Πάνω από 10.000 οι αλλοδαποί που διαμένουν στα Δωδ/νησα

Από χώρα προέλευσης, σε χώρα υποδοχής μεταναστών έχει μετατραπεί η Ελλάδα, ιδιαίτερα από τη δεκαετία του ’90 και μετά, εξαιτίας της κατάρρευσης των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού. Το άνοιγμα ειδικότερα των συνόρων στην Αλβανία είχε ως αποτέλεσμα την πρόκληση ενός τεράστιου κύματος μεταναστών. Ως βασικά αίτια της μετανάστευσης θεωρούνται η οικονομική δυσπραγία, οι υψηλοί δείκτες ανεργίας, οι φυσικές καταστροφές, ο υπερπληθυσμός, οι εθνοτικές συγκρούσεις και η παντελής έλλειψη ευκαιριών, που χαρακτηρίζουν τις χώρες αποστολής, ενώ η γεωγραφική θέση της Ελλάδας έχει συμβάλει σημαντικά στην αυξημένη μεταναστευτική ροή.
Βασική επιδίωξη των μεταναστών, νόμιμων και μη, είναι η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης τους, τόσο από οικονομικής απόψεως, όσο και από κοινωνικής και πολιτικής. Το κυριότερο μέλημα τους είναι η ανεύρεση εργασίας και σε αρκετές περιπτώσεις η εξοικονόμηση πόρων για επενδύσεις στη χώρα τους.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας, το 2006 στην Ελλάδα καταγράφηκαν 695.979 άτομα μη ελληνικής υπηκοότητας. Από αυτούς, η συντριπτική πλειοψηφία προέρχονταν από χώρες της Ευρώπης (605.758) και μικρότερος αριθμός από την Ασία (70.647) και την Αφρική (15.237). Οι μετανάστες από την Ευρώπη, ως επί το πλείστον, προέρχονταν από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης (Αλβανία 481.663, Βουλγαρία 43.981, Ρουμανία 25.375, Ουκρανία 19.785, Ρωσία 13.635). Οι μετανάστες από την Αφρική προέρχονταν κυρίως από την Αίγυπτο (9.461), τη Νιγηρία(1.632) και την Αιθιοπία (979), ενώ οι της Ασίας προέρχονταν από το Πακιστάν (15.830), τη Γεωργία (13.254), την Ινδία (10.043), τις Φιλιππίνες (6.465), τη Συρία (5.747), το Μπαγκλαντές (5.661) και την Αρμενία (4.687).
Σύμφωνα με όσα δήλωσε στη «δ» η αναπληρώτρια προϊσταμένης του τμήματος διαμονής Ρόδου, της διεύθυνσης αστικής κατάστασης, μετανάστευσης και κοινωνικών υποθέσεων Αιγαίου κα. Ζέλκα Όλγα, “Η πλειοψηφία των αλλοδαπών, στους οποίους έχει χορηγηθεί άδεια διαμονής στο νομό Δωδεκανήσου, προέρχεται από χώρες της Αλβανίας, της Ρωσίας, της Αιγύπτου, της Ουκρανίας, της Σερβίας και του Πακιστάν. Από την αρχή του έτους 2013, μέχρι σήμερα, έχουν κατατεθεί στο τμήμα διαμονής 2.051 αιτήσεις χορήγησης άδειας παραμονής, από τις οποίες οι 286 βρίσκονται ακόμη σε εκκρεμότητα. Ο αντίστοιχος αριθμός αιτήσεων για το έτος 2012 ήταν 4.645. Σε γενικές γραμμές, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται πτώση στον αριθμό αιτήσεων ανανέωσης και διαμονής που κατατίθενται, κυρίως εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, που ταλανίζει τη χώρα, με αποτέλεσμα την κατακόρυφη μείωση της ζήτησης εργασίας και την αύξηση της ανεργίας. Βέβαια, η μείωση του αριθμού των αιτήσεων ανανέωσης των αδειών πολλές φορές οφείλεται και στο γεγονός ότι μετά το πέρας της δεκαετούς άδειας παραμονής, μπορεί να χορηγηθεί στους αλλοδαπούς ελληνική υπηκοότητα”. Σχετικά με το ζήτημα της διαδικασίας έκδοσης αδειών παραμονής, η κα. Ο. Ζέλκα δήλωσε πως “Αρχικά οι αλλοδαποί θα πρέπει να απευθυνθούν στο Δήμο και να συμπληρώσουν την αίτηση με τα απαραίτητα δικαιολογητικά που απαιτούνται. Εάν τα δικαιολογητικά είναι πλήρη, χορηγείται από το Δήμο προσωρινός τίτλος διαμονής και έπειτα η αίτηση διαβιβάζεται στο τμήμα διαμονής. Αφού περάσει από έλεγχο η αίτηση, τότε βάσει των διατάξεων που ορίζουν τις προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται, είτε εκδίδεται άδεια παραμονής, είτε απορρίπτεται το αίτημα”. Είναι κοινώς αποδεκτό το γεγονός ότι παρά την ουσιαστική συμβολή των μεταναστών στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας, οι αλλαγές που επέφεραν σε δημογραφικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο ήταν ουσιώδης και ανέδειξαν την έλλειψη συντονισμού της μεταναστευτικής πολιτικής. Βέβαια, έχει σημειωθεί σημαντική προσπάθεια σε επίσημο επίπεδο για την βελτίωση της υπάρχουσας κατάστασης. Αναλυτικότερα, η νέα υπηρεσία ασύλου, που θεσπίστηκε με το νόμο 3907 τον Ιανουάριο του 2011, έχει ως στόχο τόσο την επιτάχυνση της διαδικασίας ασύλου όσο και την βελτίωση της ποιότητας της. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι, συνολικά, στο νομό Δωδεκανήσου ο αριθμός των καταγεγραμμένων αλλοδαπών αγγίζει τους 10.204.

Όμως, από την άλλη πλευρά, ο πραγματικός αριθμός των μεταναστών δεν αντικατοπτρίζεται, αφού είναι συντριπτικό το πλήθος των λαθρομεταναστών, το οποίο σαφώς δεν μπορεί να καταμετρηθεί και να καταγραφεί, με αποτέλεσμα την ύπαρξη πολλών επιπλέον χιλιάδων παράνομων ατόμων στη Χώρα. Τέλος, το μόνο σίγουρο σε αυτήν την περίπτωση είναι πως κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με βεβαιότητα, αν τα εν λόγω άτομα αποτελούν τους θύτες ή τα θύματα ενός συστήματος που αιμορραγεί.