Αισθητή μείωση της ποινής κατηγορούμενου για αποπλάνηση

Σε ποινή φυλάκισης 2 ετών, με 3ετή αναστολή, καταδικάστηκε χθες από το Πενταμελές Εφετείο Δωδεκανήσου, ο 61χρονος Χ. Σ. του Σ., κάτοικος Παραδεισίου, στον οποίο είχαν επιβληθεί ποινές κάθειρξης 8 ετών και 7 ετών για αποπλάνηση ανηλίκων σε δύο υποθέσεις, που είχε εξετάσει το Τριµελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργηµάτων τον Δεκέµβριο του 2011.
Το δικαστήριο εξέτασε χθες μια εκ των δύο υποθέσεων σε δεύτερο βαθμό (η έφεσή του για τη δεύτερη υπόθεση θα εξεταστεί τον προσεχή Ιούνιο) και έκρινε ότι ο κατηγορούμενος δεν διέπραξε το καταγγελλόμενο αδίκημα αλλά το αδίκημα της κατάχρησης σε ασέλγεια, που διώκεται σε βαθμό πλημμελήματος.
Το ιστορικό της υπόθεσης που εξετάστηκε χθες σύµφωνα µε την πρωτόδικη απόφαση έχει ως εξής:
Tην 5η Ιουλίου 2008 και ώρα 23.00′ περίπου µια ανήλικη περνούσε από κεντρική πλατεία του Παραδεισίου. O κατηγορούµενος, που ήταν γνωστός του πατέρα της αλλά δεν εγνώριζε το όνοµά του, της πρότεινε να την µεταφέρει στο σπίτι της. Εκείνη αρνήθηκε και συνέχισε το δρόµο της στον κεντρικό δρόµο του Παραδεισίου. Μετά από λίγο την πλησίασε µε το αυτοκίνητό του και την έπεισε να επιβιβαστεί σ’ αυτό. Ο κατηγορούµενος προφασιζόµενος ότι το όχηµά του ενοχλεί την κυκλοφορία στο σηµείο που βρισκόταν, ξεκίνησε και σταµάτησε σ’ ένα ερηµικό σηµείο. Εκεί άρχισε να της µιλά για τις διαφορές που έχουν ο άντρας και η γυναίκα στα γεννητικά τους µόρια και τη ρώτησε αν θα ντρεπόταν να δείξει σε αυτόν το δικό της ή αν θα ντρεπόταν αν αυτός της έδειχνε το δικό του.
Στη συνέχεια άρχισε να την φιλάει στα µάγουλα και στην µύτη, ενώ µε το χέρι του της χάιδευε το εσωτερικό και εξωτερικό µέρος των µηρών της. Επειδή συνέχιζε να ασελγεί σε βάρος της η κοπέλα τροµοκρατηµένη άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου και έφυγε τρέχοντας.
Πήγε στο σπίτι της, όπου εξιστόρησε το γεγονός στη µητέρα της και αυτή µε τη σειρά της στον σύζυγό της.
Με τον πατέρα της επισκέφθηκαν στη συνέχεια την καφετέρια και ζήτησαν από την υπάλληλο τα στοιχεία των ατόµων που αποτελούσαν την παρέα στο τραπέζι που υπέδειξε το κορίτσι και ένας εξ αυτών ήταν ο κατηγορούµενος.
Αστυνοµικοί εντόπισαν το σπίτι του και έξω από αυτό σε αλάνα, που ήταν σταθµευµένα και άλλα οχήµατα, η κοπέλα αναγνώρισε το IXE αυτ/το στο οποίο είχε επιβιβαστεί.
Απολογούµενος ο κατηγορούµενος διέψευσε ότι η ανήλικη µπήκε στο αυτοκίνητό του ενώ όταν ρωτήθηκε πώς γνωρίζει η κοπέλα λεπτοµέρειες για το εσωτερικό του αυτοκινήτου, ισχυρίστηκε ότι είχε µπει στο αυτοκίνητο πριν από λίγους µήνες όταν την µετέφερε µαζί µε τον εγγονό του και άλλα παιδιά σε εκδροµή που διοργάνωνε το σχολείο τους στη Σύµη!.
Φέρεται να προέκυψε και από την κατάθεση της ανήλικης (η δίκη διεξήχθη κεκλεισμένων των θυρών) ότι ο κατηγορούμενος δεν την είχε ακουμπήσει σε απόκρυφα σημεία του σώματός της.
Ως συνήγορος υπεράσπισής του παρέστη ο δικηγόρος κ. Μ. Βλάχος.
Σημειώνεται ότι συγγενείς του δεύτερου θύματος επιτέθηκαν στον κατηγορούμενο κατά τη διακοπή της συνεδρίασης του δικαστηρίου με αποτέλεσμα να ληφθούν αυξημένα μέτρα προστασίας κατά τη μεταγωγή του στο Αστυνομικό Τμήμα Ρόδου.
Θυμίζουμε ότι η δεύτερη υπόθεση ήλθε στην επιφάνεια µετά τη σύλληψη του 61χρονου και την προσαγωγή του ενώπιον του Ανακριτή.
Ενώπιον του κ. Ανακριτή παρουσιάστηκε συγκεκριµένα αυτοβούλως, µετά το θόρυβο που προκλήθηκε από τη σύλληψή του, µια 24χρονη σήµερα κάτοικος Παραδεισίου και υποστήριξε ότι όταν ήταν µικρή στην ηλικία 7-8 ετών οι γονείς της αναγκάζονταν να φεύγουν από το σπίτι για να εργαστούν και σε πολλές περιπτώσεις την άφηναν για φύλαξη στην οικία του 61χρονου. Ισχυρίστηκε ότι ήταν πάντοτε διαχυτικός µαζί της και ότι την αγκάλιαζε και µπροστά στη γυναίκα του. Οπως τόνισε, θυµάται ότι σε ηλικία 10 ετών περίπου της είχε πιάσει το αριστερό χέρι και το έβαλε στα γεννητικά του όργανα πάνω από την πιτζάµα που φορούσε ενώ υποστήριξε ότι σε µια άλλη περίπτωση εντός του αυτοκινήτου του την χαϊδευε ανάµεσα στα πόδια λέγοντάς της ότι τον ερεθίζει. Της είχε προτείνει εξάλλου να της δώσει και λεφτά.
Η 24χρονη ισχυρίστηκε παραπέρα ότι στο τέλος του καλοκαιριού του 1994 την είχε ρίξει στο κρεβάτι του, της σήκωσε την µπλούζα και την φίλησε στα στήθη.
Κατέθεσε ότι αντιµετωπίζει ψυχολογικά προβλήµατα και φόβο, προσθέτοντας ότι όταν πληροφορήθηκε τις καταγγελίες σε βάρος του από την 11χρονη αποφάσισε να καταγγείλει και τη δική της εµπειρία µε σκοπό να βοηθήσει κι άλλα παιδιά.
O κατηγορούµενος αρνήθηκε την κατηγορία, την οποία αποδίδει στην εµπάθεια της οικογένειας της κοπέλας προς το πρόσωπό του, επειδή το έτος 2006 είχε θέσει υποψηφιότητα για δηµοτικός σύµβουλος µε παράταξη αντίθετη µε αυτήν που είχε θέσει υποψηφιότητα η µεγαλύτερη αδελφή της.