Συνεντεύξεις

Στέλιος Περράκης: «Η Τουρκία στηρίζεται στη βία της ισχύος και όχι στην ισχύ του Δικαίου»

Μία σημαντική (από πολλές πλευρές) συνάντηση με θέμα το Διεθνές Δίκαιο και σημείο αιχμής τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, θα διεξαχθεί τον προσεχή Σεπτέμβριο σε Ρόδο και Καστελλόριζο.
Πρόκειται για το 4ο Συμπόσιο Διεθνούς Δικαίου μια Διεθνούς Πολιτικής για το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο με θέμα «40 χρόνια από τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, Montego Bay 1982» το οποίο διοργανώνει η Ελληνική Εταιρεία Διεθνούς Δικαίου & Διεθνών Σχέσεων, από τις 11 έως τις 13 Σεπτεμβρίου.
Οι εργασίες θα ξεκινήσουν στη Ρόδο και συγκεκριμένα στο ξενοδοχείο ‘Ρόδος Παλάς’ και θα συνεχιστούν στο ακριτικό Καστελλόριζο. Για το θέμα αλλά και για την σπουδαιότητα της Σύμβασης στις σχέσεις της Ελλάδας με την Τουρκία, μιλάει σήμερα στην «δημοκρατική» ο κ. Στέλιος Περράκης, καθηγητής Διεθνούς Δικαίου και κοσμήτορας της Νομικής Σχολής στο Πανεπιστήμιο Νεάπολης Πάφου, στην Κύπρο. Μέχρι τον περασμένο Μάιο ήταν πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Διεθνούς Δικαίου & Διεθνών Σχέσεων και τώρα, έχει την θέση του αντιπροέδρου και είναι υπεύθυνος γι’ αυτές τις διοργανώσεις.
• Κύριε Περράκη, μια σημαντική συνάντηση με θέμα το Διεθνές Δίκαιο και σημείο αιχμής τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, θα διεξαχθεί τον προσεχή Σεπτέμβριο σε Ρόδο και Καστελλόριζο. Μιλήστε μας γι’ αυτό. Ποιοι είναι οι δεσμοί που έχετε με την Ρόδο αλλά και πόσο σημαντικό είναι το Καστελλόριζο την δεδομένη στιγμή;
Το 4ο Συμπόσιο Διεθνούς Δικαίου & Διεθνούς Πολιτικής Ρόδου – Καστελλόριζου, που θα γίνει στις 11-13 Σεπτεμβρίου 2022 και είναι αφιερωμένο στα 40χρονα της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας του Montego Bay (1982), είναι μια ακόμη εκδήλωση της προσοχής και του ενδιαφέροντος της ελληνικής διεθνολογικής κοινότητας, όπως εκφράζεται και μέσα από την Ελληνική Εταιρεία Διεθνούς Δικαίου & Διεθνών Σχέσεων, για την περιοχή και, συγκεκριμένα, την Ρόδο και το Καστελλόριζο, ως σύνορο της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης.
Πράγματι, στην πορεία του χρόνου, από το 1994, που διοργάνωσα -τότε με το Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών- την πρώτη επιστημονική Συνάντηση για το Αιγαίο και ζητήματα εφαρμογής του (νέου) Δικαίου της Θάλασσας, με την θέση σε εφαρμογή της Σύμβασης του 1982, η Ρόδος αποτελεί σταθερή επιλογή, ως ένας ξεχωριστός τόπος συνάντησης της ακαδημαϊκής -και όχι μόνο- διεθνολογικής κοινότητας. Και πέρα από την προσωπική σχέση με διαχρονικούς αγαπητούς φίλους, η Ρόδος και, μετά το 2014, και το Καστελλόριζο -για συμβολικούς και όχι μόνο λόγους- αφού η εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου δοκιμάζεται στην περιοχή συστηματικά με τις «πλάγιες» και/ή εξωνομικές ερμηνείες/προσεγγίσεις της Τουρκίας, σε μια αναθεωρητική προσπάθεια ως προς το νομικό καθεστώς του Αιγαίου, που πλέον καταλαμβάνει όλες τις διαστάσεις και πτυχές του.
Ίσως να ακούγεται ως υπερβολή, αλλά τολμώ να πω, μάλιστα, ότι το μοναδικό Καστελλόριζο έχει -τρόπον τινα- «υιοθετηθεί» από την Εταιρεία μας, μιας και την τελευταία δεκαετία οι επιστημονικές συναντήσεις μας στα Δωδεκάνησα περιλαμβάνουν το ακριτικό νησί, στο οποίο η Ιστορία και η Γεωγραφία έδωσαν μια ιδιαίτερη θέση στον εθνικό εδαφικό κορμό και προσπαθούμε να είμαστε παρόντες/παρούσες στις 13 Σεπτεμβρίου, επέτειο της Απελευθέρωσης του νησιού.
Σημειώνω ότι το σύμπλεγμα της Μεγίστης, ως ειδικότερο παράδειγμα, ανεξάρτητα από τυχόν τουρκικούς ισχυρισμούς για κριτήρια «απόστασης», έχει όλα τα δικαιώματα που προβλέπει το Δίκαιο της Θάλασσας για ένα νησιωτικό έδαφος (άρθρο 121 της Σύμβασης του 1982).
Περαιτέρω, η Ρόδος σηματοδοτεί για την Εταιρεία μας, και προσωπικά για εμένα και πολλούς συναδέλφους, σε ένα άλλο συναισθηματικό επίπεδο, κάτι το ιδιαίτερο, αφού συνδέεται με δύο επιφανείς Έλληνες νομικούς με καταγωγή από την Ρόδο: τον Θεόδωρο Χαλκιόπουλο, επίτιμο ειδικό νομικό σύμβουλο του Υπουργείου Εξωτερικών, που άφησε ένα ξεχωριστό αποτύπωμα με τη δράση του στα ζητήματα του Δικαίου της Θάλασσας στις διεθνείς διαπραγματεύσεις της χώρας, ιδιαίτερα και για τη Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας του 1982.
Αλλά και με τον ευπατρίδη Φίλιππο Δρακίδη, εξαίρετο νομικό, με μια ιδιαίτερη διεθνή σταδιοδρομία, που πρωτοποριακά έγραψε για τα ζητήματα αποστρατιωτικοποίησης της Δωδεκανήσου σε έγκυρα διεθνή περιοδικά, αλλά και μια εξαίρετη σχετική μονογραφία. Και για μεν τον Θ. Χαλκιόπουλο, διοργανώσαμε στο παρελθόν ειδικό Συνέδριο του Δικαίου της Θάλασσας στη Ρόδο, αφιερωμένο στην μνήμη του, για δε τον Φ. Δρακίδη, θα γίνει ειδικό αφιέρωμα/αναφορά στην προσεχή εκδήλωση του Σεπτεμβρίου 2022, αφού το ζήτημα της «αποστρατιωτικοποίησης» και συναφή θέματα επανέρχονται στο δημόσιο λόγο και επιτακτικά τον ανακαλούν στην μνήμη μας.
• Η Ελλάδα αντιμετωπίζει συνεχείς προκλήσεις από την γείτονα χώρα, με αμφισβητήσεις της εθνικής μας κυριαρχίας ενώ ζητά αποστρατιωτικοποίηση και προσβάλλει τους Έλληνες και την Πολιτεία. Θα ήθελα το σχόλιό σας.
Η Τουρκία, επιδιώκοντας ουσιαστικά την αναθεώρηση του καθεστώτος του Αιγαίου, όπως αυτό προσδιορίζεται από το Διεθνές Δίκαιο -με όχημα διαρκώς διευρυνόμενες διεκδικήσεις/αξιώσεις- σώρευσε σταδιακά, ιδιαίτερα με αφετηρία το 1973/1974, διαφορές (νομικού ή πολιτικού χαρακτήρα) στην ανάγνωση/εφαρμογή του Διεθνούς Δικαίου, όπως ζητήματα οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας, μετά τα Ίμια (1996) για κυριαρχία νησίδων και βραχονησίδων (θεωρία γκρίζων ζωνών), αμφισβήτηση εύρους αιγιαλίτιδας ζώνης ή άσκησης δικαιώματος επέκτασης πέραν των 6 ν.μ. (casus belli), εύρος εναερίου χώρου (10 ν.μ.), FIR, «αποστρατιωτικοποίηση», ζώνες ευθύνης Έρευνας & Διάσωσης.
Τούτο το επιδίωξε, κυρίως προβάλλοντας έωλα/αβάσιμα νομικά επιχειρήματα, ενώ και ανά περιόδους αμφισβήτησε έμπρακτα κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας.
Και ενώ η ίδια παραμένει -και σήμερα- ελλειμματική ως προς την αποδοχή βασικών πράξεων του Διεθνούς Δικαίου (π.χ. της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας του 1982), αλλά και ενώ γενικότερα -πέρα από ρητορική εντυπώσεων- στερείται αυθεντικής κουλτούρας Διεθνούς Δικαίου. Και είναι χαρακτηριστικό ότι δεν αποδέχεται την δικαιοδοτική επίλυση διεθνών διαφορών (Διεθνές Δικαστήριο Χάγης). Εξάλλου, η εν γένει συμπεριφορά της έναντι τρίτων (Κύπρος, Ιράκ, Συρία, Λιβύη κ.λπ.) καταδεικνύει την προτίμησή της στην «βία της ισχύος» και όχι στην «ισχύ του Δικαίου».
Την τελευταία περίοδο, στο προσκήνιο της επιθετικής ρητορικής της Τουρκικής Κυβέρνησης ήλθε με ένταση η «νέα» αντίληψη/πολιτική αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά του Αιγαίου, με την καινοφανή/αβάσιμη άποψη ότι η κυριαρχία -που βασίζεται στις Διεθνείς Συνθήκες Λωζάννης (1923) και Παρισίων (1947)- υπόκειται σε καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης των συγκεκριμένων νήσων.
Πέρα από το γεγονός ότι καμιά νομική ρύθμιση από το ισχύον Διεθνές Δίκαιο δεν υποστηρίζει τέτοια άποψη, και η κυριαρχία και εδαφική ακεραιότητα δεν μπορούν να αμφισβητηθούν -εξ ου και οι άμεσες αντιδράσεις μελών της διεθνούς κοινότητας (ΗΠΑ, Γερμανία, ΕΕ κ.λπ.).
Το ζήτημα της ασφάλειας/άμυνας της νησιωτικής επικράτειας της Ελλάδας τίθεται από τις Ελληνικές Κυβερνήσεις υπό το πρίσμα του Διεθνούς Δικαίου, πέραν των δυνατοτήτων/μέτρων της στρατιωτικής αποτροπής και της σχετικής διπλωματικής διαχείρισης στα διεθνή fora.
• Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, Montego Bay 1982, έχει σίγουρα ιστορική αλλά και νομική βαρύτητα. Σε οποιαδήποτε περίπτωση προσφυγής στη δικαιοσύνη με την Τουρκία, η Ελλάδα μπορεί να την επικαλεστεί και για ποιους λόγους;
Η Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας του 1982 – το «Σύνταγμα» των θαλασσών και των ωκεανών- αποτελεί τον οδηγό και το πλαίσιο για την αναζήτηση λύσης, την οποία δυνητικά φωτίζει και η σχετική διεθνής πρακτική και νομολογία, στο σκέλος των ερμηνευτικών προσεγγίσεων των ρυθμίσεων.
Η θέση της Ελλάδας είναι ότι οι -όποιες- διαφορές με την Τουρκία (κατά την επίσημη εκδοχή, υπάρχει μία και μόνη διαφορά, αυτή της οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ), θα πρέπει να επιλυθούν μέσω και με βάση το Διεθνές Δίκαιο, δηλαδή με εφαρμογή του ισχύοντος Διεθνούς Δικαίου (συμβατικού και εθιμικού).. Με άλλα λόγια, την Σύμβαση του Montego Bay που ισχύει και δεσμεύει και εθιμικά, όπως έχει διαπιστώσει η διεθνής νομολογία (άρα, και την Τουρκία).
Ως προς την μέθοδο επίλυσης της ελληνοτουρκικής διαφοράς/διαφορών, εφόσον πρόκειται για νομικές διαφορές, η προσφυγή σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο, όπως το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, αποτελεί ένα κατάλληλο βήμα. Σε αυτό, εξάλλου, είχε προσφύγει η Ελλάδα μονομερώς το 1976, για την οριοθέτηση της Υφαλοκρηπίδας του Βορείου Αιγαίου.
Μια κίνηση, που λόγω απουσίας βούλησης από την πλευρά της Άγκυρας αποδοχής της δικαιοδοσίας του Διεθνούς Δικαστηρίου, δεν απέδωσε (1978). Έτσι, μια ενδεχόμενη κίνηση επίλυσης, προϋποθέτει υποβολή στο Διεθνές Δικαστήριο, ύστερα από διαπραγματεύσεις ενός συνυποσχετικού μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας. Μια προοπτική περίπλοκη, ιδίως όσον αφορά στην αποδοχή των όρων υπαγωγής της διαφοράς/διαφορών στη Χάγη, καθώς και το εφαρμοστέο δίκαιο κ.λπ.
Η απουσία, εξάλλου, γενικότερα μιας κουλτούρας διεθνούς δικαιοσύνης στην Τουρκία -που προτιμά πολιτική διαπραγμάτευση και διευθέτηση- δε διευκολύνει απαραίτητα την εν λόγω εξέλιξη.
Μένει η ανάγκη επίλυσης με ειρηνικόν τρόπον των διαφορών, όπως επιτάσσει ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών και οι βασικές αρχές της καλής γειτονίας και συνεργασίας, ιδίως σε περιόδους που η ανθρωπότητα δοκιμάζεται από την ένοπλη βία και την απόκλιση από τις Αξίες και Αρχές, που δόμησαν την μεταπολεμική διεθνή κοινότητα.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου