Ρεπορτάζ

Οι οινοποιοί όλης της χώρας ζητούν να χαραχθούν

Είναι πάθος το κρασί και για δυο ημέρες βρέθηκαν στη Ρόδο 33 παθιασμένοι, Έλληνες παραγωγοί για να δείξουν στο τοπικό κοινό τις δημιουργίες τους. Τανίνες και αρώματα, γερά δομημένα κόκκινα κρασιά και λευκά γεμάτα υφές έδωσαν στην καρδιά του Φλεβάρη μια γερή δόση καλοκαιρινής αύρας.
Το διήμερο wine testing στο ξενοδοχείο Mediterranean, στις 19 & 20 Φεβρουαρίου 2019 οργανώθηκε από την εταιρεία “Enoteca di Rodi” του Γεώργιου Φαίδωνα Τυπάλδου και σε αυτό ήταν παρόντες οι ίδιοι οι παραγωγοί από κάθε γωνιά της Ελλάδας. «Το ελληνικό κρασί είναι εξαιρετικό και εκείνο που χρειάζεται είναι υποστήριξη για να οργανωθεί η προβολή του στο εξωτερικό ώστε να πάρει έτσι τη θέση που του αξίζει» δήλωσε προς τη “δημοκρατική” ο κ. Λεωνίδας Χατζημιχάλης, αναπληρωτής γενικός διευθυντής της εταιρείας “Κτήμα Χατζημιχάλη”. Ως ένας από τους συνεχιστές της καλλιέργειας 2.200 στρεμμάτων ιδιόκτητων αμπελώνων στην περιοχή της Αταλάντης, ο κ. Λεωνίδας Χατζημιχάλης μπορεί να μιλήσει εξ ονόματος των μεγάλων οινοποιών της Ελλάδας. «Αρκεί να δει κανείς τους διεθνείς διαγωνισμούς και τα μεγάλα βραβεία που κατακτούν τα ελληνικά κρασιά, για να αντιληφθεί ότι πολλές ελληνικές δημιουργίες οίνου είναι αντάξιες των μεγάλων διεθνών ονομάτων».

Το Σήμερα του ελληνικού κρασιού βασίζεται κυρίως στη δεύτερη γενιά οινοποιών. Οι πρώτοι ήταν οι οραματιστές, για πολλούς οι “τρελοί” που επένδυαν όλη τους της ζωή στα αμπέλια. Είναι χαρακτηριστικό πως ο Δημήτρης Χατζημιχάλης, ιδρυτής της ομώνυμης εταιρείας οίνου, είχε στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 ως κύρια δραστηριότητα την εκμετάλλευση ενός αγροκτήματος με γαλοπούλες. Τα έσοδα αυτής της δουλειάς διοχετεύονταν από το 1973 για την αγορά και καλλιέργεια αμπελώνων. Γι’ αυτό και το έμβλημα των οίνων Χατζημιχάλη είναι η γαλοπούλα. «Το όραμα του καλού κρασιού ξεκίνησε από την πρώτη γενιά, εμείς σαν νεώτερη γενιά δουλεύουμε για τον εκσυγχρονισμό των μεθόδων καλλιέργειας, για την οργάνωση, το άνοιγμα των αγορών και την προώθησή του».
Περίπου είναι αντίστοιχη η ιστορία όλων των Ελλήνων οινοποιών. Το πάθος τους για το καλό κρασί συντηρούνταν μέσα από συνεχή δουλειά ταυτόχρονα με άλλες παράλληλες δραστηριότητες που τους διασφάλιζαν την ευχέρεια να περιμένουν την κατάλληλη στιγμή που κρασί και αγορά θα έχουν φτάσει στην πρέπουσα ωριμότητα.
«Η Ελλάδα έχει το προνόμιο της καλλιέργειας πολλών και διαφορετικών ποικιλιών και αυτό της έδωσε τη δυνατότητα να δημιουργήσει μια μεγάλη παλέτα γεύσεων» περιέγραψε από τη δική του πλευρά προς τη “δημοκρατική” ο κ. Γιώργος Τυπάλδος. Με το χαρακτηριστικό πάθος που έχει όταν μιλάει για το κρασί, ο ίδιος θεωρεί ως κρίσιμης σημασίας την επιμόρφωση των στελεχών των ξενοδοχείων και των εστιατορίων σε θέματα οίνου. «Είναι εκείνοι που θα προτείνουν προς τους επισκέπτες του νησιού το κρασί ή τα κρασιά που θα συνοδεύσουν τις βραδιές τους. Η καλή γνώση σε θέματα οίνου είναι σίγουρο ότι ένα γεύμα θα το κάνει ακόμα καλύτερο και μια απλή βραδιά θα τη μετατρέψει σε μια καταπληκτική βραδιά».

Το ελληνικό κρασί
και το… χύμα
Τα εκατομμύρια των τουριστών της Ρόδου είναι μια μεγάλη καταναλωτική αγορά, όμως ένα μεγάλο τμήμα της ξεδιψά από χύμα κρασί που διατίθεται σε ασκούς που δεν φέρουν όνομα παραγωγού. Αυτό συμβαίνει λόγω του all inclusive, αλλά και της θέλησης αρκετών εστιατόρων να προσφέρουν ποτήρι κρασί σε φαινομενικά χαμηλή τιμή (Τα 150 ml διατίθενται συνήθως σε τιμή 3 ευρώ, όταν τα 1000 ml του ασκού, σε τιμή χονδρικής μπορεί να κοστίζουν 2,5 ευρώ). Υπάρχουν ασκοί που περιέχουν ελληνικό κρασί και σε ορισμένες περιπτώσεις καλό ελληνικό κρασί (λόγω της αδυναμίας του μικροπαραγωγού να τυποποιήσει). Ωστόσο είναι σύνηθες ο ασκός να περιλαμβάνει ελληνικό κρασί με άλλες προσμίξεις για να αυξηθεί η ποσότητά του (θειούχα, χρωστικές κλπ) ή “ελληνοποιημένο” κρασί άλλων χωρών. Αυτού του είδους τα κρασιά έχουν έντονες οξειδώσεις στη γεύση, ενδεχομένως φάρμακα για την αντιμετώπιση της οξείδωσης και σχεδόν πάντα προκαλούν πονοκεφάλους.
Το χύμα κρασί από ασκό είναι επιλογή του καταναλωτή. Ωστόσο, η επιλογή αυτή ανάγεται σε πρόβλημα όταν ο τουρίστας θεωρεί πως πίνει ελληνικό κρασί, διότι ως τέτοιο σερβίρεται: «Ποτήρι ελληνικό χύμα κρασί». Αυτός ο “ξυδιάς” στην πράξη καταδικάζει σε διαρκή ανυποληψία το πραγματικό ελληνικό κρασί.

Οι κακές εμπορικές πρακτικές και η διαρκής παραπλάνηση του καταναλωτή είναι ίσως και το μεγαλύτερο πρόβλημα στη βιομηχανία του οίνου της χώρας μας. Αυτό είναι και το οξύμωρο της όλης κατάστασης’ μια χώρα με χιλιετίες ιστορίας στο κρασί να μην έχει κουλτούρα σχετικά με αυτό.
Ρόδος και κρασί
Στο ερώτημα για τις οινικές επιλογές των Ροδίων ο κ. Τυπάλδος θεωρεί ότι «οι συντοπίτες μας ξεχωρίζουν το καλό κρασί και το επιλέγουν». Στο νησί υπάρχουν εξαιρετικά ενημερωμένες κάβες και τα τελευταία χρόνια δημιουργούνται μπαρ και χώροι εστίασης με κύριο προϊόν το κρασί. Εκεί γίνεται πραγματική καλλιέργεια της γνώσης σχετικά με το Θείο δώρο των καρπών της γης. Προσφέρονται επιλογές σε ποτήρι 75 ml και 150 ml σε τιμές που ανταποκρίνονται στο περιεχόμενο που κρύβει κάθε ετικέτα (τα 75 ml προσφέρονται από 2,5 ευρώ και προέρχονται από μπουκάλι 750 ml με χονδρική τιμή 9 ευρώ).
Σε αυτούς τους χώρους, όλα τα κρασιά, από το Πόρτο Καρράς της Χαλκιδικής μέχρι τα Απόλλωνα στη Ρόδο, διατίθενται με την ιστορία τους και όλες τις πληροφορίες και τους παράγοντες που επηρεάζουν τη γεύση του κρασιού. Ετσι, δίδονται πληροφορίες σχετικά με το έδαφος, το υπέδαφος, το μικροκλίμα της τοποθεσίας του αμπελώνα, ακόμα και για το οικοσύστημα της χλωρίδας και της πανίδας που υπάρχει τριγύρω.
Η Ρόδος είναι ανεγνωρισμένη περιοχή παραγωγής καλού κρασιού. Ξεκινώντας από τους (προστατευμένους από ασθένειες) αμπελώνες του Ατάβυρου με κατεύθυνση είτε προς τις Πεταλούδες, είτε προς το Γεννάδι, απαντώνται κλήματα ηλικίας από 30 έως και 80 ετών. Το ροδίτικο κρασί μνημονεύεται από τα αρχαιοελληνικά κείμενα ως εξαιρετικής γεύσης και είναι το στοιχείο που δίνει στο τοπικό προϊον προστιθέμενη αξία. Το πρόβλημα είναι πως η αξία αυτή δεν προβάλλεται επαρκώς. Με μόνη εξαίρεση την CAIR, που έχει ένα μεγάλο δίκτυο διανομής και προβολής του οίνου της, οι υπόλοιπες εταιρείες και τα μικρά οινοποιεία δεν έχουν την προβολή που θα έπρεπε, με αποτέλεσμα να εξαναγκάζονται σε υψηλό βαθμό εξάρτισης από τα τουριστικά πρακτορεία. Τα τελευταία καρπούνται το μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους των μικρών παραγωγών.

Ο οίνος του Πλάτωνα
Ο Πλάτωνας ήταν εκείνος που απέδωσε στο κρασί τον προσδιορισμό οίνος, διότι γεμίζει το μυαλό με οίηση – φαντασία. Ο Στράβωνας στα “Γεωγραφικά” αποδίδει την Ελλάδα ως πατρίδα του κρασιού, ο δε, Ομηρος το ανάγει ως μια “επικίνδυνη ηδονή”.
Έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια από τότε και το ελληνικό κρασί δεν έχει καταφέρει να τοποθετηθεί σε μια θέση ανάλογη με εκείνη που έχουν κατακτήσει για παράδειγμα τα γαλλικά κρασιά. Ίσως να ευθύνεται ο Οθωμανικός ζυγός και η απώλεια της εθνικής ταυτότητας για τέσσερις αιώνες, η Αναγέννηση που δεν πέρασε ποτέ από την Ελλάδα, το πτωχευμένο κράτος των Τρικούπη και Βενιζέλου, η πείνα στους αλλεπάλληλους πολέμους του περασμένου αιώνα. Ηταν όλα ταραγμένα χρόνια και η Ελλάδα αγωνιούσε να επιβιώσει, όταν άλλα ευρωπαϊκά κράτη διαμόρφωναν κουλτούρα, μεταξύ των άλλων και γαστρονομική.
Όλα αυτά πέρασαν. Μεσούσης της οικονομικής κρίσης ξεφύτρωσαν στην Ελλάδα εκατοντάδες οινοποιεία και η στροφή στους καρπούς της αμπέλου ήταν για όλους επιτυχημένη, τουλάχιστον σε επίπεδο γεύσης. Τώρα οι παράγοντες του οίνου της χώρας μας τονίζουν την ανάγκη να χαραχθούν τοπικές και εθνικές στρατηγικές προβολής του ελληνικού κρασιού. Να διαφημιστεί στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο έτσι ώστε να το αναγνωρίζουν όλοι με τις επωνυμίες του, να αντιληφθούν την εξαιρετική του ποιότητα και να το ζητούν με το όνομά του. Το κέρδος θα είναι μεγάλο κι όχι μόνο οικονομικό.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου