• Οι δημότες πληρώνουν περισσότερα για υπηρεσίες που μένουν στα λόγια
Με ένα νέο κύμα αυξήσεων στα δημοτικά τέλη καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού, ο Δήμος Ρόδου έχει προκαλέσει ισχυρή κοινωνική αναταραχή και οικονομική πίεση στα νοικοκυριά και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Οι επιβαρύνσεις εμφανίζονται απευθείας στους λογαριασμούς ρεύματος, με τους πολίτες να διαπιστώνουν με έκπληξη ότι καλούνται να πληρώσουν πολλαπλάσια ποσά – χωρίς όμως να βλέπουν καμία αισθητή βελτίωση στις δημοτικές υπηρεσίες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα: Επιχείρηση στην Ιαλυσό πληρώνει πέντε φορές περισσότερα
Η εικόνα είναι ενδεικτική: μικρή επιχείρηση στην Ιαλυσό, 54 τ.μ., η οποία πέρυσι πλήρωσε 11,58 ευρώ με χρέωση 2,10 ευρώ ανά τ.μ., φέτος καλείται να πληρώσει 55,71 ευρώ – λόγω νέας χρέωσης 10,90 ευρώ ανά τ.μ. Η αύξηση ξεπερνά το 380%. Και δεν είναι μεμονωμένο περιστατικό.
Νέοι συντελεστές σε ισχύ από το 2025 – Τι αλλάζει για οικιακή και επαγγελματική χρήση
Οι αυξήσεις εφαρμόζονται βάσει της απόφασης 351/2024 του Δημοτικού Συμβουλίου Ρόδου, η οποία αντικαθιστά την προηγούμενη ρύθμιση του 2020. Το σκεπτικό της αύξησης βασίζεται στο οικονομικό έλλειμμα που παρουσίασε ο Δήμος για το έτος 2024: ένα άνοιγμα 7,6 εκατομμυρίων ευρώ στις υπηρεσίες καθαριότητας και φωτισμού, που κρίθηκε ότι δεν μπορούσε να καλυφθεί με τα ισχύοντα τέλη.
Από φέτος, οι δημότες καλούνται να πληρώσουν νέες, αυξημένες χρεώσεις, τόσο για οικιακή όσο και για επαγγελματική χρήση. Η διαφορά εμφανίζεται απευθείας στον λογαριασμό της ΔΕΗ ή άλλων παρόχων ηλεκτρικής ενέργειας, ενταγμένη στο πεδίο των δημοτικών τελών.
Οι αριθμοί πίσω από την αύξηση – Τι σημαίνει στην πράξη
Για οικιακή χρήση, η μέση αύξηση είναι 0,20 ευρώ ανά τ.μ. – κάτι που σημαίνει 20 ευρώ παραπάνω ετησίως για ένα τυπικό διαμέρισμα 100 τ.μ. Ωστόσο, η αύξηση αυτή δεν λαμβάνει υπόψη την ευρύτερη οικονομική συγκυρία:
• Η τιμή της ενέργειας παραμένει υψηλή
• Τα καύσιμα έχουν αυξηθεί σημαντικά
• Τα βασικά αγαθά έχουν γίνει ακριβότερα
• Τα εισοδήματα παραμένουν στάσιμα
Για οικογένειες, χαμηλοσυνταξιούχους, και επαγγελματίες που παλεύουν να σταθούν όρθιοι μετά από μια τριετία οικονομικών πιέσεων (πανδημία, πληθωρισμός, τουριστική αστάθεια), αυτή η αύξηση μεταφράζεται σε πραγματικό βάρος.
Καμία βελτίωση σε καθαριότητα και φωτισμό – Ερωτήματα για τον «ανταποδοτικό» χαρακτήρα
Οι πολίτες δεν βλέπουν την παραμικρή βελτίωση στις υπηρεσίες για τις οποίες καλούνται να πληρώσουν περισσότερο. Αντιθέτως, όπως καταγγέλλουν κάτοικοι από το κέντρο αλλά και περιφερειακές κοινότητες, οι κάδοι παραμένουν γεμάτοι, η αποκομιδή καθυστερεί, ο δημοτικός φωτισμός υπολειτουργεί, και η εικόνα εγκατάλειψης είναι εμφανής ειδικά σε τουριστικές περιοχές, όπως το Φαληράκι και η Λίνδος.
Το ερώτημα που τίθεται είναι εύλογο: Αν τα τέλη είναι «ανταποδοτικά», πού είναι η ανταπόδοση;
Η πολιτική διάσταση: κοινωνική πολιτική ή λογιστική προσέγγιση;
Η αντιπολίτευση στο Δημοτικό Συμβούλιο κατηγορεί τη δημοτική αρχή ότι προχώρησε σε μια «λογιστική» διαχείριση, χωρίς κοινωνικό πρόσημο. Όπως δηλώνουν μέλη της μειοψηφίας, η αύξηση των τελών έγινε χωρίς να υπάρξει δημόσιος διάλογος, χωρίς διαβούλευση με τους επαγγελματικούς φορείς και χωρίς καμία δέσμευση για άμεσες και μετρήσιμες βελτιώσεις.
Η δημοτική αρχή, από την άλλη, δηλώνει πως η αύξηση κρίθηκε αναγκαία ώστε να μην καταρρεύσουν βασικές υπηρεσίες, και υπόσχεται «εξορθολογισμό δαπανών» και «επενδύσεις σε εξοπλισμό και προσωπικό». Ωστόσο, η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι εμφανής.
Η επόμενη μέρα: κοινωνική κόπωση και διοικητικά αδιέξοδα
Οι συνεχόμενες αυξήσεις – χωρίς αντίκρισμα – εντείνουν τη δυσφορία των πολιτών. Πολλοί φοβούνται πως η απόφαση αυτή ανοίγει τον δρόμο για μια σειρά μελλοντικών επιβαρύνσεων στο όνομα της «βιωσιμότητας» του Δήμου. Κι όλα αυτά, την ώρα που η κεντρική κυβέρνηση έχει θέσει ως πολιτική προτεραιότητα την αναχαίτιση της ακρίβειας.
Το πρόβλημα των δημοτικών τελών στη Ρόδο δεν είναι μόνο θέμα αριθμών. Είναι δείγμα μιας βαθύτερης διοικητικής και κοινωνικής αστοχίας. Όταν οι πολίτες καλούνται να πληρώσουν περισσότερα χωρίς να ερωτηθούν και χωρίς να δουν αποτέλεσμα, το σύστημα χάνει τη νομιμοποίησή του.
Η συζήτηση για τα τέλη δεν είναι τεχνική – είναι βαθύτατα πολιτική και κοινωνική. Όσο η ανταποδοτικότητα παραμένει στα χαρτιά, οι αυξήσεις γίνονται απλώς ένας ακόμη φόρος. Και οι δημότες πληρώνουν – χωρίς να ξέρουν γιατί.