Διεκδικεί από Τράπεζα χρηματική αποζημίωση

Χρηματική αποζημίωση συνολικού ύψους 727.080 ¤ διεκδικεί, για βλάβες που υπέστη από αδικοπραξία τράπεζας ένας οδοντίατρος από τη Ρόδο, ο οποίος επένδυσε τις οικονομίες του σε σχέδιο, που υποτίθεται θα του παρείχε ασφάλεια και υψηλή τοκοφορία αλλά τις είδε να εξανεμίζονται!!
Το ιστορικό της υπόθεσης, όπως αυτό περιγράφεται στην αγωγή που υπέβαλε ο οδοντίατρος, ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, έχει ως εξής:
«Τον Οκτώβριο του έτους 2003 επισκέφτηκα το υποκατάστημα (…) στην πόλη της Ρόδου, όπου και κατοικώ, για να ζητήσω πληροφορίες σχετικά με την καλύτερη δυνατή τοποθέτηση των χρημάτων μου καθώς η προθεσμιακή κατάθεση που μέχρι τότε είχα, είχε λήξει. Αμέσως με κάλεσε στο γραφείο του ο τότε διευθυντής του υποκαταστήματος της εναγομένης, (…), τον οποίο γνώριζα ήδη λόγω της συχνής συνεργασίας μου με το συγκεκριμένο υποκατάστημα. Του τόνισα ότι ήθελα μεν την καλύτερη δυνατή τοποθέτηση των χρημάτων μου, χωρίς όμως να κινδυνεύει το κεφάλαιό μου με οποιονδήποτε τρόπο. Είχα εκείνη την εποχή συγκεντρώσει το ποσό των 650.000 ευρώ περίπου και με ενδιέφερε μία σταθερή και σίγουρη επένδυση. Μου πρότεινε αρχικά να επενδύσω το 70% του κεφαλαίου μου σε ομόλογα και το 30% στο χρηματιστήριο. Του απάντησα κατηγορηματικά ότι δεν με ενδιαφέρει τέτοιου είδους επένδυση και ότι δεν επιθυμούσα να έχω κανενός είδους διακινδύνευση (ρίσκο) στην επένδυσή μου, αναφέροντας μάλιστα χαρακτηριστικά τη φράση «κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει». Τότε εκείνος, αφού έκανε ορισμένα τηλεφωνήματα, μου πρότεινε ως ιδανική λύση την επένδυση σε ένα ομόλογο το οποίο θα έληγε το 2049 και στο οποίο το κεφάλαιό μου θα ήταν εγγυημένο και εξασφαλισμένο. Μην έχοντας ποτέ ως τότε επενδύσει σε κάποιο παρόμοιο τραπεζικό προϊόν, ήμουν πολύ διστακτικός και έκανα διάφορες ερωτήσεις για να σιγουρευτώ ότι το κεφάλαιο μου δεν διέτρεχε τον οποιονδήποτε κίνδυνο απομείωσης. Τότε ο διευθυντής του υποκαταστήματος της εναγομένης με διαβεβαίωσε κατηγορηματικά ότι α) το κεφάλαιό μου θα ήταν απολύτως εξασφαλισμένο και εγγυημένο, και β) ότι οι τόκοι θα είναι διαθέσιμοι ανά τρίμηνο και θα έχουν αυξομειώσεις ανάλογα με την απόδοση παρόμοιων τραπεζικών προϊόντων. Τον ρώτησα πως θα ήταν δυνατόν να επενδύσω σε ένα ομόλογο που θα έληγε 46 χρόνια μετά, δεδομένου ότι ήμουν εκείνη την στιγμή σχεδόν 49 ετών και με καθησύχασε λέγοντας ότι τα χρήματά μου θα είναι διαθέσιμα ανά πάσα στιγμή και θα μπορώ να διακόψω την επένδυση αν το έκρινα σκόπιμο. Επίσης μου είπε ότι θα μπορώ να παρακολουθώ από τις οικονομικές εφημερίδες την απόδοση του ομολόγου αυτού και κατά συνέπεια και την ωφέλεια που θα έχω ανά τρίμηνο.
Μετά τα ανωτέρω πείσθηκα από τις διαβεβαιώσεις του συνομιλητή μου, και αποφάσισα να ακολουθήσω την συμβουλή του, επενδύοντας το κεφάλαιο των ευρώ 627.080,00 ¤ στο ομόλογο με τίτλο «(…) FUND.LTD CALL 3M EUR+1.75», κωδικό αριθμό έκδοσης «(…)», αριθμό αναγγελίας «(…)» και αριθμό τίτλου «(…)», το οποίο κεφάλαιο αντιστοιχεί σε 610 τεμάχια του ομολόγου, αφού έλαβα και πάλι την κατηγορηματική διαβεβαίωσή του ότι το κεφάλαιό μου αυτό θα ήταν εγγυημένο και εξασφαλισμένο. Η επένδυση αυτή έλαβε χώρα την 9-10-2003.
Τονίζεται στο σημείο αυτό ότι δεν υπέγραψα οποιοδήποτε έγγραφο για την επένδυση αυτή, ούτε μου επιδείχθηκε οποιοδήποτε σχετικό έγγραφο με τους όρους της επένδυσης αυτής, αλλά αρκέστηκα στις προφορικές διαβεβαιώσεις του διευθυντή του υποκαταστήματος της εναγομένης, ως εκ της θέσεώς του και της προσωπικής γνωριμίας μου μαζί του, αφού ούτε καν διανοήθηκα ότι θα μπορούσε διευθυντής τράπεζας και μάλιστα γνωστός μου, να μην μου αποκαλύψει την αλήθεια και να μην ενεργήσει σύμφωνα με τα λεγόμενά του. Έτσι η επένδυσή μου έγινε προφορικά, με την εντολή προς τον διευθυντή της εναγομένης να ενεργήσει για λογαριασμό μου σύμφωνα με όσα μου είχε εκθέσει επίσης προφορικά.
Πράγματι λοιπόν το επόμενο χρονικό διάστημα άρχισα να λαμβάνω τους τόκους ανά τρίμηνο από την εν λόγω επένδυση. Το πρώτο τρίμηνο έλαβα 3.000 ¤, ενώ έλαβα μέχρι και 9.000 ¤ στο τρίμηνο. Επισκεπτόμουν το υποκατάστημα και ρωτούσα τον (…) για την απόδοση του ομολόγου, παίρνοντας την απάντηση και συμβουλή να μην το εξαργυρώσω γιατί, όπως έλεγε, «πηγαίνει καλά». Στην συνέχεια ωστόσο οι τόκοι που ελάμβανα άρχισαν να μειώνονται όλο και περισσότερο.
Τον Απρίλιο του 2012 προβληματισμένος πλέον, πήγα ξανά στο υποκατάστημα για πληροφορίες και αυτή τη φορά με εξυπηρέτησε άλλος υπάλληλος, καθώς ο (…) είχε μετατεθεί, πληροφορώντας με ότι το συγκεκριμένο ομόλογο στο οποίο είχα επενδύσει στην εναγομένη, είχε χάσει τουλάχιστον το 30% της αξίας του! Αποσβολωμένος από την πληροφορία αυτή, εξήγησα στον υπάλληλο ότι ο (…) με είχε διαβεβαιώσει ότι το κεφάλαιο μου θα ήταν εξασφαλισμένο και ο υπάλληλος τότε εκνευρισμένος μου απάντησε, να απευθυνθώ σε εκείνον! Βρίσκοντας εντελώς παράλογη την αντίδραση αυτή, αφού το ομόλογο είχε εκδοθεί από την (…) και όχι από τον (…), τηλεφώνησα στον τελευταίο. Του εξέθεσα την κατάσταση και του ζήτησα εξηγήσεις για τις εντελώς αντίθετες υποδείξεις και πληροφορίες που μου είχε δώσει. Εκείνος δεν απάντησε επί της ουσίας αλλά μου είπε ξανά ότι δεν πρέπει να εξαργυρώσω το ομόλογο και ότι πρέπει να περιμένω δήθεν έως την 13-7-2013, όπου ίσως ανακληθεί το ομόλογο από την (…) και τότε θα πάρω ολόκληρο το κεφάλαιό μου πίσω.
Καταλαβαίνοντας πλέον ότι κάτι δεν πάει καλά, συνέχισα να επισκέπτομαι το υποκατάστημα και να ζητώ πληροφορίες για την πορεία του ομολόγου, διαπιστώνοντας ωστόσο κάθε φορά ότι πήγαινε όλο και χειρότερα. Τότε αποφάσισα να δράσω εγγράφως, επιδίδοντας αρχικά στην εναγομένη την από 7-5-2012 εξώδικη δήλωση, πρόσκληση και διαμαρτυρία, με την οποία εξέθεσα το ανωτέρω ιστορικό και ζήτησα από την εναγομένη να μου επιστρέψει ολόκληρο το κεφάλαιο που είχα επενδύσει σε αυτήν.
Η εναγομένη απάντησε με την από 2-8-2012 εξώδικη δήλωσή της, με την οποία υποστήριξε ψευδέστατα ότι εγώ γνώριζα εξ αρχής τους όρους της επένδυσης υψηλού ρίσκου (κινδύνου κάθετης πτώσης αναφέρει χαρακτηριστικά) και ότι αν επιθυμώ, μπορώ να εξαγοράσω τον τίτλο που κατείχα στο 45% της ονομαστικής αξίας του! Ήτοι στο ποσό των 627.080 × 45% = 282.186, με πρόκληση ζημίας μου ύψους 344.894!!
Φυσικά αρνήθηκα την οποιαδήποτε συζήτηση γύρω από μια τέτοια λύση, και ζήτησα από την εναγομένη με αίτησή μου να μου χορηγήσει αντίγραφα όλων των εγγράφων που αφορούν στους όρους έκδοσης του συγκεκριμένου ομολόγου και την επένδυσή μου σε αυτό. Επειδή η εναγομένη αρνήθηκε, υπέβαλα σχετική αίτηση στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ρόδου, και μετά από την εντολή που δόθηκε προς την εναγομένη, η τελευταία με την από 15-10-2012 εξώδικη απάντησή της, μου χορήγησε τα εν λόγω έγγραφα, και συγκεκριμένα μου χορήγησε, όπως αναφέρει: α) Τα παραστατικά της επένδυσης (η από 9-10-2003 αίτηση αγοράς, το από 14-10-2003 ένταλμα ανάληψης, το από 14-10-2003 γραμμάτιο είσπραξης), β) Το prospectus με τους όρους έκδοσης του ομολόγου, γ) Τις ετήσιες καταστάσεις περιουσιακών στοιχείων (statements) για τα έτη 2008, 2009, 2010 και 2011).
Στα έγγραφα που μου χορήγησε η εναγομένη, επιβεβαιώνεται πλήρως ότι εγώ δεν έχω υπογράψει οποιοδήποτε έγγραφο σχετικά με την προπεριγραφόμενη επένδυση, ούτε την αίτηση αγοράς, ούτε τα εντάλματα ανάληψης και είσπραξης, ούτε τους όρους της σύμβασης.
Είναι ακόμα χαρακτηριστικό, ότι περί τα μέσα Αυγούστου 2012 επισκέφθηκα με την σύζυγό μου (…) τον (…) στο υποκατάστημα της (…) στη Ρόδο, όπου πλέον ήταν διευθυντής, και κατά τη συζήτηση που είχαμε μας ανέφερε ότι τότε, τον Οκτώβριο 2003, δεν μου είχε πει ότι επρόκειτο περί ομολόγου με κίνδυνο, αλλά μου το απέκρυψε, διότι διαφορετικά δεν θα πραγματοποιούσα την επένδυση σ¶ αυτό». Την υπόθεση χειρίζονται οι δικηγόροι κ.κ. Κ. Σαρρής και Δημ. Γεωργάς.