Με αφορμή πρόσφατες εξελίξεις στον τόπο μας, νιώθω την ανάγκη να εκφράσω έναν ευρύτερο προβληματισμό για τη λειτουργία των θεσμών, την εμπιστοσύνη της κοινωνίας και το δικαίωμα των πολιτών στον δημόσιο λόγο.
Σε μια δημοκρατία, η εμπιστοσύνη των πολιτών στους θεσμούς δεν είναι δεδομένη — κερδίζεται καθημερινά, μέσα από τη διαφάνεια, την ανεξαρτησία και τη λογοδοσία όσων ασκούν δημόσια εξουσία.
Στο τοπικό επίπεδο, όπου οι κοινωνικές και επαγγελματικές σχέσεις είναι στενότερες και πιο ορατές, η ανάγκη να τηρούνται τα θεσμικά όρια και να αποφεύγονται οι σκιές είναι ακόμη μεγαλύτερη.
Δεν αρκεί να είναι η αυτοδιοίκηση θεσμικά ανεξάρτητη — πρέπει και να υπάρχει ηθική δέσμευση των αιρετών απέναντι στους πολίτες, αυτούς άλλωστε εκπροσωπούν μέσω του θεσμικού ρόλου τους.
Η αμεροληψία των θεσμικών οργάνων και η αποτροπή σύγκρουσης συμφερόντων δεν είναι θεωρητικά ζητήματα. Είναι θεμελιώδεις αρχές κατοχυρωμένες από το Σύνταγμα, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) και τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ). Η εμπλοκή αιρετών ή δημόσιων λειτουργών σε ρόλους που συνδέονται με ιδιωτικά συμφέροντα, ειδικά σε υποθέσεις δημόσιου χώρου ή κοινοτικής περιουσίας, δημιουργεί εύλογους προβληματισμούς — ακόμη κι αν δεν προκύπτει τυπικό ασυμβίβαστο.
Σε κάθε τέτοια περίπτωση, η αρχή της διαφάνειας, που αποτελεί θεμελιώδες στοιχείο δημοκρατικής διακυβέρνησης, αλλά και η αρχή της χρηστής διοίκησης επιβάλλουν την αποφυγή κάθε σχέσης που μπορεί να κλονίσει την εμπιστοσύνη της κοινωνίας στους θεσμούς.
Παράλληλα, η δυνατότητα των πολιτών να εκφράζονται δημόσια, ιδίως με επιστημονικά ή τεκμηριωμένα επιχειρήματα για θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος, είναι συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα. Η απάντηση σε μια κριτική τοποθέτηση δεν μπορεί να είναι η απειλή ή η άσκηση αγωγής, όταν δεν υπάρχει ψευδής ισχυρισμός ή προσβλητικός λόγος.
Ο ενεργός πολίτης που συμμετέχει στον δημόσιο διάλογο δεν πρέπει να στοχοποιείται. Πρέπει να ενθαρρύνεται. Γιατί χωρίς ελεύθερη έκφραση, χωρίς δημόσιο διάλογο, χωρίς τον αντίλογο που προκαλεί σκέψη και έλεγχο, η δημοκρατία αποδυναμώνεται.
Η ουσία του προβληματισμού δεν είναι τα πρόσωπα. Είναι η ανάγκη να διασφαλίσουμε έναν δημόσιο βίο καθαρό από σκιές, θεσμικά κατοχυρωμένο και ανοικτό σε όλους.
* Η Αριστέα Αλεξίου είναι Διπλωματούχος Χημικός Μηχανικός του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου Σπουδών στην Έρευνα για την Τοπική Κοινωνική Ανάπτυξη και Συνοχή και Διδάκτορας Κοινωνιολογίας (Βιώσιμη Τοπική Ανάπτυξη και Κοινοτική Στοιχειοθέτηση Ικανότητας Δράσης) του Πανεπιστημίου Αιγαίου.Ζει στη Ρόδο και εργάζεται ως Σύμβουλος Ανάπτυξης για δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς από το 1998.