Τοπικές Ειδήσεις

Στο Εφετείο Δωδεκανήσου η έφεση των Τούρκων για τα ακίνητα στο Νιοχώρι

• Επανέρχεται στο προσκήνιο το ζήτημα των «de facto» απαλλοτριώσεων του 1940
• Τέσσερις Τούρκοι υπήκοοι και οι καθολικοί τους διάδοχοι ζητούν ανατροπή της
πρωτόδικης απόφασης που απέρριψε τις αγωγές τους κατά του Ελληνικού Δημοσίου για ακίνητα στη Ρόδο· υπόθεση με ιστορικό, νομικό και διπλωματικό βάθος

Σήμερα εκδικάζεται στο Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου η πολυσυζητημένη υπόθεση της έφεσης που έχουν ασκήσει Τούρκοι υπήκοοι, οι οποίοι διεκδικούν αποζημιώσεις για δύο ακίνητα στο Νιοχώρι Ρόδου, τα οποία απαλλοτριώθηκαν το 1940 από την ιταλική διοίκηση. Πρόκειται για μια υπόθεση με έντονες νομικές και πολιτικές προεκτάσεις, που επαναφέρει στο προσκήνιο το παλαιό και σύνθετο ζήτημα των περιουσιών μουσουλμανικών οικογενειών στα Δωδεκάνησα κατά την ιταλοκρατία και τη μετέπειτα ελληνική διοίκηση.
Η υπόθεση αφορά στην προσφυγή της Νιλγκούν Μπαράι, κατοίκου Άγκυρας, και των καθολικών διαδόχων του Αμπντουραχμάν Νατζί Ακμάν, οι οποίοι ζητούν την εξαφάνιση της απόφασης 62/2024 του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Ρόδου. Η απόφαση αυτή απέρριψε τις αγωγές τους κατά του Ελληνικού Δημοσίου, κρίνοντάς τες απαράδεκτες λόγω έλλειψης εννόμου συμφέροντος.
Από την ιταλική απαλλοτρίωση του 1940 έως την ελληνική κυριότητα
Τα επίδικα ακίνητα, με κτηματολογικούς αριθμούς V-292 και V-293 οικοδομών Ρόδου, απαλλοτριώθηκαν με τα διατάγματα του Ιταλού Κυβερνήτη στις 13 Μαΐου 1940, για λόγους δημοσίας ωφέλειας. Σύμφωνα με το Ελληνικό Δημόσιο, οι τότε ιδιοκτήτες είχαν αποζημιωθεί, καθώς το Ιταλικό Δημόσιο είχε καθορίσει σχετική αποζημίωση, η οποία μεταφέρθηκε μέσω της Μικτής Οικονομικής Επιτροπής και κατέληξε στην Τράπεζα της Ελλάδος. Ωστόσο, οι εναγόμενοι υποστηρίζουν πως ουδέποτε έλαβαν χρήματα ή ειδοποίηση για τις απαλλοτριώσεις αυτές.
Μετά τη συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947, όλα τα ακίνητα του Ιταλικού Δημοσίου στη Δωδεκάνησο περιήλθαν στο Ελληνικό Δημόσιο. Τα συγκεκριμένα ακίνητα εντάχθηκαν αρχικά στον Οργανισμό Ακίνητης Περιουσίας Δημοσίου Δωδεκανήσου το 1955 και αργότερα πουλήθηκαν, εν μέρει, σε ιδιώτες και οικοδομικούς συνεταιρισμούς. Το υπόλοιπο τμήμα παρέμεινε στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου.
Η πρωτόδικη απόφαση και το σκεπτικό της
Το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου, με την απόφαση 62/2024, απέρριψε τις δύο αγωγές των Τούρκων υπηκόων, κρίνοντας ότι οι ενάγοντες δεν διαθέτουν έννομο συμφέρον, καθώς οι ίδιοι συνομολογούν ότι η κατάληψη των ακινήτων έγινε ήδη από το 1940. Το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του πως από το 1940 έως σήμερα έχει παρέλθει το χρονικό διάστημα που απαιτείται για τη συμπλήρωση της κτητικής παραγραφής ή χρησικτησίας, σύμφωνα με τον Κτηματολογικό Κανονισμό Δωδεκανήσου. Επίσης, σημείωσε ότι ακόμη κι αν θεωρηθεί πως η απαλλοτρίωση δεν συντελέστηκε πλήρως, η κυριότητα ανήκει πλέον στο Ελληνικό Δημόσιο λόγω έκτακτης χρησικτησίας.
Το Δικαστήριο επικαλέστηκε αποφάσεις του Αρείου Πάγου, όπως την ΟλΑΠ 599/1971 και την ΑΠ 1625/2009, οι οποίες αναγνωρίζουν την κτήση κυριότητας από το Δημόσιο σε περιπτώσεις που η κατοχή ασκείται για μακρό χρονικό διάστημα χωρίς αντιδράσεις των αρχικών ιδιοκτητών.
Το περιεχόμενο  της έφεσης: επιχειρήματα και αιτιάσεις
Οι εκκαλούντες θεωρούν την πρωτόδικη απόφαση εσφαλμένη, ισχυριζόμενοι ότι το δικαστήριο δεν αιτιολόγησε ειδικά την έλλειψη εννόμου συμφέροντος. Υποστηρίζουν ότι η εφαρμογή της χρησικτησίας στην υπόθεσή τους είναι αντισυνταγματική και αντίθετη στο άρθρο 4 του Συντάγματος περί ισότητας των πολιτών ενώπιον του νόμου, καθώς το Δημόσιο –όταν ενεργεί ως ιδιώτης– δεν μπορεί να επικαλείται ευνοϊκότερη μεταχείριση. Επίσης, κάνουν λόγο για παραβίαση διεθνών συμβάσεων, όπως της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (άρθρο 1 του Πρώτου Πρωτοκόλλου) και του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ, που προστατεύουν το δικαίωμα της ιδιοκτησίας.
Η έφεση επικαλείται ακόμη τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (όπως την υπόθεση Παπαμιχαλόπουλος κατά Ελλάδας, 1993), όπου αναγνωρίζεται ότι η de facto απαλλοτρίωση χωρίς αποζημίωση συνιστά παραβίαση του δικαιώματος στην περιουσία. Οι εφεσίβλητοι επιμένουν ότι ουδέποτε καταβλήθηκε αποζημίωση ούτε ολοκληρώθηκε νομίμως διαδικασία απαλλοτρίωσης.
Η στάση του Ελληνικού Δημοσίου
Το Ελληνικό Δημόσιο, ως διάδοχο του Ιταλικού, έχει απορρίψει κατηγορηματικά τις αιτιάσεις, υπογραμμίζοντας ότι οι αποζημιώσεις είχαν προβλεφθεί από το 1940 και πως τα ακίνητα κατελήφθησαν νομίμως, ενώ στη συνέχεια εντάχθηκαν στο ελληνικό νομικό καθεστώς δυνάμει διεθνών συνθηκών. Το Δημόσιο επικαλείται ακόμη τη συνεχή και ειρηνική νομή των ακινήτων για πάνω από οκτώ δεκαετίες, γεγονός που θεμελιώνει την κυριότητά του ακόμη και κατά τις διατάξεις περί χρησικτησίας.
Σύμφωνα με τη θέση του, η οποιαδήποτε σημερινή διεκδίκηση στερείται νομικής βάσης, καθώς έχει επέλθει παραγραφή κάθε σχετικού δικαιώματος, ενώ η κυριότητα ανήκει πλέον στο Ελληνικό Δημόσιο κατά πλήρη και αδιάκοπη νομή.
Οι πολιτικές και διπλωματικές διαστάσεις
Η υπόθεση δεν περιορίζεται μόνο στη νομική της διάσταση. Τουρκικά μέσα ενημέρωσης και οργανώσεις έχουν ήδη ανακοινώσει ότι θα μεταφέρουν το ζήτημα στα διεθνή φόρα, μεταξύ των οποίων τα Ηνωμένα Έθνη, η Ευρωπαϊκή Ένωση, ο ΟΑΣΕ και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Υποστηρίζουν πως η Ελλάδα «σφετερίστηκε» περιουσίες Τούρκων πολιτών μετά την προσάρτηση της Δωδεκανήσου το 1947, επιχειρώντας να δημιουργήσουν ζήτημα «τουρκικών περιουσιών» στο Αιγαίο.
Στο ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών, ωστόσο, η υπόθεση θεωρείται καθαρά αστικής φύσεως, με νομικά και ιστορικά τετελεσμένα που δεν μπορούν να αμφισβητηθούν. Παράλληλα, τονίζεται ότι οι τουρκικές κινήσεις εντάσσονται σε μια ευρύτερη στρατηγική αμφισβήτησης της ελληνικής κυριαρχίας σε νησιά και εδάφη της Δωδεκανήσου.
Το διακύβευμα για το Εφετείο
Η σημερινή δίκη στο Εφετείο Δωδεκανήσου δεν αφορά μόνο το ύψος των αποζημιώσεων που ζητούν οι εφεσίβλητοι, το οποίο ξεπερνά τα τέσσερα εκατομμύρια ευρώ. Αφορά πρωτίστως την ερμηνεία θεμελιωδών αρχών του δικαίου περί κυριότητας, χρησικτησίας και διαδοχής κρατικής περιουσίας μετά από κατοχή και πόλεμο. Η απόφαση που θα εκδοθεί θα αποτελέσει σημαντικό νομικό προηγούμενο, καθώς παρόμοιες υποθέσεις έχουν κατατεθεί και από άλλους Τούρκους υπηκόους, κυρίως για ακίνητα στη Ρόδο και την Κω.
Περισσότερες από εκατό τουρκικές μη κυβερνητικές οργανώσεις έχουν ήδη κινηθεί προς την κατεύθυνση διεκδίκησης περιουσιών σε νησιά του Αιγαίου, προβάλλοντας ιστορικά και κτηματολογικά επιχειρήματα που η ελληνική πλευρά χαρακτηρίζει «ανιστόρητα και νομικά αβάσιμα».
Η εκδίκαση της υπόθεσης στο Εφετείο Ρόδου αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όχι μόνο για το νομικό της αποτέλεσμα αλλά και για τις πολιτικές της συνέπειες. Πρόκειται για μια δίκη που αναδεικνύει τις δυσκολίες αποτίμησης παλαιών ιδιοκτησιακών σχέσεων σε εδάφη που άλλαξαν κυριαρχία μέσα στον 20ό αιώνα· και συνάμα μια υπόθεση που αποδεικνύει πως η Ιστορία συνεχίζει να διεκδικεί τον χώρο της στις δικαστικές αίθουσες του παρόντος.
Την υπόθεση χειρίζεται ο δικηγόρος κ. Τάσος Μπακαλούμας.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου