Ελεύθεροι χωρίς όρους αφέθηκαν χθες μετά την απολογία τους, με ομόφωνη απόφαση Ανακριτή και Εισαγγελέα, δύο κάτοικοι Ρόδου, που φέρονται να είναι μέλη εκκλησιαστικής επιτροπής ιερού ναού της πόλεως Ρόδου, η οποία ουδέποτε όμως συγκροτήθηκε σε σώμα και κατηγορούνται, για τις πράξεις της υπεξαίρεσης αντικειµένου ιδιαιτέρως µεγάλης αξίας από διαχειριστή ξένης περιουσίας και απάτη κατ’ επάγγελµα και κατά συνήθεια που το συνολικό όφελος ή η συνολική ζηµία υπερβαίνουν το ποσό των 73.000 ευρώ.
Στην υπόθεση που αφορά την οικονομική διαχείριση των Ιερών Ναών των Εισοδίων της Θεοτόκου στα Κοσκινού Ρόδου και Αγίων Αναργύρων πόλεως Ρόδου είναι κατηγορούμενοι 16 πολίτες του νησιού, συµπεριλαµβανοµένων και δύο ιερέων.
Όπως έγραψε η “δ”, ο αντεισαγγελέας Πληµµελειοδικών Ρόδου κ. Ιωάννης Μητσιόπουλος είχε εισηγηθεί στο δικαστικό συµβούλιο να απαλλαγούν όλοι οι κατηγορούµενοι. Το δικαστικό συµβούλιο µε βούλευµα που εξέδωσε τον Απρίλιο του 2012 είχε παραγγείλει στον τακτικό Ανακριτή να εξετάσει ως µάρτυρα τον Σεβασµιότατο Μητροπολίτη Ρόδου κ.κ. Κύριλλο. Ζητήθηκε επιπλέον να κληθούν να απολογηθούν 5 από τους 16 κατηγορούµενους στην υπόθεση και να καταθέσουν δύο ακόµη άτοµα ως µάρτυρες για να διευκρινίσουν για ποιό λόγο δεν ετηρούντο τα προβλεπόµενα λογιστικά βιβλία από την Εκκλησιαστική Επιτροπή του Ιερού Ναού Αγίων Αναργύρων και για τον τρόπο µε τον οποίο γινόταν η οικονοµική διαχείριση του ναού από το έτος 1997 έως τον Αύγουστο του 2004.
Οι δύο κατηγορούμενοι που απολογήθηκαν χθες φέρονται συγκεκριμένα να είναι μέλη της εκκλησιαστικής επιτροπής του Ιερού Ναού Αγίων Αναργύρων.
Στον Ιερό Ναό Αγίων Αναργύρων πόλεως Ρόδου ορίσθηκε ειδικότερα ιερέας που προέβη σε καταγγελίες για οικονομικές ατασθαλίες.
Ο ιερέας, κατήγγειλε ότι οι επίτροποι του Ιερού Ναού διαχειρίζονταν τις οικονοµικές υποθέσεις του ναού υπό καθεστώς πλήρους αδιαφάνειας και συγκεκριµένα ότι δεν του επέδειξαν ποτέ τα βιβλία και στοιχεία του ιερού Ναού ούτε τα οικεία βιβλιάρια καταθέσεων, ότι την καταµέτρηση των εσόδων του παγκαριού την έκαναν κατά τη διάρκεια της θείας λειτουργίας, µε προφανή στόχο να µην παρίσταται κατ’ αυτήν ο ίδιος και επίσης ότι κατά τα ένδεκα προηγούµενα του 2004 έτη δεν προσκοµίσθηκαν τα ως άνω βιβλία και στοιχεία για έλεγχο στα αρµόδια προς τούτο όργανα της Ιεράς Μητροπόλεως Ρόδου, ενώ εξάλλου κατά την προηγηθείσα του ιδίου αυτού έτους 2004 τριετία δεν καταβλήθηκαν οι αναλογούσες εισφορές στην Ιερά αυτή Μητρόπολη, τα λεγόµενα «τρίµηνα».
Αφησε δε αιχµές εις βάρος δύο Επιτρόπων για πιθανή υπεξαίρεση χρηµατικών ποσών από τα παγκάρια του προκείµενου Ναού, χωρίς πάντως ειδικότερο προσδιορισµό.
Σε υπόµνηµά του ένας εκ των καταγγελλόµενων από τον ιερέα αντικρούει τους ισχυρισµούς του εκθέτοντας ότι η καταµέτρηση των εσόδων του παγκαριού ελάµβανε χώρα, για λόγους διαφάνειας, στο τέλος της Θείας Λειτουργίας από όλα τα µέλη της Εκκλησιαστικής Επιτροπής µαζί, και αυτήν την παρακολουθούσε οποιοσδήποτε από το εκκλησίασµα επιθυµούσε, συντασσόµενου στο τέλος και του οικείου τριπλοτύπου καταµέτρησης. Εκθέτει, επίσης, ότι το παγκάρι άνοιγε µε τρία διαφορετικά κλειδιά, καθένα των οποίων κατείχε και διαφορετικό µέλος της Εκκλησιαστικής Επιτροπής, έτσι ώστε να απαιτείται, για λόγους διαφάνειας και πάλι, η σύµπραξη τριών διαφορετικών Επιτρόπων. Παραδέχεται ότι δεν ετηρούντο συστηµατικά τα βιβλία του Ιερού Ναού, αυτό όµως το αποδίδει στη συµπεριφορά και στην έλλειψη συνεργασίας εκ µέρους του ιερέως. Για τον ιερέα αφήνει, µε τη σειρά του, υπόνοιες ότι δεν είναι σίγουρο αν κατέβαλε στο Οικουµενικό Πατριαρχείο ποσό 900 ευρώ, το οποίο του είχε εµπιστευθεί για το σκοπό αυτό η Εκκλησιαστική Επιτροπή, ενόψει της µετάβασής του τον Ιούλιο του 2001 στην Κωνσταντινούπολη.
Ο κατηγορούμενος που απολογήθηκε χθες κατέστησε σαφές ότι εκδόθηκε πράξη διορισμού του στη θέση του αντιπροέδρου της εκκλησιαστικής επιτροπής η οποία ουδέποτε του γνωστοποιήθηκε ενώ δεν υφίσταται καν πράξη για τη συγκρότηση σε σώμα της επιτροπής παρότι που τέτοιο έγγραφο μνημονεύεται στο κατηγορητήριο σε βάρος του. Επεσήμανε ότι από το 1993 ο τότε ιερέας του ναού και από το 1997 ο επόμενος στη θητεία του οποίου διορίστηκε δεν τηρούσαν με τις επιτροπές του βιβλία εσόδων εξόδων και ότι όταν ανατέθηκαν στον ίδιο καθήκοντα το 1999 αναζήτησε πληροφορίες σχετικά που ουδέποτε του δόθηκαν. Επιπλέον ουδέποτε έγινε παράδοση παραλαβή του ταμείου με αποτέλεσμα λίγους μήνες μετά το διορισμό του να παραιτηθεί.
Κατηγορούμενη στην ίδια υπόθεση απολογούμενη χθες επεσήμανε ότι είχε θέση αναπληρωματικού μέλους στην ίδια επιτροπή και πλήρη άγνοια για την οικονομική διαχείριση του ιερού ναού καθώς μάλιστα τον περισσότερο χρόνο διαμένει στο εξωτερικό.
Ως συνήγοροι υπεράσπισης των κατηγορούμενων παρέστησαν οι δικηγόροι κ.κ. Γ. Χαρίτος και Αδελαϊδα Συντυχάκη.













