• Το δικαστήριο απήλλαξε τον κατηγορούμενο από όλες τις κατηγορίες
Υπόθεση που απασχόλησε την ποινική δικαιοσύνη τα τελευταία χρόνια και είχε προκαλέσει θόρυβο στη Ρόδο έφθασε στην τελική της πράξη στις 11 Νοεμβρίου 2025. Η διαδικασία είχε ανοίξει τον Οκτώβριο με ένα κατηγορητήριο που περιέγραφε σειρά κακουργηματικών πράξεων γύρω από εκποιήσεις ακινήτων, ροές τιμημάτων και διαχείριση ξένης περιουσίας.
Η δίκη ξεκίνησε στις 24 Οκτωβρίου 2025, διεκόπη για τις 7 Νοεμβρίου και ξανά για τις 11 Νοεμβρίου, οπότε και εκδόθηκε η κρίσιμη απόφαση.
Η εισαγγελική πρόταση κινήθηκε προς την ενοχή, όμως η σύνθεση του Δικαστηρίου πλειοψήφησε υπέρ της αθώωσης για όλα τα βαρύτερα αδικήματα, ενώ ένα μέλος πρότεινε ειδικά την αποδοχή αυτοτελούς ισχυρισμού περί παραγραφής.
Στο επίκεντρο έμεινε μόνο το σκέλος της υπεξαίρεσης ποσού που περιγράφεται ως περίπου 280.000 ευρώ, με το ίδιο το κατηγορητήριο να προσδιορίζει αριθμητικά 268.450 ευρώ.
Το ιστορικό μιας σκληρής αντιδικίας
Στον πυρήνα της αντιπαράθεσης βρέθηκε η σχέση εντολέα και εντολοδόχου. Η παθούσα είχε αναθέσει με πληρεξούσιο στον κατηγορούμενο πρώην φαρμακοποιό της Ρόδου τη διαχείριση της ακίνητης περιουσίας της και την επιμέλεια των υποθέσεών της. Η εντολή ήταν ευρεία. Περιελάμβανε δικαίωμα πώλησης, μεταβίβασης, παραχώρησης και παράδοσης κατά κυριότητα, νομή και κατοχή των περιγραφόμενων ακινήτων σε τρίτους, με οποιοδήποτε τίμημα και όρους. Το πλαίσιο αυτό αποτέλεσε το υπόβαθρο για πράξεις εκποίησης που έλαβαν χώρα το 2013, αλλά και για τη μεταγενέστερη είσπραξη συντάξεων το 2015.
Αναλυτική περιγραφή του κατηγορητηρίου για την υπεξαίρεση
Το κεντρικό κατηγορητήριο, παρέπεμψε ον κατηγορούμενο ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών ως υπαίτιο υπεξαίρεσης σε κατ’ εξακολούθηση μορφή, με ισχυρισμό ότι ιδιοποιήθηκε παράνομα ξένο κινητό πράγμα ιδιαίτερα μεγάλης αξίας που είχε περιέλθει στην κατοχή του λόγω της ιδιότητάς του ως εντολοδόχου και διαχειριστή ξένης περιουσίας. Ο τόπος τέλεσης τοποθετείται στην Αθήνα και ο χρόνος από τον Απρίλιο του 2013 έως και τις 5 Ιανουαρίου 2016. Η κατηγορία υποστηρίζει ότι οι μερικότερες πράξεις αθροίζουν αξία που υπερβαίνει το όριο των 120.000 ευρώ, στοιχείο που ενεργοποιεί τον βαρύτερο ποινικό χαρακτηρισμό.
Η πρώτη ομάδα πράξεων αφορά εκποιήσεις ακινήτων την άνοιξη του 2013. Στις 29 Απριλίου 2013 φέρεται να καταβλήθηκε τίμημα 160.000 ευρώ για τη μεταβίβαση κατά πλήρη κυριότητα ποσοστού εξ αδιαιρέτου διαμερίσματος τρίτου ορόφου σε πολυκατοικία επί της οδού Σπευσίππου 17 στην Αθήνα, μετά της αντίστοιχης αποθήκης. Το ποσό αυτό, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, περιήλθε στην κατοχή του εντολοδόχου ως διαχειριστή της περιουσίας της παθούσας.
Η δεύτερη πράξη τοποθετείται στις 30 Απριλίου 2013 και αφορά στην πώληση οριζόντιας ιδιοκτησίας δευτέρου ορόφου σε πολυκατοικία στον Πειραιά, σε οικοδομικό τετράγωνο με πρόσοψη στις οδούς Αγρίνιου, Νισύρου και Δ. Βούρβουλη. Πρόκειται για διαμέρισμα επιφάνειας 62,28 τ.μ. με ποσοστό συνιδιοκτησίας 81‰, στο οποίο αντιστοιχούσε αποκλειστική χρήση θέσης στάθμευσης στην πυλωτή. Για τη συναλλαγή αυτή το κατηγορητήριο αναγράφει τίμημα 70.000 ευρώ που καταβλήθηκε και εισπράχθηκε από τον εντολοδόχο.
Η τρίτη πράξη, επίσης στις 30 Απριλίου 2013, περιγράφει μεταβίβαση οριζόντιας ιδιοκτησίας πρώτου ορόφου στην ίδια πολυκατοικία του Πειραιά. Το διαμέρισμα είχε επιφάνεια 31,78 τ.μ., με αντίστοιχο ποσοστό συνιδιοκτησίας 41‰, μαζί με αποκλειστική χρήση θέσης στάθμευσης στην πυλωτή και αποθήκης υπογείου. Το τίμημα που αναγράφεται είναι 30.000 ευρώ, το οποίο επίσης, σύμφωνα με την κατηγορία, εισπράχθηκε από τον εντολοδόχο λόγω της πληρεξουσιότητας.
Η τέταρτη ομάδα πράξεων αφορά την είσπραξη συντάξεων. Με ειδικό πληρεξούσιο του Απριλίου 2014 ο κατηγορούμενος ορίστηκε ειδικός πληρεξούσιος, αντιπρόσωπος και αντίκλητος της παθούσας για να εισπράττει τη σύνταξή της από τον τότε ασφαλιστικό φορέα. Το κατηγορητήριο αναφέρει ότι από 1 Ιανουαρίου 2015 έως 5 Ιανουαρίου 2016 περιήλθε στην κατοχή του, μέσω του μισθοδοτικού λογαριασμού ταμιευτηρίου, συνολικό ποσό 8.450 ευρώ, υπολογιζόμενο με αναγωγή 650 ευρώ επί 13 μήνες.
Με βάση τα παραπάνω, η κατηγορία συνίστατο στο ότι ο εντολοδόχος έλαβε τμηματικά 268.450 ευρώ και ότι, παρά τις προφορικές οχλήσεις και την έγκληση της 5ης Ιανουαρίου 2016, δεν απέδωσε τα χρήματα στην εντολέα του, αλλά τα ιδιοποιήθηκε παράνομα ενσωματώνοντάς τα στην ατομική του περιουσία. Αυτή είναι η αριθμητική ραχοκοκαλιά του κατηγορητηρίου που θεμελίωσε τον ισχυρισμό για υπεξαίρεση ιδιαίτερα μεγάλης αξίας σε κατ’ εξακολούθηση μορφή.
Τι απάντησε η υπεράσπιση και πώς «μίλησαν» τα συμβόλαια
Η υπερασπιστική γραμμή, με συνήγορο τον κ. Φώτη Ρωμαίο, στράφηκε εξαρχής στην αποδόμηση της ουσίας της υπεξαίρεσης. Κατέδειξε ότι ήδη από τα ίδια τα συμβόλαια και τα συνοδευτικά έγγραφα προκύπτουν προκαταβολές τιμήματος προς την ίδια την παθούσα πριν από τις υπογραφές, ενώ τα χρήματα που εισπράχθηκαν κατά τις υπογραφές αντιστοιχούσαν σε υπόλοιπα. Η ανάγνωση των συμβολαίων του 2013 ανέδειξε σαφείς ενδείξεις ότι μέρος του τιμήματος είχε προκαταβληθεί εκτός συμβολαιογραφείου. Κατά συνέπεια ο αριθμητικός πυρήνας του κατηγορητηρίου δεν ανταποκρίνεται σε πραγματική ιδιοποίηση ξένου χρήματος χωρίς νόμιμο λόγο.
Παράλληλα τέθηκε θέμα ορθού νομικού χαρακτηρισμού. Ακόμη και αν υιοθετηθεί πλήρως η αριθμητική αφετηρία της κατηγορίας, η υπεράσπιση υποστήριξε ότι ο υπολογισμός των ποσών που πράγματι περιήλθαν στον εντολοδόχο με υποχρέωση απόδοσης είναι κατώτερος του πλαισίου που θεμελιώνει κακουργηματική υπεξαίρεση. Στο ίδιο μήκος κύματος προβλήθηκαν αυτοτελείς ισχυρισμοί περί παραγραφής για πράξεις παλαιότερων ετών, με αναφορά στις αλλεπάλληλες τροποποιήσεις των σχετικών διατάξεων και στη σημασία της αφετηρίας και της διακοπής της προθεσμίας.















