Ρεπορτάζ

Την αναστολή της ποινής της ζήτησε η φερόμενη ως συνεργός του μητροκτόνου

Ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Δωδεκανήσου θα εξεταστεί αύριο η αίτηση της Ρωσίδας Υakovleva Irina του Οleg, για την αναστολή της ποινής κάθειρξης 17 ετών που της επιβλήθηκε για απλή συνέργεια σε ανθρωποκτονία από πρόθεση της 61χρονης Ευαγγελίας (Αντζελας) Ιεροβασίλη του Γεωργίου, το απόγευμα της 19ης Ιουνίου 2012, στο σπίτι της, στο Γεννάδι.
Σε πρώτο βαθμό έχει κριθεί ένοχος ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, οπλοφορία και οπλοχρησία ο γιος της Ιεροβασίλη, Νικόλαος Μπατζακάκης του Ιωάννη και του επιβλήθηκε ισόβια κάθειρξη για τον φόνο και 18 μήνες για την παράνομη οπλοφορία και οπλοχρησία στον πρώτο.
Ο Νικόλαος Μπατζακάκης απολογούμενος ομολόγησε τον φόνο επιχειρώντας ωστόσο να πείσει, σε αντίθεση με όσα είχε καταθέσει ενώπιον της Ανακρίτριας Ρόδου, ότι δεν είχε κίνητρο και ότι εκνευρίστηκε από την συμπεριφορά της μητέρας του και θολωμένος από την χρήση ναρκωτικών διέπραξε το έγκλημα.
Ισχυρίστηκε ουσιαστικά ότι δεν είχε συναίσθηση των πράξεών του ενώ τόνισε ότι δεν την χτύπησε πισώπλατα. Υποστήριξε μάλιστα ότι απολογούμενος ενώπιον της Ανακρίτριας υπέγραψε την κατάθεσή του χωρίς να συμφωνεί με το περιεχόμενό της!
Η πρώην σύντροφός του υποστήριξε ότι ήταν παρούσα στο έγκλημα αλλά δεν τον προέτρεψε και δεν τον συνέδραμε. Ισχυρίστηκε ότι φοβήθηκε να παρέμβει αλλά και να τον καταδώσει στις αρχές κι ότι διέκοψε στην πορεία τη σχέση τους.
Θυμίζουμε ότι ο πρώτος είχε εμμονή με τα χρήματα της μητρός του και τη συνεχή άρνησή της να τον συνδράμει οικονομικά, επιπλέον θεωρούσε ότι είχε αδικηθεί σε σχέση με την αδελφή του, την οποία η μητέρα του πίστευε ότι είχε βοηθήσει, σε αντίθεση με αυτόν.
Ευρισκόμενος, σε ήρεμη ψυχική κατάσταση φέρεται να έλαβε την απόφαση να μεταβεί στην οικία της μητέρας του, συνοδεία της συντρόφου του, προφασιζόμενος τυπική επίσκεψη, και να την θανατώσει, ώστε να απαλλαγεί μια για πάντα από αυτήν και ταυτόχρονα να λάβει και το μερίδιο, που του αναλογούσε από την περιουσία της.
Τη στιγμή που η μητέρα του, έχοντας γυρίσει την πλάτη της προς αυτόν, του έφτιαχνε καφέ, εκείνος φέρεται εντελώς ψυχρά αλλά και ψύχραιμα, να την έπληξε επανειλημμένως στην πλάτη και δη άρχισε να την καρφώνει με μαχαίρι σε διάφορα σημεία.
Το μένος του ήταν ανεξέλεγκτο. Παρά ταύτα η μητέρα του, έχοντας ακόμη τις αισθήσεις της, σφάδαζε και βογγούσε από τον υπερβολικό πόνο.
Η δεύτερη φέρεται να τον παρότρυνε να την αποτελειώσει. Καθάρισαν τον χώρο και έφυγαν.

