• Ο δικηγόρος κ. Χριστόδουλος Μαλιαράκης κατέθεσε αγωγή εκ μέρους παθούσας οδηγού, περιγράφοντας συνθήκες που οδήγησαν σε σφοδρή σύγκρουση σε επαρχιακή οδό χωρίς ρυθμιστική σήμανση και ζητώντας χρηματική ικανοποίηση για υλικές ζημιές και ηθική βλάβη
Μια υπόθεση με έντονη κοινωνική και θεσμική διάσταση αναδεικνύει, εκ νέου, τις ευθύνες της τοπικής αυτοδιοίκησης για την οδική ασφάλεια. Αγωγή που κατατέθηκε στο Μονομελές Διοικητικό Πρωτοδικείο Ρόδου στρέφεται κατά του Δήμου Ρόδου για παράλειψη σήμανσης σε κρίσιμη συμβολή δρόμων στον Μονόλιθο, παράλειψη η οποία, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της παθούσας, οδήγησε με μαθηματική ακρίβεια σε τροχαίο.
Την αγωγή συνέταξε και υπέβαλε ο δικηγόρος κ. Χριστόδουλος Μαλιαράκης, περιγράφοντας αναλυτικά τις συνθήκες του συμβάντος, το νομικό πλαίσιο ευθύνης και το ύψος των αξιώσεων.
Το χρονικό του συμβάντος: από την αγροτική οδό στην επαρχιακή
Το τροχαίο σημειώθηκε την Κυριακή 28 Ιουλίου 2024, στις 16:40, στην επαρχιακή οδό Μονολίθου – Κάστρου Μονολίθου. Η παθούσα οδηγός κινούνταν με κατεύθυνση προς το Κάστρο, στη δεξιά λωρίδα κυκλοφορίας, με ταχύτητα περίπου 30 χλμ./ώρα, όταν όχημα που ερχόταν από ανώνυμη αγροτική οδό, εκ δεξιών, επιχείρησε αριστερή στροφή για να εισέλθει στην επαρχιακή χωρίς να ανακόψει ταχύτητα και χωρίς να παραχωρήσει προτεραιότητα. Ακολούθησε σφοδρή σύγκρουση που προκάλεσε εκτεταμένες υλικές ζημιές στο όχημα της παθούσας.
Καθοριστικό στοιχείο της υπόθεσης είναι ότι στο σημείο δεν υπήρχε ρυθμιστική πινακίδα Ρ-2 (STOP) ούτε οριζόντια διαγράμμιση «γραμμή διακοπής πορείας». Σύμφωνα με το δικόγραφο, η έλλειψη αυτών των μέτρων οδήγησε τον οδηγό της αγροτικής οδού στην εσφαλμένη εντύπωση ότι, βάσει του άρθρου 30 παρ. 5 του Κώδικα Οδικής Κυκλοφορίας, ίσχυε ο γενικός κανόνας «δεξιάς προτεραιότητας». Ωστόσο, η ίδια διάταξη (περ. β’) ορίζει ρητά ότι οι επαρχιακές οδοί έχουν πάντοτε προτεραιότητα έναντι συμβαλλόμενων αγροτικών οδών, κάτι που στην πράξη θα έπρεπε να αποτυπώνεται με σαφή σήμανση. Η απουσία της καταλογίζεται στον Δήμο ως παράνομη και υπαίτια παράλειψη.
Στην αγωγή αναφέρεται ότι το οδικό τμήμα παρουσιάζει αυξημένη κυκλοφορία, ιδιαίτερα στα τέλη Ιουλίου στο μέσο της τουριστικής περιόδου. Κάτοικοι και επαγγελματίες είχαν – σύμφωνα πάντα με τους ισχυρισμούς – επανειλημμένα προειδοποιήσει για την ανάγκη τοποθέτησης πινακίδας και διαγράμμισης, χωρίς ανταπόκριση. Μάλιστα γίνεται λόγος και για άλλα τροχαία στο ίδιο σημείο, αποδιδόμενα στην ίδια αιτία: την ανυπαρξία ορθής σήμανσης.
Κατόπιν αιτήματος της παθούσας, η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων και Υποδομών του Δήμου Ρόδου, με το υπ’ αρ. πρωτ. 47276/24-09-2024, υπογεγραμμένο από τον αναπληρωτή διευθυντή, αναφέρει ρητώς ότι η επαρχιακή οδός είχε προτεραιότητα έναντι της ανώνυμης οδού. Το ίδιο έγγραφο διαβιβάστηκε στο αρμόδιο τμήμα με οδηγίες για λήψη μέτρων βελτίωσης των συνθηκών: τοποθέτηση πινακίδας Ρ-2 (STOP) και χάραξη γραμμής διακοπής πορείας στην αγροτική οδό. Η επίκληση του εγγράφου από την πλευρά της παθούσας προβάλλεται ως έμμεση ομολογία ότι, κατά τον χρόνο του ατυχήματος, τα κρίσιμα αυτά στοιχεία σήμανσης απουσίαζαν.
Υποχρεώσεις σήμανσης και συντήρησης: τι προβλέπουν ΚΟΚ και ειδικοί νόμοι
Στο δικόγραφο παρατίθενται εκτενώς οι διατάξεις του ΚΟΚ για τη ρυθμιστική σήμανση (πινακίδες Ρ-1 έως Ρ-77) και ειδικά η Ρ-2 «Υποχρεωτική διακοπή πορείας», καθώς και οι κανόνες οριζόντιας σήμανσης για τη «γραμμή διακοπής πορείας». Επιπλέον, γίνεται επίκληση των υποχρεώσεων του έχοντος αρμοδιότητα επί της οδού να λαμβάνει κάθε μέτρο ώστε η κυκλοφορία να μη δημιουργεί κίνδυνο ή ζημία. Παράλληλα, μνημονεύονται διατάξεις που ορίζουν ότι οι δήμοι είναι αρμόδιοι για κατασκευή, συντήρηση και έλεγχο των δημοτικών/κοινοτικών οδών και υποχρεούνται σε τακτικούς ελέγχους και άμεση αποκατάσταση επικινδυνοτήτων, ακόμη και με προσωρινή σήμανση.
Η αγωγή περιγράφει ότι, εξαιτίας της μη παραχώρησης προτεραιότητας από το όχημα που εισήλθε στην επαρχιακή, προκλήθηκε σφοδρή πλευρική σύγκρουση στο Ford Fiesta της παθούσας, με σημαντικές υλικές βλάβες στο εμπρόσθιο δεξί τμήμα. Το πραγματικό αυτό σκηνικό συνδέεται ευθέως – σύμφωνα με τους ισχυρισμούς – με την έλλειψη απαγορευτικού σήματος και διαγράμμισης στο στόμιο της αγροτικής οδού.
Το συνολικό αιτούμενο ποσό ανέρχεται σε 12.737,10 ευρώ, ήτοι άθροισμα των 2.737,10 ευρώ για υλικές ζημιές και 10.000 ευρώ για ηθική βλάβη. Ζητείται, επίσης, η επιδίκαση νόμιμων τόκων από την επίδοση της αγωγής μέχρι την ολοσχερή εξόφληση, καθώς και η καταδίκη του Δήμου στη δικαστική δαπάνη και στην αμοιβή του πληρεξουσίου δικηγόρου.
Η υπόθεση αναδεικνύει μια κρίσιμη πτυχή της χρηστής διοίκησης: η προληπτική σήμανση και η έγκαιρη επέμβαση στις οδικές υποδομές δεν αποτελούν απλώς τεχνικές λεπτομέρειες αλλά βασική, νομοθετημένη υποχρέωση των αρμοδίων υπηρεσιών. Η αγωγή στηρίζεται σε διατάξεις που προβλέπουν τακτικούς ελέγχους του οδικού δικτύου, καταγραφή ευρημάτων, άμεση λήψη προσωρινών μέτρων σε περίπτωση επικινδυνότητας και ολοκλήρωση αποκατάστασης εντός ασφυκτικών προθεσμιών. Η μη τήρηση αυτών συνιστά ακόμη και πειθαρχικό παράπτωμα, σύμφωνα με τα επικαλούμενα νομικά κείμενα.