Ειδήσεις

Συζήτηση στη Βουλή επίκαιρης ερώτησης του κ. Δ. Κρεμαστινού για τα ΑΕΙ

Συζητήθηκε στην Ολομέλεια της Βουλής η Επίκαιρη Ερώτηση του Αντιπροέδρου της Βουλής βουλευτή Δωδεκανήσου Δημήτρη Κρεμαστινού προς τον Υπουργό Παιδείας Νικόλαο Φίλη σχετικά με τον τρόπο διοίκησης των Ανωτάτων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Η Επίκαιρη Ερώτηση κατατέθηκε με αφορμή τις πρόσφατες παραιτήσεις συμβουλίων ορισμένων ΑΕΙ. Για να την απαντήσει προσήλθε η Αναπληρώτρια Υπουργός Παιδείας Σία Αναγνωστοπούλου.

Κατά τη συζήτηση ο Δημήτρης Κρεμαστινός έθεσε το ερώτημα κατά πόσο κινδυνεύει ο νόμος πλαίσιο των ΑΕΙ με υπονόμευση. Επεκτείνοντας τη σκέψη αυτή, έθεσε το σοβαρότατο ζήτημα του τρόπου λειτουργίας των ΑΕΙ για τον οποίο δήλωσε ότι  θα πρέπει να ακολουθεί τα πρότυπα των 10 καλύτερων πανεπιστημίων του κόσμου και να μην προωθούνται μοντέλα διοίκησης που υποχωρούν στις συνδικαλιστικές πιέσεις καθηγητών, φοιτητών και διοικητικών γιατί πρέπει – επιτέλους-  η χώρα μας να αποκτήσει σύγχρονα πανεπιστήμια.

Αναφερόμενος  και στο δίλημμα της δημόσιας ή ιδιωτικής ανώτατης εκπαίδευσης δήλωσε ότι είναι ασφαλώς υπέρ της δημόσιας αλλά θα πρέπει να είμαστε σωστά προετοιμασμένοι θεσμικά και για την ιδιωτική. Θα πρέπει, όπως είπε, να προασπίσουμε το επιστημονικό επίπεδο της ιδιωτικά παρεχόμενης εκπαίδευσης, ακόμα και σε επίπεδο Συντάγματος, και να μην επιτρέψουμε να κατακλυστεί η χώρα από πανεπιστημιακά ιδρύματα αμφιβόλου επιστημονικού περιεχομένου και ποιότητας. Εφόσον ιδρυθούν στην Ελλάδα ιδιωτικά πανεπιστήμια, θα πρέπει να διασφαλιστεί ότι θα είναι ισάξια των 10 καλύτερων πανεπιστημίων του κόσμου.

Ακολουθεί το μεγαλύτερο τμήμα της συζήτησης:

«ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΡΕΜΑΣΤΙΝΟΣ (Ε΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής):

Κατ’ αρχάς θα ήθελα να πω ότι με την ερώτηση αυτή δίνεται η ευκαιρία στο Υπουργείο να διευκρινίσει αυτά τα οποία συζητούνται στους πανεπιστημιακούς χώρους, ότι δηλαδή προσπαθεί το Υπουργείο με διάφορες τροπολογίες να αποδυναμώσει τον νόμο-πλαίσιο. Το λέω αυτό γιατί καλό είναι να διευκρινιστεί και να διευκρινιστεί τι ακριβώς σκέφτεται το Υπουργείο να κάνει στην Ανώτατη Παιδεία.

Τώρα, όσον αφορά τα συμβούλια διοίκησης, όπως ξέρετε, ήταν μια μεταβολή που έγινε με τον τελευταίο νόμο που ψηφίστηκε πριν μερικά χρόνια. Βεβαίως, τα συμβούλια διοίκησης είχαν στόχο διττό: Ο ένας ήταν να εμπλουτιστούν από ανθρώπους με διεθνές κύρος και δεύτερον, από ανθρώπους οι οποίοι θα μπορούσαν επ’ ωφελεία να χρησιμοποιήσουν θετικά, όχι να ξεπουλήσουν, την πανεπιστημιακή περιουσία. Δυο είναι οι λόγοι. Βεβαίως, η σαφήνεια του νόμου δεν είναι επαρκής για να καλύψει αυτά τα δυο θέματα και μια, αν θέλετε, διευκρίνιση και σε αυτό θα ήταν θετική, δηλαδή ως προς τι ρόλο παίζουν αυτά τα συμβούλια ή τι ρόλο μελλοντικά πρέπει να παίξουν.

Όμως, το γενικότερο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ανώτατη Παιδεία είναι ότι μετά τον νόμο-πλαίσιο, που ήταν τομή για την εποχή του στο διοικητικό σύστημα των πανεπιστημίων με την κατάργηση της έδρας, που ήταν ένας απαρχαιωμένος θεσμός, πέρασαν είκοσι πέντε χρόνια και εκείνο που ήταν πρωτοποριακό για την εποχή εκείνη, σήμερα πια αρχίζει να ξεπερνιέται. Οπότε αυτό που πρέπει να γίνει είναι ότι πρέπει να αντιγραφεί ένα πρότυπο από κάποιο επιτυχημένο πανεπιστήμιο, χωρίς να υποχωρεί το Υπουργείο σε πιέσεις συνδικαλιστικές, καθηγητικές, φοιτητικές ή οτιδήποτε άλλο και να επαναλαμβάνεται έτσι το ίδιο φαινόμενο.

Με τον ίδιο εκείνο νόμο, που εγώ επαινώ, βλέπετε ότι μετά από είκοσι πέντε χρόνια υπάρχουν τα παρεπόμενα, αν θέλετε, οι παρενέργειες, οι οποίες είναι πια ορατές. Φανταστείτε ότι στην Ιατρική Σχολή των Αθηνών, που είναι μια από τις καλύτερες και του Πανεπιστημίου των Αθηνών αλλά και γενικότερα, σε διεθνές επίπεδο, παρατηρήθηκε το εξής περίεργο: Σε εφαρμογή του νόμου, που λέει ότι οι καθηγητές πρέπει να κρίνονται και βεβαίως να ψηφίζονται για να γίνουν καθηγητές, υπάρχει και μια διάταξη εκείνου του νόμου που λέει ότι αν είναι κάποιος με μεγάλη επιστημονική επιφάνεια, προσωπικότητα κ.λπ., αυτός μπορεί να γίνεται με μετάκληση, να μην κριθεί, για να μη μειωθεί το κύρος του. Μέχρι σήμερα δεν είχε γίνει ποτέ εφαρμογή αυτού του άρθρου, παρότι είχαν γίνει προτάσεις, αν θέλετε, για ογκόλιθους του διεθνούς στερεώματος της επιστήμης. Δεν είχε γίνει για κανέναν.

Η πρώτη εφαρμογή που έγινε χωρίς κρίση κ.λπ. έγινε τώρα και αφορούσε  μετάκληση καθηγητού εγχώριου ανοιχτού, ελευθέρου πανεπιστημίου εις την Ιατρική Σχολή των Αθηνών, ο οποίος μάλιστα δεν είχε πτυχίο Ιατρικής, δηλαδή, δεν ήταν γιατρός. Σας το λέω, για να δείτε τον στόχο του νομοθέτη, την εφαρμογή του νόμου επί τόσα χρόνια και -αν θέλετε- την εξέλιξη του νόμου σήμερα.

Δεν φταίει φυσικά το Υπουργείο. Δεν το λέω για εσάς, προς Θεού. Το Υπουργείο, όμως, πρέπει να τα κοιτάει αυτά και να τα ξαναδεί, να τα ξαναδιατυπώσει, διότι το πανεπιστήμιο είναι πράγματι η ζωή της χώρας.

Θα σας έλεγα και κάτι άλλο, κυρία Αναγνωστοπούλου, που είναι και προσωπική μου -αν θέλετε- πρόταση. Ο Πρωθυπουργός πρέπει στο Σύνταγμα να προβλέψει κάτι για τα πανεπιστήμια.

Εγώ ήμουν από αυτούς που από χρόνια υποστήριζε το δημόσιο πανεπιστήμιο και όχι τα ιδιωτικά πανεπιστήμια. Όμως,τώρα, βλέπω ότι περιβάλλεται η χώρα από πανεπιστήμια αμφιβόλου κύρους -αναφέρομαι στις χώρες που την περιβάλλουν. Η Κύπρος έχει οκτώ πανεπιστήμια και οι Έλληνες πάνε εκεί και παίρνουν πτυχία. Πρέπει, δηλαδή, να υπάρξει μια συνταγματικήδιάταξη, που να λέει τι θα είναι επιτέλους ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο, τι προδιαγραφές θα έχει. Θα έχει προδιαγραφές Χάρβαρντ; Σορβόννης;

Αν κάνετε ένα τέτοιο πράγμα, τότε θα εμποδίσετε την εξέλιξη που βλέπω εγώ να έρχεται. Διότι θα γεμίσει η Ελλάδα από διάφορες τέτοιες ιστορίες, είτε στα σύνορά της στη Γευγελή ή οπουδήποτε και, βεβαίως, εμείς θα λέμε ακόμα ότι είμαστε υπέρ του δημόσιου πανεπιστημίου -που σας λέω ότι εγώ έχω γράψει επανειλημμένως υπέρ του δημόσιου πανεπιστημίου. (…)

Άρα, πρέπει να τα δείτε αυτά τα πράγματα. Δηλαδή να προφυλάξετε, με λίγα λόγια, νομοθετικά το δημόσιο πανεπιστήμιο. Και η καλύτερη προφύλαξη του δημόσιου πανεπιστημίου είναι να προδιαγράψετε τι πρέπει να έχει ένα ιδιωτικό πανεπιστήμιο. Και άμα προδιαγράψετε τι πρέπει να έχει, να είστε σίγουρη ότι δεν πρόκειται να έρθει ιδιωτικό πανεπιστήμιο στην Ελλάδα, τέτοιας αν θέλετε μορφής. Δυστυχώς, εάν το αφήσετε έτσι, εννοώ στη διακυβέρνησή σας, φοβούμαι ότι θα έρθει. Και αυτός είναι ο προβληματισμός που σας βάζω.

ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ (Αναπληρώτρια Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων):

(…) Να πω κατ’ αρχάς ότι δεν καταργήσαμε εμείς αυτόν τον θεσμό ή τον υπονομεύσαμε. Εισήχθη ένας θεσμός στο πανεπιστήμιο -και θα έλεγα από πάνω- ο οποίος ήταν ερήμην της πανεπιστημιακής κοινότητας και εισήγαγε την ετεροδιοίκηση στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Δεν υπάρχει μέχρι σήμερα κανένα αποτύπωμα δημιουργικής προσφοράς στη λειτουργία αυτών των Συμβουλίων των Ιδρυμάτων -για να ξεκινήσουμε λοιπόν από τα αυτονόητα.

Είναι σημαντικό, λοιπόν, να αποσαφηνιστεί ότι δεν απέτυχαν τα Συμβούλια επειδή τα υπονομεύσαμε εμείς. Απέτυχαν τα Συμβούλια, γιατί ο ίδιος ο νόμος, ο 4009/2011, δεν περιέγραψε με σαφήνεια τις αρμοδιότητες αυτών των Συμβουλίων Ιδρύματος.

Αυτό που έκανε με σαφήνεια ήταν να δώσει αρμοδιότητα στα Συμβούλια Ιδρύματος να προεπιλέγουν τους υποψήφιους πρυτάνεις και κοσμήτορες. Εμείς, βέβαια, καταργήσαμε αυτήν την αρμοδιότητα των Συμβουλίων Ιδρυμάτων. Και δεν ήμασταν εμείς που το κάναμε ως δική μας έμπνευση, αλλά μέσα σε δέκα μήνες, τρεις αποφάσεις του 3ου Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας ακύρωσαν πρυτανικές εκλογές γι’ αυτό τον λόγο.

Ετίθετο ένα μείζον θέμα, κύριε Κρεμαστινέ: Οι εκπροσωπούμενοι δεν εκπροσωπούνταν. Όταν προεπιλέγονταν οι υποψήφιοι για συλλογικά όργανα με εκλογές δημοκρατικές, εκεί λοιπόν τα Συμβούλια Ιδρύματος υπονομεύτηκαν ευθύς εξαρχής.

Κι εδώ, κύριε Κρεμαστινέ, επειδή κατηγορούμαστε πολλές φορές ότι δεν παίρνουμε υπ’ όψιν μας την πανεπιστημιακή κοινότητα, θα σας πω ότι κάνουμε σιγά-σιγά βήματα, προκειμένου να έχουμε την άποψη της πανεπιστημιακής κοινότητας για ό,τι κάνουμε. Η ίδρυση των Συμβουλίων Ιδρύματος δεν ενέπεσε καθόλου σε αυτήν την πρακτική. Δηλαδή μπαίνει ένα όργανο από πάνω, χωρίς να έχει ούτε το νομοθετικό πλαίσιο, εισάγει ετεροδικία και υπονομεύει την αντιπροσωπευτικότητα μέσα στα πανεπιστήμια, στα Ιδρύματα.

Θέλω να πω αυτό γι’ αυτό που γράφετε στην ερώτησή σας, για τη λεγόμενη παράταση της θητείας των Συμβουλίων. Να θυμίσω πολύ σύντομα το ιστορικό της παράτασης.

Εμείς δεν δώσαμε παράταση. Ερμηνεύουμε με πραγματικό και αληθινό τρόπο την απόφαση που παρατείνει τη θητεία του οργάνου και την οποία δεν είχαμε κάνει εμείς. Ο ν. 4115/2013 λέει η θητεία των Συμβουλίων Ιδρύματος λήγει στις 31 Αυγούστου του αντίστοιχου έτους ολοκλήρωσης της θητείας τους, όπως ξέρετε από το πανεπιστήμιο, ώστε να μην γίνονται εκλογές εν μέσω ακαδημαϊκού έτους.

Ενώ, λοιπόν, αυτός ο νόμος, αυτή η διάταξη είναι του έτους 2013 και πρέπει η θητεία των Συμβουλίων Ιδρυμάτων να λήγει τον Αύγουστο του 2017, τεχνηέντως με διόρθωση στο ΦΕΚ ο κ. Αρβανιτόπουλος έκανε τη θητεία από το 2017 στο 2016, ενώ η θητεία κάποιων Συμβουλίων έπρεπε να λήγει το 2018. Άρα, εμείς κάνουμε ορθή ερμηνεία αυτής της παράτασης.

Θα έρθω σε ένα τελευταίο θέμα και θα επανέλθω στη δευτερολογία μου. Λέτε συνέχεια, η Αντιπολίτευση, ότι αυτός ο νόμος, ο νόμος-πλαίσιο, όπως είπατε, του 2011, ψηφίστηκε από μεγάλη πλειοψηφία της Ολομέλειας της Βουλής κλπ, κάτι που είναι πάρα πολύ σωστό. Θα πω όμως ότι αμέσως μετά, έναν χρόνο μετά, ο επόμενος Υπουργός Παιδείας, ο κ. Αρβανιτόπουλος, επέφερε, όπως λέει πάλι η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας του 2015, σειρά σημαντικών τροποποιήσεων στις αρχικές ρυθμίσεις του ν. 4009 από τις οποίες προκύπτει σαφής περιορισμός, αν όχι υποβάθμιση, της συμμετοχής των Συμβουλίων στην άσκηση της διοίκησης των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων. Δεν ήμασταν εμείς, λοιπόν. Ευθύς εξαρχής αυτός ο νόμος έπασχε. Αν θέλουμε να κάνουμε μια πραγματική, ουσιαστική συζήτηση, πρέπει να δούμε γιατί έπασχε ο νόμος και γιατί αυτό το όργανο δεν μπόρεσε να λειτουργήσει.

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΡΕΜΑΣΤΙΝΟΣ (Ε΄ Αντιπρόεδρος της Βουλής):

(…) Υπάρχει ερώτημα διασαφήνισης, διευκρίνισης, ανησυχίας –αν θέλετε- μέσα στην πανεπιστημιακή κοινότητα. Αυτό που είπατε είναι σωστό, -και το υιοθετώ- ότι δηλαδή ο κ. Αρβανιτόπουλος υποχώρησε στις ενδοπανεπιστημιακές πιέσεις και έκανε αυτές τις τροπολογίες που έκανε. Γι’ αυτό είπα ότι όλες οι κυβερνήσεις -εύχομαι να μην είναι και η δική σας, αν έρθετε με ένα τέτοιο πλαίσιο- υποχωρούν δυστυχώς. Οι πιέσεις είναι υπαρκτές.

Γι’ αυτό λέω στο δεύτερο σκέλος της ερώτησής μου «για ποιον λόγο δεν εφαρμόζεται σε αυτά ένα διοικητικό πρότυπο ενός εκ των δέκα πρώτων πανεπιστημίων του κόσμου;». Δηλαδή, όταν κάνετε διάλογο με τους πρυτάνεις, με τους φορείς, με τον οποιοδήποτε, στον διάλογο πρέπει να λέτε «Ό,τι μου προτείνετε πρέπει να εφαρμόζεται σε ένα από τα δέκα πανεπιστήμια που οι διεθνείς κατατάξεις τα έχουν ως πρώτα».

Αν ο καθένας έρχεται στον κάθε Υπουργό, στο κάθε Υπουργείο και του λέει τα προβλήματά του τα προσωπικά να τα κάνει νόμο και, λόγω της αυτοτέλειας των πανεπιστημίων, να κάνει αυτά που περιέγραψα προηγουμένως, τότε αντιλαμβάνεστε ότι τα πανεπιστήμια αυτά είναι «στον αέρα».

Γι’ αυτό, λοιπόν, επειδή πιστεύω τουλάχιστον στις προθέσεις σας και το ξαναλέω, οι προθέσεις πρέπει να υλοποιούνται με αποφάσεις. Και εδώ αυτό το σημείο είναι που καλείστε να διευκρινίσετε. Για αυτό ήταν η ερώτησή μου, την οποία επέκτεινα γιατί ο σκοπός δεν ήταν να υποστηρίξω τα συμβούλια διοίκησης. Απλούστατα ήταν να σας δώσω την ευκαιρία να καθησυχάσετε γι’ αυτά που λέγονται και να πείτε κάτι παραπάνω, αν μπορείτε να πείτε, αν έχετε πάρει αποφάσεις, για το τι θα γίνει με αυτά τα ΑΕΙ. Αυτός ήταν ο λόγος της ερώτησης και όχι ο στενός αντιπολιτευτικός λόγος, αναγνωρίζοντας εκ των έσω τις αδυναμίες που έχουν διοικητικά τα ΑΕΙ.

Αυτή είναι πράγματι η πρόθεσή μου και σας έχω πει και κατ’ ιδίαν ότι και μεγαλύτερες μεταβολές χρειάζεται η χώρα. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε εξαγγείλει -και δεν το έκανε γιατί δεν μπόρεσε, δεν του έφτασε ο χρόνος, υπήρχαν αντιδράσεις, πάρτε το όπως θέλετε- ότι η χώρα πρέπει να αποκτήσει Εθνική Ακαδημία Επιστημών και Τεχνών, όπως η Αμερική. Το είπε πολλές φορές εδώ στη Βουλή, αλλά δεν έγινε.

Αυτά είναι θέματα τα οποία πρέπει να τεθούν σε διάλογο, σε συζήτηση, αν θέλουμε πραγματικά να δώσουμε κάτι νέο στην Παιδεία. Διότι διαφορετικά, το να κάνει κάποιος ρυθμίσεις που να τις απορρυθμίζει ο άλλος, δεν έχει καμία αξία. (…) Άρα, θετική είναι η ερώτησή μου -μην την παίρνετε αρνητικά- γιατί σας δίνει την ευκαιρία με έναν διάλογο να προχωρήσουμε ένα βήμα μπροστά.

ΑΘΑΝΑΣΙΑ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ (Αναπληρώτρια Υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων): Κύριε Κρεμαστινέ, δεν το πήρα καθόλου ότι μου κάνετε κριτική ή ότι με κατηγορείτε για κάτι.

Αυτό που θέλω να πω, όμως, είναι ότι τα ανώτατα ιδρύματα της χώρας λειτουργούν όχι σε κενό αέρα σε σχέση με την πανεπιστημιακή κοινότητα, σε σχέση με τους φοιτητές, σε σχέση με την κοινωνία. Τι έχουμε; Έχουμε μια περίοδο κρίσης. Έχουμε πολύ καλά ιδρύματα, πολλά από αυτά είναι πάρα πολύ καλά κι εμφανίζονται και στις διεθνείς κατατάξεις, παρά το γεγονός ότι τα κριτήρια δεν είναι πάντα ίδια.

Όταν θέλει κανείς να αλλάξει κάτι χρειάζεται χρόνος και χρήμα. Δεν μπορεί να αλλάζει από πάνω, έτσι να φτιάξει για να μείνει το όνομά του στην ιστορία ότι φτιάχνει έναν νόμο-πλαίσιο.

Όταν μπαίνουν τα Ιδρύματα σε κρίση, την περίοδο της κρίσης, αυτό που πρέπει να κάνει κανείς, τουλάχιστον κατά τη δική μας άποψη, του Υπουργείου Παιδείας, είναι να τα ενισχύσει. Πρέπει να τα ενισχύσει για να μπορούν να κρατηθούν την περίοδο της κρίσης, πολύ περισσότερο επειδή υφίστανται υποχρηματοδοτήσεις, περικοπή χρηματοδοτήσεων.

Όταν έγινε ο νόμος-πλαίσιο του ’82 το ελληνικό πανεπιστήμιο έβγαινε μέσα από μια μεγάλη περιπέτεια που ήταν η χούντα και το είπατε εσείς. (…)

Σε μια περίοδο κρίσης αυτό που χρειάζεται είναι να ενισχύσει κανείς τα δημοκρατικά όργανα του πανεπιστημίου και των ΤΕΙ, να τα ενδυναμώσει θεσμικά και να μπορέσει να τα ενισχύσει σε προσωπικό με τόσες συνταξιοδοτήσεις.

Εμείς, λοιπόν, αποφασίσαμε να κάνουμε ένα προς ένα τα βήματα, γιατί εδώ τι είχαμε το 2011; Είχαμε ένα πλαίσιο, τον ν. 4009/2011, ο οποίος τι έκανε στην ουσία; Χωρίς να παίρνει υπ’ όψιν του την πανεπιστημιακή κοινότητα, χωρίς να παίρνει υπ’ όψιν ότι τα ιδρύματά μας είναι στην πρωτοπορία των ευρωπαϊκών ιδρυμάτων από άποψη δημοκρατίας με όλες τις ατέλειες, τις περιπλοκές που έχουν δημιουργηθεί σε μια τέτοια πορεία -και εκεί να τις συζητήσουμε αλλαγές- έρχεται και φέρνει έναν νόμο-πλαίσιο, τον οποίον αμέσως τον επόμενο χρόνο ένας Υπουργός τον αλλάζει. Δεν λειτουργούν τα πανεπιστήμια, παραλύουν σε μεγάλο βαθμό, όπως και τα ΤΕΙ.

Όσον αφορά τα Συμβούλια Ιδρύματος και τον λόγο για τον οποίον φτιάχτηκαν -να ενισχύουν την εξωστρέφεια, την αριστεία, τη σύνδεση με την κοινωνία- στο ερωτηματολόγιο που ο Πρόεδρος της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων έστειλε σε αυτά για αυτοαξιολόγησή τους -κάτι που έπρεπε να γίνεται κάθε δύο χρόνια και το έστειλε- οι απαντήσεις είναι ότι σχεδόν τίποτα απ’ αυτά δεν επετεύχθη, γιατί δεν υπήρχε το νομικό πλαίσιο, το νομοθετικό πλαίσιο.

Δεν μπορούμε, λοιπόν, να νομοθετούμε έτσι σε κενό αέρος, για να αλλάξουμε κάτι που δεν υπάρχει από κάτω. Θα θυμόσαστε πολύ καλά ότι το 1982 υπήρχε από κάτω ένα κίνημα, που απαιτούσε αυτές τις αλλαγές και πριν από το 1982 και, πράγματι, ο νόμος-πλαίσιο απαντάει σε μια ερώτηση δυναμική, που θέτει η κοινότητα από κάτω. Εδώ σε ποια ερώτηση απάντησε ο νόμος-πλαίσιο 4009/2011, επειδή ζω και μέσα στα πανεπιστήμια; Σε ένα ερώτημα που μόνος του ο νομοθέτης έβαλε, μόνος του απάντησε ερήμην της κοινότητας.

Άρα, αυτό το μοντέλο με Συμβούλια Ιδρύματος, βεβαίως, το έχουν πολλά πανεπιστήμια του εξωτερικού με άλλους ρόλους, όπως γνωμοδοτικό ρόλο ή με οτιδήποτε τέτοιο.

Όμως, στη δική μας περίπτωση, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, παίρνει κανείς υπ’ όψιν του τι όργανα έχει. Λειτούργησαν αυτά τα όργανα; Αν δεν λειτούργησαν αυτά τα όργανα, να το δούμε. Όμως, αν λειτούργησαν, να μπορέσουμε να αναστείλουμε τις παθογένειες που δημιουργήθηκαν όχι από πάνω και χωρίς ένα αίτημα από κάτω από την ακαδημαϊκή κοινότητα, να φορέσουμε κάτι άλλο.

Ρωτάτε τι νομοθετικές πρωτοβουλίες θα πάρουμε. Έχουμε πάρει αρκετές και κυρίως έχουμε κάνει πολλές παρεμβάσεις, για να ενισχυθούν τα ιδρύματα, όπως είναι οι προκηρύξεις θέσεων, που είναι πάρα πολύ σημαντικό. Το ξέρετε εσείς. Αν δεν υπάρχει πανεπιστημιακό δυναμικό, δεν μπορούν να λειτουργήσουν τα ιδρύματα. Επίσης, έχουν δοθεί υποτροφίες για τους νέους ανθρώπους, γιατί αυτό είναι το ερώτημα που τίθεται σήμερα, πώς θα σταματήσουμε τη φυγή και όχι πώς θα αλλάξουμε όλο το πανεπιστημιακό θεσμικό πλαίσιο και των ΤΕΙ από πάνω σε μια στιγμή κρίσης, χωρίς να έχουμε και λεφτά να το υποστηρίξουμε.

Ένα τελευταίο σημείο που αξίζει, νομίζω, τον κόπο να το πω είναι ότι εκεί που θα έπρεπε να μπει κανονιστικό πλαίσιο και δεν μπήκε ποτέ είναι οι μεταπτυχιακές σπουδές. Ανοίγει πια και οργανώνεται στην Ελλάδα, στα ιδρύματά μας, ο δεύτερος κύκλος σπουδών, οι μεταπτυχιακές και δεν υπάρχει ανασυγκροτημένο πλαίσιο. Φτάσαμε, λοιπόν, να βλέπουμε φαινόμενα αναρχίας με την έννοια άπειρα δίδακτρα έτσι και παρά τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και διάφορα τέτοια.

Ξεκινάμε, λοιπόν, από εκεί με άμεσο νόμο που έρχεται τις επόμενες ημέρες και, επίσης, με θέματα που αφορούν τη λειτουργία των ιδρυμάτων, αυτά που θα τα θωρακίσουν και θα κρατήσουν το επίπεδό τους.»

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου