Ποινή κάθειρξης 7 ετών, με ανασταλτικό ως προς την έφεση αποτέλεσμα, επέβαλε χθες το Τριμελές Εφετείο Δωδεκανήσου επί κακουργημάτων στον καταζητούµενο Ι. Χ. του Μ., που κρίθηκε ένοχος κακουργηματικής απάτης σε βάρος της εταιρείας αλλαντικών «Δ. & Χ. ΥΦΑΝΤΗΣ ΑΒΕΕ».
Στη δίκη κατέθεσε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας κ. Αλ. Υφαντής, που παραστάθηκε και ως πολιτικώς ενάγων, περιγράφοντας, πώς ο Ροδίτης καταζητούμενος, κατόρθωσε με τη συνέργεια ενός πρώην υπαλλήλου της να αγοράσει εμπορεύματα αξίας 165 εκατ. δρχ, την αποπληρωμή των οποίων έκανε με μεταχρονολογημένες ακάλυπτες επιταγές. Υποστήριξε ότι αφού πώλησε τα εμπορεύματα σε ξενοδοχεία της Ρόδου, σε τιμές χαμηλότερες εκείνων που επικρατούσαν στην αγορά, εξαφανίστηκε, ότι διαμένει πλέον στην Αμερική και ότι λειτουργεί τρία εστιατόρια!
Ο κ. Υφαντής επέμεινε κατ’ επανάληψη ότι ενεργό ρόλο στην εξαπάτησή του, είχε και ο πρώην υπάλληλός του, ο οποίος εργαζόταν στην εταιρεία “ΝΙΚΑΣ ΑΕ” και εγνώριζε ότι ο κατηγορούμενος είχε οφειλές ύψους 90 εκατ. δρχ στην εταιρεία. Εντούτοις τον παρουσίασε, όπως ισχυρίστηκε, ως άτομο φερέγγυο και του έδωσε πίστωση ύψους 120 εκατ. δρχ και 45 εκατ. δρχ σε προϊόντα, ενώ εγνώριζε ότι ήταν μειωμένης οικονομικής δυνατότητας, έχοντας οφειλές μεγάλου ύψους στον προηγούμενο εργοδότη του.
Ο κ. Υφαντής αλλά και ο συνήγορος πολιτικής αγωγής κ. Αλέξης Κούγιας ισχυρίστηκαν παραπέρα ότι ο κατηγορούμενος δημιούργησε και λειτούργησε την εταιρεία «ΙΜΠΕΡΙΑΛ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ» η οποία ήταν ουσιαστικά εταιρεία “ριχτάρι”, και αποκλειστικός της σκοπός ήταν να συναλλαγεί με την «Δ. & Χ. ΥΦΑΝΤΗΣ ΑΒΕΕ» για την αγορά των συγκεκριμένων προϊόντων και την εξαπάτησή της, αφού καμία άλλη δραστηριότητα δεν είχε.
Από την άλλη ο συνήγορος υπεράσπισης του κατηγορούμενου κ. Μ. Κουτσούκος παρουσίασε στοιχεία στη δίκη από τα οποία προκύπτει ότι η εταιρεία «ΙΜΠΕΡΙΑΛ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ» είχε συσταθεί από τον πατέρα του κατηγορούμενου και ισχυρίστηκε ότι πρόκειται για μια υπόθεση αστικής φύσεως που ποινικοποιήθηκε. Ο κ. Κουτσούκος ερχόμενος σε αντιπαράθεση με τον κ. Κούγια κατ’ επανάληψη, τόνισε ότι δεν υφίσταται απάτη διότι ο εντολέας του δεν επικαλέστηκε ψευδή γεγονότα στον μηνυτή για να τον πείσει να του πωλήσει είδη αξίας 165 εκατ. δρχ και ότι η απόφασή του να μην του πει ότι είναι μειωμένης οικονομικής δυνατότητας, δεν συνιστά απάτη.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον έχει πάντως το γεγονός ότι στην υπόθεση αυτή κατηγορούµενος βρέθηκε αρχικώς και απηλλάγη µε βούλευµα το 2003, ένας κάτοικος Αθηνών, που είχε προσληφθεί στην εταιρεία το 1999, ως προϊστάµενος πωλητής. Το πρόσωπο αυτό είναι εκείνο που κατονόμασε ως συνεργό του κατηγορούμενου ο κ. Υφαντής.
Το άτομο αυτό, όπως αναφέρεται στο παραπεμπτικό βούλευμα του κατηγορούμενου, ήρθε σε επαφή µε την εταιρεία «ΙΜΠΕΡΙΑΛ Μονοπρόσωπη ΕΠΕ» που εδρεύει στην πόλη της Ρόδου, της οποίας διαχειριστής ήταν ο Ι. Χ..
Ο συγκεκριµένος αγοραστής ήταν γνωστός του πρώτου κατηγορουµένου από την προηγούµενη θητεία του ως υπάλληλος της εταιρείας «Νίκας» η οποία ασκούσε επαγγελµατικά, οµοειδείς εµπορικές δραστηριότητες. Αµέσως µετά την εξεύρεση του συγκεκριµένου πελάτη, Αθηναίος ήρθε σε επαφή µε το κεντρικό λογιστήριο της εταιρείας «Δ. & Χ. ΥΦΑΝΤΗΣ ΑΒΕΕ», µέλος του οµίλου επιχειρήσεων της οποίας ήταν και η εγκαλούσα, προκειµένου να ελεγχθεί, η πιστοληπτική του ικανότητα µέσω του λογιστηρίου της. Συγκεκριµένα µέσω του λογιστηρίου της µηνύτριας εταιρείας δινόταν η εντολή στο κεντρικό λογιστήριο της µητρικής εταιρείας «Υφαντής ΑΒΕΕ» να ελεγχθεί η πιστοληπτική ικανότητα και η φερεγγυότητα του αγοραστή µέσω του διατραπεζικού συστήµατος «ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ». Εφόσον ο συγκεκριµένος πελάτης πληρούσε τις προϋποθέσεις φερεγγυότητας τότε δινόταν εντολή µέσω συστήµατος ON LINE να εγκριθούν οι πωλήσεις επί πιστώσει προς τον συγκεκριµένο αγοραστή, ο οποίος αµέσως ελάµβανε και σχετικό κωδικό µε βάση τον οποίο ανοιγόταν και λογαριασµός του συγκεκριµένου πελάτη στο λογιστήριο της εγκαλούσας για την παρακολούθηση των χρεώσεων και πιστώσεων αυτού. Η διαδικασία αυτή τηρήθηκε και για την εταιρεία του Ι. Χ..
Ο κατηγορούµενος φερόταν να είχε διαταχθεί να µην δίνει εµπορεύµατα στον Ι. Χ. διότι δεν ήταν φερέγγυος πράγµα που δεν επιβεβαιώθηκε από την δικαστική έρευνα, που δέχτηκε ότι η εταιρεία και ο πρώτος κατηγορούµενος παρασύρθηκαν από τη συµπεριφορά του Ι. Χ. περί του αξιόχρεου αυτού, καθώς και από την έλλειψη µέχρι της στιγµής εκείνης συγκεκριµένων στοιχείων σε βάρος του µέσω του ηλεκτρονικού συστήµατος «Τειρεσίας».
Η εταιρεία έτσι πώλησε στο χρονικό διάστηµα από τον Μάρτιο µέχρι και τον Ιούλιο του έτους 2000 στον Ι. Χ. εµπορεύµατα συνολικής αξίας 165.610.746 δρχ.
Από αυτά τα 20.000.000 δόθηκαν σε µετρητά και τα υπόλοιπα πιστώθηκαν, για την εξόφληση δε αυτών δόθηκαν από τον Ι. Χ. επιταγές.
Οι επιταγές αυτές οι οποίες εκδόθηκαν µεταχρονολογηµένες, µε ηµεροµηνία λήξεως 4-5 µήνες από τον χρόνο εκδόσεώς τους, αν και εµφανίστηκαν νόµιµα και εµπρόθεσµα για να πληρωθούν δεν πληρώθηκαν λόγω ελλείψεως υπολοίπου στους σχετικούς λογαριασµούς.
Στο μεταξύ η υπόθεση θα έχει και συνέχεια σήμερα ενώπιον του ίδιου δικαστηρίου καθώς ο ίδιος κατηγορούμενος διώκεται και για πλαστογραφία µετά χρήσεως από υπαίτιο που σκόπευσε να προσπορίσει στον εαυτό του περιουσιακό όφελος υπερβαίνον συνολικώς το ποσό των 73.000 ευρώ.
Σύµφωνα µε το κατηγορητήριο που θα εξεταστεί σήμερα ο κατηγορούµενος κατά το έτος 2000 αφού έλαβε στην κατοχή του ένα µπλοκ επιταγών από τράπεζα στο όνοµα της εταιρείας «ΕΥΡΩΕΙΣΑΓΩΓΙΚΗ 1 ΕΠΕ» παρέστησε ψευδώς στον νόµιµο εκπρόσωπο της εταιρείας υπό την επωνυµία «ΝΙΚΑΣ ΚΩΣ ΑΕ» ότι η ανωτέρω εταιρεία είναι οικονοµικώς φερέγγυα και ότι δύο επιταγές ποσού 88.041 ευρώ έκαστη έχουν εκδοθεί νοµίµως, πείθοντάς τον να τις αποδεχτεί ως τίµηµα πώλησης εµπορευµάτων.
Η αλήθεια ήταν ότι η ανωτέρω εταιρεία είχε λυθεί το 1999 µε πράξη συµβολαιογράφου και ότι οι επιταγές είχαν νοθευτεί από τον κατηγορούµενο αφού στη θέση των εκδοτών είχε θέσει ως δεύτερη υπογραφή κατ’ αποµίµηση και άνευ της ρητής συναίνεσης αυτού την υπογραφή του µηνυτή και συνδιαχειριστή της ανωτέρω εταιρίας Κ. Βρ.
Με τον τρόπο αυτό φέρεται να αποκόµισε όφελος ύψους 176.082 ευρώ βλάπτοντας συνάµα την περιουσία της εταιρείας «ΝΙΚΑΣ ΑΕ» µε το αντίστοιχο ποσό, αφού οι επιταγές εµφανίσθηκαν προς πληρωµή στην τράπεζα και σφραγίσθηκαν ελλείψει επαρκούς υπολοίπου.













