Ειδήσεις

Αν και ασφαλισμένοι, πληρώνουν από την τσέπη τους για υπηρεσίες υγείας

Και μόνο το γεγονός ότι δέκα συμμετέχοντες από ένα δείγμα 1.000 ατόμων από όλη την Ελλάδα δηλώνουν ότι πάσχουν από κάποιο χρόνιο νόσημα είναι αρκετά εντυπωσιακό. Ανάμεσα σε αυτά υπερέχουν οι γυναίκες, ειδικά μεγάλης ηλικίας, και οι άνθρωποι με χαμηλό εισόδημα. Αν και αυτοί που συμμετείχαν στη συντριπτική πλειονότητά τους (96%) είναι ασφαλισμένοι, φαίνεται ότι καλύπτουν συχνά από ιδίους πόρους τη φροντίδα της υγείας τους.

Ενδεικτικά, κατά μέσον όρο ένα νοικοκυριό δαπανά 955 ευρώ σε ένα χρόνο για θέματα υγείας. Λογικό, καθώς λίγο λιγότεροι από τους μισούς επισκέπτονται ιδιώτες γιατρούς μη συμβεβλημένους με το Ταμείο τους και περίπου ένας στους δύο λαμβάνει μη συνταγογραφούμενα φάρμακα.

Ως εκ τούτου, 22% δηλώνουν ότι τον τελευταίο χρόνο υπήρξαν φορές που δεν έκαναν χρήση υπηρεσιών υγείας, ενώ έπρεπε, λόγω κόστους. Οι παθογένειες του δημόσιου συστήματος υγείας συνδέονται προφανώς με τη στροφή στην ιδιωτική ασφάλιση υγείας – καθώς ένας στους πέντε διαθέτει πλέον ιδιωτική ασφάλεια.

Αυτά είναι ορισμένα από τα ενδιαφέροντα συμπεράσματα της τελευταίας έρευνας που πραγματοποίησε από κοινού το Ινστιτούτο Πολιτικής Υγείας με τη διαΝΕΟσις για λογαριασμό του οργανισμού GIVMED / Share medicine Share Life. Και η πρόσβαση στο κατάλληλο φάρμακο, όμως, μοιάζει να μην είναι αυτονόητη, καθώς ένας στους έξι απαντάει ότι αντιμετώπισε εμπόδια στην προμήθεια φαρμάκων και όπως διευκρινίζεται αυτό αφορά ως επί το πλείστον την εύρεση του κατάλληλου φαρμάκου για τη θεραπεία του.

Στον αντίποδα αυτού, ένας στους δύο δηλώνει ότι του έχουν περισσέψει φάρμακα, τα οποία φυλάσσει στο σπίτι του. Σχεδόν όλοι ισχυρίζονται ότι γνωρίζουν το στοκ των φαρμάκων που έχουν στα ντουλάπια τους, όμως μόνο τρεις στους δέκα ελέγχουν τακτικά αν πλησιάζουν στην ημερομηνία λήξης τους.

Στη διαχείριση των περισσευούμενων φαρμάκων οι ερωτώμενοι μένουν μάλλον μετεξεταστέοι: ένας στους δύο βρήκε, λιγότερα ή περισσότερα, ληγμένα φάρμακα στο σπίτι του και εξ αυτών ένας στους πέντε βρήκε περισσότερα από τέσσερα κουτιά. Περισσότεροι από τους μισούς (55,1%) τα πετούν στα σκουπίδια, ενώ 37,8% τα επιστρέφουν στα φαρμακεία. Αγνοια, επίσης, επικρατεί αναφορικά με τη διαχείριση των μη ληγμένων φαρμάκων, καθώς οι περισσότεροι ισχυρίζονται ότι δεν ξέρουν πού να τα δώσουν. Μόνο ένας στους τέσσερις, κυρίως γυναίκες, δώρισε τον τελευταίο χρόνο φάρμακα, «επειδή έληγαν άμεσα και δεν τα χρειαζόταν». Εξ αυτών οι μισοί τα έδωσαν σε ιδιωτικό φαρμακείο, ενώ ακολουθεί η προσφορά σε κοινωνικό φαρμακείο –θεσμός που συγκεντρώνει ομόφωνα θετική αξιολόγηση– και μετά σε δομές ή εκδηλώσεις σχετικές με τη συγκέντρωση φαρμάκων.

Πολύ λίγοι γνωρίζουν την ύπαρξη των πράσινων κάδων στα φαρμακεία, που προορίζονται για τα μη ληγμένα φάρμακα. Οι περισσότεροι, δε, από αυτούς που ξέρουν τους πράσινους κάδους θεωρούν ότι εκεί μπορούν να απορ-ρίψουν τα ληγμένα φάρμακα.

Πηγή kathimerini.gr

Ιωάννα Φωτιάδη

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου