Επιχειρείται να μπει φρένο στον νέο Κυνηγετικό Σύλλογο

Φρένο στη λειτουργία του νεοσύστατου Κυνηγετικού Συλλόγου επιχειρεί να βάλει, με παρέμβαση του ενώπιον της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου, το πρώτο σωματείο που ιδρύθηκε στη Ρόδο, με την επωνυμία “Ροδία Έλαφος”.
Με πολυσέλιδο υπόμνημα που εχουν ετοιμάσει οι νομικοί συμπαραστάτες του πολυπληθούς Κυνηγετικού Συλλόγου, θα απαιτηθεί από τη Διεύθυνση Δασών Δωδεκανήσου να μην γίνουν δεκτές, ομαδικές αιτήσεις έκδοσης άδειας θήρας, ή υποβολή δικαιολογητικών, από οποιοδήποτε άλλο σωματείο εκτός του Κυνηγετικού Συλλόγου Ρόδου “Ροδία Έλαφος”.
Όπως έγραψε και χθες η “δ”, συνθήκες “εµφυλίου”, έχει προκαλέσει η απόφαση 21 µελών να κινήσουν τις διαδικασίες για την αναγνώριση και λειτουργία και νέου συλλόγου µε όµοιο καταστατικό, σκοπούς και στόχους.
Από τα 21 ιδρυτικά µέλη του νέου συλλόγου, ορισµένοι προέρχονται από τα “σπλάχνα” του Κυνηγετικού Συλλόγου Ρόδου, που απαρριθµεί περισσότερα από 1.800 µέλη ενώ ορισµένοι φέρεται να µην έχουν εκδώσει άδειες κυνηγίου µέχρι σήµερα.
Σύμφωνα με το Ν.Δ. 86/1969 (Δασικός Κώδικας) και ειδικότερα σύμφωνα με το άρθρο 266 αυτού, ορίζεται ο συνολικός αριθμός κυνηγετικών συλλόγων ανά περιφέρεια Διευθύνσεως Δασών άνευ Δασαρχείου ή Νομοδασαρχείου ή Δασαρχείου, οι οποίοι μπορούν να αναγνωριστούν από τον Υπουργό Γεωργίας και ήδη Υπουργό Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ως συνεργαζόμενοι, με κριτήριο τον συνολικό αριθμό κυνηγών – μελών αυτών και σε κάθε περίπτωση με ανώτατο δυνατό αριθμό τους πέντε κυνηγετικούς συλλόγους ανά περιφέρεια, για περιφέρειες με κυνηγούς – μέλη από 3001 και άνω.
Περαιτέρω, στο ίδιο άρθρο στην παράγραφο υπό στοιχείο «ζ», προβλέπεται ότι στην έδρα των ανωτέρω κατονομαζόμενων Δασικών Αρχών, με εξαίρεση το Νομό Αττικής, δεν επιτρέπεται να αναγνωριστούν ως συνεργαζόμενοι κυνηγετικοί σύλλογοι, περισσότεροι του ενός, ανεξάρτητα από τον αριθμό των κυνηγών.
Σύμφωνα δε και με την παράγραφο υπό στοιχείο «η» του ως άνω άρθρου του Ν.Δ. 86/1969, απαγορεύεται η αναγνώριση στην ίδια πόλη, κωμόπολη ή χωριό, περισσότερων του ενός Κυνηγετικού Συλλόγου.
Όπως αναφέρει ο νομικός σύμβουλος του Κυνηγετικού Συλλόγου Ρόδου κ. Βασίλειος Καβουριού ήδη στην περιφέρεια της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου, υπάρχουν πέντε αναγνωρισμένοι και συνεργαζόμενοι με το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Κυνηγετικοί Σύλλογοι και συγκεκριμένα ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Ρόδου», ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Καλύμνου», ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Κω», ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Λέρου» και ο «Κυνηγετικός Σύλλογος Καρπάθου».
Συνεπώς, έχει ήδη πληρωθεί ο ανώτατος αριθμός των αναγνωρισμένων και συνεργαζόμενων με το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, Κυνηγετικών Συλλόγων, με αποτέλεσμα, να καθίσταται αδύνατη η αναγνώριση ενός ακόμα κυνηγετικού συλλόγου από την ως άνω ανωτέρα εποπτική αρχή.
Επιπλέον, στην έδρα της Διεύθυνσης Δασών Δωδεκανήσου, η οποία βρίσκεται στη Ρόδο, υπάρχει, όπως τάσσει ο νόμος, μόνο ένας Κυνηγετικός Σύλλογος μη δυνάμενου σύμφωνα την παρ. ζ του άρθρου 266 του Δασικού Κώδικα, να αναγνωριστεί δεύτερος.
Συνέπεια της ανωτέρω απόλυτης αδυναμίας αναγνώρισης από την ανώτατη εποπτική αρχή είναι τα μέλη – κυνηγοί αυτού να αντιμετωπίζονται ως μεμονωμένοι κυνηγοί και όχι ως μέλη αναγνωρισμένου και συνεργαζόμενου Κυνηγετικού Συλλόγου, με τις συνέπειες που συνεπάγεται αυτό για τη διαδικασία έκδοσης της απαιτούμενης άδειας θήρας από την αρμόδια αρχή.
Ειδικότερα, ανάμεσα στους σκοπούς του Κυνηγετικού Συλλόγου Ρόδου, ο οποίος είναι αναγνωρισμένος και συνεργαζόμενος με το Υπουργείο Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, είναι και η έκδοση των απαιτούμενων καθ’ έτος, αδειών θήρας των μελών αυτού, με την υποβολή αιτήσεων για λογαριασμό των μελών και υποβολή ομαδικού ασφαλιστηρίου συμβολαίου.
Μόνον στους συνεργαζομένους με το Υπουργείο Γεωργίας Κυνηγετικούς Συλλόγους επιτρέπεται να καταθέτουν στις αρμόδιες δασικές αρχές τις αιτήσεις των μελών τους, συνοδευόμενες από τα σχετικά δικαιολογητικά, και να παραλαμβάνουν από αυτές, προκειμένου να τις παραδώσουν εν συνεχεία στα μέλη τους, τις άδειες θήρας, ενώ, αντιθέτως, τα μέλη των μη συνεργαζομένων συλλόγων, καθώς και οι μεμονωμένοι κυνηγοί πρέπει να καταθέτουν τις αιτήσεις τους και να παραλαμβάνουν τις άδειες αυτοπροσώπως, αποκλειόμενων τρίτων προσώπων ενεργούντων κατόπιν σχετικής εξουσιοδοτήσεως.

Σχετικά μάλιστα έχει κρίνει και το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Πρόσθετα με πράξη της Διεύθυνσης Αισθητικών Δρυμών και Θήρας του Υπουργείου Γεωργίας, προβλέπεται ότι δεν υπάρχει δυνατότητα εκ του νόμου για έκδοση ή θεώρηση αδειών θήρας από τρίτα πρόσωπα, εκτός των αναγνωρισμένων από το Υπουργείο Γεωργίας, κυνηγετικών συλλόγων, ενώ επισημαίνεται ότι ούτε πληρεξούσιοι δικηγόροι, μπορούν να εκπροσωπήσουν τον μεμονωμένο κυνηγό ή μέλος μη αναγνωρισμένου κυνηγετικού συλλόγου στη διαδικασία έκδοσης ή θεώρησης άδειας θήρας, αλλά οι ανωτέρω πρέπει να προσέρχονται αυτοπροσώπως στις δασικές αρχές.
Επίσης, είναι προφανές, ότι μη αναγνωρισμένος και συνεργαζόμενος με το Υπουργείο Γεωργίας, κυνηγετικός σύλλογος, απαγορεύεται να διαχειρίζεται δημόσιο χρήμα, όπως αποτελούν τα τέλη για την έκδοση ή θεώρηση της άδειας θήρας.