Ειδήσεις

Η κρίση έκανε Bορειοευρωπαίους τους Ελληνες καταναλωτές

Βαθιές αλλαγές στην καταναλωτική συμπεριφορά, αλλαγές οι οποίες πλέον παύουν να είναι συγκυριακές και αποκτούν μόνιμο χαρακτήρα, επέφερε η οικονομική κρίση. Οι άλλοτε «χουβαρντάδες» Ελληνες έχουν γίνει «βορειοευρωπαίοι» σε ό,τι αφορά τις αγορές τους, ακόμη και αν αυτές αφορούν τα είδη πρώτης ανάγκης και εν γένει τις ανελαστικές συγκριτικά με άλλες αγορές από το σούπερ μάρκετ.

Αύξηση ποσοστών

Μάλιστα με το πέρασμα των ετών αυξάνονται τα ποσοστά εκείνων που γίνονται πιο προσεχτικοί και πιο «συντηρητικοί» στις αγορές τους, φαινόμενο που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό βεβαίως στη μείωση των διαθέσιμων εισοδημάτων, αλλά σε σημαντικό βαθμό και στην οικοδόμηση -έστω και μέσω της βίαιης προσαρμογής στη λιτότητα- καταναλωτικής συνείδησης.

Τα στοιχεία της τελευταίας έρευνας καταναλωτικής συμπεριφοράς που πραγματοποίησε το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και παρουσιάζει σήμερα η «Κ» είναι αποκαλυπτικά.

Η έρευνα ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 2014 και ολοκληρώθηκε στις 31 Ιανουαρίου 2015. Πραγματοποιήθηκε μέσω τηλεφωνικών συνεντεύξεων σε τυχαίο δείγμα 1.437 νοικοκυριών.

Σύμφωνα, λοιπόν, με τη φετινή έρευνα επτά στους δέκα καταναλωτές περιορίζονται στα απολύτως απαραίτητα, ενώ πριν από δύο χρόνια το ποσοστό ήταν αρκετά χαμηλότερο (έξι στους δέκα). Η τάση αυτή έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις πωλήσεις των προϊόντων που θεωρούνται ότι ανήκουν στην κατηγορία των λεγόμενων «αυθόρμητων αγορών», όπως είναι για παράδειγμα τα ζαχαρώδη, τα γλυκά και αλμυρά σνακ, οι τσίχλες.

Επιπλέον, το 68,6% δήλωσε ότι αγοράζει φθηνότερα προϊόντα, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην περσινή έρευνα ήταν 65,8% και το 2013 πολύ χαμηλότερο στο 47,3%.

Η τάση αυτή αποτυπώνεται, άλλωστε, και στη μεγάλη ανάπτυξη που σημείωσαν τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας τα προηγούμενα χρόνια, τάση η οποία επιβραδύνεται το τελευταίο διάστημα, ως αποτέλεσμα της υποχώρησης των τιμών στα επώνυμα προϊόντα.

Το 74% δηλώνει ότι αγοράζει λιγότερα προϊόντα έναντι 72% το 2014 και 65,3% το 2013.

Το στοιχείο που δείχνει περισσότερο την ανάπτυξη καταναλωτικής συνείδησης είναι αυτό που σχετίζεται με τη σύγκριση τιμών μεταξύ προϊόντων, αλλά και μεταξύ καταστημάτων.

Στη φετινή έρευνα δήλωσε ότι ακολουθεί αυτή την πρακτική το 86,6% των ερωτηθέντων, έναντι 75,9% πέρυσι και 73,5% το 2013. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι ολοένα και μειώνεται το ποσοστό των καταναλωτών που ψωνίζει μόνο από ένα σούπερ μάρκετ.

Συμπεριφορές

Σύμφωνα με την έρευνα το 55,4% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι ψωνίζει σταθερά σε ένα σούπερ μάρκετ, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του 2014 ήταν πολύ υψηλότερο, στο 69%. Το υπόλοιπο 44,6% (από 31% πέρυσι) δηλώσει ότι χρησιμοποιεί για τα ψώνια του σούπερ μάρκετ περισσότερες από μία επιλογές.

Το παραπάνω δείχνει στην πραγματικότητα τον φαύλο κύκλο του «πολέμου των προσφορών». Τα σούπερ μάρκετ επιδίδονται σε αυτό τον ανηλεή «πόλεμο» και οι καταναλωτές πλέον εμφανίζουν σημάδια εξάρτησης από τις προσφορές, κυνηγώντας τες από κατάστημα σε κατάστημα.

Οι ειδικοί στο μάρκετινγκ, μάλιστα, επεξεργάζονται μία νέα στρατηγική, αυτή των διαφορετικών προσφορών ανά κατάστημα της ίδιας αλυσίδας, με βάση τα δημογραφικά και οικονομικοκοινωνικά χαρακτηριστικά της περιοχής που αυτό βρίσκεται.

Στο σούπερ μάρκετ το 1/4 του εισοδήματος

Πάνω από το 1/4 του εισοδήματός τους αναγκάζονται να δαπανήσουν για την αγορά των ειδών σούπερ μάρκετ τα φτωχά νοικοκυριά, με μηνιαίο εισόδημα έως 1.000 ευρώ, γεγονός που σε μεγάλο βαθμό εξηγεί τις ριζικές αλλαγές που έχουν επέλθει στη συμπεριφορά των Ελλήνων καταναλωτών τα τελευταία χρόνια. Ο λόγος είναι απλός: οι τιμές έχουν μειωθεί μεν -αυτό το μαρτυρά και ο αποπληθωρισμός που χαρακτηρίζει την ελληνική οικονομία τους τελευταίους 25 μήνες- όχι όμως στον βαθμό που έχουν μειωθεί οι μισθοί.

Ειδικότερα, από την έρευνα του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών για την καταναλωτική συμπεριφορά προκύπτει ότι η μηνιαία δαπάνη στα σούπερ μάρκετ για τα εισοδήματα έως 1.000 ευρώ ανέρχεται σε 237 ευρώ, για τα εισοδήματα από 1.001 έως 2.000 ευρώ ανέρχεται σε 328 ευρώ (δηλαδή από 16,4% έως 32% του εισοδήματος), για τα εισοδήματα από 2.001 έως 3.000 ευρώ η μέση μηνιαία δαπάνη στο σούπερ μάρκετ ανέρχεται σε 375 ευρώ, για τα εισοδήματα από 3.001 έως 4.000 ευρώ σε 379 ευρώ, ενώ για τα εισοδήματα πάνω από 4.000 ευρώ η μέση μηνιαία δαπάνη για το σούπερ μάρκετ είναι κάτι περισσότερο από το 10% του εισοδήματος, ήτοι στα 421 ευρώ. «Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η ακρίβεια στα είδη σούπερ μάρκετ αποτελεί σοβαρότερο κοινωνικό πρόβλημα από την ακρίβεια σε άλλους κλάδους της οικονομίας, καθώς αφορά προϊόντα απαραίτητα για την επιβίωση και επιβαρύνει δυσανάλογα περισσότερο τους οικονομικά ασθενέστερους» επισημαίνει ο συντονιστής της έρευνας και διευθυντής του μεταπτυχιακού προγράμματος Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας κ. Γιώργος Μπάλτας.

Η μέση μηνιαία δαπάνη εν γένει εμφανίζεται στη φετινή έρευνα αυξημένη, στα 307 ευρώ σε σύγκριση με τα 262 ευρώ το 2014. Η αύξηση αυτή, ωστόσο, όπως επισημαίνει ο ίδιος ο κ. Μπάλτας οφείλεται σε περιστασιακούς και μάλλον ψυχολογικούς παράγοντες, όπως οι εκλογές και η δημιουργία προσδοκιών που προκλήθηκαν τόσο από την προηγούμενη όσο και από την τωρινή κυβέρνηση περί ολοκλήρωσης του Μνημονίου. Οπως, άλλωστε, έχει προαναφερθεί η συλλογή των απαντήσεων ολοκληρώθηκε μία εβδομάδα μετά τις εκλογές. «Εκτός από αυτό το εύρημα όμως, οι υπόλοιποι δείκτες δεν συνηγορούν σε μία αντιστροφή της τάσης ή σε βελτίωση των θεμελιωδών μεγεθών του οικονομικού περιβάλλοντος που παραμένουν δυσμενή» τονίζει ο κ. Μπάλτας. Αξίζει να σημειωθεί, μάλιστα, ότι παρά την αύξηση της μέσης μηνιαίας δαπάνης, αυτή εξακολουθεί να είναι κάτω και από τα επίπεδα του 2012 που ήταν 332 ευρώ. Το 2014 ήταν 262 ευρώ, ενώ το 2013 η μέση μηνιαία δαπάνη εκτιμήθηκε σε 290 ευρώ.

Αυξημένη, όπως είναι αναμενόμενο, εμφανίζεται και η μέση δαπάνη ανά επίσκεψη, καθώς εκτιμήθηκε σε 54,5 ευρώ έναντι 46,8 ευρώ το 2014 και επιστρέφοντας στην ουσία στα επίπεδα του 2013 (53,1 ευρώ). Το 67,2% πάντως των ερωτηθέντων δήλωσε ότι το ποσό που δαπανά κάθε φορά που επισκέπτεται το σούπερ μάρκετ δεν υπερβαίνει τα 50 ευρώ. Πάνω από 100 ευρώ δαπανά στο σούπερ μάρκετ κάθε φορά που το επισκέπτεται μόλις το 7,3% των ερωτηθέντων.

Αλλη μια τάση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια είναι η αύξηση της συχνότητας των επισκέψεων των καταναλωτών στο σούπερ μάρκετ. Πλέον, πηγαίνουν πολύ περισσότερες φορές και ψωνίζουν λίγα πράγματα, τα απολύτως απαραίτητα, και όσα τους επιτρέπει το εισόδημα που έχουν. Η συχνότητα αγορών στις αλυσίδες οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 7,1 φορές τον μήνα από 6,9 φορές πέρυσι.

Στη συντριπτική τους πλειονότητα, 96,4%, οι καταναλωτές έχουν προαποφασίσει ποια είδη θα αγοράσουν πριν επισκεφθούν το σούπερ μάρκετ, σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τις παρορμητικές αγορές.

Προαποφασισμένο εμφανίζεται, εξάλλου, το 60% των καταναλωτών και σε ό,τι αφορά τις μάρκες που θα επιλέξουν, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην έρευνα του 2013 ήταν αρκετά χαμηλότερο, στο 49%. Το εύρημα αυτό συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με το γεγονός ότι ολοένα και περισσότεροι καταναλωτές παρακολουθούν είτε μέσω των φυλλαδίων, είτε μέσω του Διαδικτύου τις μάρκες και τα προϊόντα στα οποία υπάρχουν προσφoρές

Καθημερινή

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου