινη την θυμάμαι, σαν όλες τις εφημερίδες- μια είδηση χαμένη στις πολλές, από τη κατεστραμμένη Γερμάνια. Έγραφε για μια γυναίκα που ο πόλεμος της είχε αρπάξει όλους τους δικούς της. Κι έρημη καθώς ήταν, για να επιζήσει, πουλούσε ερωτα μες στο ερειπωμένο υγρό λιμάνι του Αμβούργου.

Ένα βράδυ, καθώς τριγύριζε μέσα στους σκοτεινούς δρόμους του λιμανιού γνωρίζει ένα στρατιώτη, νέο παιδί κι άρρωστο σχεδόν, που επέστρεφε απ’ την αιχμαλωσία. Πήγαν να κάνουν ερωτα σ’ ένα φτηνό ξενοδοχείο. Κι εκεί, πάνω στο κρεβάτι, από το αφύλαχτο που κρέμονταν στο λαιμό του, τον αναγνώρισε … Ήταν ο γιος της. Τρέχει έξαλλος αυτός και πνίγεται στα κρύα νερά του λιμανιού, κι εκείνη, που το μυαλό της σάλεψε, απόμεινε τρελή ν’ αποζητά το γιο της στο λιμάνι.

Εδώ τελειώνει η είδηση. Πως μου ‘ρθε το όνομα της Μελισσάνθης μέσα μου ξαφνικά; Μια γυάλινη ηρωίδα του μεσοπολέμου να παίρνει έτσι αυθαίρετα την όψη μια τρελής μητέρας, ερωμένης και αδελφής, μέσα στα ερείπια μιας κατεστραμμένης πόλης. Η ιστορία αυτή άφησε μέσα μου μια ταραχή ως τώρα που τελείωσα την εποχή της Μελισσάνθης, χωρίς να ξέρω αν τέλειωσα και με το πρόσωπό της.

Χρονικό ενός καιρού οι πρώτες μέρες της απελευθέρωσης, με ανεξίτηλες βιογραφικές εικόνες.. Και εικόνες άπειρες από κατεστραμμένα σπίτια σαν χέρια αιχμηρά που να ζητάν ελεημοσύνες από τον ουρανό. Και μάνες να γυρεύουν τα παιδιά τους πάνω στις καμένες στέγες με ένα πλήθος που να κραυγάζει έξαλα και αλλοπρόσαλλα συνθήματα. Μέσα στον αλαλαγμό ρωτούσαμε και ψάχναμε να βρούμε την Μελισσάνθη, σύμβολο ιδανικών αλλοτινών καιρών. Μα η Μελισσάνθη δεν βρισκόταν πουθενά…Η Μελισσάνθη απόμεινε τρελή να αποζητάει μοιρολογώντας τον πνιγμένο γιό της. Πώς βρέθηκε εκείνες της μέρες στην Αθήνα, δεν έγινε γνωστό . Όλοι ρωτούσαν να την βρουν μαζί με αυτούς και εγώ, γνωρίζοντας πως ίσως να βρισκόταν κάπου εκεί ανάμεσα μας. Μάθαμε τέλος πως συνάντησε τυχαία διαδηλωτές, πως την ποδοπάτησαν και της σπάσανε τα κόκαλα. Έτσι στην γη πεσμένη και νεκρή την βρήκαν περαστικοί και δίχως προσευχή την θάψαν βιαστικά για να πρόλαβαν τη βραδινή παρέλαση για την απελευθέρωση.

Μια απελευθέρωση που έκρυβε μέσα της έναν θανατερό συμβιβασμό, την βία και την ενοχή, την προδοσία και την χωρίς γιατρειά τραυματισμένη ελευθερία. Μια απελευθέρωση που δεν πρόλαβε να γίνει λαϊκή. Την κατέγραψαν με ευκολία εθνική και την γιορτάζουν στα Δημαρχεία και τις Νομαρχίες. Η εποχή της Μελισσάνθης τελείωσε. Σήμερα ζω για πάντα τον χαμό της. Και ο κόσμος δεν πάει να γίνει καλύτερος. Με όλα αυτά δεν θέλω να δώσω ιστορικές διαστάσεις στην Μελισσάνθη και στην εποχή της. Επιθυμώ να καταγράψω μόνο, την προσωπική μου περιπέτεια και συμμετοχή στην πρόσφατη ιστορία του κόσμου, έτσι όπως την έζησα μέσα από το σπίτι μου και μέσα από την πόλη που εξακολουθώ να ζω.» Μάνος Χατζιδάκις

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου