Συνεντεύξεις

Γ. Kαββαθάς: «Θα ήταν καταστροφικό να οδηγηθούμε εκ νέου σε ένα lockdown»

«Θα ήταν καταστροφικό να οδηγηθούμε εκ νέου σε lockdown» δηλώνει σήμερα στην «δημοκρατική», ο πρόεδρος της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας κ. Γιώργος Καββαθάς. Ο ίδιος απαντώντας σε καυτά ερωτήματα του επιχειρηματικού κόσμου, υπογραμμίζει πως τα μέτρα είναι καλά αλλά σίγουρα όχι αρκετά εάν σημειωθούν νέες αρνητικές εξελίξεις.
• Κύριε Καββαθά, οι Έλληνες βρέθηκαν αντιμέτωποι με μια νέα κανονικότητα καθώς ξεκίνησε η σταδιακή άρση των μέτρων που είχαν τεθεί σε ισχύ για τη μείωση της διασποράς του κορωνοϊού. Ο μήνας Μάιος είναι κομβικός για την επαναλειτουργία ορισμένων επιχειρήσεων. Πώς εκτιμάτε ότι θα διαμορφωθεί το τοπίο;
Στις πρωτόγνωρες συνθήκες που βιώνουμε είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να γίνουν ασφαλείς εκτιμήσεις για την πορεία των επιχειρήσεων στο επόμενο διάστημα. Από την μια μεριά καλούμαστε να λειτουργήσουμε σε ένα ιδιαίτερα ρευστό περιβάλλον που πρωταρχικός στόχος είναι η προστασία της δημοσίας υγείας μέσω του περιορισμού και του ελέγχου εξάπλωσης του κορωνοϊού. Αυτό έχει και οικονομικό αντίκτυπο καθώς εάν δεν προσέξουμε τώρα που ανοίγουμε σταδιακά τις επιχειρήσεις μας και υπάρξει νέα έξαρση του ιού τότε θα οδηγηθούμε εκ νέου σε lockdown. Μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν καταστροφική. Από την άλλη μεριά οφείλω να επισημάνω σε όλους τους τόνους ότι οι επιχειρήσεις καλούνται να λειτουργήσουν μέσα σε ένα εντελώς καινούργιο ρυθμιστικό πλαίσιο με παρά πολλούς περιορισμούς. Καλούνται δηλαδή να λειτουργήσουν με ζημιές. Στην επιχειρηματική δραστηριότητα αυτό είναι απόκοσμο. Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κανείς ιδιαίτερα για να τεκμηριώσει ότι μια επιχείρηση που δεν μπορεί τουλάχιστον να καλύψει τα έξοδα της καθίσταται μη βιώσιμη. Και αυτό ακριβώς είναι που θα μετρήσουμε μέσα στον Μάιο. Εάν δηλαδή οι επιχειρήσεις μπορούν να λειτουργήσουν σε ένα ιδιαίτερα περιοριστικό περιβάλλον χωρίς να καταγράφουν ζημιές. Εάν αυτό δεν καταστεί εφικτό τότε θα χρειαστεί η παρέμβαση και η ενίσχυση της Πολιτείας ώστε να μην οδηγηθούμε σε μαζικό κλείσιμο επιχειρήσεων. Τα μέτρα που έχουν ληφθεί μέχρι σήμερα δεν επαρκούν για να αποφύγουμε τα χειρότερα σε ένα τέτοιο σενάριο. Χρειάζονται περισσότερα πράγματα να γίνουν τόσο σε σχέση με τις υποχρεώσεις – οφειλές, όσο και σε σχέση με την ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων. Άλλωστε, το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ έχει ήδη διεξάγει έκτακτη έρευνα για τις επιπτώσεις της πανδημίας στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις και τα ευρήματα είναι αποκαρδιωτικά, καθώς εκτιμάται ότι εάν συνεχιστεί αυτή η κατάσταση στο επόμενο διάστημα θα κλείσουν περίπου 100.000 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις.

• Όπως γνωρίζουμε όλοι, ο μεγάλος «ασθενής» είναι ο τουρισμός και η εστίαση και μάλιστα σε περιοχές όπου το οικονομικό μοντέλο είναι αμιγώς τουριστικό. Υπάρχουν ελπίδες ότι θα δούμε φέτος, κάποια βελτίωση μετά την κρίση του κορωνοϊού καθώς η σεζόν είναι αμφίβολο εάν και πότε θα ξεκινήσει;
Όπως προανέφερα το περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί είναι ρευστό και αβέβαιο και ως εκ τούτου δεν μπορούν να γίνουν ασφαλείς εκτιμήσεις για το επόμενο χρονικό διάστημα. Για τον τουρισμό μάλιστα τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Η πορεία του τουρισμού δεν εξαρτάται μόνο από το τι γίνεται στην δική μας χώρα στο μέτωπο της πανδημίας αλλά και σε άλλες χώρες. Το 70% των τουριστικών μας εσόδων προέρχεται από πολίτες κρατών-μελών της Ε.Ε. Από αυτές εκείνες με την μεγαλύτερη συμμετοχή είναι η Γερμανία, η Βρετανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ολλανδία, η Ρουμανία, η Ελβετία, το Βέλγιο και η Αυστρία που σωρευτικά αντιστοιχούν περίπου στο 56% των συνολικών τουριστικών εσόδων, ενώ και οι ΗΠΑ έχουν σημαντική συμμετοχή με ένα ποσοστό της τάξης του 7%. Σχεδόν όλες οι παραπάνω χώρες έχουν βρεθεί αντιμέτωπες με τις σοβαρές επιπτώσεις της πανδημίας. Άρα για να μπορέσουμε να περιορίσουμε την ζημιά που ήδη έχει προκληθεί σε όλους τους κλάδους που επωφελούνται από τον τουρισμό θα πρέπει να υπάρξει συνδυασμός προϋποθέσεων. Το κυριότερο είναι καταρχήν να μην υπάρξει εκ νέου έξαρση του κορωνοϊού στην Ελλάδα, ώστε να μπορεί να θεωρηθεί η χώρα μας ασφαλής προορισμός. Από εκεί και ύστερα εξαρτάται από το τι γίνεται στις άλλες χώρες όσον αφορά στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού άρα και στην δυνατότητα που θα μπορεί να δοθεί στους πολίτες τους να μετακινηθούν. Θεωρώ ότι το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε είναι να προετοιμαστούμε για το χειρότερο σενάριο λαμβάνοντας μέτρα στήριξης των επιχειρήσεων και των εργαζομένων που εξαρτώνται από τον τουρισμό και παράλληλα να διατηρήσουμε τα μέτρα προφύλαξης έναντι του ιού για τον έλεγχο και περιορισμό του που αποτελεί την βασική προϋπόθεση για να μπορέσει να υπάρξει τουριστική κίνηση.
Την ίδια ώρα, η κρίση πλήττει τους εργαζομένους σε όλους τους τομείς. Πώς θα πρέπει να το αντιμετωπίσει αυτό η κυβέρνηση;
Οι σοβαρές συνέπειες της υγειονομικής κρίσης όπως είναι επόμενο επηρεάζουν αρνητικά και την αγορά εργασίας, που φαίνεται πως αλλάζει δραματικά. Με βάση τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην αγορά εργασίας παρουσιάζει δυο βασικά χαρακτηριστικά: α) Πάγωμα προσλήψεων εργαζομένων και παράλληλα σημαντική μείωση των θέσεων εργασίας και β) ραγδαία αύξηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης και κυρίως της τηλεργασίας, που ωστόσο δεν μπορεί να υιοθετηθεί ευρέως από τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και σημαντικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπως η εστίαση. Σύμφωνα με την παραπάνω έρευνα στο επόμενο διάστημα εάν συνεχιστεί η κατάσταση αυτή κινδυνεύουν να χαθούν 150000 θέσεις μισθωτής εργασίας. Επιπλέον μόλις το 3,4% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων δήλωσαν ότι θα προχωρήσουν σε προσλήψεις προσωπικού στο επόμενο διάστημα. Το στοιχείο αυτό, που ακολουθεί την συμπεριφορά που έχει ήδη διαμορφωθεί, δημιουργεί υπαρκτό κίνδυνο περαιτέρω αύξησης της ανεργίας εάν αναλογιστούμε ότι κατά μέσο όρο στο χρονικό διάστημα Μαρτίου – Αυγούστου δημιουργούνται επιπλέον 270.000 θέσεις εργασίας κυρίως λόγω του τουρισμού. Υπάρχει δηλαδή σοβαρό ενδεχόμενο εκτίναξης της ανεργίας σε ποσοστά αντίστοιχα με εκείνα που είχαν καταγραφεί κατά την πιο βαθιά περίοδο της πρόσφατης οικονομικής κρίσης. Με βάση αυτά απαιτούνται, εκτός από την διεύρυνση των μέτρων ενίσχυσης ρευστότητας των επιχειρήσεων και κάλυψης της απώλειας των εισοδημάτων, και επιπρόσθετα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και εργαζομένων όπως πολιτικές για την διατήρηση των θέσεων εργασίας και παράλληλα πολιτικές όπου το Κράτος θα διαδραματίσει τον ρόλο του εργοδότη ύστατης καταφυγής ώστε να διατηρηθεί ενεργό το αναξιοποίητο εργατικό δυναμικό της χώρας.
Τι πρέπει να κάνουν οι τράπεζες κατά την άποψή σας; Αυτή η κρίση είναι διαφορετική από την προηγούμενη. Πώς πρέπει να συμπεριφερθούν;
Σύμφωνα με την τελευταία έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ το 35% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων έχει δανειακές υποχρεώσεις προς τράπεζες. Από αυτές περίπου το 40% έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές. Αυτό δημιουργεί σοβαρό κίνδυνο βιωσιμότητας σε όσες επιχειρήσεις αποκλείονται από τις διευκολύνσεις σχετικά με τα τραπεζικά δάνεια αλλά και από την ρευστότητα που χορηγείται μέσω των τραπεζών. Στην παρούσα κατάσταση ο διαχωρισμός μεταξύ ενήμερων και μη ενήμερων επιχειρήσεων αγνοεί την πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί και για την οποία δεν φέρουν καμία ευθύνη οι επιχειρήσεις. Δημιουργούνται προϋποθέσεις πλήρους αδυναμίας διαχείρισης των χρεών ενός σημαντικού πλήθους επιχειρήσεων με πολλαπλές συνέπειες στο σύνολο του οικονομικού κυκλώματος. Οι τράπεζες συγκριτικά με τους υπόλοιπους κλάδους έχουν αναλάβει το μικρότερο βάρος. Θα πρέπει να καταβάλουν μεγαλύτερες προσπάθειες για την στήριξη της πραγματικής οικονομίας τόσο στο πεδίο της διευκόλυνσης αποπληρωμής δανειακών υποχρεώσεων, όσο και για την παροχή ρευστότητας προς την πραγματική οικονομία και ιδιαίτερα προς τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις που διαχρονικά βρίσκονται εκτός του ενδιαφέροντος του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου