Η συνεδρίαση της 6ης Αυγούστου οδηγεί σε έγκριση της μελέτης – Διευκρινήσεις της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού στην «δημοκρατική»
Η έντονη δημόσια συζήτηση που ξέσπασε τις τελευταίες ημέρες για την Τάφρο Τ1 στον Αρχάγγελο Ρόδου βρίσκει πλέον νέα αφετηρία, μετά από ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού προς την «δημοκρατική» που γνωστοποιεί, μεταξύ άλλων, ότι το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο γνωμοδότησε υπέρ της έγκρισης της μελέτης.
Το έργο, ενταγμένο στο ΕΣΠΑ 2021-2027 και συνολικού προϋπολογισμού 5,16 εκατ. ευρώ για την Τάφρο Τ1, είχε βρεθεί στο επίκεντρο αντιπαράθεσης ανάμεσα στην ανάγκη άμεσης αντιπλημμυρικής θωράκισης και την προστασία του κηρυγμένου αρχαιολογικού χώρου ως και της «αισθητικής» των έργων.
Η διαμάχη και η ιστορική «σκιά»
Ο Αρχάγγελος Ρόδου, με ιστορικά κατάλοιπα από την ύστερη νεολιθική περίοδο έως τα μεσαιωνικά χρόνια, αποτελεί έναν από τους πλέον ευάλωτους οικισμούς του νησιού σε ακραία καιρικά φαινόμενα. Η ανάγκη για αντιπλημμυρική προστασία είναι τεκμηριωμένη από δεκαετίες, καθώς οι στενοί δρόμοι και οι υφιστάμενες παρεμβάσεις σε ρέματα δεν επαρκούν για την απορροή των ομβρίων.
Η Αρχαιολογική Υπηρεσία είχε εκφράσει επιφυλάξεις για την αισθητική και περιβαλλοντική επίπτωση της Τάφρου Τ1, τονίζοντας ότι η όδευσή της περνά κοντά σε αρχαία λατομεία, μυκηναϊκούς τάφους και παραδοσιακές αναλημματικές κατασκευές. Η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου, από την άλλη, επέμενε πως οι προσαρμογές στη χάραξη και οι τεχνικές βελτιώσεις αρκούν για να προστατεύσουν τα μνημεία, ενώ παράλληλα εξασφαλίζεται η ασφάλεια των κατοίκων.
Η ανακοίνωση – απάντηση του Υπουργείου Πολιτισμού
Στην επίσημη τοποθέτησή της, η Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς αναφέρει:
«Με αφορμή το σημερινό σας δημοσίευμα με τίτλο «Η αρχαιολογία “φρενάρει” έργο αντιπλημμυρικής θωράκισης στον Αρχάγγελο για … αισθητικούς λόγους», η Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Υπουργείου Πολιτισμού σας ενημερώνει ότι:
Η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων του έργου «Αντιπλημμυρική προστασία Αρχαγγέλου Ρόδου» εξετάστηκε από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο στην υπ. 31 Συνεδρίασή του, στις 06/08/2025. Το έργο εμπίπτει εξ ολοκλήρου στον κηρυγμένο αρχαιολογικό χώρο του Αρχαγγέλου. Στην ευρύτερη περιοχή του σημερινού Αρχαγγέλου εντοπίζονται σημαντικότατα αρχαιολογικά κατάλοιπά, που χρονολογούνται από την ύστερη νεολιθική περίοδο μέχρι τα μεσαιωνικά χρόνια, αλλά και μνημεία της περιόδου της τουρκοκρατίας και των νεότερων χρόνων, με πλέον περίβλεπτο το μεσαιωνικό κάστρο στο μέσον του οικισμού.
Η βασική φιλοσοφία χαράξεως των έργων αντιπλημμυρικής προστασίας είναι να εκτραπούν τα όμβρια εκτός του οικισμού του Αρχαγγέλου, διότι είναι αδύνατη η κατασκευή έργων απορροής της πλημμυρικής παροχής μέσα στους στενούς δρόμους του οικισμού. Ως εκ τούτου, το εν θέματι έργο, συνολικού προϋπολογισμού 14.500.000 ευρώ, περιλαμβάνει επεμβάσεις μεγάλης κλίμακας. Πιο αναλυτικά προβλέπεται η κατασκευή δύο αποστραγγιστικών συλλεκτήριων τάφρων (τάφροι Τ1 και Τ2), μικρότερα τεχνικά έργα, καθώς και η διαμόρφωση των συμβαλλόντων φυσικών ρεμάτων Λιβάδια-Μάκρωνας και Αγίου Γεωργίου με καθαρισμούς, διαπλατύνσεις και υπογειοποιήσεις.
Ιδιαιτέρως η Τάφρος Τ1, η οποία περιτρέχει τον οικισμό από νότια, επί των υπωρειών των ορέων Κάραβος και Προφήτης Ηλίας, συνολικού μήκους 1.270 μέτρα, θα παραλαμβάνει την επιφανειακή απορροή υδάτων από τα υψώματα αυτά και θα την εκτρέπει προς το ρέμα Μάκρωνα, μήκους 3.180 μ. Για την κατασκευή της Τάφρου προβλέπεται διάνοιξη ορύγματος πλάτους 1,5μ. με εκτεταμένες εργασίες εκβραχισμού, εντός του οποίου θα κατασκευαστεί ανοιχτή τάφρος από σκυρόδεμα για τη συλλογή των ομβρίων και θα διαμορφωθεί παράλληλη οδοποιΐα συντήρησης της τάφρου, πλάτους 5μ. Μαζί με τη στήριξη των βόρειων πρανών, οι κατά μήκος προβλεπόμενες επεμβάσεις φθάνουν κατά τόπους σε πλάτος έως 20μ. Τα παραπάνω τεχνικά στοιχεία, καθώς και αρχαιότητες που εντοπίζονται -ιδιαιτέρως στο δυτικό τμήμα της προβλεπόμενης όδευσης της τάφρου Τ1- οδήγησαν την Εφορεία Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου στη διατύπωση επιφυλάξεων αναφορικά την αισθητική βλάβη που τυχόν θα προκαλούσαν τα υψηλά πρανή της εκσκαφής που δημιουργούνται από τους εκβραχισμούς περιμετρικά του οικισμού και του αρχαιολογικού χώρου.
Ωστόσο, το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο στην ανωτέρω συνεδρία του, λαμβάνοντας υπόψη ότι: 1. Πρόκειται για έργο υποδομής, ιδιαιτέρως σημαντικού και αναγκαίου για την ικανοποίηση ζωτικών αναγκών του κοινωνικού συνόλου, 2. Ότι το νησί της Ρόδου, έχει υποστεί τα τελευταία 25 χρόνια σημαντικές πλημμύρες, συνέπεια των οποίων ήταν οι καταστροφές σε ιδιοκτησίες και σε επιχειρήσεις, αλλά κυρίως η απώλεια ανθρωπίνων ζωών, και 3. Την πρόταση των μελετητών για παράκαμψη της όδευσής της Τάφρου Τ1, ώστε να μην θιγεί το αρχαίο λατομείο, γνωμοδότησε υπέρ της έγκρισης της μελέτης, θέτοντας όρους με τους οποίους επιδιώκεται ο βέλτιστος συνδυασμός της προστασίας των αρχαιοτήτων -τις οποίες συναντά η όδευση του αντιπλημμυρικού έργου- με την έγκαιρη ολοκλήρωσή του.
Η σχετική Απόφαση βρίσκεται στο στάδιο της διοικητικής επεξεργασίας.»
Στην σημερινή έντυπη έκδοση της “δημοκρατικής” δημοσιεύθηκε το ακόλουθο άρθρο:
Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο θα κρίνει την… «αισθητική βλάβη» και την αντιπλημμυρική θωράκιση στον Αρχάγγελο
• Έργο 5,16 εκατ. ευρώ κινδυνεύει με καθυστέρηση ή ανατροπή λόγω ενστάσεων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας • Στο επίκεντρο η Τάφρος Τ1: σωτήριο έργο για τους κατοίκους ή «μόνιμη πληγή» στον αρχαιολογικό χώρο;
Στην καρδιά ενός από τα πιο ευάλωτα σε πλημμυρικές καταιγίδες χωριά της Ρόδου, στον Αρχάγγελο, ξεδιπλώνεται μια σύγκρουση με γνωστό ελληνικό αποτύπωμα: η αναμέτρηση ανάμεσα στην ανάγκη για άμεση αντιπλημμυρική θωράκιση και στη «μέριμνα» προστασίας της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο πρόκειται να λύσει έναν γόρδιο δεσμό που απειλεί να στερήσει από τον οικισμό ένα έργο ενταγμένο στο ΕΣΠΑ 2021-2027, συνολικού ύψους 5,16 εκατ. ευρώ για την Τάφρο Τ1, τη στιγμή που οι χειμώνες δεν περιμένουν.
Η υπόθεση της τάφρου Τ1 στον Αρχάγγελο αναδεικνύει ένα ζήτημα που ξεπερνά τη συγκεκριμένη μελέτη, την τήρηση των θεσμικών ορίων των υπηρεσιών. Η Αρχαιολογική Υπηρεσία έχει αναμφισβήτητη αρμοδιότητα να προστατεύει και να αναδεικνύει τα μνημεία, να αξιολογεί τις επιπτώσεις έργων και να θέτει όρους για την αποφυγή βλαβών. Όμως, όταν προχωρά στο επόμενο βήμα, προτείνοντας τεχνικές λύσεις αντιπλημμυρικής προστασίας, εισέρχεται σε πεδίο που ανήκει στις τεχνικές και υδραυλικές ειδικότητες.
Οι προτάσεις για καθαρισμούς ρεμάτων και αποκατάσταση ξερολιθιών, όσο καλοπροαίρετες κι αν είναι, δεν αποτελούν προϊόν εξειδικευμένων υδραυλικών μελετών, ούτε απαντούν επαρκώς στις σύγχρονες ανάγκες ενός αναπτυσσόμενου οικισμού που ζει ήδη τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής.
Η Περιφέρεια Νοτίου Αιγαίου με υπόμνημά της προς το ΚΑΣ παρουσίασε τεχνικά δεδομένα, αποστάσεις και προσαρμογές στη χάραξη, δείχνοντας ότι ο σχεδιασμός μπορεί να συνδυάσει προστασία μνημείων και ασφάλεια κατοίκων.
Η τελική κρίση του Κ.Α.Σ. δεν αφορά μόνο την τύχη ενός έργου, αλλά και την οριοθέτηση των ρόλων, πού τελειώνει η αρχαιολογική γνωμοδότηση και πού ξεκινά η τεχνική ευθύνη για την ασφάλεια μιας κοινότητας. Γιατί η σύγχυση ρόλων δεν καθυστερεί απλώς τα έργα, υπονομεύει την ίδια την αποτελεσματικότητα της διοίκησης.
Το αντικείμενο της διαμάχης: τι προβλέπει η μελέτη
Το συνολικό έργο «Αντιπλημμυρική προστασία Αρχαγγέλου Ρόδου» περιλαμβάνει, πέρα από την Τάφρο Τ1, μια δεύτερη τάφρο (Τ2) και παρεμβάσεις σε υφιστάμενα ρέματα. Η επίσημη διαβίβαση απόψεων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Δωδεκανήσου προς το Υπουργείο Πολιτισμού, με ημερομηνία 3 Αυγούστου 2025, περιγράφει έργο μεγάλης κλίμακας εντός του θεσμοθετημένου αρχαιολογικού χώρου, με κύριες συνιστώσες την κατασκευή της Τάφρου Τ1 μήκους 3.180 μ., της Τάφρου Τ2 μήκους 2.158 μ. και διευθετήσεις στις κοίτες των ρεμάτων Λειβαδίων–Μάκρωνα και Αγίου Γεωργίου.
Η Τάφρος Τ1 έχει σχεδιαστεί ως ανοιχτή αποστραγγιστική υποδομή στους πρόποδες των υψωμάτων Κάραβος και Προφήτης Ηλίας, με διάνοιξη ορύγματος πλάτους περίπου 15 μέτρων, εκτεταμένους εκβραχισμούς, σκυροδετημένη διατομή και παράλληλη οδό συντήρησης πλάτους 5 μέτρων — ένα τεχνικό αποτύπωμα που κατά τόπους φτάνει τα 20 μέτρα.
Τι λέει η Αρχαιολογική Υπηρεσία: «ανεπανόρθωτη καταστροφή» και «αισθητική βλάβη»
Η Εφορεία, τεκμηριώνοντας το αρχαιολογικό υπόβαθρο της περιοχής, με ευρήματα από την ύστερη νεολιθική εποχή έως και τα μεσαιωνικά χρόνια, καταγράφει πληθώρα μνημείων κατά μήκος της προτεινόμενης χάραξης: ίχνη αρχαίων λατομείων στη θέση Πετροκοπιό, σπηλαιώδεις κατασκευές με πιθανή ταφική χρήση, μυκηναϊκούς τάφους στη θέση Μαλά και εκτεταμένα συστήματα αρχαίων αναλημματικών τοίχων που αποτυπώνουν μια διαχρονική γεωργική οργάνωση του τοπίου.
Κομβικά σημεία της κριτικής είναι ότι η Τ1, όπως υποβλήθηκε, περνά «επάνω ακριβώς» από ταφικό συγκρότημα στην περιοχή Φελλαδούνια, ενώ το συνολικό τεχνικό ίχνος θα συνιστά «μόνιμη πληγή ορατή από παντού», μια αισθητική υποβάθμιση που, κατά την Υπηρεσία, δεσπόζει στους άξονες θέασης από και προς την εθνική οδό Ρόδου–Λίνδου.
Σε επίπεδο διαδικασίας, η Εφορεία επικαλείται το θεσμικό πλαίσιο της περιβαλλοντικής αδειοδότησης, δίνοντας έμφαση ότι, λόγω μεγέθους, απαιτήθηκαν επανειλημμένες αυτοψίες και ότι τμήματα της χάραξης είναι δυσπρόσιτα ή εντός ιδιωτικών ακινήτων, στοιχείο που περιπλέκει τη γρήγορη τεκμηρίωση.
Στην κατακλείδα, η Υπηρεσία εισηγείται «κατ’ αρχήν έγκριση» μόνο για την Τ2 και τις διευθετήσεις στα υφιστάμενα ρέματα, προτείνοντας για την Τ1 «άλλη, ηπιότερη τεχνική λύση» ή μετατόπιση της πορείας, ακόμη και «τρόπους θεραπείας/ απόκρυψης» των σκυροδετημένων διατομών ώστε να μειωθεί η αισθητική όχληση.
Τα τεχνικά αντεπιχειρήματα: τι αντιπαραθέτει η Περιφέρεια
Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, η Διεύθυνση Τεχνικών Έργων υπενθυμίζει ότι η ιδέα μιας αποστραγγιστικής τάφρου νοτίως του οικισμού δεν είναι καινούργια. Αντιθέτως, προτάθηκε ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’90 ως λύση που θα εκτρέπει μακριά από τον στενό αστικό ιστό τα νερά που κατεβαίνουν από τον Προφήτη Ηλία, μαζί με τα φερτά που σήμερα εγκλωβίζονται μέσα στους δρόμους. Η ίδια πηγή σημειώνει ότι στις αρχές της δεκαετίας του 2000 είχε δημοπρατηθεί τμήμα της χάραξης, κατόπιν εγκρίσεων της τότε αρμόδιας αρχαιολογικής υπηρεσίας και των συναρμόδιων υπουργείων, και ότι πράγματι διανοίχθηκε μικρό αρχικό κομμάτι, πριν σταματήσει για λόγους άσχετους με την αρχαιολογία.
Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν πως τα σημεία αρχαιολογικού ενδιαφέροντος που επικαλείται η Εφορεία βρίσκονται συχνά σε σημαντικές αποστάσεις από τη ζώνη κατάληψης της Τ1. Ενδεικτικά, σημεία που μνημονεύονται δυτικά του κάστρου απέχουν, κατά τους μελετητές, εκατοντάδες μέτρα, ενώ προς τα ανατολικά, στο Πετροκοπιό, έγινε ήδη προσαρμογή της χάραξης ώστε να εξέλθει της περιμέτρου μικρού αρχαίου λατομείου. Ανάλογα, άλλες θέσεις βρίσκονται σε υψομετρικά ανώτερες στάθμες ή παρεμβάλλονται υφιστάμενοι αγροτικοί δρόμοι, περιορίζοντας τον κίνδυνο άμεσης όχλησης.
Η κεντρική ιδέα αυτής της επιχειρηματολογίας είναι ότι ο σχεδιασμός έχει ήδη περάσει από επάλληλες βελτιστοποιήσεις, έτσι ώστε η Τ1 να εκπληρώνει τον σκοπό της χωρίς να θίγει άμεσα κύρια μνημεία, και ότι η περαιτέρω καθυστέρηση εγκυμονεί απώλεια πόρων και συνέχιση του κινδύνου για τον οικισμό.
Χρονολόγιο και «παράθυρα» κινδύνου για το ΕΣΠΑ
Η απόφαση ένταξης της Τ1 στο «Νότιο Αιγαίο 2021–2027» υπογράφηκε στις 20 Ιανουαρίου 2025, εξασφαλίζοντας 5,16 εκατ. ευρώ. Στις 3 Αυγούστου 2025, η Εφορεία διαβίβασε στο ΥΠΠΟΑ τις απόψεις της επί της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, χαρακτηρίζοντας το έργο κατηγορίας Α2 και ζητώντας τροποποιήσεις. Η χρονική αλληλουχία είναι κρίσιμη: η απαίτηση για νέα μελέτη και μετατόπιση πορείας σημαίνει επανυποβολές, συμπληρώσεις, πρόσθετες αυτοψίες και ενδεχομένως νέες γνωμοδοτήσεις από συλλογικό όργανο, δηλαδή το ίδιο το ΚΑΣ.
Σε ένα περιβάλλον αυστηρών οροσήμων εκτέλεσης, κάθε μήνας που περνά αυξάνει την πιθανότητα απένταξης ή ανακατανομής των πόρων, ειδικά σε έργα που απαιτούν απαλλοτριώσεις ή σύνθετες αδειοδοτήσεις. Η καθυστέρηση, επομένως, δεν είναι απλώς διαδικαστική· μεταφράζεται σε διαρκή έκθεση του οικισμού σε πλημμυρικό κίνδυνο.
Ο ρόλος του ΚΑΣ
Στο επίκεντρο βρίσκεται το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, που θα κληθεί να ισορροπήσει ανάμεσα σε αντικρουόμενα δημόσια αγαθά: την προστασία των μνημείων και την ασφάλεια των κατοίκων. Η απόφαση του ΚΑΣ θα κρίνει όχι μόνο την τύχη της Τ1, αλλά και τα όρια της αρχαιολογικής γνωμοδότησης έναντι της τεχνικής αρμοδιότητας των υδραυλικών έργων, όπως αναδείχθηκε και στον πρόβληματισμό περί «ορίων ρόλων» στην αρχή του παρόντος κειμένου.
Η πιο αιχμηρή φράση της Εφορείας, ότι η Τ1 θα αποτελεί «μόνιμη πληγή ορατή από παντού», συμπυκνώνει μια κλασική σύγκρουση: μπορεί μια ορατή τεχνική υποδομή να κριθεί ασύμβατη με τον χαρακτήρα ενός αρχαιολογικού τοπίου όταν η εναλλακτική είναι να παραμένει εκτεθειμένος ένας οικισμός σε πλημμύρες; Η Υπηρεσία αντιπροτείνει, μεταξύ άλλων, διαμόρφωση φυσικών ρεμάτων και ανακατασκευή ξερολιθιών, ενώ αναζητεί και λύσεις «θεραπείας/απόκρυψης» των σκυροδετημένων διατομών, αναγνωρίζοντας ότι η φυτική ένδυση δεν ταιριάζει πάντοτε στο ξερό, πετρώδες ανάγλυφο.
Από την άλλη πλευρά, οι τεχνικές υπηρεσίες αντιτείνουν ότι οι καθαρισμοί και οι λεκτικές «θεραπείες» δεν επαρκούν για την ανάσχεση τεράστιων όγκων παροχής σε ακραία επεισόδια, ιδίως όταν τα υφιστάμενα ρέματα έχουν σε τμήματα υπογειοποιηθεί, στενέψει ή αυθαίρετα καταληφθεί, επιβαρύνοντας την υδραυλική τους ικανότητα. Η ίδια η Εφορεία, στο έγγραφό της, αναγνωρίζει ότι στο ρέμα του Μαγκαφά οι παλαιότερες παρεμβάσεις τσιμεντοποίησης και περιορισμού διατομών συνέτειναν σε πλημμυρικά φαινόμενα των τελευταίων δεκαετιών.