Απόψεις

«Λεσπέρης» Τιμώντας τον αγρότη – Μνήμες από τη Λαχανιά μιας άλλης εποχής

Με αφορμή τη γιορτή στις 8 Αυγούστου 2025 του Λεσπέρη στο Σχολείο της Λαχανιάς, τον τόπο καταγωγής μου, οι αναμνήσεις ξετυλίγονται σαν σελίδες παλιάς, ξεχασμένης ατζέντας.

Είναι η εποχή που ο αγρότης δεν ήταν επάγγελμα – ήταν τρόπος ζωής, στάση ζωής, προσευχή και αγώνας μαζί. Ήταν ο πατέρας, ο παππούς, η μάνα, που μέσα στα χώματα έσπειραν την ελπίδα και θέρισαν τον μόχθο.

Μνήμες από μια Ρόδο που δεν υπάρχει πια – μα που καθόρισε ό,τι ακολούθησε.

Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70, η Λαχανιά – όπως και κάθε χωριό της Νότιας Ρόδου – έζησε έναν σιωπηλό ηρωισμό. Οι αγρότες, με λιγοστά μέσα και με πολύ καρδιά, αγωνίζονταν καθημερινά στα χωράφια, κάτω από τον καυτό ήλιο, μέσα στη βαρειχειμωνιά και τη λάσπη, όχι για να πλουτίσουν, αλλά για να επιβιώσουν, να θρέψουν τα παιδιά τους, να τα στείλουν στο σχολείο, να τα δουν «ανθρώπους».

Ήταν η εποχή που η Ρόδος βρισκόταν ακόμη στον απόηχο της ενσωμάτωσης με τη μητέρα πατρίδα. Το νησί μόλις είχε βγει από τη σκιά της Ιταλοκρατίας και του πολέμου. Δεν υπήρχαν ξενοδοχεία-μεγαθήρια, ούτε αεροδρόμια γεμάτα τουρίστες, ούτε κοσμοπολίτικες βιτρίνες. Υπήρχε όμως η Ρόδος της ουσίας: η Χώρα με τα πέτρινα σοκάκια, τα μαράσια της Αγίας Αναστασίας και του Αϊ-Γιάννη, της Μητρόπολης και των Αγίων Αναργύρων, γύρω από τους Παλιοπολίτες που ζούσαν με το φως του φεγγαριού και τη μυρωδιά της μιστοκαρφιάς και του γιασεμιού.

Τα χωριά, από τη Λαχανιά έως τον Απόλλωνα και την Κατταβιά, λειτουργούσαν ως μικρές κοινωνίες αυτάρκειας, με τα πάντα να ξεκινούν και να τελειώνουν στη γη.

Δεν υπήρχαν μηχανήματα – υπήρχαν χέρια. Δεν υπήρχαν άδειες – υπήρχε ξύπνημα πριν το χάραμα. Στα χωράφια μοχθούσαν άντρες, γυναίκες και παιδιά. Με τα ζώα (γαϊδούρια, αγελάδες) για συντρόφους, κουβαλούσαν φορτία από τη γη στα σπίτια, ενώ τα παιδιά ξεκλέβανε λίγο χρόνο για πετροπόλεμο, αμόλες, μπίλιες, σφεντόνα, μήλα και κουτσό. Μέσα στα στάχια και τις λιοκαμένες πεδιάδες, αυτά τα παιχνίδια ήταν η ανακωχή από τον κόπο της μέρας.

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τον θερισμό, που γινόταν ομαδικά, με τις οικογένειες να μετακινούνται στην ύπαιθρο και να κοιμούνται κάτω από τα άστρα, με σκέπασμα τον ουρανό του Ιούλη. Ή τη συγκομιδή των ελιών, με τις γυναίκες να γονατίζουν ώρες, να μαζεύουν μεθοδικά, ήσυχα, κι όμως γελώντας, συζητώντας για τα περασμένα και τα επόμενα.

Ήταν εποχές σκληρές, αλλά γεμάτες νόημα. Η αλληλεγγύη δεν ήταν σύνθημα – ήταν πράξη καθημερινή. Ο συγχωριανός γινόταν οικογένεια. Οι γείτονες βοηθούσαν ο ένας τον άλλον χωρίς να το ζητήσει κανείς. Οι δεσμοί ήταν ακατάλυτοι, σφυρηλατημένοι με ιδρώτα, κόπο και εμπιστοσύνη.

Η Λαχανιά δεν ήταν τότε μόνο ένας οικισμός – ήταν ένας ζωντανός οργανισμός. Κάθε σπίτι είχε τη δική του ιστορία, κάθε χωράφι τη δική του σημασία. Κάθε αυγή έφερνε μαζί της ευθύνη, μα και περηφάνια. Και κάθε δύση, μια βαθιά ικανοποίηση, ανεξάρτητα από την παραγωγή.

Στο χωριό ζούσαμε με μέτρο, με αξίες, με συλλογικότητα. Όλοι γνώριζαν όλους. Ο ξένος ήταν φιλοξενούμενος, ο συγχωριανός αδελφός, ο φίλος οικογένεια. Ήταν η εποχή που άνθιζε ο γιαρένης – ο αγαπημένος φίλος, ο συμπαθής, ο προσιτός, ο καλόβολος, ο σύντροφος στη χαρά και στη λύπη.

Το χωριό μιλούσε με βλέμματα και καταλάβαινε με σιωπές. Οι γιορτές, τα πανηγύρια, το κουδούνισμα των ζώων τα ξημερώματα, ήταν η μουσική της καθημερινότητας.

Στα πλαίσια της καθημερινής ζωής της Λαχανιάς και των χωριών της Νότιας Ρόδου, δεν μπορεί να λείπει το ποσπέρι, η βραδινή συνήθεια μετά το τέλος της μέρας στα χωράφια. Εκεί, με το φως της αυγής ή το λαμπύρισμα του φεγγαριού, άντρες και γυναίκες μαζεύονταν στα κατώγια ή γύρω από το τζάκι, για να μοιραστούν τα νέα, τις ιστορίες και τα γέλια. Το ποσπέρι δεν ήταν απλώς ξεκούραση, ήταν κοινωνική ζωή, ήταν γέφυρα ανάμεσα στη δουλειά και την οικογένεια, ήταν η ανάσα της κοινότητας.

Με ένα ποτήρι κρασί ή ρακί, με λίγα μεζεδάκια απ’ το ντόπιο μπαξέ γινόταν έκφραση η φιλοξενία, η ανιδιοτέλεια και ο αλληλοσεβασμός  για όλους εκείνους που ζούσαν με καρδιά και ψυχή.

Στις μνήμες των παλιών, ο Λεσπέρης σήμερα δεν είναι απλώς μια γιορτή – είναι υπόμνηση μιας εποχής που πέρασε, μιας ζωής που άξιζε, όσο κι αν ήταν δύσκολη.

Μιας ζωής που δεν θα επανέλθει ποτέ, αλλά αξίζει να τη θυμόμαστε, να τη διηγούμαστε και – όσο μπορούμε – να τη μεταγγίζουμε στις νεότερες γενιές.

Γιατί μέσα απ’ αυτή τη γη, μέσα απ’ αυτό τον μόχθο, γεννήθηκε μια Ελλάδα τίμια, ανθρώπινη, περήφανη. Και στη Λαχανιά, κάθε φορά που τιμούμε τον Λεσπέρη, δεν τιμούμε μόνο τον αγρότη – τιμούμε τη ρίζα μας, την καρδιά μας, την ίδια μας την ταυτότητα.

Τιμούμε τον αγρότη, τον παππού και τη γιαγιά μας. Τιμούμε τη γη που μας τάισε και μας κράτησε όρθιους.

Τιμούμε την ψυχή του τόπου. Γιατί οι ρίζες μας δεν είναι βάρος – είναι θεμέλιο.

Θερμά συγχαρητήρια σε όλους όσοι κρατούν ζωντανή τη γιορτή του Λεσπέρη, τους διοργανωτές, τους ανθρώπους της κοινότητας, και όλους όσοι επιμένουν να θυμίζουν τι πραγματικά σημαίνει μνήμη, τιμή και συνέχεια.

Η συγκίνηση που νιώθει η γενιά μου που έζησε εκείνη την εποχή είναι το μεγαλύτερο παράσημο για αυτή τη γιορτή – γιατί μέσα απ’ αυτήν ξαναζούν οι στιγμές, οι άνθρωποι, οι αξίες και το φως μιας Ρόδου που ποτέ δεν πρέπει να ξεχάσουμε.

Σας προσκαλώ όλους, μικρούς και μεγάλους, ντόπιους και επισκέπτες, να συμμετάσχετε στη φετινή «Γιορτή του Λεσπέρη», στις 8 Αυγούστου. Γιατί η Λαχανιά δεν είναι μόνο παρελθόν. Είναι παρόν και μέλλον.

 

Κάλλιστος Διακογεωργίου

Αντιπεριφερειάρχης Βιομηχανίας, Ενέργειας και Φυσικού Περιβάλλοντος Δωδ/σου

 

 

 

 

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου