Ειδήσεις

«Colpo Grosso» στην μεταβίβαση ακινήτων γνωστού πολιτικού προσώπου

«Colpo Grosso» στην μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων γνωστού πολιτικού προσώπου έχει προκαλέσει θόρυβο στους δικηγορικούς κύκλους.
Ο πολιτικός, που έχει αναλάβει πόστο σε θέση ευθύνης στον πρώτο βαθμό αυτοδιοίκησης, φέρεται με καταγγελίες να επέλεξε να «ξεφορτωθεί» περιουσιακά στοιχεία, που ευρίσκοντο στην ιδιοκτησία του, μεταβιβάζοντάς τα με συνομολογημένη αγωγή χρησικτησίας στη σύζυγό του.
Προηγουμένως φέρεται να είχε υποβληθεί ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου αίτηση διαζυγίου στην οποία γίνονται απίθανες εξιστορήσεις για τους λόγους που οδήγησαν το ζευγάρι σε σοβαρό κλονισμό των σχέσεών τους.
Η αγωγή αυτή δεν έχει ακόμη συζητηθεί παρότι πέρασαν τρία έτη, ενώ το ζευγάρι, που φερόταν να είναι σε διάσταση, δεν χώρισε ποτέ. Μάλιστα στο βιογραφικό του πολιτικού προσώπου στις τελευταίες εκλογές γινόταν ειδική μνεία στην οικογενειακή του κατάσταση.
Στους διαδρόμους του δικαστικού μεγάρου το ιστορικό της υπόθεσης αποτελεί σχεδόν ανέκδοτο…
Εχοντας εκκρεμότητες με τις φορολογικές αρχές η σύζυγος του πολιτικού προσώπου υπέβαλε το 4ο τρίμηνο του 2012 αγωγή ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου στρεφόμενη κατά του εν διαστάσει συζύγου της διεκδικώντας δια χρησικτησίας τα ποσοστά ιδιοκτησίας του σε ακίνητα ιδιαίτερα μεγάλης αξίας.
Σύμφωνα με όσα υποστηρίζονται στην αγωγή το έτος 1995 ένας εργολάβος οικοδομών είχε συμφωνήσει με οικοπεδούχους την κατασκευή ενός εμπορικού κέντρου.
Με τα σχέδια που είχε φέρεται να προέβη σε άτυπες πωλήσεις των ιδιοκτησιών που θα περιέρχονταν σ’ αυτόν λόγω εργολαβικού ανταλλάγματος.
Το ίδιο έτος φέρεται να είχε συμφωνήσει και με τον πατέρα της εν διαστάσει συζύγου του πολιτικού προσώπου την πώληση ακινήτων που φέρονται επ’ ονόματί του.
Τα μπετά στο έργο εμφανίζονται να «έπεσαν» το έτος 1996 και το ακίνητο να παραδόθηκε τότε στον πατέρα της συζύγου του πολιτικού προσώπου ο οποίος δεν μπορούσε να τα μεταβιβάσει στην ιδιοκτησία του για εκκρεμότητες που είχαν οι οικοπεδούχοι στην παράδοση του έργου με τον εργολάβο.
Ο πατέρας της φέρεται να ξεκίνησε τότε εργασίες για την ολοκλήρωση της οικοδομής και το έτος 1999, όταν αποπερατώθηκαν, να προέβη σε άτυπη μεταβίβασή τους.
Έκτοτε η σύζυγος του πολιτικού προσώπου ασκούσε πράξεις νομής και κατοχής και ασκούσε όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από το δικαίωμα ιδιοκτησίας επ’ αυτών.
Ο σύζυγός της δε φέρεται να απέκτησε μερίδια στα ακίνητα αυτά με αγορές μεταγενέστερα από το χρόνο που τις απέκτησε ο δικαιοπάροχός της αλλά και η ίδια.
Για φορολογικούς λόγους, φέρεται να είχε θεωρήσει σωστό στο χρόνο εκείνο και ενόψει του ό,τι έπρεπε η περιουσία της να κατοχυρωθεί και τυπικά, να συμβληθεί ο τότε σύζυγός της, αφού ο τελευταίος, όπως αναφέρεται στην αγωγή, τεχνηέντως εμφάνιζε επ’ ονόματί του τα δικά της εισοδήματα με αποτέλεσμα να μην μπορεί να δικαιολογήσει το «πόθεν έσχες» που απαιτούνταν για την συμμετοχή της στα συμβόλαια και δεν μπορούσε να πληρώσει φόρους μεταβίβασης, παραστάσεις δικηγόρων και συμβολαιογραφικές αμοιβές για το σύνολο, των οριζοντίων ιδιοκτησιών της και έτσι τα συμβόλαια έγιναν διαδοχικά και με την πάροδο των χρόνων.
Ο δε εναγόμενος σύζυγός της, που εμφανίζεται ότι ποτέ δεν απέκτησε κανένα εν τοις πράγμασι δικαίωμα επί των οριζοντίων ιδιοκτησιών, φέρεται να είχε συμφωνήσει μαζί της να της μεταβιβάσει τις ιδιοκτησίες σε απώτερο χρόνο, πράγμα που όμως τελικά δεν έγινε ποτέ, όπως υποστηρίζεται, κυρίως για οικονομικούς λόγους.
Υποστήριξε παραπέρα ότι συμπληρώθηκε στο πρόσωπό της ο νόμιμος χρόνος νομής   (δεκαπενταετία),   προσμετρουμένου και   του   χρόνου   νομής   του δικαιοπαρόχου της.
Ακολούθησε η υπογραφή πρακτικού στη συνομολογημένη χρησικτησία και η μεταβίβαση ολοκληρώθηκε.
Πλην όμως τα ως άνω εξιστορούμενα περιστατικά, όπως καταγγέλθηκε, δεν συμβαδίζουν με τις κτηματολογικές εγγραφές που προηγήθηκαν στα οικεία βιβλία του κτηματολογίου και δεν συνάδουν με το χρόνο εκδόσεως της οικοδομικής άδειας και το χρόνο που πραγματικά ξεκίνησε η ανέγερση της οικοδομής, αποπερατώθηκε και παραδόθηκε στους αγοραστές.
Σημειώνεται ότι στοιχεία της βάσεως αγωγής αναγνωριστικής της κυριότητας ακινήτου, στηριζομένης στην έκτακτη χρησικτησία, είναι το γεγονός ότι ο ενάγων νέμεται το ακίνητο με εμφανείς υλικές πράξεις δηλωτικές της βουλήσεώς του να το έχει ως κύριος και ότι, νεμόμενος αυτό, έχει συμπληρώσει στο πρόσωπό του, προσμετρουμένης και της νομής του δικαιοπαρόχου του, τον οριζόμενο από το νόμο χρονικό διάστημα για την κτήση με τον πρωτότυπο αυτό τρόπο της κυριότητας του ακινήτου.

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου