Συνεντεύξεις

Γιώργος Καββαθάς: «Το 2025 ολοκληρώνεται με μια αντιφατική εικόνα για την ελληνική οικονομία»

Κλείνοντας την φετινή χρονιά, ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ κ. Γιώγος Καββαθάς, μιλάει σήμερα στη “δ” για την εικόνα της ελληνικής οικονομίας και την κατάσταση των μικρομεσαίων και μικρών επιχειρήσεων, για τον κλάδο της εστίασης αλλά και για τον τουρισμό όπου, παρά τις πολύ υψηλές επιδόσεις, η έλλειψη εργατικού δυναμικού αναδεικνύεται σε δομικό πρόβλημα.
• Αποχαιρετώντας το 2025, πώς διαμορφώθηκε η οικονομική κατάσταση για τις μικρομεσαίες και μικρές επιχειρήσεις; Μπορεί να αναπνεύσει η επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα;
Το 2025 ολοκληρώνεται με μια αντιφατική εικόνα. Από τη μία πλευρά, οι μακροοικονομικοί δείκτες εμφανίζουν την Ελληνική οικονομία να μεγεθύνεται. Από την άλλη όμως, η πραγματική οικονομία, και ειδικά οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, συνεχίζει να λειτουργεί υπό συνθήκες έντονης πίεσης.
Οφείλω για μια ακόμη φορά να υπογραμμίσω ότι έχουμε διανύσει μια μακρά περίοδο διαδοχικών και παράλληλων κρίσεων, οι συνέπειες των οποίων ακόμα δεν έχουν ξεπεραστεί. Μνημόνια, πανδημία, ενεργειακή κρίση, πληθωρισμός, γεωπολιτικές αναταράξεις, συνθέτουν ένα ιδιαίτερα ρευστό περιβάλλον που το μόνο που προκαλεί είναι αβεβαιότητα και ανασφάλεια. Τα στοιχεία από την τελευταία εξαμηνιαία έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ είναι αποκαλυπτικά καθώς καταγράφει σαφή επιδείνωση του οικονομικού κλίματος στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις για το πρώτο μισό του έτους. Ο σχετικός δείκτης υποχώρησε κατά δώδεκα ποσοστιαίες μονάδες, από τις 59,3 στις 47,2 μονάδες, αντανακλώντας τις αυξημένες πιέσεις που δέχονται οι επιχειρήσεις από τη μείωση του κύκλου εργασιών, το υψηλό λειτουργικό κόστος, τη χαμηλή ρευστότητα και την περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Η ανάλυση, μάλιστα, των επιμέρους μεγεθών αποτυπώνει ένα σύνθετο πλέγμα πιέσεων. Εννέα στις δέκα επιχειρήσεις έχουν καταγράψει αύξηση του λειτουργικού κόστους, το οποίο μεσοσταθμικά εκτιμάται στο 37,6%, αναδεικνύοντας τη διαρκή επιβάρυνση από τις τιμές ενέργειας και τις πληθωριστικές πιέσεις. Ταυτόχρονα, το 50% των επιχειρήσεων ανέφερε μείωση του κύκλου εργασιών, γεγονός που συνδέεται τόσο με την ασθενή ζήτηση όσο και με τον περιορισμό της κατανάλωσης λόγω του αυξημένου κόστους διαβίωσης. Ιδιαίτερα κρίσιμη παραμένει η κατάσταση της ρευστότητας, καθώς 1 στις 4 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις έχουν μηδενικά ρευστά διαθέσιμα ενώ επίσης 1 στις 4 επιχειρήσεις έχουν ρευστά διαθέσιμα μόλις για ένα μήνα, καθιστώντας τις επιχειρήσεις αυτές ιδιαίτερα ευάλωτες σε οποιαδήποτε έκτακτη δαπάνη. Η επενδυτική δραστηριότητα παραμένει υποτονική, καθώς για το 53,4% των επιχειρήσεων που πραγματοποίησαν επενδύσεις το ύψος της επένδυσης δεν ξεπέρασε τις 5.000 ευρώ, ενώ τα ίδια κεφάλαια παραμένουν για πάνω από 8 στις 10 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις ο μόνος τρόπος χρηματοδότησης των επενδύσεών τους καταδεικνύοντας τις δυσκολίες πρόσβασης σε εξωτερική χρηματοδότηση (τράπεζες κλπ) γεγονός που περιορίζει τις δυνατότητες ανάπτυξης και ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας τους. Περαιτέρω, τα χρέη προς το Δημόσιο παραμένουν πρόβλημα για σχεδόν 1 στις 3 επιχειρήσεις, οι οποίες καλούνται να τα διαχειριστούν χωρίς να βρίσκεται σε ισχύ ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα ρύθμισης οφειλών. Εάν σε αυτά προσθέσουμε και τις συνεχόμενες νέες ψηφιακές και ρυθμιστικές υποχρεώσεις, το αποτέλεσμα είναι γενικευμένη ανασφάλεια και υπαρκτός κίνδυνος για λουκέτα. Υπό αυτές τις συνθήκες, η «ανάσα» για την επιχειρηματικότητα δεν μπορεί να προκύψει αυτόματα. Απαιτείται συνεκτική πολιτική για τις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις, με έμφαση στη μείωση του λειτουργικού κόστους, στη διεύρυνση της πραγματικής πρόσβασης σε χρηματοδότηση και στην διαχείριση του ιδιωτικού χρέους. Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις, η επιχειρηματικότητα θα συνεχίσει να λειτουργεί σε καθεστώς διαχείρισης κινδύνου και όχι αναπτυξιακού σχεδιασμού.
• Η Κοινωνική Συμφωνία κυβέρνησης και κοινωνικών εταίρων: είναι ένα σοβαρό εργαλείο και πώς μπορεί να βοηθήσει τους εργαζόμενους;
Η πρόσφατη Κοινωνική Συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και εθνικών κοινωνικών εταίρων συνιστά ένα θετικό θεσμικό βήμα, ιδιαίτερα σε μια περίοδο όπου ο κοινωνικός διάλογος έχει υποβαθμιστεί ή αντικατασταθεί από μονομερείς παρεμβάσεις. Για τη ΓΣΕΒΕΕ, η σημασία της συμφωνίας έγκειται στο ό,τι επαναφέρει τη λογική της συνδιαμόρφωσης πολιτικών, σε μια συγκυρία έντονων κοινωνικών και οικονομικών μετασχηματισμών. Ωστόσο, η πραγματική αξία τέτοιων συμφωνιών δεν κρίνεται από τη διακήρυξη προθέσεων. Κι αν πραγματικά η κυβέρνηση πιστεύει στις Συλλογικές Διαπραγματεύσεις και στον ρόλο των κοινωνικών εταίρων, νομίζω ότι η επαναφορά του καθορισμού του κατώτατου μισθού της Γ.Σ.Σ.Ε στους κοινωνικούς εταίρους, αποτελεί ουσιαστική πράξη απόδειξης των προθέσεών της. Ως ΓΣΕΒΕΕ, επιμένουμε ότι ο ρόλος των κοινωνικών εταίρων στη διαμόρφωση πολιτικών δεν είναι επικουρικός αλλά θεσμικός και καθοριστικός. Σε αυτό το πλαίσιο η κοινωνική συμφωνία θα έχει νόημα μόνο εφόσον αναγνωρίσει στην πράξη ότι οι δημόσιες πολιτικές δεν μπορούν να σχεδιάζονται μονομερώς από το κράτος, αλλά οφείλουν να συνδιαμορφώνονται με αυτούς που εκπροσωπούν άμεσα εργαζόμενους και επιχειρήσεις. Οι κοινωνικοί εταίροι διαθέτουν τεκμηριωμένη γνώση της πραγματικής οικονομίας και της αγοράς εργασίας, γνώση που δεν μπορεί να υποκατασταθεί από διοικητικούς ή τεχνοκρατικούς μηχανισμούς. Μέσα από τη συμμετοχή τους στη διαμόρφωση πολιτικών, διασφαλίζεται ότι τα μέτρα που λαμβάνονται είναι ρεαλιστικά, εφαρμόσιμα και κοινωνικά δίκαια, λαμβάνοντας υπόψη τις αντοχές των επιχειρήσεων και τις ανάγκες των εργαζομένων. Η Κοινωνική Συμφωνία, λοιπόν, μπορεί να λειτουργήσει ως εργαλείο ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής, εφόσον συνοδευτεί και από μέτρα στήριξης της μικρής επιχειρηματικότητας, καθώς η εμπειρία δείχνει ότι οι εργαζόμενοι ωφελούνται περισσότερο όταν οι επιχειρήσεις στις οποίες εργάζονται είναι βιώσιμες και έχουν προοπτική.
• Παρά τους θετικούς δείκτες, ο κλάδος της εστίασης πιέζεται έντονα. Τι πρέπει να γίνει;
Όπως γνωρίζετε ο κλάδος της εστίασης αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο εργοδότη της ελληνικής οικονομίας. Η συμβολή του στην οικονομία, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή είναι κρίσιμης σημασίας. Δυστυχώς όλα τα στοιχεία που έχουμε δείχνουν ότι στην παρούσα συγκυρία συρρικνώνεται. Το πλέον χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η μείωση του συνολικού κύκλου εργασιών, ο οποίος σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ έχει υποχωρήσει για 4ο συνεχόμενο τρίμηνο. Συγκεκριμένα από το τελευταίο έτος έχει μειωθεί κατά 3,3% και αυτό παρά τον πληθωρισμό και το αυξημένο κόστος λειτουργίας. Ιδιαίτερα σοβαρό είναι το πρόβλημα ρευστότητας που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις του κλάδου, καθώς με βάση την τελευταία έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, το ποσοστό των επιχειρήσεων που δεν έχουν ταμειακά διαθέσιμα, ή τα ταμειακά τους διαθέσιμα επαρκούν το πολύ για ένα μήνα, ανέρχεται στο 63,1% (36,8% δεν έχει καθόλου ταμειακά διαθέσιμα και 26,3% έχει ταμειακά διαθέσιμα που επαρκούν το πολύ για ένα μήνα). Απαιτείται, συνεπώς, ένα στοχευμένο πλαίσιο παρεμβάσεων. Η μείωση του ΦΠΑ, η ρύθμιση των οφειλών προς το Δημόσιο, ο εξορθολογισμός των προστίμων, η πρόσβαση σε χρηματοδοτικά εργαλεία και η πραγματική απλοποίηση των ρυθμιστικών υποχρεώσεων είναι τα πιο κρίσιμα. Χωρίς μέτρα στήριξης του κλάδου πολύ φοβάμαι ότι η συρρίκνωση θα συνεχιστεί με αποτέλεσμα το κλείσιμο επιχειρήσεων και την απώλεια θέσεων απασχόλησης.
• Τουρισμός και έλλειψη εργατικών χεριών: ποια κίνητρα πρέπει να δοθούν;
Ο τουρισμός κατέγραψε και το 2025 υψηλές επιδόσεις, ωστόσο η έλλειψη εργατικού δυναμικού αναδεικνύεται σε δομικό πρόβλημα, το οποίο βέβαια δεν αφορά μόνο στα καταλύματα και στην εστίαση, αλλά και σε άλλους σημαντικούς κλάδους.
Η αδυναμία κάλυψης θέσεων εργασίας είναι ένα πολυπαραγοντικό πρόβλημα. Αφορά στα ζητήματα που δημιουργεί η λεγόμενη στενότητα της αγοράς εργασίας μέχρι και τη στεγαστική κρίση. Απαιτείται ένα ολοκληρωμένο πλαίσιο κινήτρων, που θα καθιστά τα επαγγέλματα του τουρισμού και της εστίασης πιο ελκυστικά. Αυτό περιλαμβάνει πολιτικές στήριξης της στέγασης, ενίσχυση της κατάρτισης και ταχύτερες, διαφανείς διαδικασίες νόμιμης μετάκλησης εργαζομένων και βεβαίως αναθεώρηση της πολιτικής των διαφόρων επιδομάτων που συντελούν στη στρέβλωση της αγοράς εργασίας.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου