Ειδήσεις

Οι Τούρκοι “ψαράδες” κέρδισαν τη μάχη της τσιπούρας

Κάτι λιγότερο από μία δεκαετία χρειάσθηκαν οι Τούρκοι ιχθυοκαλλιεργητές για να πάρουν κεφάλι στον κλάδο της μεσογειακής ιχθυοκαλλιέργειας, αφήνοντας στη δεύτερη θέση τους Έλληνες “ψαράδες” οι οποίοι συνεχίζουν να παλεύουν με τα “κύματα” εντός των εγχώριων υδάτων και να πιέζονται στο εξωτερικό από τον διεθνή ανταγωνισμό.

Όπως σημειώνεται και στην έκθεση του Συνδέσμου Ελληνικών Θαλασσοκαλλιεργειών, ο ανταγωνισμός γίνεται όλο και πιο έντονος λόγω της αλματώδους αύξησης της παραγωγής τρίτων χωρών, κυρίως της Τουρκίας. Η Τουρκία μέσα σε μια δεκαετία αύξησε την παραγωγή της κατά 240% και το 2018 κατέγραψε ένα νέο ρεκόρ φτάνοντας, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της Turkstat, τους 193.595 τόνους.

Ενδεικτικό της κατάστασης που διαμορφώνεται είναι ότι στις βασικές αγορές προορισμού του προϊόντος, όπως στην Ισπανία και στη Γαλλία, οι τουρκικές εξαγωγές τσιπούρας και λαβρακίου σημείωσαν αύξηση πάνω από 70%. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα η διαφορά στην τιμή μεταξύ των ελληνικών και των τουρκικών ψαριών να ξεπεράσει το 1 ευρώ/ κιλό.

Ακόμη πιο ενδιαφέρον στοιχείο όμως είναι η σημαντική αύξηση της εμπορίας τουρκικών ψαριών στην Ε.Ε. μέσω της Ελλάδας. Πέρυσι οι εισαγωγές τουρκικών ψαριών αυξήθηκαν κατά 119% σε σχέση με το 2017. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΑΑΔΕ, εισήχθησαν 11.713 τόνοι νωπών ψαριών από Τουρκία (4.100 τόνοι τσιπούρας, 6.313 τόνοι λαβρακιού και 1.300 τόνοι λοιπών νωπών ψαριών) όπου σχεδόν στο σύνολο τους επαναπροωθήθηκαν σε άλλες χώρες της Ε.Ε.

Δηλαδή αφού εκτελωνίστηκε το τούρκικο ψάρι στην Ελλάδα, τέθηκε σε ελεύθερη κυκλοφορία και στη συνέχεια εστάλη (ως τούρκικο όπως σημειώνει ο ΣΕΘ) σε άλλες χώρες τις Ε.Ε.

Από την άλλη πλευρά οι πωλήσεις ελληνικής τσιπούρας και λαβρακιού ανήλθαν πέρυσι σε 106.500 τόνους αξίας 502 εκατ. ευρώ παρουσιάζοντας αύξηση ως προς τον όγκο πωλήσεων σε σχέση με το 2017, χωρίς ωστόσο αυτή η τάση να ακολουθήσει και την αξία πωλήσεων η οποία παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητη λόγω της πίεσης που δέχτηκαν οι τιμές και για τα δύο είδη.

Το 79% των πωλήσεων (87.155 τόνοι) αξίας σχεδόν 400 εκατ. ευρώ διατέθηκε σε 32 χώρες και το υπόλοιπο στην εγχώρια αγορά. Οι κυριότερες αγορές παραμένουν παραδοσιακά η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία όπου και οι τρεις μαζί απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος της Ελληνικής παραγωγής (59% το 2018).

Σήμερα στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται 63 επιχειρήσεις με 320 μονάδες. Σε επίπεδο επενδύσεων, εκτός από την σύμπραξη δυο διεθνών επενδυτών (Ammera Capital και Mubadala Investment Company) και την είσοδο τους στην ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια, οι επιχειρήσεις του κλάδου ξεκίνησαν την υλοποίηση συγχρηματοδοτούμενων επενδυτικών σχεδίων συνολικού ύψους 96,8 εκατ. ευρώ με στόχο την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας τους.

Ως προς τις προγραμματισμένες θεσμικές μεταρρυθμίσεις, η πρόοδος που επιτεύχθηκε ήταν οριακή καθώς υπάρχουν καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του χωροταξικού σχεδιασμού των υδατοκαλλιεργειών αλλά και στην υλοποίηση του Επιχειρησιακού Προγράμματος Αλιείας & Θάλασσας, γεγονός που υποδεικνύει την ανάγκη για άμεσες και θεσμικές παρεμβάσεις, αναφέρει ο ΣΕΘ σε σχετική ανακοίνωση που εξέδωσε χθες.

πηγή capital.gr

της Αλεξάνδρας Γκίτση

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου