Τρεις υποθέσεις παρατραπεζικής δραστηριότητας εντός του υποκαταστήματος της πρώην Λαϊκής Τράπεζας στη Ρόδο, με κατηγορούμενη πρώην τραπεζική υπάλληλο, έχουν προγραμματιστεί να εκδικαστούν ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων και μάλιστα κατά προτεραιότητα.
Η πρώτη υπόθεση για την οποία είχε προκληθεί σάλος στην τοπική αγορά κατηγορούμενη είναι η πρώην υπάλληλος της τράπεζας για απιστία και για άµεση συνέργεια σε απάτη εις βάρος της Λαϊκής Τράπεζας, µε προξενηθείσα ζηµία και αντίστοιχο παράνοµο περιουσιακό όφελος άνω των 73.000 ευρώ. Δύο κατηγορούµενοι έχουν στο µεταξύ αποβιώσει.
Όπως έχει αποκαλύψει η “δ”, η ανωτέρω αλλά και οι εκλιπόντες κατηγορούνται για το ό,τι την 2-9-2003 και την 3-9-2003, παρέστησαν ψευδώς στους ταµίες της ως άνω τράπεζας ότι οι 2 τραπεζικές επιταγές, σε διαταγή της εταιρείας INTERINVESTMENT LTD, εκδόσεως της τράπεζας EURO CARIBBEAN BANK – ECB, εδρεύουσας στη νήσο Nαούρου της Kαραϊβικής και ποσού 300.000 δολαρίων ήτοι 273.972,60 και 275.735,28 ευρώ αντιστοίχως (σύµφωνα µε συναλλαγµατική ισοτιµία δολαρίου HΠA και EYPΩ), οι οποίες προσκοµίσθηκαν από ενδιαμέσως εκλιπόντα επιχειρηµατία µε την ιδιότητα του νοµίµου κοµιστή και τις οποίες εξόφλησε, ήταν πράγµατι επιταγές οι οποίες προέρχονταν από υπαρκτή και νοµίµως λειτουργούσα τράπεζα στην αλλοδαπή, ενώ γνώριζαν ότι η παραπάνω τράπεζα δεν ήταν πιστωτικό ίδρυµα µε την έννοια που απαιτούσε ο νόµος αλλά εταιρεία ευκαιρίας και ότι υπήρχαν σαφείς εντολές της εργοδότριάς του τράπεζας να µην πραγµατοποιείται καµιά συναλλαγή µε οργανισµούς που εδρεύουν σε χώρες στις οποίες πραγµατοποιούνται ύποπτες τραπεζικές συναλλαγές.
Προκειµένου να πείσει τους ταµίες της τράπεζας ότι οι εν λόγω επιταγές ήταν νόµιµες και εποµένως πληρωτέες στον δικαιούχο, ο τότε διευθυντής της τράπεζας έστειλε φαξ στην φεροµένη ως εκδότρια τράπεζα µε το οποίο ζητούσε να επιβεβαιώσει την αυθεντικότητα των υπογραφών που έφεραν οι επιταγές λαµβάνοντας ως απάντηση, επίσης µε φαξ τη δήθεν βεβαίωση της γνησιότητάς τους από το οποίο (ΦAΞ) όµως είχε επιµελώς παραλειφθεί ο αριθµός αποστολής ενώ δεν έφερε και υπογραφή του αρµόδιου υπαλλήλου που να προβαίνει στην ως άνω επιβεβαίωση.
Mε αυτό τον τρόπο τους έπεισε να πιστώσουν τον κοινό λογαριασµό που διατηρούσε ο επιχειρηµατίας µε τα παραπάνω ποσά των επιταγών και να του καταβάλουν στη συνέχεια τµηµατικά το αντίτιµό τους.
– Στη δεύτερη υπόθεση η πρώην υπάλληλος κατηγορείται για άµεση συνέργεια σε απάτη κατ’ εξακολούθηση της οποίας το περιουσιακό όφελος ή η προξενηθείσα ζηµία υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ. Συγκατηγορούμενός της είναι ένας καταζητούµενος µε διεθνές ένταλµα σύλληψης. Φέρονται να εμπλέκονται σε κοµπίνα αγοραπωλησίας µετοχών µε «αέρα», ενώ στην υπόθεση αποδίδονται ευθύνες σε εκλιπόντα πρώην διευθυντή της ίδιας τράπεζας.
Σύµφωνα µε το παραπεµπτικό βούλευµα στις αρχές Απριλίου του έτους 2000 ο καταζητούμενος που διατηρούσε φιλικές σχέσεις µε τον εκλιπόντα τραπεζικό προέτρεψε τον πολιτικώς ενάγοντα να ανοίξει χρηµατιστηριακό κωδικό στην Ιονική Τράπεζα πείθοντάς τον ότι θα είχαν σίγουρες εσωτερικές πληροφορίες για την κίνηση των µετοχών στο χρηµατιστήριο και θα αποκόµιζαν κέρδη.
Αφού άνοιξε ο λογαριασµός µε αρχική πίστωση 20 εκατ. δρχ. εν αγνοία του ο τραπεζικός φέρεται να άρχισε να διενεργεί αγορές και πωλήσεις µετοχών κατ’ εντολή του καταζητούμενου χωρίς έγκριση και γνώση του πολιτικώς ενάγοντος ο οποίος ήταν συνδικαιούχος σ’ αυτόν και ως εκ τούτου συνοφειλέτης.
Ο καταζητούμενος και ο τότε διευθυντής της τράπεζας φέρονται να προέβησαν σε αγοραπωλησίες µετοχών για λογαριασµό του πολιτικώς ενάγοντος συνολικής αξίας 371.621.835 δραχµών και λόγω απώλειας της χρηµατιστηριακής τους αξίας ο λογαριασµός παρουσίασε χρεωστικό υπόλοιπο σε βάρος του δικαιούχου ύψους 23.000.000 δρχ.
Ο καταζητούμενος φέρεται εν συνεχεία να εξόφλησε την οφειλή αυτή µε χρήµατα από το ταµείο της οµόρρυθµης εταιρείας µε αποτέλεσµα να ζηµιωθεί η περιουσία της Ο.Ε. κατά 43.000.000 δρχ. και ο πολιτικώς ενάγων κατά 50% του ποσού αυτού, όσο δηλαδή ήταν και η συµµετοχή του στην εταιρεία.
Ο καταζητούμενος και ο τραπεζικός φέρονται µε τον ίδιο τρόπο να έκαναν χρήση και άλλου χρηµατιστηριακού κωδικού άλλου εµπόρου εν αγνοία του και να τον ζηµίωσαν κατά 63.000 ευρώ περίπου.
Τις ως άνω συναλλαγές φέρεται να συνυπέγραφε η κατηγορούµενη. Στο σχετικό βούλευµα αναφέρεται ότι είναι προδήλως αδύνατο να µην εγνώριζε ότι οι συναλλαγές των µετοχών γίνονταν µε “αέρα” ήτοι χωρίς κάλυψη από µετρητά και για το λόγο αυτό προέβαιναν σε άµεσες πωλήσεις εντός των προσεχών από την αγορά ηµερών.
– Η τρίτη υπόθεση που έχει προγραµµατιστεί αφορά υπεξαίρεση από κοινού και κατ’ εξακολούθηση αντικειµένου ιδιαιτέρως µεγάλης αξίας το οποίο είχαν εµπιστευθεί στον υπαίτιο λόγω της ιδιότητάς του ως εντολοδόχου, η αξία του οποίου υπερβαίνει το ποσό των 73.000 ευρώ. Κατηγορούμενη είναι η ίδια υπάλληλος ενώ φέρεται να εμπλέκεται και ο αποβιώσας συγκατηγορούμενός της.
Φέρονται ειδικότερα στη Pόδο, στις 31-7-1997, ενεργώντας από κοινού και έχοντας κοινό δόλο ως προς την πράξη τους, αφού έλαβαν στην κατοχή τους από δύο οµογενείς της Ιταλίας το ποσό των 291.133,09 ευρώ, προκειµένου να το χρησιµοποιήσουν για την αγορά οµολόγων του ελληνικού δηµοσίου, ουδέποτε εκτέλεσαν την ως άνω εντολή αλλά ενσωµάτωσαν στην περιουσία τους, το ως άνω ποσό.
Στις 20-9-2000 φέρονται, αφού ζήτησαν έγκριση από δικαιούχους λογαριασµού ταµιευτηρίου, µέλη της ίδιας οικογένειας, να µεταφέρουν από τον λογαριασµό το ποσό των 146.735,14 ευρώ, σε προθεσµιακές καταθέσεις και έλαβαν την αντίστοιχη εντολή, ουδέποτε την εκτέλεσαν αλλά αφού εκταµίευσαν από τον ανωτέρω λογαριασµό το ως άνω ποσό, το ενσωµάτωσαν στην περιουσία τους.
https://www.dimokratiki.gr/arxeio/sto-efetio-tris-ipothesis-paratrapezikis-drastiriotitas/













