• Η έντονη αντιπαράθεση για τα φυλλάδια, τις μισθώσεις και τη νομιμότητα λειτουργίας του βιβλιοπωλείου συνεχίζει να ταλανίζει την τοπική κοινωνία και την εικόνα του προσκυνήματος
Η δικαστική διαμάχη που έχει αναστατώσει την κοινωνία του Αρχαγγέλου Ρόδου δεν εκδικάστηκε τελικά χθες, καθώς το Αυτόφωρο Μονομελές Πλημμελειοδικείο ανέβαλε την υπόθεση για τις 30 Μαρτίου 2026.
Η αντιπαράθεση, που ξεκινά από τη δεκαετία του 1990 και κορυφώνεται τα τελευταία χρόνια με αλλεπάλληλες μηνύσεις, αγγίζει όχι μόνο τις σχέσεις μίσθωσης και το δικαίωμα εμπορικής δραστηριότητας στον χώρο της Μονής Παναγίας Τσαμπίκας, αλλά και την ευρύτερη κοινωνική εικόνα ενός από τα σημαντικότερα θρησκευτικά κέντρα της Δωδεκανήσου.
Ο επιχειρηματίας συνελήφθη στο πλαίσιο της αυτόφωρης διαδικασίας, ύστερα από μήνυση της Εκκλησιαστικής Επιτροπής της Μονής Παναγίας Τσαμπίκας, με αφορμή τη διανομή φυλλαδίων τα οποία η Επιτροπή χαρακτηρίζει ψευδή και συκοφαντικά.
Τα φυλλάδια, γραμμένα σε ελληνικά και αγγλικά, κατηγορούσαν πρόσωπα της διοίκησης της Μονής για αποφάσεις που – σύμφωνα με το περιεχόμενό τους – αμαυρώνουν το κύρος της.
Ο κατηγορούμενος, που είχε λάβει αρχικά προθεσμία για τις 4 Σεπτεμβρίου 2025, τελικά θα καθίσει στο εδώλιο την άνοιξη του 2026, σε μια εξέλιξη που δίνει παράταση στη διαμάχη.
Την υπεράσπιση έχει αναλάβει ο δικηγόρος κ. Κυριάκος Παπαβασιλείου, ενώ η Εκκλησιαστική Επιτροπή εκπροσωπείται από τη δικηγόρο κ. Καίτη Πιλατέρη.
Το ιστορικό της υπόθεσης παραπέμπει σε μακροχρόνια ένταση.
Ο κατηγορούμενος μισθώνει από το 1993 αποθήκη–κατάστημα ιδιοκτησίας της Μονής, σε σημείο λίγο πριν από τα σκαλοπάτια προς το καθίδρυμα, με όρο ότι το μίσθιο θα προοριζόταν αποκλειστικά για εστίαση.
Η Εκκλησιαστική Επιτροπή υποστηρίζει ότι ο μισθωτής παραβίασε τον όρο και λειτουργεί παράνομα δύο εκθετήρια εκκλησιαστικών ειδών.
Από την άλλη πλευρά, η ίδια η Μονή από το 2009 έχει προχωρήσει στη δημιουργία βιβλιοπωλείου στην «Κάτω» Τσαμπίκα και το 2015 σε υποκατάστημα στην «Ψηλή», εντός στεγασμένου κελιού περίπου 8 τ.μ. Η Εκκλησιαστική Επιτροπή διαβεβαιώνει ότι το κατάστημα λειτουργεί απολύτως νόμιμα, χωρίς ανάγκη άδειας υπαίθριου εμπορίου.
Στα φυλλάδια που στάθηκαν αφορμή για τη νέα μήνυση, γίνεται λόγος για δήθεν κλείσιμο των αποχωρητηρίων της Μονής και για μετατροπή του χώρου σε «οίκο εμπορίου».
Η Επιτροπή αρνείται κατηγορηματικά τα παραπάνω, υποστηρίζοντας ότι οι τουαλέτες παραμένουν μονίμως ανοιχτές, ενώ έχει οριστεί υπάλληλος που μεριμνά για τον καθαρισμό και την τροφοδοσία τους με νερό.
Η αναφορά στον «οίκο εμπορίου» απορρίπτεται ως προσβλητική, με την Επιτροπή να επισημαίνει ότι η πώληση εκκλησιαστικών ειδών αποτελεί πάγια πρακτική σε μονές ανά την Ελλάδα.
Η υπόθεση δεν περιορίζεται στη σημερινή διαδικασία. Ήδη από το 2016, ασφαλιστικά μέτρα που είχε καταθέσει ο επιχειρηματίας απορρίφθηκαν με την απόφαση 229/2016 του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, ενώ το 2019 απορρίφθηκε και τακτική αγωγή του με την απόφαση 95/2019 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου. Τα δικαστήρια είχαν κρίνει ότι δεν πιθανολογείται ζημία του επιχειρηματία και ότι το εκθετήριο της Μονής λειτουργεί σύννομα, τονίζοντας μάλιστα ότι η μονοπωλιακή εκμετάλλευση του χώρου θα αντέκειτο στον υγιή ανταγωνισμό.
Η νέα μήνυση εντάσσεται σε αυτή την αλληλουχία αντιπαραθέσεων, που περιλαμβάνει πανό, φυλλάδια και άλλες δημόσιες ενέργειες του κατηγορουμένου.
Η Μονή της Παναγίας Τσαμπίκας, ως ένα από τα γνωστότερα προσκυνήματα της Δωδεκανήσου, προσελκύει καθημερινά πλήθος πιστών και επισκεπτών. Γι’ αυτό και η αντιπαράθεση δεν αφορά μόνο δύο αντιδίκους αλλά επηρεάζει άμεσα την εικόνα, τη λειτουργία και την πνευματική αποστολή της Μονής.