• Κρίθηκε ότι δεν τηρήθηκε ο απαιτούμενος έγγραφος τύπος για ΝΠΔΔ άνω των 2.500 ευρώ και ότι η προσφορά δεν περιείχε ουσιώδη στοιχεία όπως τόπο και χρόνο
Σε μία απόφαση με ιδιαίτερη σημασία για τον τρόπο που καταρτίζονται συμβάσεις καλλιτεχνικών εκδηλώσεων με δημόσιους φορείς, το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου απέρριψε την αγωγή εταιρείας παραγωγής εναντίον του Δήμου Ρόδου, κρίνοντας ότι η επίδικη σύμβαση ήταν άκυρη λόγω μη τήρησης του υποχρεωτικού έγγραφου τύπου και έλλειψης ουσιωδών όρων στην αρχική πρόταση.
Η υπόθεση αφορά προγραμματισμένη συναυλία διεθνούς καλλιτέχνιδας, με προϋπολογισμό άνω των 2.500 ευρώ, και αναδεικνύει τα αυστηρά τυπικά προαπαιτούμενα για συνεργασίες με νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου.
Η υπόθεση και το χρονικό της διαφοράς
Η εταιρεία κατέθεσε αγωγή εις βάρος του Δήμου Ρόδου ζητώντας καταβολή αμοιβών που συνδέονται με συναυλία, η οποία είχε προταθεί στον τότε Δημοτικό Οργανισμό Πολιτισμού–Αθλητισμού Ρόδου (ΔΟΠΑΡ).
Κεντρικό έγγραφο στη δίκη ήταν η από 23.03.2023 «πρόταση/οικονομική προσφορά» της ενάγουσας προς τον ΔΟΠΑΡ, μέσω της οποίας παρουσιάζονταν η καλλιτέχνις και οι μουσικοί που τη συνόδευαν και προσδιοριζόταν το κόστος της συναυλίας σε 6.000 ευρώ πλέον ΦΠΑ για αμοιβές καλλιτεχνών και ηχολήπτη, την αμοιβή της εταιρείας και τις νόμιμες κρατήσεις.
Στο ποσό δεν περιλαμβάνονταν μεταφορικά, διαμονή, τεχνικός εξοπλισμός και διαφήμιση. Ωστόσο, από το έγγραφο έλειπαν κρίσιμες πληροφορίες για τον τόπο και τον χρόνο της εκδήλωσης, ενώ στην πορεία το αιτούμενο ποσό μεταβλήθηκε από 6.000 σε 6.800 ευρώ, γεγονός που κατέστησε ακόμη πιο ασαφές το οικονομικό πλαίσιο της συμφωνίας.
Το νομικό πλαίσιο που έκρινε την εξέλιξη
Το Δικαστήριο υπενθύμισε ότι για συμβάσεις που συνάπτονται με ΝΠΔΔ και έχουν αντικείμενο άνω των 2.500 ευρώ απαιτείται έγγραφος τύπος· η έλλειψη του τύπου οδηγεί σε ακυρότητα της δικαιοπραξίας. Η ακυρότητα μπορεί να καλυφθεί μόνο υπό προϋποθέσεις εκτέλεσης, εφόσον έχει προηγηθεί έγγραφη πρόταση με πλήρη ουσιώδη στοιχεία, κάτι που εδώ δεν ίσχυσε, καθώς η αρχική πρόταση δεν περιείχε τον τόπο και τον χρόνο της συναυλίας και υπέστη μεταβολή στο οικονομικό αντάλλαγμα. Συνεπώς, δεν μπορούσε να θεραπευτεί μεταγενέστερα η έλλειψη τύπου.
Παράλληλα, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη τη θεσμική μεταβολή: ο ΔΟΠΑΡ καταργήθηκε αυτοδικαίως στις 31.12.2023 βάσει του νόμου και ο Δήμος Ρόδου υπεισήλθε ως καθολικός διάδοχος στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις του. Η ιδιαιτερότητα αυτή δεν αναιρεί την ανάγκη τήρησης του τύπου, ούτε υποκαθιστά τα ουσιώδη στοιχεία που πρέπει να φέρει κάθε πρόταση σύμβασης.
Επιπλέον, επισημάνθηκε ότι για την παρούσα αγωγή δεν υφίστατο υποχρέωση προσκόμισης τέλους δικαστικού ενσήμου σε καταψηφιστικό αίτημα, καθώς για τα δικαστήρια της Δωδεκανήσου δεν είχε εκδοθεί ακόμη το απαιτούμενο διάταγμα που θα ρύθμιζε τον τρόπο καταβολής του, στοιχείο που κατέστησε παραδεκτή τη συζήτηση χωρίς το σχετικό τέλος.
Η απόφαση και οι συνέπειές της
Κατόπιν αξιολόγησης όλων των προσκομισθέντων εγγράφων, το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου έκρινε ότι η επίδικη σύμβαση είναι άκυρη, ακριβώς επειδή η έγγραφη πρόταση δεν ήταν πλήρης, δεν περιείχε ουσιώδη στοιχεία (τόπο και χρόνο) και δεν μπορούσε να θεραπεύσει την έλλειψη τύπου που απαιτείται για ΝΠΔΔ άνω των 2.500 ευρώ.
Ως εκ τούτου, η αγωγή απορρίφθηκε ως ουσιαστικά αβάσιμη. Στην ενάγουσα επιβλήθηκαν δικαστικά έξοδα 300 ευρώ υπέρ του εναγομένου Δήμου.
Την υπόθεση χειρίστηκε ο νομικός σύμβουλος του Δήμου Ρόδου κ. Μιχάλης Καραγιάννης.