• Η υπεράσπιση πέτυχε την αυτοπρόσωπη παρουσία του κατηγορουμένου, ενώ η Εισαγγελέας ζητά την προσωρινή του κράτηση για σοβαρά κακουργήματα σε βάρος της εγγονής του
Μία από τις πιο σκοτεινές και πολύκροτες υποθέσεις παιδικής κακοποίησης που έχουν συγκλονίσει τα τελευταία χρόνια τη Δωδεκάνησο εισέρχεται σήμερα σε νέα, καθοριστική φάση.
Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου συνεδριάζει για να αποφασίσει αν ο 83χρονος κατηγορούμενος για τον βιασμό και την κατ’ εξακολούθηση κακοποίηση της 8χρονης εγγονής του θα οδηγηθεί σε προσωρινή κράτηση ή αν θα παραμείνει ελεύθερος υπό περιοριστικούς όρους.
Η εξέλιξη αυτή έρχεται μετά από έντονη διαφωνία μεταξύ Ανακριτή και Εισαγγελέως, με την υπεράσπιση να έχει ήδη καταθέσει αίτημα για την αυτοπρόσωπη παρουσία του κατηγορουμένου, το οποίο έγινε δεκτό.
Το αίτημα της υπεράσπισης και η αποδοχή του Συμβουλίου
Ο 83χρονος, μέσω των πληρεξουσίων δικηγόρων του κ.κ. Στέλιου Αλεξανδρή και Πολυξένης Χατζηγιάννη υπέβαλε αίτημα στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Ρόδου ζητώντας να παραστεί αυτοπροσώπως στη σημερινή συνεδρίαση. Όπως υπογράμμισε στην αίτησή του, το ζήτημα αφορά άμεσα τη στέρηση ή μη της προσωπικής του ελευθερίας και συνδέεται με θεμελιώδη συνταγματικά και δικονομικά δικαιώματα, όπως η δίκαιη δίκη και το δικαίωμα ακροάσεως.
Το αίτημα έγινε δεκτό και ο κατηγορούμενος θα εκθέσει προφορικά σήμερα τους ισχυρισμούς του, να απαντήσει σε ερωτήματα και να συμβάλει με τον τρόπο αυτό στη διαλεύκανση της υπόθεσης.
Η εισαγγελική πρόταση: Η ανάγκη για προσωρινή κράτηση
Στον αντίποδα, η Εισαγγελέας Πρωτοδικών Ρόδου κατέθεσε πρόταση με την οποία ζητά την προσωρινή κράτηση του κατηγορουμένου, επικαλούμενη σοβαρές ενδείξεις ενοχής για τα βαρύτατα κακουργήματα που του αποδίδονται.
Σύμφωνα με τις πληροφορίες η Εισαγγελέας κρίνει ότι τα στοιχεία της δικογραφίας καταδεικνύουν ότι ο 83χρονος προέβη κατ’ εξακολούθηση σε γενετήσιες πράξεις σε βάρος της ανήλικης εγγονής του, τόσο στη Ρόδο όσο και στη Χάλκη, στο διάστημα από τον Μάιο του 2020 έως τον Σεπτέμβριο του 2021. Η κατηγορούσα αρχή αποδίδει στον κατηγορούμενο βιασμό, κατά φύσιν και παρά φύσιν συνουσία και άλλες πράξεις ίσης βαρύτητας, που όπως αναφέρει εντάσσονται σε ένα μοτίβο κατ’ εξακολούθηση κακοποίησης.
Η Εισαγγελέας θεωρεί πως ο κατηγορούμενος εκμεταλλεύθηκε το νεαρό της ηλικίας του παιδιού, την ευάλωτη θέση του, αλλά και τον θεσμικό του ρόλο ως φροντιστή, προκειμένου να ικανοποιήσει τις γενετήσιες ορμές του. Επικαλέστηκε καταθέσεις της ανήλικης, συγγενικών προσώπων και ιατροδικαστικά ευρήματα που συνηγορούν, κατά την άποψή της, υπέρ της ύπαρξης σοβαρών ενδείξεων ενοχής.
Στο σκεπτικό της επισημαίνεται επίσης ο κίνδυνος τέλεσης νέων εγκλημάτων, με την εκτίμηση ότι ο κατηγορούμενος έχει ροπή προς τέτοιου είδους πράξεις.
Η ίδια χαρακτήρισε ανεπαρκείς τους περιοριστικούς όρους που του επιβλήθηκαν από τον Ανακριτή, καθώς όπως υποστήριξε δεν μπορούν να αποκλείσουν τον κίνδυνο επανάληψης ομοειδών εγκλημάτων.
Η θέση του Ανακριτή και η σύγκρουση με την Εισαγγελέα
Αντίθετα, ο Ανακριτής που χειρίστηκε την υπόθεση είχε κρίνει ότι, παρά την ύπαρξη σοβαρών ενδείξεων ενοχής, αρκούσαν αυστηροί περιοριστικοί όροι για να διασφαλιστεί ότι ο κατηγορούμενος δεν θα τελέσει νέα εγκλήματα και ότι θα είναι διαθέσιμος στις αρχές. Μεταξύ των όρων αυτών περιλαμβάνονταν ο κατ’ οίκον περιορισμός, η απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, η αφαίρεση ταξιδιωτικών εγγράφων και η απαγόρευση συναναστροφής με ανήλικους.
Η διαφωνία αυτή οδήγησε την υπόθεση ενώπιον του Συμβουλίου, το οποίο καλείται σήμερα να επιλύσει την ανακύψασα σύγκρουση και να αποφανθεί οριστικά.
Το ιστορικό: οι καταγγελίες, τα ιατρικά ευρήματα και οι αντιφάσεις
Η υπόθεση αναδύθηκε το φθινόπωρο του 2021, όταν η 8χρονη (γενν. 2014) παραπονέθηκε για ενοχλήσεις στα γεννητικά όργανα. Ακολούθησαν ευρήματα ερεθισμού και πόνος, ενώ στις ειδικές συνεντεύξεις η ανήλικη περιέγραψε περιστατικά το καλοκαίρι του 2020 και εκ νέου το καλοκαίρι του 2021.
Η αρχική ιατροδικαστική εικόνα με αναφορές σε ευρήματα συμβατά με κακοποίηση, αργότερα «δοκιμάστηκε» από γνωματεύσεις που εισήγαγαν εναλλακτικές εξηγήσεις, όπως παθολογικούς μηχανισμούς (π.χ. σοβαρή δυσκοιλιότητα) ή κακώσεις χωρίς αναγκαία σύνδεση με βίαιη συνουσία.
Η υπεράσπιση αξιοποιεί ιδίως την αναφορά σε χαλάρωση σφιγκτήρα και αιμορροΐδες, καθώς και την καταγγελλόμενη παρέμβαση συγγενικού προσώπου που σύμφωνα με την ίδια θα μπορούσε να εξηγεί μερική ρήξη υμένα.
Στο ψυχολογικό σκέλος, αξιολογήσεις περιέγραψαν παιδί με γνώσεις/συμπεριφορές δυσανάλογες της ηλικίας εύρημα που ενίοτε παρατηρείται σε περιπτώσεις έκθεσης σε σεξουαλικοποιημένο περιβάλλον πλην όμως υπογραμμίστηκαν όρια εγκυρότητας, ανάγκη πολλαπλών συνεδριών και προσοχή στη χρονική ακριβολογία λόγω υπερκινητικότητας και διαταραχών λόγου. Το συμπέρασμα των ειδικών δεν ήταν αυτόματο ούτε μονοσήμαντο, αντίθετα, τόνιζε την ανάγκη ολιστικής συνεκτίμησης.
Οι αντικρουόμενες μαρτυρίες τρίτων προσώπων
Δύο πρόσωπα προσέθεσαν τελείως αντίρροπες αφηγήσεις: μία 50χρονη θεία, πουσύμφωνα με όσα έχουν καταγραφεί παρενέβη σωματικά στην ανήλικη ισχυριζόμενη ότι «επιχείρησε να διαπιστώσει» αν είχε διακορευθεί, και μία 52χρονη ομογενής από τις ΗΠΑ, η οποία κατέθεσε ότι είχε υπάρξει θύμα του ίδιου άνδρα σε πολύ παλαιότερο χρόνο.
Η υπεράσπιση αξιοποιεί την πρώτη αφήγηση ως εναλλακτική αιτία των ευρημάτων, ενώ η δεύτερη έστω χωρίς πλήρη δικανική επαλήθευση σήμερα ρίχνει βαριά σκιά στο προφίλ του κατηγορουμένου.
Η υπερασπιστική γραμμή
Ο 83χρονος αρνείται κατηγορηματικά κάθε πράξη. Προβάλλει την προσωπική του διαδρομή, την οικογενειακή του κατάσταση, την προχωρημένη ηλικία και σοβαρά προβλήματα υγείας (μεταξύ άλλων κολπική μαρμαρυγή, πολυφαρμακία), όπως και τον ρόλο του στην καθημερινή φροντίδα της συζύγου του με προχωρημένη άνοια.
Επιμένει ότι ουδέποτε έχει απασχολήσει τη Δικαιοσύνη, ότι είναι μόνιμος κάτοικος Ρόδου και ότι θα είναι διαθέσιμος σε κάθε κλήση των αρχών. Σε νομικό επίπεδο επικαλείται την αρχή «in dubio pro reo» και επιχειρηματολογεί ότι τα πραγματικά περιστατικά δεν συγκροτούν «γενετήσια πράξη» βαρύτητας συνουσίας υπό την έννοια του νόμου.
Η υπόθεση έχει συγκλονίσει Χάλκη και Ρόδο, πυροδοτώντας έντονα συναισθήματα. Από τη μία πλευρά, η αυτονόητη οργή απέναντι σε κάθε καταγγελία κακοποίησης παιδιού. Από την άλλη, η θεσμική υποχρέωση σεβασμού του τεκμηρίου αθωότητας και των δικονομικών εγγυήσεων μέχρι την τελεσίδικη κρίση.