Μήνυση κατά μεγαλοστελέχους γνωστής εταιρείας πώλησης ηλεκτρικών ειδών που δραστηριοποιείται με υποκαταστήματα σ’ όλη την Ελλάδα και έχει πρόσφατα υπαχθεί στις ευνοϊκές διατάξεις του άρθρου 99 του πτωχευτικού κώδικα και κατά των μελών του διοικητικού της συμβουλίου και της διοίκησης για πέντε κακουργήματα υπέβαλε χθες ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου η εκπρόσωπος ομόρρυθμης εταιρείας με την οποία είχε συνεργασία στο νησί!
Οι εγκαλούντες διατείνονται συγκεκριμένα ότι ο αντιπρόεδρος της μηνυόμενης εταιρείας διέπραξε σε βάρος τους τα αδικήματα της εκβίασης, της κακουργηματικής απάτης και της απάτης επί δικαστηρίω κατ΄εξακολούθηση ενώ η εταιρεία και η διοίκηση της τα αδικήματα της άμεσης συνέργειας σε εκβίαση και της άμεσης συνέργειας σε κακουργηματική απάτη.
Η υπόθεση που αναμένεται να προκαλέσει θόρυβο στο νησί έχει και συνέχεια ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου ενώπιον του οποίου προσέφυγαν ήδη οι εγκαλούντες με αίτηση ανακοπής κατά διαταγής πληρωμής που εκδόθηκε σε βάρος τους.
Η εγκαλούντες δραστηριοποιούνται από το έτος 1986 στο νησί της Ρόδου στην εμπορία ηλεκτρικών ειδών και έχουν εξασφαλίσει μόνιμη πελατεία και μεγάλη οικονομική δραστηριότητα με ετήσιους τζίρους της τάξεως των 2 εκατ. ευρώ.
Τον Μάρτιο του 2003 ξεκίνησε η συνεργασία της με την εγκαλούμενη εταιρεία και τους εκπροσώπους της που την εφοδίαζαν με το 85% περίπου των προϊόντων που εμπορεύεται.
Στα πλαίσια της συνεργασίας αυτής και για την εξυπηρέτηση της ανοίχτηκε αλληλόχρεος λογαριασμός διάρκειας μέχρι τον Απρίλιο του 2009 που έπρεπε να κλείσει τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους.
Η συνεργασία κυλούσε ομαλά μέχρι τον Απρίλιο του 2009 οπότε, όπως ισχυρίζονται οι εγκαλούντες, άρχισαν να εμφανίζονται προβλήματα με τον προμηθευτή ο οποίος αδυνατούσε να τους προμηθεύσει με εμπορεύματα. Αναγκάστηκε έτσι να διακόψει τη συνεργασία του και να στραφεί σ’ αλλους χονδρέμπορους ενώ ταυτόχρονα ζητήθηκε η περαίωση των μεταξύ τους εκκρεμοτήτων και το κλείσιμο του αλληλόχρεου λογαριασμού με διευθέτηση του κατάλοιπου του.
Οι μηνυτές διατείνονται ότι ο προμηθευτής συμφώνησε και ζήτησε κάποια πίστωση χρόνου γιατί είχε μεταβιβάσει παρά τη συμφωνία τους λόγω προβλημάτων ρευστότητας που αντιμετώπιζε σε τράπεζες επιταγές που είχαν εισφέρει στον κοινό τους λογαριασμό οι εγκαλούντες.
Τον Δεκέμβριο του 2009 λίγο πριν κλείσει ο αλληλόχρεος λογαριασμός εμφανίστηκε τηλεφωνικά ο πρώτος μηνυόμενος ο οποίος παρουσιάστηκε ως μέτοχος και νόμιμος εκπρόσωπος ανωνύμου εταιρείας που εδρεύει στο Αίγιο και πληροφόρησε τους Ροδίτες μηνυτές ότι η εταιρεία του είναι νόμιμη από οπισθογράφηση κομίστρια επιταγών τους ύψους 140.000 ευρώ.
Οι μηνυτές του επεσήμαναν ότι στο τέλος του έτους όχι μόνο δεν θα οφείλουν στην συνεργαζόμενη μέχρι τότε με αυτούς εταιρεία εμπορίας ηλεκτρικών ειδών αλλά θα του οφείλει αυτή πράγμα το οποίο δήλωσε ότι δεν τον ενδιέφερε.
Απευθύνθηκαν δε στην συνεργαζόμενη με αυτούς εταιρεία η οποία τότε προφασίστηκε αναστάτωση διότι είχε υπαχθεί στις διατάξεις του άρθρου 99 περί συναλλαγής με τους δανειστές. Τους διαβεβαίωσαν δε ότι η εταιρεία τους ήταν πιστωτική με ποσό 220.000 ευρώ και ότι θα λάμβαναν τα χρήματα αυτά.
Στη συνέχεια η εταιρεία του Αιγίου εμφάνισε τις επιταγές στις τράπεζες. Οι επιταγές δε αυτές είχαν μπει στον αλληλόχρεο λογαριασμό για μελλοντικές της αγορές που ποτέ δεν πραγματοποιήθηκαν.
Μετά την πρωτοχρονιά του 2010 ο εκπρόσωπος της εταιρείας του Αιγίου φέρεται να τους απείλησε ότι θα προχωρούσε σε έκδοση διαταγών πληρωμής και η Ροδίτικη εταιρεία αναγκάστηκε να εκδώσει νέες επιταγές σε αντικατάσταση εκείνων που είχε καταθέσει στον αλληλόχρεο λογαριασμό της συνεργαζόμενης με αυτήν εταιρείας.
Η συνεργαζόμενη με αυτούς εταιρεία των Αθηνών δεν τακτοποίησε το χρέος και ο επιχειρηματίας από το Αίγιο προχώρησε σε έκδοση διαταγών πληρωμής.
Στην πορεία οι Ροδίτες μηνυτές διαπίστωσαν ότι ο επιχειρηματίας από το Αίγιο ήταν αντιπρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου της συνεργαζόμενης με αυτούς εταιρείας των Αθηνών που «πτώχευσε» και υπεύθυνος για τα οικονομικά της και πως ενώ η εταιρεία των Αθηνών της όφειλε 222.235,21 ευρώ είχε πάρει τις επιταγές από τον αλληλόχρεο λογαριασμό συνεργασίας τους και τις είχε μεταβιβάσει στην εταιρεία του στο Αίγιο προκειμένου να εξασφαλίσει παράνομα όφελος που υπερβαίνει τις 120.000 ευρώ!
Την υπόθεση χειρίζονται οι δικηγόροι κκ Ι. Κούτας και Κ. Μεϊμάρης.













