• Ο Ανακριτής και ο Εισαγγελέας αποφάσισαν να αφεθούν ελεύθεροι χωρίς όρους, καθώς μάλιστα διώκονται για αδίκημα πλημμεληματικού χαρακτήρα
Η υπόθεση του πνιγμού της 3χρονης Matilda στη Λάρδο έχει συγκλονίσει Ελλάδα και Μεγάλη Βρετανία, φέρνοντας στην επιφάνεια ερωτήματα για την ασφάλεια των τουριστικών εγκαταστάσεων και την τήρηση των προβλεπόμενων κανόνων προστασίας ανηλίκων.
Το κορίτσι, παιδί βρετανικής οικογένειας που παραθέριζε στη Ρόδο, παραμένει διασωληνωμένο στη ΜΕΘ Παίδων του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Ηρακλείου, με την κατάσταση της υγείας του να χαρακτηρίζεται εξαιρετικά κρίσιμη και μη αναστρέψιμη.
Η τραγωδία σημειώθηκε το μεσημέρι της 14ης Οκτωβρίου σε ξενοδοχείο στη Λάρδο, όπου η μικρή Matilda εντοπίστηκε χωρίς τις αισθήσεις της μέσα σε πισίνα. Οι γονείς και οι συγγενείς της έκαναν διακοπές στο νησί, συνολικά δεκαέξι άτομα, σε ένα συγκρότημα που διέθετε κοινόχρηστες και ιδιωτικές πισίνες.
Το βίντεο της πισίνας – Τα δέκα λεπτά που άλλαξαν τα πάντα
Από την ανάλυση του βιντεοληπτικού υλικού της Κάμερας 2 του ξενοδοχείου προκύπτει ένα ανατριχιαστικό χρονικό.
Στις 11:50:30 το παιδί προσεγγίζει μόνη της τη σκάλα της πισίνας από τη δεξιά πλευρά, χωρίς συνοδεία ενηλίκου. Τριάντα δευτερόλεπτα αργότερα εισέρχεται στο νερό. Μέσα στο επόμενο λεπτό διακρίνεται να κινείται για λίγα δευτερόλεπτα και στη συνέχεια να βυθίζεται. Στις 11:53:30 το σώμα της καλύπτεται από ένα φουσκωτό σωσίβιο που επιπλέει, καθιστώντας τη μη ορατή. Για σχεδόν έξι λεπτά ακόμη, έως τις 11:59, ενήλικες βρίσκονται γύρω από την πισίνα, αλλά κανείς δεν αντιδρά.
Στις 12:00:50 πελάτισσα του ξενοδοχείου παρατηρεί κάτι ύποπτο στο νερό και προσεγγίζει, ανασύροντας τη μικρή αναίσθητη. Το υλικό επιβεβαιώνει ότι το παιδί παρέμεινε δέκα λεπτά στο νερό χωρίς επίβλεψη.
Οι συνθήκες στο ξενοδοχείο και τα κενά ασφαλείας
Η αστυνομική αυτοψία κατέδειξε ότι στην πισίνα δεν υπήρχε ναυαγοσώστης, παρά το γεγονός ότι το ξενοδοχείο διαθέτει 134 κλίνες. Δεν εντοπίστηκαν σωστικά μέσα, όπως σημαδούρες, κοντάρια ή σωσίβια, ενώ ο εξοπλισμός βρέθηκε σε άλλη πισίνα, περίπου 50 μέτρα μακριά. Επίσης δεν υπήρχε υπεύθυνος επιτήρησης του χώρου.
Το συγκρότημα λειτουργεί σύμφωνα με τον συνήγορο της επιχείρησης κ. Μηνά Τσέρκη ως «pool suite hotel», γεγονός που σύμφωνα με τη νομοθεσία το εξαιρεί από την υποχρέωση παρουσίας ναυαγοσώστη. Ωστόσο, το μέγεθος των κοινόχρηστων πισινών και η μεγάλη επισκεψιμότητα των χώρων εγείρουν ερωτήματα για την επάρκεια των μέτρων ασφαλείας.
Το οπτικό υλικό, σε συνδυασμό με τις μαρτυρικές καταθέσεις, αποτέλεσε τον πυρήνα της δικογραφίας, η οποία περιλαμβάνει επίσης φωτογραφίες του χώρου, εκθέσεις σύλληψης και το καταγραφικό μηχάνημα.
Οι διώξεις και η πορεία της ανάκρισης
Για την υπόθεση συνελήφθησαν δύο άτομα: ένας 54χρονος Έλληνας, εργαζόμενος της βρετανικής εταιρείας Mark Warner, που συνεργάζεται με το ξενοδοχείο, και ένας 44χρονος Βρετανός, θείος της ανήλικης. Και οι δύο αντιμετωπίζουν κατηγορίες πλημμεληματικού χαρακτήρα για σωματική βλάβη από αμέλεια, βάσει των άρθρων 306 και 314 του Ποινικού Κώδικα.
Οι κατηγορούμενοι συμπαρασύρονται στην κύρια ανάκριση που διενεργείται για τα ίδια αδικήματα κατά των μη συλληφθέντων προσώπων, δηλαδή του 57χρονου νόμιμου εκπροσώπου της ιδιοκτήτριας εταιρείας του ξενοδοχείου και του 59χρονου διευθυντή του συγκροτήματος. Για πλημμελήματα, ωστόσο, δεν προβλέπεται προσωρινή κράτηση, γεγονός που εξηγεί τη χθεσινή απόφαση για την άρση της κράτησής τους και την απελευθέρωσή τους χωρίς περιοριστικούς όρους.
Οι ισχυρισμοί του 54χρονου εργαζόμενου της Mark Warner
Ο πρώτος εκ των κατηγορουμένων, 54 ετών, στην απολογία του παρουσία του κ. Τσέρκη εξέφρασε την οδύνη του για το περιστατικό, αλλά αρνήθηκε κατηγορηματικά κάθε ευθύνη. Όπως ανέφερε, εργάζεται επί δεκαπέντε έτη στη Mark Warner, εταιρεία που διοργανώνει αθλητικές διακοπές και δραστηριότητες στην Ευρώπη. Τόνισε πως η εταιρεία διαθέτει δικό της προσωπικό, περίπου 50 άτομα στο συγκεκριμένο ξενοδοχείο, στο οποίο ο ίδιος έχει ρόλο διευθυντή του προσωπικού της εταιρείας και όχι διευθυντή του ξενοδοχείου.
Σύμφωνα με το απολογητικό του υπόμνημα, το έργο του περιοριζόταν στην εποπτεία των εργαζομένων της Mark Warner, στις κρατήσεις των πελατών και στη γενική συνεννόηση με τους τουρίστες. Δεν είχε, όπως υποστήριξε, καμία ευθύνη για την ασφάλεια της πισίνας ή για τη λειτουργία του ξενοδοχείου.
Ο ίδιος επεσήμανε πως στον χώρο εργάζονταν άτομα με πιστοποίηση ναυαγοσωστικής, γεγονός που, όπως είπε, θεωρούσε επαρκές για την ασφάλεια των πελατών. Παράλληλα, επεσήμανε ότι η απουσία ναυαγοσώστη δεν εμπίπτει στις αρμοδιότητές του, ενώ δεν είχε νομική ή συμβατική υποχρέωση να επιβλέπει τη λειτουργία της πισίνας.
«Δεν ήμουν στον χώρο όταν συνέβη το περιστατικό. Δεν μπορώ να γνωρίζω τι ακριβώς έγινε», ανέφερε, σημειώνοντας ότι προσφέρθηκε να βοηθήσει τις αρχές επειδή γνώριζε το ξενοδοχείο και ήθελε να συνδράμει στη διερεύνηση. «Ποτέ δεν δήλωσα ότι είμαι διευθυντής ή νόμιμος εκπρόσωπος του ξενοδοχείου», πρόσθεσε, απορρίπτοντας το ενδεχόμενο αμέλειας.
Στο ίδιο υπόμνημα υπογράμμισε πως ακόμη και η παρουσία ναυαγοσώστη δεν θα διασφάλιζε, κατά τη γνώμη του, διαφορετική εξέλιξη: «Δέκα ολόκληρα λεπτά, κανείς ούτε οι παρευρισκόμενοι ούτε οι συγγενείς του παιδιού, δεν αντιλήφθηκε ότι η μικρή είχε χάσει τις αισθήσεις της. Οι άνθρωποι της εταιρείας μας προσέφεραν αμέσως πρώτες βοήθειες, όπως θα έκανε κάθε επαγγελματίας ναυαγοσώστης».
Ολοκληρώνοντας, ο 54χρονος κατέθεσε τη σύμβαση εργασίας του και τα φορολογικά του στοιχεία ως αποδεικτικά των ισχυρισμών του, ζητώντας την απαλλαγή του από κάθε κατηγορία.
Η απολογία του 44χρονου θείου της μικρής
Ο δεύτερος κατηγορούμενος, 44 ετών, κάτοικος Ηνωμένου Βασιλείου, παρουσίασε λεπτομερή περιγραφή των γεγονότων εκείνης της ημέρας.
Υποστήριξε παρουσία του συνήγορου του κ. Αντώνη Ζερβού ότι ουδέποτε του ανατέθηκε η φύλαξη της 3χρονης ανιψιάς του Matilda, ενώ όλες οι μαρτυρίες, όπως ανέφερε, το επιβεβαιώνουν.
Στην απολογία του, εξήγησε ότι το πρωί της 14ης Οκτωβρίου βρισκόταν με τα αδέρφια του και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας στην παραλία μπροστά από το ξενοδοχείο. Όταν επέστρεψαν στην πισίνα, η Matilda δεν ήταν μαζί τους, καθώς –όπως θεώρησαν– είχε ακολουθήσει τον πατέρα της. Λίγα λεπτά αργότερα, όταν αντιλήφθηκαν την απουσία της, ξεκίνησαν να την αναζητούν. Τότε ήταν που μια πελάτισσα του ξενοδοχείου εντόπισε το παιδί μέσα στο νερό.
Ο 44χρονος επικαλέστηκε τις καταθέσεις του πατέρα και του θείου της μικρής, που αναφέρουν ότι ποτέ δεν του ανατέθηκε η επίβλεψή της. Επικαλέστηκε επίσης την κατάθεση της γιαγιάς του παιδιού, η οποία είχε δει τη Matilda με τη μητέρα της λίγο πριν το περιστατικό, χωρίς να παρατηρήσει ότι υπήρξε ανάθεση φύλαξης.
Η μόνη αναφορά στο όνομά του, όπως τόνισε, προέρχεται από τη μητέρα του παιδιού, η οποία είπε ότι «ίσως να του ζήτησε να προσέχει τη μικρή, αλλά μπορεί να μην την άκουσε». Το σημείο αυτό, σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, αποδεικνύει την απουσία σαφούς ανάθεσης.
«Αν μου το είχαν ζητήσει, θα το είχα κάνει με ευθύνη και φροντίδα. Είμαι πατέρας 17χρονου παιδιού και γνωρίζω καλά τι σημαίνει να έχεις υπό την προστασία σου ένα μικρό παιδί», ανέφερε.
Περιέγραψε ακόμη τη συγκεκριμένη πισίνα ως «ιδιαίτερα μεγάλη, άνω των 550 τετραγωνικών μέτρων», χωρίς σωστικά μέσα ή ναυαγοσώστη, και υποστήριξε ότι η νομοθεσία απαιτούσε την παρουσία ναυαγοσώστη λόγω μεγέθους και χρήσης της εγκατάστασης.
Ολοκληρώνοντας, δήλωσε συντετριμμένος: «Η οικογένειά μας είναι βαθιά δεμένη. Η σκέψη όλων μας είναι να αναρρώσει η μικρή Matilda. Είμαι άδικα κατηγορούμενος σε μια τραγωδία που μας έχει συντρίψει».
Η τραγωδία της Matilda φέρνει στο προσκήνιο το χρόνιο πρόβλημα των κενών ασφαλείας στις τουριστικές μονάδες που διαθέτουν πισίνες. Η ισχύουσα νομοθεσία επιτρέπει εξαιρέσεις για ξενοδοχεία με «pool suites» ή ιδιωτικές πισίνες, δημιουργώντας ένα επικίνδυνο κενό εποπτείας.
Κάθε χρόνο στην Ελλάδα καταγράφονται πάνω από τριάντα περιστατικά πνιγμών παιδιών, κυρίως λόγω έλλειψης επίβλεψης ή καθυστέρησης παροχής πρώτων βοηθειών. Η υπόθεση της μικρής Matilda αποτελεί ένα σπαρακτικό παράδειγμα αυτής της αλυσίδας παραλείψεων, από την έλλειψη ναυαγοσώστη έως την απουσία υπεύθυνου επιτήρησης και την αδυναμία άμεσης παρέμβασης.