Ο πρώτος στις αρχές Αυγούστου 2012, ενώ νοσηλευόταν στο Βενιζέλειο Νοσοκομείο, περιθαλπόμενος από την μετέπειτα σύζυγο του πατέρα του, σε μια έκρηξη ειλικρίνειας, προφανώς λόγω της βαρύτατης κατάστασης της υγείας του και της σκέψης ότι ίσως δεν καταφέρει να αναρρώσει, ένιωσε την ανάγκη να της εκμυστηρευτεί τα όσα είχαν συμβεί.
«Κάθε φορά που μιλάω με τα παιδιά μου, δαγκώνω τα χείλη μου για να μην ξεσπάσω σε κλάματα και στενοχωρηθούν και εκείνα. Τους δίνω κουράγιο και τους ζητάω να διαβάζουν τα μαθήματα τους, να είναι υπάκουα παιδιά και να με περιμένουν. Από τα παιδιά μου αντλώ τη δύναμή μου. Αλλά δεν ξέρω ακόμα εάν θα τα καταφέρω» είχε δηλώσει η Υakovleva..
«Η μικρότερη κόρη μου είναι μόλις 8 ετών και πάσχει από βουλιμία. Η μεγαλύτερη, είναι 13 ετών και θεωρείται ίσως πιο δυνατή, αφού εκείνη στηρίζει ψυχολογικά την εσωστρεφή πια αδερφή της μετά τη σύλληψη μου το Σεπτέμβριο του 2014».
Θύματα σε αυτή την ιστορία ενδεχομένως να μην είναι μόνο η άτυχη 61χρονη δολοφονημένη μητέρα, αφού εύκολα αναγνωρίζει κανείς ως θύματα και τα δυο ανήλικα παιδιά της Υakovleva. Η μοίρα υπήρξε σκληρή μαζί τους, αφού όπως είχε δηλώσει στην πρώτη της κατάθεση η μητέρα τους, «ο Έλληνας σύζυγός μου με εγκατέλειψε για μια νεότερη γυναίκα. Οι γονείς μου έχουν αποβιώσει και μεγαλώνω μόνη τα παιδιά μου»
Σήμερα, τα παιδιά μεγαλώνουν χωρίς τη μητέρα τους, χάρη στη βοήθεια συγγενών και φίλων της οικογένειας.
Η Ρωσίδα, ζει στις φυλακές του Ελαιώνα από το Σεπτέμβριο του 2014 με μια σύντομη απομάκρυνση από τη Θήβα όταν εκδικάστηκε η υπόθεση το Νοέμβριο του 2015 στην Κω. Μοναδικός τρόπος επικοινωνίας με τα παιδιά της, είναι μέσω τηλεφώνου, κάποιες φορές μέσα στο μήνα.
«Κάθε φορά που μιλάω μαζί τους δαγκώνω τα χείλη μου για να μην ξεσπάσω σε κλάματα και στενοχωρηθούν και εκείνα. Τους δίνω κουράγιο και τους ζητάω να διαβάζουν τα μαθήματά τους, να είναι υπάκουα παιδιά και να με περιμένουν. Από τα παιδιά μου αντλώ τη δύναμή μου. Αλλά δεν ξέρω ακόμα εάν θα τα καταφέρω. Σκέφτομαι συνέχεια την ποινή μου και με πιάνει το παράπονο. Θυμάμαι μία φορά, όταν τα παιδιά μου με επισκέφτηκαν στο κρατητήριο, κάποιος τα κράτησε στην αγκαλιά για να φτάσουν τα κάγκελα και να τα φιλήσω ανάμεσα από αυτά», είχε δηλώσει.
«Κοιμάμαι και ξυπνάω με τη σκέψη μου στα παιδιά μου. Σκέφτομαι τι θα έκανα τώρα εάν ήμουν κοντά τους. Πόσα πράγματα θα τους μάθαινα. Πόσες φορές θα τους κρατούσα το χέρι και θα τους έλεγα να παλεύουν για τη ζωή. Αλλά όλα αυτά υπάρχουν μόνο μέσα στο μυαλό μου, στη φαντασία μου. Ακόμα και τις ώρες που εργάζομαι είτε στην καθαριότητα είτε στα μαγειρεία, κάνω πως ξεχνιέμαι. Στην πραγματικότητα, δεν μπορώ να απαλλαγώ από αυτές τις σκέψεις», λέει η ίδια.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου