Ειδήσεις

Ρέτσος (ΣΕΤΕ): Μεταφορές-τουρισμός θα ανακάμψουν τελευταίοι από την πανδημία

Γιατί δεν θέλουν κοινά πρωτόκολλα για τον τουρισμό φέτος οι «μεγάλοι» της Ε.Ε. Επώδυνο καλοκαίρι για επιχειρήσεις και εργαζόμενους. Χαμηλώνει ο πήχης των προσδοκιών για τον εγχώριο τουρισμό.

«Μεταφορές και τουρισμός ήταν οι πρώτοι τομείς που επλήγησαν και θα είναι οι τελευταίοι που θα ανακάμψουν από τις συνέπειες της πανδημίας». Αυτή η φράση του Γιάννη Ρέτσου, προέδρου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) συμπυκνώνει ίσως τον κεντρικό «κόμπο» του γόρδιου δεσμού που καλείται να λύσει η κυβέρνηση στην προσπάθεια επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας και το στοίχημα της ανάκαμψης της επόμενης μέρας της πανδημίας. Ειπώθηκε στο πλαίσιο της διαδικτυακής συζήτησης με τίτλο «Η Ελληνική Οικονομία την εποχή του Covid-19» που οργάνωσε η εταιρεία συμβούλων Grant Thornton στο πλαίσιο της σειράς διαδικτυακών εκδηλώσεων «Respond & Restore. Together» που είναι αφιερωμένες στις συνέπειες της πανδημίας.

Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία πρωταγωνίστησαν στις χθεσινές δυσοίωνες εκτιμήσεις της Κομισιόν για ύφεση άνω του 9% λόγω της πανδημίας. Και η κατάρρευση της ταξιδιωτικής αγοράς αποτελεί μια από τις βασικές αιτίες. Στην περίπτωση της Ελλάδας τη βασικότερη.

Όπως εξήγησε ο επικεφαλής του ΣΕΤΕ, η άμεση συμβολή του τουρισμού στο ΑΕΠ των τριών χωρών είναι παρόμοια και φθάνει το 13%. Όμως το μείγμα εισερχόμενου –εγχώριου τουρισμού διαμορφώνεται στο 50%-50% σε Ιταλία και Ισπανία ενώ στην Ελλάδα η αναλογία είναι 93% (εισερχόμενος)-7% (εγχώριος).

Με αυτό τον τρόπο εξηγείται για ποιο λόγο οι βασικές χώρες της Ε.Ε (σ.σ και κύριες δεξαμενές του ελληνικού τουρισμού) συστήνουν-πέραν των υγειονομικών λόγων- στους πολίτες τους να κάνουν φέτος διακοπές στη χώρα τους. Γιατί αν συμβεί κάτι τέτοιο οι οικονομίες τους θα επωφεληθούν διπλά: αφενός θα μείνουν εντός της χώρας τους τα χρήματα που θα δαπανούσαν για ταξίδια στο εξωτερικό, αφετέρου θα τονωθεί σημαντικά η εσωτερική τους αγορά, σε όλους τους κλάδους. Το αντίθετο, δηλαδή, με την Ελλάδα στην οποία ο τουρισμός αποτελεί ίσως τη μεγαλύτερη απόδειξη των δομικών προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας και της ανισορροπίας της.

Ο Νίκος Καραμούζης, πρόεδρος της Grant Thornton περιέγραψε το γόρδιο δεσμό που καλούνται να λύσουν κυβέρνηση κι επιχειρηματίες αναφέροντας πως «τα τελευταία 10-15 χρόνια γύρω από τον τουρισμό χτίστηκαν πολλές συνδεόμενες δραστηριότητες όπως η αερομεταφορές, η ακτοπλοΐα, οι ενοικιάσεις αυτοκινήτων, η εστίαση αλλά και όλη η εφοδιαστική αλυσίδα». Προειδοποίησε, ταυτόχρονα, για εκπλήξεις στους ισολογισμούς των εταιρειών. «Γι’ αυτό είναι σημαντικό να στηριχτεί με καθαρούς όρους το τουριστικό προϊόν και ο τουριστικός τομέας» ανέφερε ο Ν. Καραμούζης.

Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ και δ/νων σύμβουλος του ομίλου Electra Hotels & Resorts, κατέβασε τον πήχη των προσδοκιών για τονωτική ένεση από τον εγχώριο τουρισμό. Όπως εξήγησε, από τα περίπου 21 δισ. ευρώ άμεσες εισπράξεις από τον τουρισμό τα 18 δισ. προέρχονται από (αερομεταφερόμενο και οδικό) εισερχόμενο τουρισμό και 3 δισ. ευρώ από κρουαζιέρες. Εκτιμώντας πως η οικονομική κρίση που θα ακολουθήσει θα συρρικνώσει περαιτέρω τον εγχώριο τουρισμό ο Γ. Ρέτσος ανέφερε πως, προφανώς, θα αποτελέσει τονωτική ένεση για μικρές και μικρομεσαίες, κυρίως, επιχειρήσεις. «Σε καμία περίπτωση, όμως, δεν μπορεί να αναπληρώσει αυτό που δυνητικά θα χαθεί».

Περιγράφοντας το momentum του τουρισμού ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ ανέφερε πως δεν μπορεί να γίνει καμία πρόβλεψη, καθώς δεν έχει καθοριστεί ο τρόπος που θα ξαναπετάξουν τα αεροπλάνα. «Ουσιαστικά, δεν μπορούμε να μιλάμε για το πότε, με ποιες προϋποθέσεις και πόσο μπορούμε να προσβλέπουμε σε τουριστική περίοδο φέτος» ανέφερε χαρακτηριστικά.

Ο ίδιος εμφανίστηκε απαισιόδοξος για την προοπτική ύπαρξης κοινών ευρωπαϊκών πρωτοκόλλων για τα ταξίδια, αλλά βέβαιος πως θα υπάρξει ευρωπαϊκή συμφωνία για κοινά πρωτόκολλα στις αερομεταφορές.
«Θεωρώ πως ιδιαίτερα οι χώρες της Δυτικής Ευρώπης έχουν πολλούς λόγους αυτή τη στιγμή να μην συμφωνήσουν σε πανευρωπαϊκά πρωτόκολλα για τον τουρισμό. Έχουν τα δικά τους προβλήματα να αντιμετωπίσουν κι έχουν τις δικές τους οικονομίες να στηρίξουν. Γι’ αυτό βλέπω πιο πιθανές τις διακρατικές συμφωνίες».

Περιγράφοντας το προφίλ των χωρών με τις οποίες καταβάλλεται προσπάθεια να υπογραφούν διακρατικές συμφωνίες ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ αναφέρθηκε σε παραδοσιακές και κοντινές αγορές. «Η Ελλάδα συζητά, ήδη, με μικρές χώρες όπως η Κύπρος και το Ισραήλ οι οποίες διαχειρίστηκαν, όπως η Ελλάδα, καλά το υγειονομικό ζήτημα και ενδεχομένως θα ήθελαν να ανταλλάξουν επισκέπτες μεταξύ τους».

Ο ίδιος αναμένει εξελίξεις στο θέμα των διακρατικών συμφωνιών στα τέλη Μαΐου ή τις αρχές Ιουνίου κι εφόσον εξελιχθεί ομαλά η αντιμετώπιση της πανδημίας στη χώρα. «Βλέποντας και κάνοντας» ανέφερε.
Σε ότι αφορά τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης του τουρισμού τα χαρακτήρισε επαρκή στην πρώτη φάση τους, όταν οι επιχειρήσεις έπρεπε να μπουν σε διαδικασία «safe mode» για να επιβιώσουν πρόσκαιρα μέχρι την επόμενη μέρα.

«Το πιο κρίσιμο, όμως, είναι το δεύτερο ημίχρονο. Τα μέτρα της επόμενης φάσης η οποία θα είναι και πιο μεγάλη χρονιά και πολύ πιο επώδυνη».

Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ αξιολογεί ως πρωτεύον ζήτημα τη στήριξη της απασχόλησης. Κι αυτό καθώς απειλείται δυνητικά το σύνολο ή μεγάλο μέρος των 700.000 θέσεων απασχόλησης που καταγράφηκαν από το σύστημα ΕΡΓΑΝΗ στο τρίτο τρίμηνο του 2019.

Σύμφωνα με το επικεφαλής του ΣΕΤΕ η στήριξη της απασχόλησης μπορεί να προέλθει κυρίως μέσω επιδοτήσεων που θα χρηματοδοτηθούν από ευρωπαϊκά κονδύλια. Παραδέχθηκε, ωστόσο, πως τα διαθέσιμα χρήματα για την Ελλάδα από το συγκεκριμένο ευρωπαϊκό ταμείο φθάνουν σήμερα το 1,5 δισ. ευρώ και θεωρούνται λίγα, καθώς εκτίμησε πως θα απαιτηθεί η στήριξη της απασχόλησης για σημαντικό διάστημα. Εμφανίστηκε, ωστόσο, αισιόδοξος πως θα υπάρξει συμφωνία σε ευρωπαϊκό επίπεδο προκειμένου να «έρθουν περισσότερα χρήματα εντός του 2020 και όχι το 2021». Επισήμανε, ταυτόχρονα, πως θα πρέπει να ενισχυθεί το πλέγμα προστασίας των ανέργων, καθώς προεξόφλησε πως φέτος θα υπάρχουν πολλοί άνεργοι στον τουρισμό. «Πρόκειται για τεράστιο ζήτημα, καθώς συνδέεται άμεσα με την κοινωνική συνοχή».

Σε ότι αφορά τις επιχειρήσεις που θα λειτουργήσουν φέτος «όσες κι αν είναι αυτές», είπε πως θα πρέπει να στηριχτούν με εργαλεία ρευστότητας, κάποια από οποία έχουν ήδη ανακοινωθεί. Ανέφερε χαρακτηριστικά το εγγυοδοτικό ταμείο της Αναπτυξιακής Τράπεζας το οποίο διαθέτει 2 δισ. ευρώ τα οποία, όπως ανέφερε, θα φτάσουν τα 7 δισ. ευρώ με τη σχετική μόχλευση.

Επεσήμανε, παράλληλα, πως για τη στήριξη των επιχειρήσεων θα απαιτηθούν και εργαλεία ανταγωνιστικότητας. Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσεται το αίτημα για οριζόντια μείωση των συντελεστών ΦΠΑ σε όλες τις υπηρεσίες που συνδέονται με την τουριστική δραστηριότητα. Κι αυτό, όπως εξήγησε, επειδή η μεγάλη μάχη της ανάκαμψης θα δοθεί την επόμενη χρονιά, όταν θα επιστρέφουν στην αγορά και όλες οι μεγάλες τουριστικές δυνάμεις της Ευρώπης. «Και τότε θα πρέπει να είμαστε ανταγωνιστικοί» ανέφερε.

Για το χρονοδιάγραμμα ανάκαμψης του ελληνικού τουρισμού εκτίμησε πως, ρεαλιστικά, δεν μπορεί να γίνεται λόγος για επιστροφή στα μεγέθη της χρονιάς ρεκόρ του 2019 πριν το 2023. Συμπλήρωσε, μάλιστα, πως δεν θα πρέπει να θεωρηθεί αποτυχία για τη χώρα αν επιστρέψει στο 70% των εισπράξεων του 2019 το 2021 ή 2022.

Πηγή: euro2day.gr

Παναγιώτης Δ. Υφαντής

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου