Απόψεις

Αποδομόντας τον προπαγανδιστικό μύθο περί γεωπολιτικής αναβάθμισης της Τουρκίας

Τις τελευταίες ημέρες, έχουν φουντώσει οι συζητήσεις στην Ελλάδα σχετικά με την ενίσχυση της γεωπολιτικής θέσης της Τουρκίας, τόσο σε στρατιωτικό όσο και διπλωματικό επίπεδο.

Υπό το πλαίσιο αυτό, το παρόν άρθρο θα εξετάσει αν η λεγόμενη γεωπολιτική αναβάθμιση της Τουρκίας είναι πραγματική ή αποτελεί έναν ακόμη προπαγανδιστικό μύθο της Τουρκίας που οφείλεται σε συγκυριακές συμπτώσεις.

Αξιολογώντας τη συνεχή προσπάθεια της Τουρκίας να αυξήσει την επιρροή της στο διεθνές σύστημα, αξιοποιώντας τη γεωστρατηγική της θέση, τις οικονομικές και στρατιωτικές της δυνατότητες, αλλά και μέσω της εκδήλωσης μιας πιο ενεργητικής και επιθετικής εξωτερικής πολιτικής, συμπεραίνεται ότι αντικειμενικός στόχος της Υψηλής Στρατηγικής της Τουρκίας είναι η ανάδειξη και εδραίωσή της ως μεσαίας δύναμης στο περιφερειακό σύστημα της ευρύτερης περιοχής μας.

Η έννοια της «μεσαίας δύναμης» στις διεθνείς σχέσεις σχετίζεται με κράτη που δεν ανήκουν στις υπερδυνάμεις, αλλά διαθέτουν σημαντική οικονομική, στρατιωτική ή πολιτική δύναμη για να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στις διεθνείς εξελίξεις και να επηρεάζουν περιφερειακά και παγκόσμια ζητήματα.

Συγκεκριμένα, οι μεσαίες δυνάμεις επιδιώκουν να προωθήσουν την πολυμερή συνεργασία μέσω διεθνών οργανισμών, να ασκήσουν διπλωματική επιρροή με συμμαχίες, οικονομική βοήθεια και μεσολάβηση σε διακρατικές συγκρούσεις και τέλος, επιδιώκουν να προωθήσουν την περιφερειακή σταθερότητα αναλαμβάνοντας  ηγετικό ρόλο σε περιφερειακές κρίσεις.

Υπό το ανωτέρω πρίσμα, η Τουρκία είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχει κάνει σημαντικά βήματα, ώστε να αυξήσει τη γεωπολιτική της αξία και να αναδειχθεί ως μια σημαντική μεσαία δύναμη στη διεθνή πολιτική.

Παρά τις έως τώρα φιλότιμες προσπάθειές της όμως, η Τουρκία πόρρω απέχει από το να καταστεί μια αξιόπιστη μεσαία δύναμη και να διαδραματίσει το γεωπολιτικό ρόλο που επιθυμεί.

Αυτό οφείλεται τόσο σε ενδογενείς παράγοντες που σχετίζονται με τα χαρακτηριστικά και τον τρόπο λειτουργίας της Τουρκίας, όσο και με εξωγενείς παράγοντες του διεθνούς συστήματος.

Ειδικότερα, η Τουρκία δεν δικαιούται να μιλά για τη συμβολή της στην Ειρήνη και Ασφάλεια όταν έχει εισβάλει στην Κύπρο και κατέχει παράνομα το 36,2% των εδαφών της, αγνοώντας επιδεικτικά όλα τα ψηφίσματα του ΟΗΕ που καταδικάζουν την ενέργειά της.

Επιπλέον, η Τουρκία δεν επιτρέπεται να μιλά για το μεσολαβητικό της ρόλο στην επίλυση διεθνών συγκρούσεων όταν αποτελεί τον καταλύτη για την πρόκληση περιφερειακών συγκρούσεων στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, τη Συρία, και τη Λιβύη.

Η στρατιωτική βιομηχανία της Τουρκίας επίσης, έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες, αλλά είναι ευάλωτη και εξαρτάται από την πολιτική βούληση μεγάλων δυνάμεων (ΗΠΑ, Γερμανία κ.α.) για το αν θα την προμηθεύσουν ή όχι με σημαντικά εξαρτήματα και υλικά που απαιτούνται για την παραγωγή των όπλων της.

Επιπλέον, η Τουρκία δεν αποτελεί αξιόπιστη μεσαία δύναμη, διότι δέχεται συνεχώς πιέσεις από υπερδυνάμεις όπως ΗΠΑ, Ρωσία, Ιράν, Κίνα και προσπαθεί να ισορροπήσει, ανάμεσα στις επιδιώξεις τους.

Σε συνέχεια των ανωτέρω, θα πρέπει να επισημανθούν κάποιες  διπλωματικές αποτυχίες της Τουρκίας που αποδεικνύουν ακόμη περισσότερο, ότι δεν αποτελεί αξιόπιστη μεσαία δύναμη και πως δεν διαδραματίζει το γεωπολιτικό ρόλο που προβάλει. Συγκεκριμένα:

1.    Η διπλωματική πρωτοβουλία της Τουρκίας για τη διεξαγωγή συνάντησης των ηγετών Ουκρανίας και Ρωσίας στην Κωνσταντινούπολη, ώστε να επιτευχθεί η κατάπαυση του πυρός στον πόλεμο Ουκρανίας – Ρωσίας δεν αποτελεί επιτυχία, διότι κατέληξε σε φιάσκο. Επιτυχία θα αποτελούσε, αν συμμετείχαν στις συνομιλίες οι κ.κ. Πούτιν και Τράμπ και αποφασίζανε τη λήξη του πολέμου.

2.    Όπως η ίδια διακηρύσσει, δεν θα επιτρέψει την απομόνωσή της στην Ανατολική Μεσόγειο. Άρα θεωρεί, ότι είναι απομονωμένη λόγω των κακών σχέσεων που διατηρεί με πολλές γειτονικές της χώρες (Ελλάδα, Κύπρος, Αίγυπτος, Ισραήλ), αλλά και διότι είναι εκτός των ευρωπαϊκών ενεργειακών σχεδιασμών.

3.    Οι συνεχείς καταδικαστικές εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την Τουρκία σε συνδυασμό με τη διακοπή της ενταξιακής πορείας της Τουρκίας προς την Ε.Ε., αποτελούν μια ακόμη απόδειξη απομόνωσης της Τουρκίας από τις ευρωπαϊκές διπλωματικές διεργασίες και επιβεβαιώνει την άποψη, ότι δεν αποτελεί αξιόπιστη μεσαία δύναμη με ισχυρό γεωπολιτικό ρόλο στην περιοχή.

4.    Παρά την πρόσκλησή της να συμμετάσχει (μετά από 13 χρόνια αποκλεισμού) στη Σύνοδο του Αραβικού Συνδέσμου για την εξέταση της κατάστασης στη Γάζα, η Τουρκία πασχίζει να αποκαταστήσει τις σχέσεις της με την Αίγυπτο, τα ΗΑΕ και τη Σαουδική Αραβία, χωρίς να έχει κατορθώσει να γεφυρώσει πλήρως τα αντικρουόμενα γεωπολιτικά της συμφέροντα με τις εν λόγω χώρες.

5.    Η άρνηση των χωρών BRICS επίσης, να δεχτούν την Τουρκία ως πλήρες μέλος τους το 2024 (παρά τον διακαή της πόθο), αποδεικνύει την αποτυχία της Τουρκίας να ικανοποιήσει το διακηρυγμένο στόχο της, για ενίσχυση της παγκόσμιας επιρροή της και τη σφυρηλάτηση των δεσμών της με χώρες που βρίσκονται πέρα ​​από τους παραδοσιακούς δυτικούς συμμάχους της.

6.    Το γεγονός ότι Τουρκογενή κράτη όπως το Ουζμπεκιστάν, το Καζακστάν και το Τουρκμενιστάν υπέγραψαν δήλωση υποστήριξης των αποφάσεων του ΟΗΕ που θεωρούν παράνομη την ανακήρυξη ανεξαρτησίας της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου» (ΤΔΒΚ) και ενίσχυσαν τις σχέσεις τους με την Κυπριακή Δημοκρατία, ανοίγοντας Πρεσβείες στη Λευκωσία, δε συνάδει με χώρα που είναι σημαντική μεσαία δύναμη και έχει ισχυρό γεωπολιτικό ρόλο στην ευρύτερη περιοχή μας. Αποδεικνύει ότι παρότι η Τουρκία ενίσχυσε τους δεσμούς της με το Αζερμπαϊτζάν, δεν έχει καταφέρει να ελέγξει τον Οργανισμό Τουρκικών Κρατών και πως η επιρροή της στην Κεντρική Ασία και τον Καύκασο δεν είναι τόσο μεγάλη όσο διαδίδει.

Σε σχέση με τη συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα, όπου αποτελεί ένα ευαίσθητο ζήτημα που αφορά όλη την Ευρώπη και θα συζητηθεί το επόμενο διάστημα, θα πρέπει να επισημανθεί, ότι παρά τις προσπάθειες της Τουρκίας (εδώ και τέσσερα χρόνια), και την πίεση σε φιλικές προς αυτήν χώρες (π.χ. Γερμανία), η επιδίωξη αυτή δεν έχει επιτευχθεί ακόμη και δεν είναι βέβαιο αν επιτευχθεί και υπό ποιες προϋποθέσεις.

Δεν έχει επιτευχθεί λόγω της σθεναρής στάσης της Ελλάδας και πολλών συμμάχων της που τηρούν επιφυλάξεις σε μια τέτοια προοπτική.

Ακόμη και αν τελικά αποφασιστεί η συμμετοχή της Τουρκίας στην ευρωπαϊκή άμυνα, η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί νίκη της Τουρκίας, αλλά ήττα της Ευρώπης.

Αποτελεί ήττα της Ευρώπης διότι αποδεικνύει περίτρανα ότι η Ευρώπη σε μια εποχή κοσμογονικών γεωπολιτικών εξελίξεων δεν έχει ξεκάθαρη και ενιαία στρατηγική για την ευρωπαϊκή άμυνα και ασφάλεια και επίσης, δηλώνει αδυναμία να αναπτύξει μόνη της την αμυντική της βιομηχανία προσφεύγοντας στη βοήθεια τρίτων χωρών.

Αν και το ζήτημα είναι υπό διαπραγμάτευση, η πρόθεση να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις με ειδική πλειοψηφία και όχι με ομοφωνία αποτελεί κάτι πρωτόγνωρο για την Ευρώπη και υποδηλώνει εκφυλισμό του αξιακού οικοδομήματος και λειτουργικού συστήματος της Ευρώπης.

Συνοψίζοντας την ανωτέρω ανάλυση, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η Τουρκία παρά κάποιες ευκαιριακές επιτυχίες της μέσω προβολής της στρατιωτικής ισχύος της και της επιθετικής και ενεργούς διπλωματίας της, δεν αποτελεί αξιόπιστη μεσαία δύναμη και δεν διαθέτει την γεωπολιτική ισχύ που προσπαθούν να προβάλλουν οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί της.

Δρ. Κωνσταντίνος Π. Μπαλωμένος

Πολιτικός Επιστήμονας – Διεθνολόγος

Πρώην Γενικός Διευθυντής – Γενικής Διεύθυνσης

Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων (ΓΔΠΕΑΔΣ)

Υπουργείου Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ)

 

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου