• Άμεση αντίδραση της δημοτικής αρχής Κολιάδη μετά την κοινοβουλευτική ερώτηση του Β. Υψηλάντη και το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ της «δ»
Άμεση αντίδραση της δημοτικής αρχής Κολιάδη προκάλεσε το άρθρο της «δ» για το εγκαταλελειμμένο Δημοτικό Κολυμβητήριο Ιαλυσού, που επί δύο δεκαετίες παραμένει βουτηγμένο στη σκόνη και στη σιωπή. Μετά το σχετικό δημοσίευμα, ο βουλευτής Δωδεκανήσου της Νέας Δημοκρατίας και κοσμήτορας της Βουλής, Βασίλης Υψηλάντης, κατέθεσε κοινοβουλευτική Ερώτηση προς τους αρμόδιους υπουργούς, ζητώντας την επανένταξη του έργου σε χρηματοδοτικό πρόγραμμα.
Την Κυριακή, ο δήμαρχος Ρόδου Αλέξανδρος Κολιάδης, συνοδευόμενος από τον πρόεδρο της ΔΕΡΜΑΕ και αντιδήμαρχο Ιαλυσού Βαλάντη Λάμπη και την πρόεδρο της Δημοτικής Κοινότητας Ιαλυσού Αγνή Μ. Καραβόλια, επισκέφθηκε τον χώρο του κολυμβητηρίου, δημοσιεύοντας σύντομη ανάρτηση στα κοινωνικά δίκτυα με τη δέσμευση ότι το έργο «θα ολοκληρωθεί».
Από τα παράδοξα ότι μέχρι σήμερα, το θέμα δεν έχει συζητηθεί σε καμία συνεδρίαση του Δημοτικού Συμβουλίου Ρόδου, γεγονός που αποδίδεται από πολλούς σε επικοινωνιακή κίνηση, προερχόμενη από την αναζωπύρωση του ζητήματος στην επικαιρότητα και τη διαφαινόμενη εμπλοκή της Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου.
Ένα έργο – σύμβολο εγκατάλειψης
Το Δημοτικό Κολυμβητήριο Ιαλυσού θεμελιώθηκε την 1η Ιανουαρίου 2005, με προϋπολογισμό 1.240.000 ευρώ, στο πλαίσιο του προγράμματος «Ελλάδα 2004». Σχεδιασμένο με ολυμπιακές προδιαγραφές, προοριζόταν να αποτελέσει κέντρο ναυταθλητισμού για τη νεολαία και χώρο διεθνών διοργανώσεων. Μέχρι το 2009 είχαν απορροφηθεί 930.000 ευρώ. Όμως, με τη διοικητική συνένωση των δήμων το 2010, το έργο βυθίστηκε στη στασιμότητα. Παρά τις επανειλημμένες απόπειρες ένταξης σε προγράμματα όπως ο «Φιλόδημος Ι» ή το ΠΔΕ, ουδέποτε ολοκληρώθηκε, και το 2023 απεντάχθηκε οριστικά από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων λόγω αδράνειας των Τεχνικών Υπηρεσιών του Δήμου Ρόδου. Σήμερα, το έργο θυμίζει ερείπιο. Ξηλωμένες εγκαταστάσεις, κατεστραμμένα αποδυτήρια, σκουπίδια και συνθήματα στους τοίχους. Δίπλα σε έναν σύγχρονο βρεφονηπιακό σταθμό και τον Ιερό Ναό Αγίων Πάντων, το κουφάρι του κολυμβητηρίου αποτελεί σιωπηλό μνημείο διοικητικής αποτυχίας και έλλειψης πολιτικής βούλησης. Όπως είχε επισημανθεί στο άρθρο της «δ», «η μοναδική ελπίδα σωτηρίας του έργου εναπόκειται στην πρόθεση του Περιφερειάρχη Νοτίου Αιγαίου Γιώργου Χατζημάρκου, που έχει αποδείξει την αποτελεσματικότητά του στην ολοκλήρωση πληγωμένων έργων». Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι εξετάζεται ακόμη και η νομική δυνατότητα διοικητικής αποβολής του Δήμου από την έκταση, η οποία ανήκει στην Περιφέρεια από το 2011, λόγω μη τήρησης του σκοπού παραχώρησης.
Στην κοινοβουλευτική του ερώτηση ο κ. Υψηλάντης υπογράμμισε ότι «η ολοκλήρωση του Δημοτικού Κολυμβητηρίου Ιαλυσού Ρόδου αποτελεί προτεραιότητα για την ανάπτυξη του υγρού στίβου στο μεγαλύτερο νησί της Δωδεκανήσου, το οποίο στερείται ανάλογων υποδομών». Ζήτησε από τους υπουργούς Εσωτερικών και Παιδείας, Θρησκευμάτων και Αθλητισμού να εξετάσουν την επανένταξη του έργου σε νέο χρηματοδοτικό πρόγραμμα, ώστε «η Ρόδος να αποκτήσει επιτέλους στέγη για τους αθλητές της κολύμβησης και της υδατοσφαίρισης». Η ερώτηση αυτή, που ήρθε σε συνέχεια του αποκαλυπτικού ρεπορτάζ της «Δημοκρατικής», έφερε ξανά στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης ένα έργο που για πολλούς αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα θεσμικής ανεπάρκειας και χαμένων ευκαιριών.
Είκοσι χρόνια μετά τη θεμελίωση, η Ρόδος εξακολουθεί να στερείται μια βασική αθλητική υποδομή, την ώρα που μικρότερα νησιά, όπως η Κάλυμνος, διαθέτουν λειτουργικά κολυμβητήρια. Η πρόσφατη κινητοποίηση μπορεί να δώσει νέα ώθηση, ωστόσο οι πολίτες αναμένουν απτά βήματα και όχι άλλες υποσχέσεις. Όπως εύστοχα σημείωσε το αρχικό άρθρο, το κολυμβητήριο της Ιαλυσού δεν είναι απλώς ένα έργο που «κόλλησε», είναι μια συλλογική ήττα, που θυμίζει τη χαμένη σχέση της τοπικής αυτοδιοίκησης με την ευθύνη, το όραμα και την αξιοπιστία απέναντι στους πολίτες της.