Ο Ορέστης

Ονομα γνωστό από την αρχαία τραγωδία γιος του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνίστρας, που σε ηλικία 20 ετών σκότωσε την μητέρα του προκειμένου να την εκδικηθεί για τον φόνο του πατέρα του.
Ομως ο δικός μας Ορέστης σε ηλικία 20 ετών στην τραγωδία που τον βρήκε, έδωσε ζωές σε άγνωστους σ’αυτόν και την οικογένεια του συνανθρώπους μας.
Δεν είναι η αδελφική μου αγάπη και φιλία με την οικογένεια Παπαγεωργίου που με παρακινεί να γράψω τις λίγες αυτές αράδες, όχι βέβαια για να παρηγορήσω τους συγγενείς, συμμαθητές, φίλους και γνωστούς του Ορέστη, αλλά για να εξάρω το ψυχικό μεγαλείο των γονιών του, για την δωρεάν των οργάνων του σώματος του άτυχου Ορέστη.
Με εντυπωσίασε το γεγονός όταν τηλεφώνησα σε συγγενικό πρόσωπο του Ορέστη για να μάθω τα καθέκαστα, πήρα την απάντηση: «ανακουφιστήκαμε δίνοντας τα όργανα του παιδιού σε συνανθρώπους μας». Ένιωσα ρίγος όταν άκουσα την απάντηση, την διέξοδο στο αδιέξοδο που ο πρόωρος χαμός ενός νέου παιδιού επέφερε και μονολογώντας είπα πως υπάρχουν ακόμα άνθρωποι, οι οποίοι και στον πιο βαθύ τους πόνο στην απόγνωση και στην απελπισία σκέπτονται τον συνάνθρωπο τους.
Με παρακίνησε επίσης το πλήθος των προσελθόντων, εκείνη η πάνδημη προσέλευση στην νεκρώσιμη ακολουθία, αφού και ο έξω χώρος από τον εκκλησία ήταν ασφυκτικά γεμάτος.
Τι να πω και με τι λόγια να περιγράψω τον αποχαιρετισμό από τους φίλους του, των οποίων μόνο τα αναφιλητά διέκρινες και άκουγες από τον αδόκητο θάνατο του φίλου τους Ορέστη, οι οποίο με πραγματική συντριβή προσπάθησαν να πουν λίγες λέξεις, βουτηγμένες στα δάκρυα και στον πόνο.
Κανένας δεν πιστεύει ότι ο Ορέστης πέθανε, αλλά ζει και θα ζει μέσα στις καρδιές των δικών του ανθρώπων, των συγγενών και των φίλων του. Θα ζει επίσης μέσα στις καρδιές των συνανθρώπων μας, των οποίων έσωσε την ζωή με τον θάνατο του.
Αποτέλεσε επίσης ερέθισμα να γράψω τα λίγα αυτά λόγια, διότι εκείνο που άκουγα από το πλήθος που παρευρέθηκε στην Εκκλησία ήταν το: «άδικα έφυγε το παιδί» και η αυθόρμητη αυτή αντίδραση ήταν καθολική. Τους μόνους που δεν άκουσα να το λένε αυτό ήταν οι οικείου του, διότι ο πόνος και καημός από τον αναπάντεχο χαμό του παιδιού τους δεν τους αφήνει περιθώρια, τουλάχιστον προς το παρόν, για αναζήτηση ευθυνών. Γι’αυτούς μετράει το αποτέλεσμα το οποίο είναι οδυνηρό και αβάσταχτο.
Την πατρίδα πήγε να υπηρετήσει το παιδί λέγανε μερικοί, πώς είναι δυνατό να χαθεί τόσο άδικα. Δεν γνωρίζω αν υπάρχουν πράξεις ή παραλείψεις που επέφεραν τον απρόσμενο θάνατο του παιδιού, πιστεύω όμως ότι η υπόθεση θα πρέπει να διερευνηθεί εκ μέρους των αρμόδιων όχι για την δικαίωση του Ορέστη, ο οποίος είναι δικαιωμένος, αλλά για να μην πληρώσει με τη ζωή του ένα άλλο παιδί την τυχόν αμέλεια άλλων. Η απάντηση που δίδεται στο ερώτημα γιατί να φύγει τόσο πρόωρα αλλά και άδικα ένα νέο παιδί «¶δηλοι αι Βουλαί του Κυρίου» δεν μου φαίνεται και τόσο πειστική. Έχουμε υποχρέωση σαν Πολιτεία αλλά και σαν κοινωνία να διαφυλάξουμε κατά το μέτρο του δυνατού το θείον αυτό δώρο της ζωής, το απαιτεί η μνήμη του Ορέστη και τόσων άλλων αδικοχαμένων νέων ανθρώπων. Όταν μάλιστα στην συγκεκριμένη περίπτωση ο Ορέστης δεν έφυγε ούτε από μηχανάκι, ούτε από αυτοκίνητο, όπως άλλα παιδιά, την πατρίδα πήγε να υπηρετήσει το παιδί.
Με παρακίνησε επίσης στο να γράψω τις γραμμές αυτές, εκτός από το πλήθος του κόσμου και η παρουσία της Πατρίδας δια των εκπροσώπων της, η συγκίνηση των οποίων υπήρξε άκρως εμφανής.
Δεν γνωρίζω τι κανείς πιστεύει ενδόμυχα για την μετά θάνατο ζωή, εκείνο το οποίο είναι βέβαιο είναι ότι η ψυχή του Ορέστη ζει, όχι μόνο στις καρδιές των οικείων, των συγγενών και των φίλων του, αλλά όλων που είτε τον γνώρισαν και τον αγάπησαν είτε άκουσαν γι’αυτόν, είτε απλά και μόνο εξαιτίας του απρόσμενου συμβάντος, ένιωσαν βαθειά μέσα τους τον ανθρώπινο πόνο και το εφήμερο της ανθρώπινης ζωής.

ΚΩΝ/ΝΟΣ ΙΑΚ. ΣΑΡΡΗΣ