Ισχυρίζεται ότι έπεσε θύμα τοκογλυφίας

Μια νέα προκαταρκτική εξέταση προς διερεύνηση τυχόν τελέσεως του αδικήματος της τοκογλυφίας παρήγγειλε ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου κ. Κ. Μπούτσικος μετά από μήνυση που υπέβαλε ένας οικοδόμος της Ρόδου που αναγκάστηκε να καταφύγει σε “ιδιωτικό δανεισμό” για να αντιμετωπίσει τα οικονομικά του προβλήματα.
Σύμφωνα με τη μήνυση ο καταγγελλόμενος για τοκογλυφία είναι γνωστός στα Μαριτσά “δανείζοντας” χρήματα σε όσους έχουν ανάγκη από ρευστό.
Σύμφωνα με όσα ισχυρίζεται ο μηνυτής τον συνάντησε την 14η Απριλίου 2009 και του ζήτησε να του δανείσει 3.500 ευρώ για να καλύψει κάποιες κατεπείγουσες ανάγκες του.
Συμφώνησαν δε όπως ισχυρίζεται να του επιστρέψει το ποσό έντοκα με το νόμιμο συμβατικό τόκο, έως τα μέσα του Αυγούστου του ίδιου έτους, επειδή υπολόγιζε ότι θα έχει περισσότερη δουλειά, αφού το καλοκαίρι πραγματοποιούνται πιο πολλές οικοδομικές εργασίες.
Ισχυρίζεται παραπέρα ότι του ζήτησε προς εξασφάλιση του μια τραπεζική επιταγή εκδόσεως τρίτου προσώπου ενώ απαίτησε να του επιστρέψει τον Αύγουστο του 2009 το ποσό των 5.750 ευρώ.
Ο μηνυτής διατείνεται ότι ο μηνυόμενος εκμεταλλεύτηκε την κατάσταση ανάγκης του για ρευστό και αναγκάστηκε να υποκύψει.
Ισχυρίζεται παραπέρα ότι στράφηκε σε αδελφικό του φίλο ο οποίος και προσφέρθηκε να τον εξυπηρετήσει με μια μεταχρονολογημένη τραπεζική επιταγή εις διαταγή του ύψους 5.750 ευρώ, προκειμένου να τη μεταβιβάσει με οπισθογράφηση στο μηνυόμενο.
Ο καταγγελλόμενος ως τοκογλύφος αφού ήλεγξε την φερεγγυότητα του εκδότη της επιταγής φέρεται να συναντήθηκε με τον μηνυτή στα φανάρια της διασταύρωσης της Ε.Ο. Τσαΐρι-Αεροδρομίου για να του δώσει τα χρήματα, και να παραλάβει την επιταγή την οποία του μεταβίβασε με οπισθογράφηση.
Ο μηνυτής επισημαίνει παραπέρα ότι δεν κατέστη δυνατό να εξοφλήσει το ποσό στις αρχές του μηνός Αυγούστου του έτους 2009 και του ζήτησε να του επιστρέψει τα χρήματα που είχε λάβει, ήτοι 3.500 ευρώ, με το νόμιμο συμβατικό τόκο σε δύο μήνες, εκλιπαρώντας τον ταυτόχρονα να του επιστρέψει την επιταγή του φίλου του.
Ο μηνυόμενος, όπως ισχυρίζεται ο φερόμενος ως παθών, αρνήθηκε να δεχθεί τη νόμιμη έντοκη αποπληρωμή του δανείου στο παραπάνω χρονικό διάστημα και την αντικατάσταση της επιταγής με συναλλαγματικές και του δήλωσε πως θα προβεί εναντίον του και εναντίον του εκδότη της επιταγής σε έκδοση διαταγής πληρωμής για την ένδικη επιταγή, εφόσον αυτή δεν πληρωνόταν κατά την ημερομηνία έκδοσής της, αφού πρώτα τη σφράγιζε.
Πράγματι την 18 Φεβρουαρίου 2010 του κοινοποίησε αρχικώς διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Ρόδου μετά την παρά πόδας αυτής επιταγή προς εκτέλεση με την οποία ζητούσε να του καταβάλει για κεφάλαιο το συνολικό ποσό των 5.750,00 ευρώ, που αντιστοιχούσε στην παραπάνω επιταγή, το ποσό των 216,00 ευρώ για τόκους από την επομένη της εμφανίσεως την ένδικης επιταγής έως και την 25-01-2010, το ποσό των 153 ευρώ για επιδικασθείσα δικαστική δαπάνη και το ποσό των 300 ευρώ για αντίγραφο εξ απογράφου, αντιγραφή, χαρτοσήμανση, σύνταξη επιταγής, παραγγελία προς επίδοση και επίδοση, ήτοι συνολικώς ζητούσε να του καταβάλει το ποσό των 6.419,00 ευρώ.
Ο μηνυτής διατείνεται ακόμη ότι διαπίστωσε ότι η επίμαχη επιταγή εμφανίσθηκε από τον ίδιο το μηνυόμενο, πλην όμως παρανόμως και σίγουρα τεχνηέντως (προφανώς για να μη φαίνεται η υπογραφή του, αφού γνώριζε ότι είναι προϊόν τοκογλυφίας), χωρίς να οπισθογραφηθεί προς την πληρώτρια τράπεζα (θέτοντας την υπογραφή του όπως γίνεται σε κάθε παρόμοια περίπτωση).
Υποστηρίζει ακόμη ότι ενώ σε συνεννόηση με τον Πληρεξούσιο Δικηγόρο του συνέτασσε την ανακοπή κατά της διαταγής πληρωμής, την 24 Φεβρουαρίου 2010 ο μηνυόμενος του κοινοποίησε και νέα διαταγή πληρωμής του Ειρηνοδικείου Ρόδου με την οποία ζητούσε να του καταβάλει το ποσό των 6.455 ευρώ.
Τον μηνυτή εκπροσωπεί ο δικηγόρος κ. Στ. Κιουρτζής.