Η Γερμανία παρέμεινε μια από τις πιο “δυνατές” αγορές για τον ελληνικό τουρισμό και αυτή τη σεζόν, τόσο σε επίπεδο αφίξεων όσο και σε έσοδα, ενώ οι Γερμανοί ταξιδιώτες εξακολούθησαν να συγκαταλέγονται στους επισκέπτες με τη μεγαλύτερη μέση δαπάνη ανά ταξίδι.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, την περίοδο Ιανουαρίου–Αυγούστου οι ταξιδιωτικές εισπράξεις από τη Γερμανία αυξήθηκαν κατά 6,6%, φτάνοντας τα 2,63 δισ. ευρώ, ενώ η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση ενισχύθηκε κατά 7,8%, ανερχόμενη σε 3,89 εκατομμύρια ταξιδιώτες.
Παράλληλα, οι αεροπορικές θέσεις από τη Γερμανία προς την Ελλάδα παρουσίασαν αύξηση 4,1% για τη θερινή σεζόν, φτάνοντας τα 4,87 εκατομμύρια, από 4,68 εκατομμύρια το 2024. Η Γερμανία διατήρησε τη θέση της ως δεύτερη μεγαλύτερη αγορά για την Ελλάδα, μετά το Ηνωμένο Βασίλειο, ενισχύοντας περαιτέρω τη συμβολή της στα συνολικά τουριστικά μεγέθη της χώρας, σε μια χρονιά που χαρακτηρίστηκε από ισχυρό ανταγωνισμό σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αλλά και από προκλήσεις που σχετίζονταν με τις τιμές και το ενεργειακό κόστος.
Σχεδόν όλοι οι ελληνικοί προορισμοί σημείωσαν αύξηση στις διαθέσιμες θέσεις από τη γερμανική αγορά. Η Κέρκυρα κατέγραψε τη μεγαλύτερη ποσοστιαία άνοδο, με +14,9%, ενώ το Άκτιο ακολούθησε με +10,1%. Ισχυρή ήταν επίσης η άνοδος σε Κω (+6,7%), Θεσσαλονίκη (+6,5%) και Ρόδο (+6,2%).
Η Κρήτη διατήρησε πρωταγωνιστικό ρόλο, με το Ηράκλειο να αυξάνει κατά 4% και τα Χανιά κατά 5,2%. Μικρή υποχώρηση σημειώθηκε στην Αθήνα (-2,2%) και στην Καβάλα (-2,1%), ενώ η Ζάκυνθος εμφάνισε τη μεγαλύτερη πτώση (-7,8%), γεγονός που αποδόθηκε σε περιορισμό δρομολογίων από ορισμένους γερμανικούς αερομεταφορείς.
Η γερμανική αγορά αποτελεί την κυριότερη αγορά του εισερχόμενου τουρισμού στην Ελλάδα, καταγράφοντας το 15% των αφίξεων, το 20% των διανυκτερεύσεων και το 18% των εισπράξεων. Οι εισπράξεις από τη Γερμανία την περίοδο 2023–2024 εμφάνισαν αύξηση κατά 3,7% (από 3,6 δισ. το 2023 σε 3,7 δισ. το 2024). Η πλειοψηφία των εισπράξεων το 2024 σημειώθηκε στο Q3 (52,3%), ενώ τα αντίστοιχα μεγέθη για τα Q1, Q2, Q4 ήταν 3,7%, 28,8% και 15,2%.
Πηγή: capital.gr



















