Τοπικές Ειδήσεις

7 επιστήμονες στην «δ»: Κλιματική αλλαγή και θαλάσσιο περιβάλλον

Επτά επιστήμονες, απαντούν σήμερα στην «δημοκρατική» για καίρια ζητήματα που άπτονται της κλιματικής αλλαγής και τις συνέπειες στους ωκεανούς και στις θάλασσες!
Το Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών (ΙΩ – ΕΛΚΕΘΕ) διοργάνωσε την Πέμπτη 31 Μαρτίου 2022 στο Αμφιθέατρο του Υδροβιολογικού Σταθμού της Ρόδου το 4ο φόρουμ του Εθνικού Δικτύου για την Κλιματική Αλλαγή – CLIMPACT με θέμα «ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ ΚΑΙ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ», υπό την αιγίδα του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, με την υποστήριξη της Διοικούσας Επιτροπής του Δικτύου CLIMPACT.
Σκοπός της εν λόγω εκδήλωσης ήταν η ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των δημόσιων και ιδιωτικών φορέων στην Ελλάδα σε θέματα που αφορούν στην αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και στην ελαχιστοποίηση των επιπτώσεών της στα οικοσυστήματα των ελληνικών θαλασσών.
Το Εθνικό Δίκτυο CLIMPACT είναι μια εμβληματική πρωτοβουλία της Γενικής Γραμματείας Έρευνας και Τεχνολογίας του Υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων. Αποτελείται από έντεκα (11) φορείς και πιο συγκεκριμένα το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (συντονιστής), την Ακαδημία Αθηνών, το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών, το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών ‘Δημόκριτος’, το Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Πολυτεχνείο Κρήτης, το Ερευνητικό Κέντρο ‘ΑΘΗΝΑ’ και το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών.
• Θα ήθελα κατ’ αρχάς να ζητήσω ένα σχόλιο για τα συμπεράσματα του φόρουμ που αφορούν στην κλιματική κρίση και τις συνέπειες στους ωκεανούς και στις θάλασσες. Πόσο σοβαρή είναι η απειλή, από τι προκαλείται και τι πρέπει να γίνει;
Το θαλάσσιο οικοσύστημα αντιμετωπίζει πολλαπλές, τόσο ανθρωπογενείς όσο και φυσικές πιέσεις, γεγονός που το καθιστά ιδιαίτερα ευαίσθητο σε μεταβολές που μπορούν δυνητικά να προκαλέσουν μη αντιστρέψιμες βλάβες στη λειτουργία του. Η διεπιστημονική προσέγγιση στις περίπλοκες φυσικές, βιογεωχημικές και οικολογικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στο θαλάσσιο οικοσύστημα είναι αναγκαία για την παραγωγή νέας επιστημονικής γνώσης, καθώς η Πολιτεία και η κοινωνία καλούνται να τοποθετηθούν άμεσα απέναντι σε αυτά τα φλέγοντα ζητήματα.
Κατά την διάρκεια του φόρουμ αναδείχτηκε ότι ανάμεσα στις ευρωπαϊκές θάλασσες η Μεσόγειος και ειδικότερα το ανατολικό της τμήμα, εμφανίζει ασύγκριτα υψηλή βιοποικιλότητα και ιδιαίτερα ισχυρή διασύνδεση ανάμεσα στις ανθρώπινες δραστηριότητες και στο περιβάλλον. Η επίπτωση των ανθρωπογενών πιέσεων είναι βέβαιο ότι θα αυξηθεί στο άμεσο μέλλον, καθώς τα προβλήματα και οι προκλήσεις που σχετίζονται με την Κλιματική Αλλαγή είναι αναπόφευκτα. Οι από δεκαετίες ασκούμενες οικονομο-κοινωνικές πιέσεις, όπως η συνεχής αστικοποίηση των παράκτιων περιοχών και η συνοδός ανάπτυξη της τουριστικής βιομηχανίας, η αυξανόμενη ναυτιλιακή κίνηση, η εντεινόμενη εκμετάλλευση των αλιευτικών αποθεμάτων και η είσοδος ξενικών προς το περιβάλλον της Μεσογείου ειδών, αποτελούν επιβαρυντικούς για το οικοσύστημα παράγοντες που αθροίζονται διαρκώς στις άλλες άμεσες επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής (αύξηση της θερμοκρασίας, οξίνιση των ωκεανών λόγω της αύξησης του CO2).
Ενώ όλα αυτά τα ζητήματα συσσωρεύουν αυξητικά αρνητικές επιπτώσεις τόσο για το θαλάσσιο οικοσύστημα όσο και για την κοινωνία, την ίδια στιγμή τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ελληνικών θαλασσών παρέχουν σε τοπικό επίπεδο σημαντικές ευκαιρίες για «γαλάζια ανάπτυξη» και δημιουργία θέσεων εργασίας, όπως για παράδειγμα στους τομείς των υδατοκαλλιεργειών και του αειφόρου τουρισμού.

Κατά συνέπεια, ζητήματα όπως ο θαλάσσιος χωροταξικός σχεδιασμός, η πρόληψη φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών καθώς και μια πληθώρα άλλων θεμάτων που σχετίζονται ευθέως με την οικονομική ανάπτυξη, αποτελούν κοινωνικές προκλήσεις που πρέπει άμεσα να αντιμετωπιστούν. Η επιστημονική έρευνα πρέπει και μπορεί να αποτελέσει τη βάση για την παροχή στους υπευθύνους χάραξης πολιτικής και στην κοινωνία όλων εκείνων των απαραίτητων εργαλείων και πληροφοριών που απαιτούνται για τον σχεδιασμό και την επιβολή των απαιτούμενων δράσεων και μέτρων αντιμετώπισης και μετριασμού των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.

• Η αύξηση της θερμοκρασίας της θάλασσας πόσο επικίνδυνη είναι και για ποιους λόγους;
Η αύξηση της θερμοκρασίας της θάλασσας και ειδικότερα η αύξηση στα επιφανειακά στρώματα, μπορεί να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο θαλάσσιο οικοσύστημα, όπως:
• Να μειώσει σημαντικά την πυκνότητα των επιφανειακών νερών, καθιστώντας πιο έντονη την “στρωμάτωση” της θάλασσας. Αυτό σημαίνει ότι τα χαμηλής πυκνότητας επιφανειακά στρώματα τα οποία κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου και σε κανονικές συνθήκες θα περιμέναμε να ψυχρανθούν, να πυκνώσουν και κατά συνέπεια να βυθιστούν σε μεγαλύτερα βάθη, να μην μπορούν πλέον να πυκνώσουν αρκετά λόγω της ήδη υψηλής τους θερμοκρασίας. Καθώς αυτές οι επιφανειακές μάζες νερού μεταφέρουν κατά τη βύθισή τους οξυγόνο από την επιφάνεια της θάλασσας προς τα βαθύτερα στρώματα, σε περίπτωση που αυτό δεν γίνει, τα βαθιά αυτά στρώματα θα στερηθούν του οξυγόνου, κάτι που θα έχει ιδιαίτερα σημαντικές συνέπειες για το οικοσύστημα. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις, μπορεί να οδηγηθούμε σε πλήρη έλλειψη οξυγόνου στο βαθύτερο τμήμα της θάλασσας, κάτι που ονομάζεται “ανοξία”.
• Να αυξήσει τη στάθμη της θάλασσας κατά μερικά χιλιοστά ανά έτος, λόγω της αύξησης του όγκου των θερμότερων επιφανειακών στρωμάτων εξαιτίας της θερμικής διαστολής.
• Να επιτρέψει σε πολλά ξενικά είδη που επιβιώνουν μόνο σε υψηλές θερμοκρασίες, να εισρεύσουν και να εξαπλωθούν στις ελληνικές θάλασσες. Σε εξαιρετικές δε περιπτώσεις οι υψηλές θερμοκρασίες μπορούν να δημιουργήσουν περιστατικά μαζικής θνησιμότητας σε αυτόχθονα είδη.
• Στο φόρουμ, συζητήθηκαν οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη βιοποικιλότητα καθώς και τα εισβολικά είδη. Εξηγείστε μας, ποια είναι τα είδη αυτά, και πώς απειλούν την δική μας περιοχή;
Τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρούμε τεράστιες αλλαγές στη βιοποικιλότητα της ανατολικής Μεσογείου. Η σημαντική αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της θάλασσας, και τα περιστατικά θαλάσσιου καύσωνα την καλοκαιρινή περίοδο, δηλαδή οι ιδιαίτερα αυξημένες καλοκαιρινές επιφανειακές θερμοκρασίες της θάλασσας (που στο Ισραήλ ξεπερνούν ακόμα και τους 32οC) για παρατεταμένη διάρκεια οδηγούν σε περιστατικά μαζικής θνησιμότητας και τοπικές εξαφανίσεις πολλών αυτόχθονων ειδών. Παράλληλα, η διώρυγα του Σουέζ έχει επιτρέψει σε πολλά ξενικά θερμόφιλα είδη να εισβάλουν στην ανατολική Μεσόγειο όπου η κλιματική αλλαγή έχει δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες για την εγκατάσταση και εξάπλωσή τους. Με αυτό τον τρόπο, τα αυτόχθονα είδη περιορίζονται και τα τροπικά ξενικά είδη επικρατούν. Πρόσφατες μελέτες στο Ισραήλ έδειξαν ότι πλέον τα ξενικά ψάρια αποτελούν περίπου τα 3/4 των αλιευμάτων, ενώ από τα αυτόχθονα μαλάκια των παράκτιων περιοχών παραμένει λιγότερο από 12% των ειδών που ιστορικά υπήρχαν, ενώ σε μεγάλο βαθμό έχουν αντικατασταθεί από ξενικά είδη. Με τη συνεχιζόμενη κλιματική αλλαγή, οι σημερινές συνθήκες στο Ισραήλ αναμένεται στα επόμενα χρόνια να επικρατήσουν στο νότιο Αιγαίο και άρα και στις δικές μας θάλασσες θα παρατηρήσουμε μαζικές εξαφανίσεις αυτόχθονων ειδών και επικράτηση των θερμόφιλων ξενικών. Κάποια από τα ξενικά είδη μπορεί να έχουν πολύ σοβαρές επιπτώσεις στη βιοποικιλότητα, π.χ. οι ‘γερμανοί’ και οι ‘αγριόσαλπες’ με την υπερβόσκηση των φυκών προκαλούν ερημοποίηση των υφάλων και σημαντική υποβάθμιση, αλλά και στην αλιεία, π.χ. το λεοντόψαρο είναι αδηφάγος θηρευτής και μπορεί να προκαλέσει τη μείωση των πληθυσμών πολλών αυτόχθονων ειδών ψαριών. Αναμένονται επίσης σημαντικές επιπτώσεις στα επόμενα χρόνια και στον τουρισμό και στις δραστηριότητες θαλάσσιας αναψυχής. Για παράδειγμα, η τροπική μέδουσα Rhopilema nomadica στο Ισραήλ εμφανίζει κάθε καλοκαίρι πληθυσμιακές εξάρσεις, καθιστώντας για μεγάλες περιόδους αδύνατες τις όποιες δραστηριότητες αναψυχής στις προσβαλλόμενες παράκτιες περιοχές, με τεράστιο κοινωνικο-οικονομικό κόστος. Τέτοια φαινόμενα, με την συνεχιζόμενη αύξηση της θερμοκρασίας των θαλασσών θα αρχίσουν να γίνονται ολοένα και πιο έντονα στις θάλασσές μας, ιδιαίτερα στο νοτιοανατολικό Αιγαίο.

• Η άνοδος της στάθμης της θάλασσας και η διάβρωση των ακτών είναι ένα φαινόμενο που αφορά στα νησιά, όπως τη Ρόδο. Θα ήθελα την εκτίμησή σας και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί, συνεκτιμώντας και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής;
Η άνοδος της θαλάσσιας στάθμης μέχρι το 2100 σύμφωνα με τα σενάρια της τελευταίας αναφοράς (08/2021) της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (IPCC, 2021) κυμαίνονται από 20-30 cm (για τα πλέον συντηρητικά σενάρια SSP-1.9 και SSP2.4), έως τους 5-0,6 m (για τα δυσμενέστερα σενάρια SSP-3-7 και SSP4-8.5). Ο κοινωνικός και οικονομικός αντίκτυπος της ανόδου της στάθμης της θάλασσας περιλαμβάνει (α) άμεση απώλεια οικονομικών, οικολογικών και πολιτισμικών αξιών μέσω της απώλειας παράκτιων χερσαίων γεωμορφών (διάβρωση ακτών) & οικοσυστημάτων (παραλία, υγρότοπους), ιδιοκτησιών και υποδομών, (β) αυξημένο κίνδυνο παράκτιων πλημμυρών από ακραία κυματικά επεισόδια, (γ) αλλαγές στη διαχείριση των υδάτων, (π.χ. υφαλμύρινση των παράκτιων υπόγειων υδάτων).
Οι ακτές της Ελλάδας και ειδικότερα του Νοτίου Αιγαίου έχουν βρεθεί να είναι ιδιαίτερα τρωτές (μέτρια – υψηλή τρωτότητα) στην αύξηση της θαλάσσιας στάθμης (ΑΘΣ) ακόμη και για το συντηρητικό σενάριο της ΑΘΣ =0,4 m, η οποία ειδικότερα στις παραλίες των νησιών του Αιγαίου εκτιμάται ότι θα προκαλέσει οπισθοχώρηση κατά μέσο όρο μέχρι το 20 % του πλάτους τους για ΑΘΣ=0,26 m, ενώ για το δυσμενέστερο σενάριο της ΑΘΣ=0,82 m, το 72% των παραλιών εκτιμάται ότι θα απωλέσουν το 50% του πλάτους τους, ενώ το 21% θα διαβρωθεί πλήρως, με δεδομένο ότι περίπου το 1/3 εξ αυτών σε πλάτος δεν ξεπερνά τα 25 m.
Ειδικότερα για τη Ρόδο, το πρόβλημα της διάβρωσης έχει καταγραφεί από το 2004 (EUROSION 2004) και σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό εξαρτάται από τις ποικίλλες ανθρώπινες παρεμβάσεις, επί της ακτής (κατασκευές επί του αιγιαλού), πλησίον της ακτής (παραλιακοί δρόμοι – τοίχοι αντιστήριξης) ή και εσωτερικότερα (ανάσχεση φερτών υλικών ποταμοχείμαρρων). Για τον λόγο αυτό θα πρέπει πρώτα να αξιολογηθούν τα αίτια (φυσικά, ανθρώπινα) που ήδη έχουν προκαλέσει τη διάβρωση και κατόπιν να εξεταστεί η συμβολή (αρνητική) της κλιματικής αλλαγής είτε μέσω της ανόδου της θαλάσσιας στάθμης, είτε μέσω των ακραίων καιρικών επεισοδίων. Διαχειριστικά, το ζήτημα της διάβρωσης και ειδικότερα της απώλειας των τουριστικών παραλιών (άρα και μέρος του τουριστικού προϊόντος), συμπεριλαμβανομένης και της προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή, θα πρέπει να εξεταστεί υπό το πρίσμα της ολοκληρωμένης διαχείρισης των παράκτιων ζωνών σε τοπικό, περιφερειακό αλλά και εθνικό επίπεδο, με την εφαρμογή του πλαισίου του πρωτοκόλλου 7 (άρθρο 8) «Ολοκληρωμένη διαχείριση των παράκτιων ζωνών της Μεσογείου» της σύμβασης της Βαρκελώνης (οδηγία 2008/56/ΕΚ).

Συγγραφείς
-Δρ. Αριστομένης Καραγεώρης – διευθυντής ΙΩ ΕΛΚΕΘΕ
-Δρ. Δημήτρης Βελαώρας – φυσικός ωκεανογράφος, ΙΩ ΕΛΚΕΘΕ
-Δρ. Αλεξάνδρα Γώγου – χημικός ωκεανογράφος ΙΩ ΕΛΚΕΘΕ
-Δρ. Γιώργος Χατήρης – γεωλόγος ωκεανογράφος, ΙΩ ΕΛΚΕΘΕ
-Δρ. Βασίλης Καψιμάλης – γεωλόγος ωκεανογράφος, ΙΩ ΕΛΚΕΘΕ
-Δρ. Στέλιος Κατσανεβάκης, καθηγητής Θαλάσσιας Οικολογίας Τμήματος Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
-Δρ. Σεραφείμ Πούλος, καθηγητής Ωκεανογραφίας & Φυσικής Γεωγραφίας, Τομέας Γεωγραφίας & Κλιματολογίας, Τμήμα Γεωλογίας & Γεωπεριβάλλοντος, Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου