Ειδήσεις

Ανασκαφές του Πανεπιστημίου Θράκης στην Κάρπαθο

Τούτες οι ανασκαφικές έρευνες έχουν επιστημονικό και παιδαγωγικό χαραχτήρα (-εκπαίδευση φοιτητών). Διεξήχθησαν στον Καταγρό Αφιάρτη Καρπάθου τον Ιούλιο-Αύγουστο 2015 υπό τη διεύθυνση του καθηγητή Μανόλη Μελά.

Εφέτος δόθηκε έμφαση σε αυτό που σήμερα αποκαλείται αρχαιολογία του τοπίου, ήτοι οι διάφορες όψεις της συνολικής και διαχρονικής εικόνας και δραστηριότητας εντός του υπό εξερεύνηση ευρύτερου και οριοθετημένου χώρου. Τα πλαίσια δηλαδή όπου εντάσσονται τα αρχαιολογικά ευρήματα, προκειμένου αυτά να εξηγηθούν: γεωγραφικά, πολιτισμικά, οικονομικά, ανθρωπολογικά, τελετουργικά, ιστορικά κ.ά.

Όπως έχουν δείξει οι εφετινές έρευνες πεδίου, ανασκαφικές και επιφανειακές, η μελέτη αφορά τη λειτουργία και εξέλιξη ενός τυπικού, βαθμιαία αναπτυσσόμενου και οριοθετούμενου αγροκτήματος κατά την αρχαιότητα. Η χρήση του χώρου ξεπερνά τα 7000 χρόνια. Ξεκινάει από τη Νεολιθική εποχή, περνάει στη Μινωική, και κορυφώνεται στην Ελληνιστική και Ελληνο-ρωμαϊκή περίοδο.

Ιδιαίτερη σημασία αποκτά η πληθώρα της Μινωικής κεραμικής, αναφορικά με τη σημαντική ανάπτυξη, οργάνωση και συστηματοποίηση της αγροτικής παραγωγής και κατανάλωσης. Υπάρχουν Μινωικά αγγεία σερβιρίσματος (-αμφορείς, κανάτια) και πόσεως (-κύπελλα). Και τα δύο υποδηλώνουν κατανάλωση κρασιού. Αλλά και μαγειρέματος (-τσουκάλια) και επιτραπέζια (-γαβάθες). Επίσης μεγάλα σκεύη (-πιθάρια) που παραπέμπουν σε αποθήκευση υγρών προϊόντων (λαδιού, κρασιού) ή ακόμη και στέρεων, όπως σιτηρά, όσπρια, ξηρά φρούτα, τυριά, παστά κρέατα και ψάρια κ.τλ. και τέλος, μελισσοκομικές κυψέλες.

Κατά την κατοπινή του φάση (Ελληνιστική και Ελληνο-ρωμαϊκή), και ίσαμε το τέλος της αρχαιότητας, το αγρόκτημα εκτείνεται σε είκοσι περίπου στρέμματα, που περιλαμβάνουν γόνιμα χωράφια για σιτηρά, όσπρια και αμπελο-καλλιέργεια. Υπάρχουν όμως ενδείξεις και για άλλους πόρους επιβίωσης, όπως η κτηνοτροφία (πβλ. συναφή οστά από την ανασκαφή), η ελαιοπαραγωγή από σχινόκαρπο (πβλ. κατάλοιπα εργαστηρίου ελαιοπαραγωγής, βλ. εικ. 1), η μελισσοκομία (πβλ. κυψέλες), η αλιεία και η τροφοσυλλογή.

Πέραν από το φυσικό περιβάλλον και την εκμετάλλευση των συναφών πόρων αυτοσυντήρησης, βασικό συστατικό των υποδομών του

αγροκτήματος υπήρξαν οι κτιριακές εγκαταστάσεις. Αυτές αποτελούσαν τη βιολογική έδρα επιβίωσης (-πολυεπίπεδο νοικοκυριό, βλ. εικ. 2) και το στρατηγικό/επιτελικό κέντρο κάθε αγροτικής δραστηριότητας.

Στην προκείμενη περίπτωση οι εγκαταστάσεις αυτές (-οικοδομικά συγκροτήματα) εντοπίζονται σε δύο σημεία. Μία υπερυψωμένη σε βραχώδη χώρο στη ΒΔ γωνία του αγροκτήματος, και μία σε επίπεδο αγρό, περίπου τριάντα μ. νοτιότερα.

Οι αρχαιολογικές και εθνογραφικές ενδείξεις υπογραμμίζουν ότι η χρήση των δύο συγκροτημάτων ήταν από λίγο ως πολύ παρόμοια.
Εξυπηρετούσε δηλαδή αφενός τις ανάγκες του αγροτικού νοικοκυριού, και αφετέρου στήριζε οργανωτικά τις απασχολήσεις και δραστηριότητες ίσως δύο αγροτικών οικογενειών, που προφανώς ανήκαν σε μια ευρύτερη οικογένεια ή σόι.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου