“Ηχηρό χαστούκι” σε όσους έσπευσαν να προδικάσουν ποινική ευθύνη Παυλίδη

“Ηχηρό χαστούκι” σε όσους έσπευσαν να προδικάσουν ποινική ευθύνη του πρώην Υπουργού Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής, Βουλευτή Δωδεκανήσου κ Τ. Παυλίδη αλλά και των μελών της επιτροπής αξιολόγησης των προσφορών για την ανάθεση της επιδοτούμενης άγονης γραμμής Ρόδος-Σύμη-Τήλος-Νίσυρος-Κως στην εταιρεία ΑΝΕΣ αλλά και εις βάρος όσων έκαναν λόγο για “κουκούλωμα” των καταγγελιών από την ηγεσία του Αρείου Πάγου και τον Αντεισαγγελέα του Ανώτατου Ακυρωτικού κ Αθ. Κονταξή διότι επέλεξε να μην διαβιβάσει την σχετική δικογραφία στη Βουλή αποτελεί η πολυσέλιδη διάταξη αρχειοθέτησης της μήνυσης που υπέβαλε ο πρόεδρος του ΛΑΟΣ κ Γ. Καρατζαφέρης, και εξέδωσε ο Αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου κ Φώτης Μακρής.
Στον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Φ. Μακρή υποβλήθηκαν συγκεκριμένα από την Εισαγγελία Πλημμελειοδικών Ρόδου αντίγραφα της ποινικής δικογραφίας που έχει σχηματιστεί σε βάρος των μελών της επιτροπής του διαγωνισμού για την κατακύρωση της ως άνω άγονης επιδοτούμενης γραμμής και σε βάρος των υπευθύνων της εταιρείας ΑΝΕΣ για να ενσωματωθούν στην προκαταρκτική έρευνα που διενήργησε, μετά την υποβολή μήνυσης κατά του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Γιώργου Σανιδά, του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Αθανάσιου Κονταξή και κατά παντός υπευθύνου, από τον Πρόεδρο του ΛΑΟΣ κ. Γ. Καρατζαφέρη.
Ο κ. Καρατζαφέρης προχώρησε στην υποβολή μήνυσης υποστηρίζοντας ότι οι ανωτέρω στέρησαν ή παρακώλυσαν τη Βουλή το συνταγματικό της δικαίωμα να αποφανθεί αυτή, ως μόνη αρμόδια, αν θα ασκηθεί ή όχι ποινική δίωξη κατά του πρώην υπουργού Αιγαίου κ. Τ. Παυλίδη σε εφαρμογή των διατάξεων του νόμου περί ευθύνης Υπουργών.
Υπενθυμίζουμε ότι η ίδια δικογραφία έχει διαβιβαστεί στη Βουλή από τον Ανακριτή του Α’ τμήματος Ρόδου κ Λ. Βαλσαμή την περασμένη εβδομάδα.
Ο κ. Γ. Καρατζαφέρης ισχυρίζεται ότι «οι Εισαγγελείς που έθεσαν την υπόθεση στο αρχείο, αξιολογώντας τα στοιχεία, αντί αμελλητί να τη διαβιβάσουν στη Βουλή διέπραξαν το αδίκημα της εσχάτης προδοσίας-προσβολής του πολιτεύματος. Ο κ. Σ. Χατζηγάκης, ως υπουργός Δικαιοσύνης παρέβη το καθήκον του να πράξει τα νόμιμα για την ποινική και πειθαρχική δίωξη των Εισαγγελέων που επιχείρησαν την αποστέρηση εξουσίας της Βουλής».
Τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατέβαλαν επίπονη προσπάθεια για να τεκμηριώσουν τον ισχυρισμό ότι η δικογραφία που σχημάτισε ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου κ. Γ. Οικονόμου, που έχει προχωρήσει σε άσκηση ποινικών διώξεων για απάτη σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου ή/και απιστία και για παράβαση καθήκοντος στα μέλη της επιτροπής του διαγωνισμού και για ηθική αυτουργία στις πράξεις αυτές σε βάρος των υπευθύνων της εταιρείας ΑΝΕΣ, έπρεπε να έχει επεκτατικό αποτέλεσμα και σε βάρος του πρώην Υπουργού κ. Παυλίδη.
Το ΠΑΣΟΚ και ο ΛΑΟΣ επιχείρησαν μάλιστα να περάσουν το μήνυμα ότι η “αρχειοθέτηση” της δικογραφίας για τον κ. Παυλίδη από τον Αρειο Πάγο ήταν αποτέλεσμα διαπλοκής δικαστικών λειτουργών και κυβέρνησης.
Υπενθυμίζουμε ότι αφορμή για την άσκηση των ποινικών διώξεων έδωσαν οι καταγγελίες των κ.κ. Αν. Αλιφέρη και Γ. Σπανού.
Με την υπ’ αρίθμ. 7/2009 διάταξη που εξέδωσε ο κ Μακρής και φέρνει σήμερα στο φως της δημοσιότητας η “δημοκρατική”, η μήνυση του κ Καρατζαφέρη τίθεται στο αρχείο καθώς «δεν προέκυψαν καθόλου στοιχεία ικανά που να ανακύπτει ανάγκη να κινηθεί σε βάρος των εγκαλούμενων εισαγγελικών λειτουργών ποινική δίωξη».
Η 35σέλιδη διάταξη του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου έχει τρία σκέλη.
Στο πρώτο κάνει ιδιαίτερη ανάλυση και αναφορά στις νομικές διατάξεις που προβλέπονται για τα καταγγελλόμενα σε βάρος των εισαγγελικών λειτουργών αδικήματα αλλά και στο νόμο περί ευθύνης Υπουργών, στο δεύτερο σκέλος στους λόγους που οδήγησαν τον πρώην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ Δ. Λινό να εκδώσει εγκύκλιο με την οποία εντέλλονται οι λειτουργοί του ανώτερου ακυρωτικού να “φιλτράρουν” δικογραφίες προτού αυτές να υποβάλλονται προς αξιολόγηση στη βουλή και το τρίτο τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την εν θέματι δικογραφία για την ανάθεση της γραμμής στην ΑΝΕΣ.
Ως προς το δεύτερο σκέλος ο κ Αντεισαγγελέας κάνει ειδική μνεία σε αγορεύσεις βουλευτών στη Βουλή σχετικές με το νόμο περί ευθύνης Υπουργών και ασυλίας βουλευτών, ψήφισης του σχεδίου νόμου περί ευθύνης υπουργών και τροποποίησης του κανονισμού της βουλής αλλά και σε αλληλογραφία μεταξύ τέως Προέδρων της Βουλής (επι θητείας ΠΑΣΟΚ) με την εισαγγελία του Αρείου Πάγου από τα οποία προκύπτει αβίαστα ότι σύσσωμη η βουλή αξίωνε όπως οι μηνύσεις κατά βουλευτών και υπουργών πρίν διαβιβασθούν στη βουλή θα πρέπει να υφίστανται προηγουμένως μια στοιχειώδη επεξεργασία ώστε να μη διαβιβάζονται σ’ αυτή μηνύσεις που είναι νομικά ή ουσιαστικά αβάσιμες.
Κάνει ειδική μνεία μεταξύ άλλων στο από 18 Δεκεμβρίου 2003 έγγραφο το τότε Υπουργού Δικαιοσύνης κ Φ. Πετσάλνικου προς τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου που προκάλεσε και την έκδοση σχετικής εγκυκλίου.
Εξηγεί έτσι ότι αν τα σχετιζόμενα με την ποινική ευθύνη των Υπουργών στοιχεία συνίστανται σε έγκληση ή μήνυση που στρέφεται ευθέως κατά Υπουργού ή Υφυπουργού για συγκεκριμένη αξιόποινη πράξη που τελέστηκε κατά την άσκηση των καθήκοντα τους ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ο οποίος είναι ο τελικός διαβιβαστής των ανωτέρω στοιχείων στη Βουλή μέσω του Υπουργού Δικαιοσύνης οφείλει να τα διαβιβάσει αμελλητί στη βουλή χωρίς να δικαιούται να ενεργήσει προκαταρκτική εξέταση για τη νομική ή ουσιαστική βασιμότητα τους ούτε μπορεί να τα αξιολογήσει ούτε να τα αρχειοθετήσει.
Αν αντίθετα, όπως και στην προκείμενη περίπτωση της ανάθεσης της επίμαχης άγονης γραμμής, τα σχετιζόμενα με την ποινική ευθύνη των Υπουργών στοιχεία συνίστανται σε άλλα αποδεικτικά μέσα ο Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου πρίν από τη διαβίβαση τους δικαιούται να ενεργήσει προκαταρκτική εξέταση προκειμένου να κρίνει αν μπορούν να θεμελιώσουν μια αληθοφανή ποινική ευθύνη κατά Υπουργού ή Υφυπουργού.
Από εκεί και πέρα ο κ Αντεισαγγελέας κάνει ιδιαίτερη ανάλυση των πραγματικών περιστατικών της υπόθεσης κρίνοντας ουσία ορθή την απόφαση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ Αθ. Κονταξή να μην διαβιβάσει την διαβόητη δικογραφία στη βουλή.
Η κρίση του Ανώτατου Εισαγγελικού λειτουργού έχει μάλιστα ιδιαίτερη αξία με δεδομένο αφενός ότι αποφαίνεται εμμέσως πλην σαφώς για το νόμιμο των διαδικασιών για τη συγκεκριμένη ανάθεση της επιδοτούμενης γραμμής και αφετέρου διότι οι κκ Σπανός και Αλιφέρης που προκάλεσαν τον Ανακριτή να αποστείλει την ίδια δικογραφία στη Βουλή με τις ανακριτικές τους καταθέσεις δεν εισέφεραν κανένα νέο στοιχείο παρά μόνο επανέλαβαν τους ισχυρισμούς που κρίνονται από τον κ Μακρή.
Τι διέγνωσε όμως ο κ Αντεισαγγελέας γύρω από τα πραγματικά περιστατικά του συγκεκριμένου διαγωνισμού, που έγινε εκ νέου αφορμή να «επενδύσουν» διάφορα κέντρα και παράκεντρα σε αβάσιμες καταγγελίες σε βάρος του κ Παυλίδη;
«Το Υπουργείο Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής στις 24 Μαϊου 2005 προκήρυξε δημόσιο μειοδοτικό διαγωνισμό για την εξυπηρέτηση με επιδότηση, εκτός των άλλων, των δρομολογιακών άγονων γραμμών Κως- Νίσυρος- Τήλος, Σύμη – Ρόδος και Ρόδος – Καστελόριζο με σύναψη σύμβασης ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας διάρκειας ενός έτους. Ο διαγωνισμός αυτός επειδή απέβη άγονος, επαναλήφθηκε στις 28 Σεπτεμβρίου 2005, στις 14 Νοεμβρίου 2005 και τέλος στις 2 Δεκεμβρίου 2005. Επειδή και στην τελευταία προκήρυξη οι μειοδότες δεν προσέφεραν πλοία ανταποκρινόμενα στις προδιαγραφές των προκηρύξεων, τα μέλη της επιτροπής του διαγωνισμού εισηγήθηκαν στον αρμόδιο Υπουργό, πράγμα που αυτός απεδέχθη, να ανατεθεί η εκτέλεση των ανωτέρω δρομολογιακών γραμμών με διαπραγμάτευση με τις μειοδότριες εταιρείες ΑΝΕ Σύμης που προσέφερε το πλοίο Πρωτεύς και ΟΡΚΑ ΝΕ που προσέφερε το πλοίο Αθηνά με σκοπό την επίτευξη συμφερότερων μισθωμάτων χάριν της προστασίας του δημοσίου συμφέροντος. Η διαπραγμάτευση διεξήχθη δια γραπτής διαδικασίας με έγγραφα που υπέγραψε ο Υπουργός και η Επιτροπή προέκρινε τη βελτιωμένη προσφορά της μειοδότριας εταιρείας ΑΝΕ Σύμης που προσέφερε το πλοίο Πρωτεύς εισήγηση που ο Υπουργός, στη συνέχεια, κατακύρωσε.
Όσον αφορά το προσφερόμενο από την μειοδότρια εταιρία ΑΝΕ Σύμης προς δρομολόγηση πλοίο Πρωτεύς η εταιρία προσκόμισε στην Επιτροπή κατά μεν το διαγωνισμό της 14η Νοεμβρίου 2005 προσύμφωνο αγοράς του από τη ναυτιλιακή εταιρία Α. Τυρογαλάς και ΣΙΑ ΝΕ, η οποία είχε εγγράφως συναινέσει για την εν λόγω προσφορά, κατά δε στις 9 Ιανουαρίου 2006 έγγραφο εθνικότητας τούτου με δήλωση εφοπλισμού την 4η Ιανουαρίου 2006 δηλ. με ημερομηνία προγενέστερη της κατακύρωσης του διαγωνισμού, που έγινε στις 10 Ιανουαρίου 2006 και της έναρξης των δρομολογίων που έγινε στις 18 Ιανουαρίου 2006, θεωρημένο από το Κεντρικό Λιμεναρχείο Πειραιά».
Ο κ Αντεισαγγελέας που κρίνει εμμέσως πλην σαφώς σύννομη τη διαδικασία αναφέρει παραπέρα ότι ο Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου πήρε αφορμή για τη διενέργεια της σχετικής έρευνας από δημοσιεύματα του Δωδεκανησιακού τύπου και αντίγραφα των πρακτικών της ΚΑ’ συνεδρίασης της Ολομέλειας της Βουλής στα οποία περιέχονται καταγγελίες ότι οι διαδικασίες υπήρξαν αδιαφανείς.
Κατά την προκαταρκτική εξέταση, όπως τονίζει, ελήφθησαν καταθέσεις των κκ Σπανού και Αλιφέρη στις οποίες και αναφέρεται διεξοδικά ο κ Αντεισαγγελέας τονίζοντας ωστόσο συμπληρωματικά ότι «η καθυστέρηση της διαδικασίας προήλθε διότι οι προηγούμενοι διαγωνισμοί υπήρξαν άκαρποι, ο αποκλεισμός της προσφοράς της εταιρείας ΟΡΚΑ ΝΕ έγινε διότι η εταιρία δεν αποδέχτηκε την προσέγγιση της στη Σύμη που προέβλεπε ο διαγωνισμός ενώ η προκριθείσα μειοδότρια ΑΝΕ Σύμης πριν την κατακύρωση του διαγωνισμού προσκόμισε το προαπαιτούμενο αναγκαίο πιστοποιητικό κυριότητας του υπό δρομολόγηση πλοίου της».
Ο κ Αντεισαγγελέας επισημαίνει στην ποινική αξιολόγηση που κάνει επί των πραγματικών στοιχείων της υπόθεσης ότι «δεν συνέτρεχαν τα απαιτούμενα αληθοφανή στοιχεία για να θεμελιωθεί ενδεχόμενη ποινική ευθύνη κατά του Υπουργού Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής κ Αρ. Παυλίδη» τονίζοντας παραπέρα ότι η αξιολόγηση του κ Κονταξή ήταν ορθή και η απόφαση του να αποφανθεί επί της ουσίας καθώς…
«τα διαβιβασθέντα από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου στοιχεία δεν συνίστανται σε μήνυση ή έγκληση στρεφόμενη ευθέως κατά του Υπουργού για συγκεκριμένη αξιόποινη πράξη που τελέσθηκε κατά την άσκηση των καθηκόντων του, προϋπόθεση που θα υποχρέωνε τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να διαβιβάσει τούτη αμελλητί στη Βουλή χωρίς δικαίωμα διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης για την αληθοφανή τεκμηρίωση τους ή την ενδεχόμενη αρχειοθέτηση τους και αντικειμενικά εξεταζόμενα τούτα, λόγω της ακρισίας τους δεν μπορούν να θεμελιώσουν κατά την έμφρονα κρίση ενός αντικειμενικού κριτή ικανά στοιχεία για ενδεχόμενη ποινική ευθύνη κατά του Υπουργού»!!.
Επισημαίνεται δε ότι τα διαβιβασθέντα από τον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Ρόδου ήταν γνωστά στη βουλή όπως προκύπτει από τα πρακτικά της Ολομέλειας της συνεδρίασης της 13ης Νοεμβρίου 2006 επί της συζήτησης της 23/17-6-2006 επερώτησης 16 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ προς τον Υπουργό Αιγαίου και Νησιωτικής Πολιτικής σχετικά με τις συμβάσεις των δρομολογιακών γραμμών. Ο κ Αντεισαγγελέας επισημαίνει δε ότι η Βουλή είχε τότε την ευχέρεια με πρόταση 30 βουλευτών να συγκροτήσει την προβλεπόμενη από το άρθρο 155 του κανονισμού της ειδική επιτροπή προκειμένου να διενεργήσει τότε προκαταρκτική εξέταση πράγμα που δεν έκανε!!