Συνεντεύξεις

Γιώργος Καββαθάς, Πρόεδρος ΓΣΒΕΕ: «Αναμένουμε ένα άλλο μίγμα πολιτικών για τις μικρές επιχειρήσεις….»

Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει ο πρόεδρος της ΓΣΒΕΕ κ. Γιώργος Καββαθάς για τις μικρές επιχειρήσεις, που δεν έχουν εύκολα πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις. Όπως αναφέρει: «Επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών καταδεικνύουν ότι ούτε 50.000 επιχειρήσεις δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό…» και παρουσιάζει τις θέσεις του φορέα του για το θέμα.
• Να ξεκινήσουμε από την εκλογή της νέας κυβέρνησης. Θα ήθελα το σχόλιό σας. Ποιες είναι οι προσδοκίες του επιχειρηματικού κόσμου από την επανεκλογή της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη;
Αισίως φτάσαμε σε μία προεκλογική και εκλογική περίοδο που κράτησε περισσότερους από 4 μήνες. Δυστυχώς, σε όλο αυτό το διάστημα πολύ λίγα συζητήθηκαν ουσιαστικά γύρω από τα προβλήματα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, ή για τα μεγάλα προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, όπως η οικονομία που είναι το κυριότερο κατά την άποψή μου, γιατί αφορά είτε μισθωτούς, είτε επαγγελματίες, είτε μεγάλες επιχειρήσεις. Νομίζω ότι ασχοληθήκαμε με επουσιώδη και αφήσαμε τα ουσιώδη. Η πορεία της οικονομίας, η κατάσταση των επιχειρήσεων, ιδίως των μικρότερων, το ιδιωτικό χρέος, η επίμονη ακρίβεια σε πρώτες ύλες και ενέργεια, το επισφαλές εισόδημα των νοικοκυριών είναι παράγοντες που επηρεάζουν την κατάσταση του επιχειρείν και χρήζουν ενδιαφέροντος από τη νέα κυβέρνηση. Με βάση τις έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ το 2022 το κόστος ενέργειας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων αυξήθηκε μεσοσταθμικά κατά 76%, το κόστος προμήθειας πρώτων υλών και εμπορευμάτων κατά 43,5% και το κόστος καυσίμων οχημάτων κατά 57,8%. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τελειώνουμε με την ρήτρα διαφυγής, τελειώνουμε με την επιδοματική προσέγγιση και μπαίνουμε σε ένα πλαίσιο υποχρέωσης για πρωτογενή πλεονάσματα.
Η οικονομία φαίνεται από τους δείκτες να πηγαίνει καλά, αλλά το αναπτυξιακό όφελος δεν διαχέεται αναλογικά στις επιχειρήσεις, καθώς έχουμε επισημάνει από καιρό το έλλειμμα οικονομικής δημοκρατίας στη χώρα. Στην ελεύθερη οικονομία προφανώς θα υπάρχουν επιχειρήσεις που είναι επιτυχημένες και άλλες που δεν τα πηγαίνουν τόσο καλά. Αν όμως οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζονται με διαφορετικούς όρους, που ευνοούν τους μεγάλους εις βάρος των μικρών, τότε διαμορφώνονται συνθήκες στρεβλού ανταγωνισμού. Αν συνεχίσουμε να αφήνουμε τους «μικρούς» χωρίς πρόσβαση στη χρηματοδότηση και στην εξειδικευμένη πληροφόρηση, χωρίς στοχευμένα κίνητρα για ανάπτυξη συνεργασιών (clusters), χωρίς μηχανισμούς παρέμβασης και υποστήριξης, χωρίς δυνατότητα ενδυνάμωσης του ανθρώπινου δυναμικού τους, τότε προφανώς θα έχουμε μία μίζερη και προβληματική εικόνα την οποία είχαμε προβλέψει επειδή ακριβώς δεν κάναμε τίποτα για να την αλλάξουμε.
Άρα νομίζω ότι έχουμε τη θεμιτή προσδοκία να αναμένουμε ένα άλλο ή έστω ένα διαφοροποιημένο μίγμα πολιτικών για τις μικρές επιχειρήσεις, με εστίαση σε αυτούς τους τομείς που σας περιέγραψα.
• Πρόσφατα μιλήσατε για αποκλεισμό των μικρών επιχειρήσεων από τα χρηματοδοτικά εργαλεία. Δώστε μας μια εικόνα, τι συμβαίνει;
Επίσημα στοιχεία της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών καταδεικνύουν ότι ούτε 50.000 επιχειρήσεις δεν έχουν πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό. Από τις έρευνες κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ γνωρίζουμε ότι τα προγράμματα χρηματοδότησης (ΕΣΠΑ) αφορούν στο 6% των επιχειρήσεων και έχουμε ένα Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που φτιάχτηκε με αμιγή προσανατολισμό τους μεγάλους παίχτες της ελληνικής οικονομίας και τη διευκόλυνση των εξαγορών και των συγχωνεύσεων. Είχαμε το πολύ θετικό παράδειγμα της επιστρεπτέας προκαταβολής που δεν εφαρμόστηκε στο ταμείο ανάκαμψης σε ένα ποσοστό π.χ. του 30% των δανείων, ώστε να κατευθύναμε περίπου 12,5 δισεκατομμύρια στη μικρομεσαία, μικρή και πολύ μικρή επιχειρηματικότητα.
• Μετά την κρίση της πανδημίας της Covid, οι μικρές επιχειρήσεις έχουν επανέλθει στην ‘κανονικότητα’ ή θα λέγατε ότι πάσχουν από κάποιο long-covid syndrome;
Η εμφάνιση του πληθωρισμού από τα μέσα του 2021 και μετά, ο οποίος αρχικά τροφοδοτήθηκε από την υπέρμετρη αύξηση των διεθνών τιμών ενέργειας και τη διατάραξη των εφοδιαστικών αλυσίδων, εντάθηκε περαιτέρω λόγω των δυσμενών γεωπολιτικών εξελίξεων, δημιουργώντας νέες προκλήσεις και δοκιμάζοντας τις προοπτικές δυναμικής ανάκαμψης. Περαιτέρω, το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων αυξήθηκε σημαντικά, ενώ όπως είναι επόμενο ο υψηλός πληθωρισμός απομείωσε τα πραγματικά εισοδήματα και κατ’ επέκταση την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών.
Παρόλα αυτά η κατάσταση των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων φαίνεται πως έχει σταθεροποιηθεί παρουσιάζοντας σημάδια ανάκαμψης, προφανώς λόγω του πλήρους ανοίγματος της οικονομίας, της καλής τουριστικής περιόδου, των μέτρων που έχουν ληφθεί για στήριξη της οικονομίας και των ευρύτερων πολιτικών μείωσης των φορολογικών βαρών. Όπως προκύπτει από τις έρευνες του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, ο δείκτης οικονομικού κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων μετά την καθίζηση που υπέστη το 2020 στις 20,1 μονάδες από τις 66,4 που βρισκόταν προ πανδημίας, ανήλθε στις 46,3 στο πρώτο εξάμηνο του 2021, στις 52,4 στο δεύτερο εξάμηνο του ίδιου έτους. Ενισχύθηκε ελαφρώς στις 54,3 μονάδες στο πρώτο εξάμηνο του 2022 και περαιτέρω στο δεύτερο εξάμηνο του 2022 ξεπερνώντας το προ πανδημίας επίπεδο καθώς διαμορφώθηκε στις 69,5 μονάδες. Ωστόσο, σημαντικά προβλήματα παραμένουν λόγω της μακράς περιόδου των διαδοχικών και παράλληλων κρίσεων.
Προβλήματα που σχετίζονται με την εκτίναξη του ιδιωτικού χρέους, αλλά και των οφειλών προς το Δημόσιο και τα ασφαλιστικά ταμεία, κάνοντας επιτακτική την ανάγκη διαμόρφωσης ενός ολιστικού πλέγματος ρυθμίσεων και πραγματικής προστασίας των αδύναμων καταθέτοντας προτάσεις για τη ρεαλιστική ρύθμιση των οφειλών συνολικά προς το δημόσιο και τις τράπεζες.
Στο πλαίσιο αυτό οι προτάσεις της ΓΣΕΒΕΕ εστιάζονται σε:
• Νέα ρύθμιση 120 δόσεων στην οποία να μπορούν να ενταχθούν όλες οι ληξιπρόθεσμες ασφαλιστικές οφειλές, ιδίως εκείνες που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της υγειονομικής και ενεργειακής κρίσης. Για να είναι αποτελεσματική η ρύθμιση θα πρέπει να προβλεφθεί διαγραφή των προστίμων και λοιπών προσαυξήσεων, καθώς και απομείωση της βασικής οφειλής για τις οφειλές που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
• Αναστολή κάθε είδους εισπρακτικών και αναγκαστικών μέτρων από το ΚΕΑΟ για όσο διάστημα διαρκεί η ενεργειακή κρίση.
• Επίλυση των σοβαρών προβλημάτων στις πληρωμές των ασφαλιστικών εισφορών και των οφειλών που δημιουργεί ο τρόπος με τον οποίο εξοφλούνται, ιδιαίτερα μετά τη σύσταση του ΚΕΑΟ και τη μεταφορά σε αυτό των ληξιπρόθεσμων οφειλών. Η πληροφόρηση της επιχείρησης και ο τρόπος εξόφλησης των οφειλόμενων ποσών στην ηλεκτρονική πλατφόρμα του ΕΦΚΑ είναι αναγκαίο να πραγματοποιείται κατ’ αντιστοιχία με τον τρόπο που γίνεται στο myAADE.
• Στην εστίαση, παραμένουν αρκετά κενά σε όλη τη χώρα. Ποια θα ήταν η ενδεδειγμένη λύση;
Μεταξύ των προβλημάτων που έχει κληροδοτήσει η πανδημική κρίση ιδιαίτερα σε συγκεκριμένους όπως ο κλάδος της εστίασης είναι και οι κενές θέσεις εργασίας. Όπως προέκυψε από τα ευρήματα έρευνας που έγινε από το ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, στον κλάδο της εστίασης τον Ιούλιο του 2022, εκείνη την περίοδο το 78,6% των επιχειρήσεων του κλάδου είχαν κενές θέσεις εργασίας. Από τις επιχειρήσεις αυτές το 14,7% είχε 1 κενή θέση εργασίας, το 52% είχε 2 κενές θέσεις εργασίας, το 14% είχε 3 κενές θέσεις εργασίας και το 19,3% είχε περισσότερες από 3 κενές θέσεις εργασίας. Κατά μέσο όρο οι επιχειρήσεις του κλάδου στην αρχή του καλοκαιριού του 2022 είχαν 2 ως 3 κενές θέσεις εργασίας με αποτέλεσμα να αντιμετωπίσουν σοβαρές δυσκολίες λειτουργίας στο 100% της δυναμικότητάς τους. Το πρόβλημα παραμένει και το 2023 όπου σύμφωνα με μελέτη του ΕΜΠ στον τουρισμό – επισιτισμό οι ελλείψεις προσωπικού εκτιμώνται στις 80.000.
Ως σημαντικότεροι παράγοντες της έλλειψης προσωπικού στην εστίαση, σύμφωνα με την παραπάνω έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, θεωρούνται η αλλαγή επαγγελματικής δραστηριότητας πρώην εργαζόμενων λόγω πανδημίας, η επιδοματική πολιτική της κυβέρνησης και η μετανάστευση εργαζομένων σε άλλες χώρες επίσης λόγω της πανδημίας.
Τούτων δοθέντων, είναι προφανές ότι εξαιτίας της πανδημίας -και ειδικά στην εστίαση που παρέμεινε σε σκληρή αναστολή λειτουργίας τουλάχιστον για 9 μήνες- υπήρξε μαζική φυγή εργατικού δυναμικού στο εξωτερικό ή αλλαγή επαγγελματικής δραστηριότητας (πχ για delivery). Είναι χαρακτηριστικό, σύμφωνα με στοιχεία του ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ, πως οι εργαζόμενοι στον κλάδο των ταχυμεταφορών το 2022 είχαν αυξηθεί κατά 26% σε σχέση με το 2019 (προ πανδημίας). Επιπλέον, η μείωση της ανεργίας από 17% που ήταν προ πανδημίας κοντά στο 10% σήμερα αποτελεί έναν επιπρόσθετο παράγοντα δυσκολίας εξεύρεσης προσωπικού καθώς η αγορά εργασίας έχει αρχίσει να παρουσιάζει σημάδια σχετικής στενότητας. Προς επίρρωση, στον κλάδο της εστίασης οι εργαζόμενοι το 2022 ήταν 7% περισσότεροι (262 χιλιάδες το 2022 από 245 χιλιάδες το 2019).
Σε αυτό το πλαίσιο θεωρούμε ως αναγκαία βήματα προγράμματα δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας από τον ΟΑΕΔ με επιδότηση του μη μισθολογικού κόστους, ώστε οι επιχειρήσεις να μπορέσουν να προσφέρουν υψηλότερες αμοιβές, καθώς και διακρατικές συμφωνίες για την «εισαγωγή» εργαζομένων από τρίτες χώρες ώστε να απασχοληθούν στους κλάδους εκείνους (όπως η εστίαση) που παρουσιάζουν τις μεγαλύτερες ελλείψεις και τουλάχιστον να λυθεί βραχυπρόθεσμα το άμεσο πρόβλημα έλλειψης προσωπικού που υπάρχει.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου