Με κεντρικό στόχο την ενίσχυση του διαθέσιμου αποθέματος κατοικιών, τόσο μέσω της επανένταξης κλειστών ακινήτων στην αγορά όσο και μέσω της επανεκκίνησης της οικοδομικής δραστηριότητας για την παραγωγή προσιτής κατοικίας, ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, ανακοίνωσε έξι νέα μέτρα για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης, κατά τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή για τον Προϋπολογισμό. Όπως τόνισε, το στεγαστικό ζήτημα αναδεικνύεται πλέον σε κορυφαία προτεραιότητα της δημοσιονομικής πολιτικής, καθώς το κόστος στέγασης επιβαρύνει δυσανάλογα τα ελληνικά νοικοκυριά, συμπιέζοντας το διαθέσιμο εισόδημα και εντείνοντας τις κοινωνικές ανισότητες.
Στο κυβερνητικό επιτελείο, ωστόσο, ξεκαθαρίζουν ότι ο συγκεκριμένος σχεδιασμός δεν περιορίζεται αποκλειστικά σε εθνικούς πόρους. Αντιθέτως, υπάρχει πιθανότητα να ενισχυθεί και με νέα ευρωπαϊκά κονδύλια, καθώς η Κομισιόν ανακοίνωσε χθες ένα εκτεταμένο πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της στεγαστικής κρίσης. Βασικός στόχος, εξάλλου, είναι τα ελληνικά μέτρα να «κουμπώσουν» με τις ευρωπαϊκές χρηματοδοτήσεις, τόσο μέσω των υφιστάμενων χρηματοδοτικών εργαλείων όσο και μέσα από τις νέες πρωτοβουλίες που δρομολογεί η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Τα νέα 6 μέτρα για την ανακούφιση της στεγαστικής κρίσης
Κεντρικό πυλώνα του κυβερνητικού σχεδιασμού αποτελεί ένα γενναίο πρόγραμμα ανακαίνισης παλαιών και κλειστών κατοικιών, συνολικού προϋπολογισμού 400 εκατ. ευρώ. Το πρόγραμμα προβλέπει επιδότηση που μπορεί να φτάσει έως και το 90% της συνολικής δαπάνης, με ανώτατο ποσό τις 36.000 ευρώ ανά κατοικία. Το εισοδηματικό όριο ορίζεται στις 35.000 ευρώ για ζευγάρι, με προσαύξηση 5.000 ευρώ για κάθε παιδί. Η παρέμβαση στοχεύει ευθέως στην ενεργοποίηση ενός σημαντικού τμήματος του αδρανούς οικιστικού αποθέματος, αίροντας το υψηλό κόστος ανακαίνισης, που μέχρι σήμερα λειτουργούσε αποτρεπτικά για πολλούς ιδιοκτήτες. Μέσω της αναβάθμισης παλαιών κατοικιών επιδιώκεται η επανένταξη χιλιάδων ακινήτων στην αγορά, ενισχύοντας τη διαθεσιμότητα στέγης, ιδίως σε περιοχές όπου η ζήτηση παραμένει αυξημένη.
Προβλέπεται ακόμη η επιστροφή δύο ενοικίων ετησίως σε περίπου 50.000 εκπαιδευτικούς, νοσηλευτές και γιατρούς που υπηρετούν εκτός των μεγάλων αστικών κέντρων της Αττικής και της Θεσσαλονίκης, ανεξαρτήτως εισοδήματος. Το μέτρο στοχεύει στη στήριξη κρίσιμων επαγγελματικών ομάδων και στη σταθεροποίηση της στελέχωσης της περιφέρειας. Παράλληλα, αναγνωρίζει ότι το υψηλό στεγαστικό κόστος αποτελεί καθοριστικό παράγοντα τόσο για την εγκατάσταση όσο και για την παραμονή εργαζομένων σε απομακρυσμένες ή τουριστικά επιβαρυμένες περιοχές.
Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν και τα τοπικά σχέδια αξιοποίησης δημοτικών και κρατικών κτιρίων σε ορεινές και νησιωτικές περιοχές. Μέσω της μετατροπής ανενεργών δημόσιων ακινήτων σε κατοικίες, ενισχύεται η διαθεσιμότητα στέγης για δημόσιους υπαλλήλους και δημιουργείται ένα σταθερό απόθεμα κατοικιών με κοινωνικό πρόσημο, συμβάλλοντας στη βιωσιμότητα των τοπικών κοινωνιών.
Το κυβερνητικό πλάνο περιλαμβάνει, ως τέταρτο σκέλος, την αυστηροποίηση του πλαισίου για τη βραχυχρόνια μίσθωση. Συγκεκριμένα, οι υφιστάμενοι περιορισμοί επεκτείνονται και στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, ενώ προβλέπεται ότι σε περιοχές της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης όπου ισχύει απαγόρευση βραχυχρόνιας μίσθωσης, κάθε ακίνητο που μεταβιβάζεται θα διαγράφεται αυτομάτως από το Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής. Με τον τρόπο αυτόν, το ακίνητο δεν θα μπορεί να επανενταχθεί στο καθεστώς της βραχυχρόνιας μίσθωσης από τον νέο ιδιοκτήτη. Η συγκεκριμένη παρέμβαση αποσκοπεί στον περιορισμό της περαιτέρω συρρίκνωσης του διαθέσιμου αποθέματος κατοικιών για μακροχρόνια μίσθωση, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα, όπου η πίεση στα ενοίκια είναι έντονη. Παράλληλα, επιχειρεί να ανακόψει την κερδοσκοπική αξιοποίηση κατοικιών μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων και να δημιουργήσει συνθήκες επιστροφής περισσότερων ακινήτων στην αγορά μόνιμης κατοικίας,
Ιδιαίτερη βαρύτητα έχει και το νέο πλαίσιο κινήτρων για ιδιωτικές επενδύσεις στην προσιτή στέγη, καθώς η κυβέρνηση εισάγει για πρώτη φορά μια οργανωμένη κατηγορία μισθωτικής κατοικίας με σαφείς κανόνες και μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Το σχήμα δίνει τη δυνατότητα στις κατασκευαστικές εταιρείες είτε να αναγείρουν νέα διαμερίσματα είτε να μετατρέπουν υφιστάμενα κτίρια σε κατοικίες, οι οποίες θα διατίθενται αποκλειστικά προς ενοικίαση για χρονικό διάστημα τουλάχιστον δέκα ετών. Η παρέμβαση συνοδεύεται από ουσιαστικά φορολογικά κίνητρα, καθώς τα μισθώματα θα εκπίπτουν από τον φόρο εισοδήματος, ενώ το ανώτατο όριο ενοικίου θα καθορίζεται κεντρικά, διασφαλίζοντας ελεγχόμενο κόστος για τους ενοικιαστές. Το πλαίσιο αυτό δημιουργεί ένα σταθερό και προβλέψιμο περιβάλλον για τους επενδυτές, ενισχύοντας τη δυνατότητα κινητοποίησης τόσο ιδιωτικών όσο και ευρωπαϊκών κεφαλαίων, με στόχο τη συστηματική παραγωγή προσιτής κατοικίας.
Η έκτη παρέμβαση αφορά πολεοδομική ρύθμιση του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, η οποία αποσκοπεί στη γρήγορη και απλοποιημένη μετατροπή υφιστάμενων ακινήτων σε κατοικίες. Στο πλαίσιο αυτό, εγκαταλελειμμένα ή ημιτελή κτίρια θα μπορούν να εντάσσονται σε καθεστώς ιδιωτικών επενδύσεων, με βασικό κίνητρο την παροχή φορολογικών εκπτώσεων. Η ρύθμιση φιλοδοξεί να άρει τα πολεοδομικά και γραφειοκρατικά εμπόδια, που μέχρι σήμερα καθυστερούσαν ή απέτρεπαν τέτοιου είδους παρεμβάσεις, επιταχύνοντας την αξιοποίηση αδρανών ακινήτων και ενισχύοντας άμεσα το απόθεμα κατοικιών, ιδιαίτερα εντός του αστικού ιστού.
Στο ίδιο πακέτο έρχεται να προστεθεί και η προκήρυξη των πρώτων 10 δημόσιων ακινήτων που έχουν παραχωρηθεί στο υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας, ώστε να ξεκινήσουν οι διαγωνισμοί κοινωνικής αντιπαροχής προς ιδιώτες για την κατασκευή προσιτών κατοικιών, με το 75% των διαμερισμάτων να διατίθεται σε πολίτες και το 25% στις Ένοπλες Δυνάμεις. Παράλληλα, προωθείται η κατασκευή περίπου 1.350 προσιτών κατοικιών σε τρία ανενεργά στρατόπεδα στο Μοσχάτο, στη Θεσσαλονίκη και στην Πάτρα, με χρηματοδότηση από το Κοινωνικό Κλιματικό Ταμείο, καθώς και αποζημίωση του Ταμείου Ακινήτων Εθνικής Άμυνας, ώστε να χρηματοδοτήσει το δικό του οικιστικό πρόγραμμα.
Μια αγορά σε οριακή ανισορροπία
Οι παρεμβάσεις αυτές επιχειρούν να απαντήσουν σε μια αγορά που βρίσκεται σε διαρκή πίεση. Στην Ελλάδα, ένας στους τρεις ενοικιαστές δαπανά πάνω από το 40% του εισοδήματός του για τη στέγη, το υψηλότερο ποσοστό στην ΕΕ. Τα ενοίκια έχουν αυξηθεί κατά 45% στην Αθήνα από το 2018, ενώ η παραγωγή νέων κατοικιών παραμένει η χαμηλότερη στην Ευρώπη, μόλις 1 κατοικία ανά 1.000 κατοίκους.
Την ίδια στιγμή, η στεγαστική κρίση στην Ελλάδα συνδέεται άμεσα με τον τεράστιο αριθμό των κλειστών κατοικιών, οι οποίες υπολογίζονται μεταξύ 700.000 και 900.000 πανελλαδικά. Παρ’ όλα αυτά, ο πραγματικός αριθμός παραμένει άγνωστος, καθώς η χώρα στερείται ενός ολοκληρωμένου συστήματος καταγραφής ακινήτων, ενός εργαλείου αυτονόητου επί δεκαετίες στην υπόλοιπη Ευρώπη. Παρά τις στρεβλώσεις, οι τιμές συνεχίζουν να αυξάνονται, με τον δείκτη τιμών κατοικιών να έχει ενισχυθεί σωρευτικά κατά 86% από το 2017 και να έχει πλέον υπερβεί τα προ κρίσης επίπεδα.
Το στεγαστικό πρόγραμμα της Ευρώπης
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ανακοίνωσε χθες το πολυαναμενόμενο εκτεταμένο πακέτο μέτρων, επιχειρώντας να ανακόψει μια πορεία που, σύμφωνα με τα ίδια τα στοιχεία της Κομισιόν, είναι κάτι περισσότερο από ανησυχητική.
Τα τελευταία 15 χρόνια, οι τιμές των κατοικιών στην ΕΕ έχουν αυξηθεί κατά 60%, ενώ τα ενοίκια έχουν ενισχυθεί σχεδόν κατά 30%, την ώρα που η οικοδομική δραστηριότητα υποχωρεί, καθώς οι νέες οικοδομικές άδειες έχουν μειωθεί κατά 22%. Παράλληλα, περίπου το 20% των κατοικιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση παραμένει κλειστό, καθώς οι ιδιοκτήτες τους –φυσικά ή νομικά πρόσωπα– δεν τις διαθέτουν στην αγορά. Το κοινωνικό αποτύπωμα αυτής της κατάστασης είναι βαρύ, σχεδόν 1,3 εκατομμύρια πολίτες στην ΕΕ είναι άστεγοι, αριθμός μεγαλύτερος από τον συνολικό πληθυσμό των Βρυξελλών. Την ίδια στιγμή, οι βραχυχρόνιες μισθώσεις σε δημοφιλείς ψηφιακές πλατφόρμες αυξήθηκαν κατά 93% την περίοδο 2018-2024, φτάνοντας σε ορισμένες ευρωπαϊκές πόλεις να αντιστοιχούν έως και στο 20% του συνολικού οικιστικού αποθέματος.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι για να καλυφθεί το έλλειμμα προσφοράς και να αποσυμπιεστεί η αγορά, η ΕΕ θα χρειαστεί περίπου 650.000 νέες κατοικίες κάθε χρόνο την επόμενη δεκαετία, με ετήσιο κόστος που προσεγγίζει τα 150 δισ. ευρώ. Η αύξηση της προσφοράς προβλέπεται να προέλθει όχι μόνο από νέες κατασκευές, αλλά και από την αναδιάρθρωση υφιστάμενων κτιρίων, την ενίσχυση της κοινωνικής και προσιτής στέγασης και τη μαζική ανακαίνιση του υφιστάμενου οικιστικού αποθέματος, με έμφαση στην ενεργειακή απόδοση και τη βιωσιμότητα.
Βασικός άξονας της ευρωπαϊκής παρέμβασης είναι η Ευρωπαϊκή Στρατηγική για την Κατασκευή Κατοικιών, η οποία στοχεύει στη δημιουργία ενός πιο παραγωγικού και καινοτόμου κατασκευαστικού κλάδου. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το Νέο Ευρωπαϊκό Bauhaus, που χρηματοδοτεί βιώσιμα, ποιοτικά και οικονομικά προσιτά έργα, ενώ μέσω της Ακαδημίας του NEB ενισχύονται οι δεξιότητες των εργαζομένων στις κατασκευές, προωθώντας πράσινες και κυκλικές πρακτικές. Παράλληλα, οι αναθεωρημένοι κανόνες κρατικών ενισχύσεων επιτρέπουν στα κράτη-μέλη να στηρίζουν πιο ενεργά την κοινωνική και προσιτή στέγαση.
Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται και στη μείωση της γραφειοκρατίας, με την Επιτροπή να συνεργάζεται με εθνικές, περιφερειακές και τοπικές αρχές για την απλοποίηση των χωροταξικών κανόνων και των διαδικασιών αδειοδότησης, που σήμερα λειτουργούν ως φρένο στην αύξηση της προσφοράς κατοικιών.
Το σχέδιο συνοδεύεται από ισχυρή χρηματοδοτική στήριξη. Στο πλαίσιο του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου 2021-2027, η ΕΕ έχει ήδη κινητοποιήσει τουλάχιστον 43 δισ. ευρώ για επενδύσεις στη στέγαση. Από αυτά, 19,6 δισ. ευρώ προέρχονται από τον Μηχανισμό Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, 10,4 δισ. ευρώ από την Πολιτική Συνοχής, ενώ το ΕΚΤ+ συμβάλλει με 4,4 δισ. ευρώ. Μέσω του InvestEU έχουν κινητοποιηθεί περίπου 7 δισ. ευρώ, ενώ συμπληρωματικοί πόροι προέρχονται από το LIFE (138 εκατ. ευρώ) και το Horizon Europe (540 εκατ. ευρώ).
Για την επόμενη περίοδο, η Κομισιόν προγραμματίζει επιπλέον 10 δισ. ευρώ επενδύσεων μέσω του InvestEU την περίοδο 2026-2027, τουλάχιστον 1,5 δισ. ευρώ από επαναπρογραμματισμό των ταμείων συνοχής, καθώς και πρόσθετη στήριξη από το Κοινωνικό Ταμείο για το Κλίμα, ενώ νέες χρηματοδοτικές δυνατότητες προβλέπονται και στο ΠΔΠ 2028-2034.
Στο ρυθμιστικό σκέλος, προετοιμάζεται νέα ευρωπαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις το 2026, με στόχο τον περιορισμό των αρνητικών τους επιπτώσεων στη διαθεσιμότητα κατοικιών, ιδίως σε πόλεις και τουριστικές περιοχές υψηλής πίεσης. Παράλληλα, δρομολογείται η δημιουργία μιας Πανευρωπαϊκής Επενδυτικής Πλατφόρμας, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, καθώς και η ανάπτυξη εργαλείων για την αντιμετώπιση της αστεγίας, βασισμένων στις αρχές του «Housing First».
Τέλος, η πολιτική αυτή αποκτά θεσμική συνέχεια, με τη σύσταση της Ευρωπαϊκής Συμμαχίας για τη Στέγαση και τη διοργάνωση, για πρώτη φορά, Συνόδου Κορυφής της ΕΕ για τη Στέγαση το 2026, σηματοδοτώντας τη μετατροπή της στέγης σε κεντρικό πυλώνα της ευρωπαϊκής κοινωνικής και αναπτυξιακής πολιτικής.
Πηγή: powergame.gr















