Ρεπορτάζ

Σταφύλια εξαιρετικής ποιότητας έφερε ο φετινός τρύγος των αμπελώνων της Ρόδου

Γράφει ο
Νεκτάριος Καλογήρου

Εξαιρετικής ποιότητας οινοστάφυλα απέδωσαν οι αμπελώνες της Ρόδου στο φετινό τρύγο που πια διάγει τις τελευταίες του ημέρες για φέτος.
Ο καλός καιρός της περασμένης Άνοιξης, η απουσία θερινών βροχοπτώσεων και το δροσερό μελτέμι διαμόρφωσαν ιδανικές συνθήκες για τα σταφύλια, που κατά κοινή ομολογία είναι τα καθαρότερα από όσα έχουν τρυγηθεί τα τελευταία χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι το 2020 θα εγγραφεί ως μια ποιοτική χρονιά για το ροδίτικο κρασί.
«Έχουμε μια πολύ καλή χρονιά, ειδικά στις λευκές ποικιλίες, με καθαρά σταφύλια, χωρίς σαπίλες, με καλή ωριμότητα και καλούς βαθμούς. Είναι σπάνιο το φαινόμενο να έχουμε τέτοιους καρπούς» δήλωσε προς τη «δημοκρατική» ο οινολόγος της «Έμερυ» Στέργος Χατζησάββας. Ο ίδιος, υπηρετεί τη συγκεκριμένη θέση για περισσότερα από 30 χρόνια, γι’ αυτό και η εμπειρία του προσδίδει ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στη διαπίστωσή του αυτή.

Ξεκίνησε η ζύμωση
Αθήρι, Μανδηλαριά (ή Αμοργιανό), Μοσχάτο, Merlot, Syrah, Cabernet Sauvignon είναι οι ποικιλίες που κυριαρχούν στη Ρόδο. Για όλες έχει ξεκινήσει η διαδικασία της ζύμωσης και αυτή θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος του Σεπτέμβρη. Είναι η εποχή του μούστου και των χημικών αντιδράσεων που πλουτίζουν το κρασί με αρώματα φρούτων και μια ολόκληρη παλέτα γεύσεων γεμάτες τανίνες.
Οι μετρήσεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα στα σταφύλια της Ρόδου αποτυπώνουν γενικά καλές βαθμολογίες. Στις λευκές ποικιλίες, όπου ο κύκλος της ζύμωσης έχει ολοκληρωθεί, φαίνεται ότι ο τίτλος σακχάρων κυμαίνεται γύρω από τους 11,5 βαθμούς (Be) και φυσιολογικές οξύτητες. Το Αθήρι, και φέτος, απέδειξε πόσο σπουδαία και σταθερή ποικιλία είναι.
Σε ό,τι αφορά τα ερυθρά σταφύλια, οι δείκτες σακχάρων φτάνουν σε υψηλότερους βαθμούς, γύρω από τους 12,5 be, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μετρήθηκαν τίτλοι 14 Be.
Πρέπει να σημειωθεί ότι οι δείκτες αυτοί αποτυπώνουν μόνο τη γενική εικόνα και προκύπτουν από τις μετρήσεις που έχουν κάνει οι οινολόγοι. Η διαφοροποίηση από οινοποιείο σε οινοποιείο της Ρόδου μπορεί να παρουσιάζει σημαντικές αποκλίσεις σε βαθμούς και οξύτητες και αυτές οφείλονται κυρίως στον τρόπο με τον οποίο οι οινοποιοί επιλέγουν τα σταφύλια που αγοράζουν.

Μια μικρή ιστορία
Παλαιότερα, στα αμπελουργικά χωριά της Ρόδου, η εποχή λήξης του τρύγου συνοδευόταν από γιορτές, μουσταλευριά, κρασί παλαιάς εσοδείας και γλέντι στις πλατείες. Οι γυναίκες έβγαζαν το μαντήλι από το κεφάλι και το έπιαναν στο χέρι, για χορό συρτό. Έδιναν έτσι μια νοητή συνέχεια του αμπελώνα προς τον οικισμό, σε μια άρρηκτη σχέση εξάρτησης, αλλά και φροντίδας. Η κοινότητα φρόντιζε τους αμπελώνες και οι αμπελώνες την κοινότητα.
Τα έσοδα από τον τρύγο για τους κατοίκους των Φανών, Καλαβάρδων, Εμπωνα, και Αρχαγγέλου ήταν τέτοια ώστε οι οικογένειες εξασφάλιζαν την κάλυψη μεγάλου μέρους των ετήσιων αναγκών τους. Για τις ανάγκες του τρύγου χρειαζόταν μεγάλος αριθμός εργατικού δυναμικού, κυρίως για να τηρηθεί η ανάγκη τα σταφύλια γρήγορα να φύγουν από το αμπέλι, να οδηγηθούν στα σημεία ζύγισης κι από εκεί στην Cair ή στην Emery. Το μεγάλο ζητούμενο ήταν να μην καταπονηθεί ο καρπός τους. Για το λόγο αυτό ήταν συχνό το φαινόμενο να μετακινούνται κάτοικοι από διάφορα χωριά προς τις περιοχές της συγκομιδής ώστε ο τρύγος να ολοκληρωθεί όσο πιο γρήγορα γίνεται.
Μέχρι εκείνη την περίοδο, η ποιότητα και η γεύση του κρασιού ρυθμιζόταν στο χωράφι, εν αντιθέσει με τον σύγχρονο οίνο που δέχεται μεγαλύτερη τεχνική υποστήριξη προκειμένου να αποδώσει συγκεκριμένες γεύσεις και αρώματα.
Όλα αυτά μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ’80 αποτελούσαν την πραγματικότητα στα χωριά της Ρόδου.
Όλα άλλαξαν όταν τα ευρωπαϊκά προγράμματα οδήγησαν σε εκτεταμένες αναμπελώσεις, εκρίζωση τοπικών ποικιλιών (κυρίως της Μανδηλαριάς) και αντικατάστασή τους με άλλες, βελτιωτικές – εισαγωγής. Καινούρια ονόματα έφτασαν στα αμπέλια της Ρόδου. «Καμπερνέ» (Cabernet Sauvignon) και «Γκρενάζ» (Grenache Rouge) φυτεύθηκαν παντού, παρότι η ανάγκη γι’ αυτά τα κλήματα ήταν περιορισμένη. Οι παραγωγοί πείσθηκαν ότι φυτεύοντας αυτές τις ποικιλίες θα μπορούσαν να επιτύχουν καλύτερες τιμές πώλησης. Εκείνα τα χρόνια δεν βρέθηκε ένας αρμόδιος να πει στους αγρότες ότι οι βελτιωτικές ποικιλίες επιτυγχάνουν μεν καλύτερες τιμές, όμως η στρεμματική τους απόδοση είναι ελάχιστη.
Ετσι, όσοι έπεσαν στην παγίδα φύτευσης βελτιωτικών ποικιλιών, στη συνέχεια είδαν την παραγωγή τους να υποπολλαπλασιάζεται και μαζί με αυτήν και τα εισοδήματά τους.
Το τελικό χτύπημα δόθηκε μέσα από τα ευρωπαϊκά προγράμματα οριστικής εκρίζωσης των αμπελώνων. Τα χωράφια που ήταν γεμάτα κλήματα μεγάλης ηλικίας, μαζί με εκείνα των νέων ποικιλιών, χάθηκαν οριστικά.
Η παραγωγή σταφυλιού στη Ρόδο στη δεκαετία του ’80 έφτανε τους 18.000 τόνους. Σήμερα, μετά βίας φτάνει τους 4000 τόνους.
Μία από τις φωτογραφίες που συνοδεύουν το ρεπορτάζ είναι από το αρχείο του γεωπόνου Γιάννου Ελενίτσα και έχει απαθανατίσει τη φόρτωση κοφινιών γεμάτων λευκά σταφύλια σε καρότσα ενός τρακτέρ. Η φωτογραφία είχε ληφθεί στη δεκαετία του ’80 στον Αρχάγγελο και το τρακτέρ με την καρότσα φορτωμένη θα έπαιρνε το δρόμο για το τότε εργοστάσιο της CAIR στην περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται η μαρίνα Ρόδου.

Ξημερώνει καινούρια εποχή για το κρασί
«Παρατηρούμε τα τελευταία χρόνια μια καλή στροφή της κοινωνίας προς το κρασί» δήλωσε προς τη «δημοκρατική» ο επιχειρηματίας και παραγωγός οίνου κ. Βαγγέλης Τατάκης. «Ο κόσμος αναζητά το καλό κρασί, κυρίως οι νέοι της Ρόδου το ζητούν, θέλουν να μάθουν για τις ποικιλίες, ξέρουν να συνδυάζουν τις γεύσεις και αυτό είναι πολύ θετικό».
Επιπρόσθετα, σήμερα στη Ρόδο υπάρχουν πολλά μικρά οινοποιεία, που δίνουν εξαιρετικές ετικέτες κρασιού. Αρκετά από αυτά έχουν πίσω τους πολυετή ιστορία, κυρίως στον Εμπωνα, στα Απόλλωνα και στον Θεολόγο. Δυστυχώς, οι παραγωγοί από τις Φάνες που σήμερα έχουν στο νησί τη μεγαλύτερη παραγωγή σταφυλιού, στο χωριό όπου λειτούργησε το πρώτο εργοστάσιο της CAIR, δεν έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν μια δική τους ετικέτα κρασιού.
Παρόλα αυτά, υπάρχει πάντοτε χρόνος και η ζήτηση δημιουργεί κίνητρα. Είναι χαρακτηριστικό και ενθαρρυντικό το γεγονός της εκ νέου καλλιέργειας μιας παλιάς γηγενούς (νησιώτικης) ποικιλίας αμπέλου. Το «Μαυραθήρι», κυρίως γνωστό στη Σαντορίνη, επανεμφανίσθηκε στις πλαγιές του Ατάβυρου και φέτος έδωσε την πρώτη του παραγωγή. Ως κρασί θα το κυκλοφορήσει η Emery. Την ίδια στιγμή η CAIR ετοιμάζει νέες γεύσεις, το ίδιο και ο Τατάκης, ο Καμπιλαυκάς, ο Αλεξανδρής, ο Κουνάκης, ο Πασσάλης στη Θολό, ο Πιπέρης στ’ Απόλλωνα και τόσοι άλλοι που δουλεύουν με μεράκι για την παραγωγή του θείου αυτού δώρου. Είναι πια βέβαιο· ξημερώνει μια καινούρια εποχή για το νησί.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου