Ρεπορτάζ

Ταλαιπωρήθηκαν αφάνταστα γιατί θεωρήθηκαν «ύποπτοι»

Δυόμισι ώρες πέρασαν στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου, λόγω προσαγωγής τους, από υπερβάλλοντα ζήλο τραπεζικών και αστυνομικών υπαλλήλων, δύο Ροδίτες, ηλικίας 24 και 25 ετών, που είχαν την ατυχία να μην φέρουν μαζί τους, τις ταυτότητές τους!
Ως πολίτες ζητούμε όλο και περισσότερη αστυνόμευση κι αυτό είναι το σωστό, αφού θέλουμε να ζούμε σε μια ευνομούμενη χώρα, όπου δεν θα είναι όλα «ξέφραγο αμπέλι». Πού σταματούν, όμως, τα δικαιώματα ενός ελέγχου και πού αρχίζουν τα δικαιώματα του πολίτη;
Λίγο-πολύ, όλοι μας έχουμε βρεθεί, σε περιπτώσεις ελέγχων, με το αυτοκίνητό μας, σε μπλόκο, που διενεργεί η Τροχαία ή η Αστυνομία.
Από την επαφή μας με τα αστυνομικά όργανα μπορούμε να έχουμε είτε καλές εμπειρίες, είτε κακές. Η εμπειρία έχει αποδείξει, ότι άλλοτε συναντάμε άψογη συμπεριφορά από την πλευρά των αστυνομικών οργάνων και άλλοτε υπάρχουν περιπτώσεις, όπου ο αστυνομικός έλεγχος αγγίζει τα όρια της κατάχρησης εξουσίας.
Το σίγουρο είναι, πως ο κάθε πολίτης έχει δικαίωμα να τύχει άψογης συμπεριφοράς.
Οι τυχαίοι έλεγχοι για την “εξακρίβωση των στοιχείων ταυτότητας” είναι, όπως όλοι ξέρουμε, μια συνήθης πρακτική της αστυνομίας στην Ελλάδα.
Η νομιμότητα της πρακτικής αυτής είναι αμφίβολη. Το ζήτημα της νομιμότητας αυτής της πρακτικής δεν έχει ρυθμιστεί με τυπικό νόμο και η αστυνομία βασίζει τον ισχυρισμό, περί νομιμότητας των δράσης της, στις ρυθμίσεις του Προεδρικού Διατάγματος 141/91.
Ωστόσο, η επιβολή του ελέγχου σε πρόσωπα με κριτήριο την εξωτερική τους εμφάνιση, τα φυσιογνωμικά τους στοιχεία ή απλώς την παρουσία τους σε συγκεκριμένο χώρο εγείρει δικαιολογημένη υπόνοια για δυσμενή διακριτική μεταχείριση σε βάρος πολιτών λόγω των πολιτικών τους απόψεων (διαδηλωτές), των ενδυματολογικών τους επιλογών, της εθνικής τους καταγωγής (μετανάστες), της φυλής τους (τσιγγάνοι) κλπ, και επομένως παραβιάζει τη συνταγματική αρχή της ίσης μεταχείρισης των πολιτών από τη διοίκηση.
Πως έχει όμως η υπόθεση;
Φοιτητής σε σχολή ηχοληπτών έχει στηθεί για 20 λεπτά της ώρας περίπου κοντά σε ΑΤΜ κεντρικής τράπεζας στον κέντρο της Ρόδου και αναμένει κατάθεση χρημάτων από την αδελφή του στο λογαριασμό του προκειμένου να κάνει ανάληψη.
Δοκιμάζει με την κάρτα του δύο – τρείς φορές και δεν βλέπει να του έχουν κατατεθεί τα χρήματα.
Στο σημείο μεταβαίνει και φίλος του, υπάλληλος σε ψητοπωλείο και περιμένει μαζί του για να αναλάβει τα χρήματα και να πάνε για καφέ.
Οι τραπεζικοί υπάλληλοι θεωρούν ύποπτες τις κινήσεις τους και ενημερώνουν σχετικά την ΕΛ.ΑΣ. Στην πλατεία Κύπρου μεταβαίνουν δύο μηχανές με 4 αστυνομικούς, ενώ σπεύδουν και δύο αστυνομικοί με έναν πρώην δημοτικό αστυνομικό.
Οι δύο νεαροί υποβάλλονται, σύμφωνα με όσα έγιναν γνωστά, σε σωματικό έλεγχο, αφού τους ζητήθηκε πρώτα η ταυτότητά τους αλλά δεν την έφεραν για να την επιδείξουν. Από τον σωματικό έλεγχο, που έγινε μπροστά στα μάτια δεκάδων περαστικών, δεν προκύπτει τίποτε, ενώ ακολουθεί έλεγχος στο αυτοκίνητο του πρώτου σε μικρή απόσταση από το σημείο.
Οι δύο νεαροί είναι σαστισμένοι και ενοχλημένοι, διότι δεκάδες περαστικοί ήταν παρόντες στις έρευνες.
Η ταλαιπωρία δεν σταματά όμως εκεί:
Οδηγούνται στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρόδου και αφού γίνεται έλεγχος στα τερματικά και δεν προκύπτουν εκκρεμότητες σε βάρος τους, αναγκάζονται να περιμένουν ακόμη δύο ώρες, προκειμένου να ολοκληρώσει έρευνα στο ΑΤΜ η τράπεζα για να διαπιστώσει ότι δεν υπήρξε η οποιαδήποτε ύποπτη συναλλαγή.
Τελικώς αφέθηκαν ελεύθεροι και έχουν πλέον να διηγούνται πως για κάποιες ώρες της μέρας, ένιωσαν ως οιωνοί κατηγορούμενοι και έτυχαν σχετικής μεταχείρισης.
Η αστυνομία δικαιολογεί την πρακτική της “πατώντας” στις διατάξεις του ΠΔ 141/91, που εκδόθηκε όταν η πολιτική εξουσία διαβεβαίωνε τους αστυνομικούς ότι “το κράτος είστε εσείς”.
Τα πράγματα είναι, ωστόσο, περισσότερο ξεκάθαρα όταν – παρά την επίδειξη της αστυνομικής ταυτότητας – τα αστυνομικά όργανα επιμένουν “να περάσουμε μια βόλτα και από το τμήμα”.
Η διατύπωση του άρθρου 74 παρ. 15 περίπτ. θ΄ του ΠΔ 141/91 είναι η ακόλουθη: «το αρμόδιο όργανο οδηγεί στο αστυνομικό κατάστημα για εξέταση άτομα τα οποία στερούνται στοιχείων αποδεικτικών της ταυτότητάς τους ή τα οποία, εξαιτίας του τόπου, του χρόνου, των περιστάσεων και της συμπεριφοράς τους δημιουργούν υπόνοιες διάπραξης εγκληματικής ενέργειας».
Επομένως, η επίδειξη δελτίου αστυνομικής ταυτότητας θα έπρεπε να απαλλάσσει τον ελεγχόμενο από το ενδεχόμενο προσαγωγής για πρόσθετη εξακρίβωση στοιχείων,
«[…] αφού το αντίθετο επιτρέπεται μόνον αν η συμπεριφορά του (και όχι απλώς ο τόπος, ο χρόνος ή οι περιστάσεις) κινεί υπόνοιες».
Οι υπόνοιες, ωστόσο, της διάπραξης κάποιου αδικήματος θα πρέπει να είναι συγκεκριμένες και η αστυνομία φέρει το βάρος να αποδείξει τη συνδρομή των στοιχείων που δικαιολογούν τον περιορισμό του (σημαντικότερου) ατομικού δικαιώματος, δηλαδή της προσωπικής ελευθερίας.
Διαφορετικά, υπάρχει περίπτωση κατάχρησης εξουσίας και παράνομης κατακράτησης, δηλαδή η αστυνομία διαπράττει ποινικό αδίκημα.
Στην πράξη, όταν η αστυνομία – παρά την επίδειξη της αστυνομικής μας ταυτότητας – επιμένει να μας οδηγήσει στο τμήμα, η λογική λέει ότι είναι σκοπιμότερη η κόσμια διαμαρτυρία προς αποφυγή περαιτέρω εμπλοκών, όπως η απαγγελία κατηγορίας για απείθεια, αντίσταση κατά της αρχής, εξύβριση κλπ. Οι αστυνομικοί έλεγχοι οπωσδήποτε είναι απαραίτητοι, προκειμένου να επιβάλλεται η τάξη και να προωθείται η ασφάλεια των πολιτών. Όμως δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που αστυνομικοί, δείχνουν υπερβάλλοντα ζήλο, παραβιάζοντας θεμελιώδη ατομικά δικαιώματα (κάτι που επιβεβαιώνει και ο Συνήγορος του Πολίτη), χωρίς αυτό να χαρακτηρίζει το σύνολο της Ελληνικής Αστυνομίας.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

  • fx1900    30.08.2014 21:12

    Αν πάλι συνεβαινε κάτι θα αρχίζαν πάλι τα γνωστά παπαραλογάκια οτι κοιμούνται ορθιοι.κάλλιο γαιδουρόδενε λοιπόν…

Σχολιασμός άρθρου