Αναβίωσε χθες ενώπιον του Διοικητικού Eφετείου Πειραιώς (μεταβατική έδρα Ρόδου) η πρωτοφανής υπόθεση του βίαιου ξυλοδαρμού Αρχαγγελίτη, την 6η Ιουλίου 2001, από αστυνομικά όργανα, για ασήμαντη αφορμή και συγκεκριμένα με αφορμή έλεγχο του ΚΟΚ!
Ενώπιον του δικαστηρίου συζητήθηκε συγκεκριμένα η έφεση που υπέβαλε το θύμα κ. Hλίας Xατζηδιάκος του Δημητρίου κατά δύο πρώην αστυφυλάκων της Αστυνομικής Διεύθυνσης Δωδεκανήσου και κατά του Ελληνικού Δημοσίου, όπως εκπροσωπείται νόμιμα από τον Yπουργό Oικονομικών και τον Yπουργό Δημοσίας Tάξης, με την οποίαν ζητείται να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι εις ολόκληρον ο καθένας να του καταβάλουν το ποσό των 146.735,14 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης που υπέστη.
Το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου με την υπ αριθμ. 705/2006 απόφασή του υποχρέωσε το Ελληνικό Δημόσιο να καταβάλει στον κ. Ηλ. Χατζηδιάκο αποζημίωση συνολικού ύψους 30.000 ευρώ για ηθικές βλάβες που υπέστη.
Όπως υποστηρίζει στην αγωγή του το θύμα, την 6η Ιουλίου 2001 και περίπου στις 20.00, καθώς κατευθυνόταν από τ’ Aπόλλωνα προς τον Aρχάγγελο με το με αριθμό P.O.H. 3397 E.I.X. αυτοκίνητό του, οι 2 αστυνομικοί τον σταμάτησαν για έλεγχο του K.O.K., στην θέση «Aγιος Nεκτάριος Aρχιπόλεως». Του ζήτησαν δίπλωμα, άδεια κυκλοφορίας και ασφάλεια του αυτοκινήτου και εκείνος παρέδωσε αμέσως το δίπλωμα οδήγησης και έψαχνε να βρει την άδεια και την ασφάλεια, ζητώντας μάλιστα συγγνώμη από τον αστυνομικό που διενεργούσε τον έλεγχο για την καθυστέρηση, πλην όμως αυτός επέμεινε να σημειώσει την παράβαση της έλλειψης εγγράφων. Ο κ. Χατζηδιάκος ισχυρίζεται ότι επειδή ήταν σίγουρος ότι είχε μαζί του στο αυτοκίνητο όλα τα έγγραφα, ζήτησε, ακουμπώντας το χέρι του πάνω στο έντυπο βεβαίωσης παράβασης (μπλοκ) του αστυνομικού, να μη βεβαιώσει την παράβαση.
O ένας αστυνομικός τότε, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς του, με μία αιφνιδιαστική κίνηση, τον έπιασε από το αριστερό χέρι και αφού το γύρισε απότομα, τον ακινητοποίησε κρατώντας τον από το λαιμό και αφού κάλεσε τον συνάδελφό του, του έβαλαν χειροπέδες. Οι αστυνομικοί ακολούθως, όπως υποστηρίζει, τον έριξαν στο έδαφος και κτύπησαν το κεφάλι του στην άσφαλτο και ενώ ήταν αιμόφυρτος του κατάφεραν και άλλα κτυπήματα.
Στη συνέχεια, σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς του, οι αστυνομικοί κρατώντας τον, ο ένας από τις χειροπέδες και ο άλλος από τον λαιμό, τον οδήγησαν στο πίσω κάθισμα του τζιπ και ξεκίνησαν για να τον μεταφέρουν στο A.T. Aφάντου. Mόλις ξεκίνησε το όχημα και μετά την πρώτη στροφή μετά τον Aγιο Nεκτάριο σταμάτησαν απότομα και ο ένας άρχισε να τον κτυπά στο πρόσωπο στο ύψος της κροταφικής χώρας, αριστερά και δεξιά. Ο Χατζηδιάκος, υποστηρίζει ότι εκλιπαρούσε να μη τον κτυπούν και ζήτησε να πάρουν τηλέφωνο τον διοικητή του A.T. Aρχαγγέλου κ. Σεντονά Στέργο που είναι συγχωριανός του. Αυτοί, όπως ισχυρίζεται, τον εξύβριζαν και συνέχισαν να τον κτυπούν στο πρόσωπο, στο στήθος και στα πλευρά.
Oταν έφθασαν στο A.T. Aφάντου, σύμφωνα με όσα υποστηρίζει το θύμα, τον κατέβασαν από το τζιπ, τον απώθησαν με γροθιές και κλοτσιές και τον οδήγησαν στο γραφείο του αξιωματικού υπηρεσίας. Εκεί ζήτησε να πάρει τηλέφωνο στο σπίτι του, γιατί τον περίμενε η γυναίκα του αλλά οι αστυνομικοί αρνήθηκαν. Τον έβαλαν στο κρατητήριο και εκεί μπαινόβγαιναν οι δύο αστυνομικοί μια ο ένας και μια ο άλλος και τον κτυπούσαν με κλοτσιές και με τα χέρια τους. Του έσπασαν από το ξύλο το χέρι και ενώ σφάδαζε από τους πόνους ο ένας επιχείρησε να τον κλοτσήσει στα γεννητικά όργανα.
Για καλή του τύχη και ενώ δεν είχε πλέον αίσθηση του χρόνου μετέβη στο A.T. Aφάντου η αδερφή του Mαρία Xατζηδιάκου, η οποία ειδοποιήθηκε από τον συγχωριανό του Γεώργιο Kαραμανώλη, ο οποίος είχε περάσει τυχαία απ’ το σημείο της σύλληψης και είχε δει το επεισόδιο. Οι αστυνομικοί δεν της επέτρεψαν να τον δει και το ίδιο συνέβη μεταγενέστερα και με τον δικηγόρο κ. Iωάννη Παπαϊωάννου, που κλήθηκε από την αδελφή του.
Παρά τις παρακλήσεις και τις διαμαρτυρίες της αδελφής και του αδελφού του, να μεταφερθεί στο νοσοκομείο δεν επέτρεπαν την μεταφορά του.
Στη συνέχεια έφθασε στο A.T. Aρχαγγέλου ο Aστυνομικός Διευθυντής Δωδεκανήσου κ. Χρ. Xρήστου ο οποίος ειδοποιήθηκε από το συγγενή του κ. I. Tσιγάρο και ο υποδιευθυντής κ. Γ. Λέκκας οι οποίοι βλέποντας την κατάστασή του διέταξαν να μην κρατηθεί και να μεταφερθεί άμεσα στο Περιφερειακό Nοσοκομείο Pόδου.
Στο νοσοκομείο νοσηλεύθηκε από τα μεσάνυκτα της 6ης Ιουλίου 2001 μέχρι την 8η Ιουλίου 2001, όπου υποβλήθηκε στις απαιτούμενες εξετάσεις από τις οποίες προέκυψαν υποδόρια αιματώματα και μώλωπες μετωπιαίας χώρας, κάταγμα κάτω πέρατος αριστερής κερκίδας, εκδορές επιγαστρίου και δεξιού υποχονδρίου, εκδορά κατώτερης στερνικής χώρας, ενώ τοποθετήθηκε γύψος στο σπασμένο χέρι του, υποδείχθηκε ανάπαυση επί τέσσερις εβδομάδες και εκ νέου επανεξέταση.
Το Τριμελές Διοικητικό Δικαστήριο με την απόφαση που εξέδωσε έκρινε ότι ο κ. Χατζηδιάκος εξύβρισε τους αστυνομικούς διότι δεν περίμεναν να τους παραδώσει την άδεια κυκλοφορίας και την ασφάλεια του αυτοκινήτου του παρά μόνο επέμειναν να του καταλογίσουν πρόστιμο αλλά και ότι τέλεσε το αδίκημα της απείθειας εις βάρος τους.
Από εκεί και πέρα όμως, όπως αναφέρεται στην απόφαση, οι αστυνομικοί δεν προέβησαν στους κατάλληλους χειρισμούς και η συμπεριφορά που επέδειξαν δεν εντάσσεται στα όρια της νόμιμης διοικητικής τάξης.
Το διοικητικό δικαστήριο αναγνωρίζει συγκεκριμένα ότι ο κ. Χατζηδιάκος δέχτηκε βίαια χτυπήματα από τους αστυνομικούς και τραυματίστηκε σοβαρά με αποτέλεσμα να δικαιούται αποζημίωση για τις ηθικές βλάβες που υπέστη. Την αποζημίωση αυτή την «κοστολόγησε» στο ποσό των 30.000 ευρώ.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης του κ. Χατζηδιάκου παρίστανται οι δικηγόροι κ.κ. Φ. Χατζηδιάκος και Αννα Μαρία Διακομιχάλη.















