Ειδήσεις

Δημογραφική “βόμβα”: Χώρα γερόντων η Ελλάδα χωρίς δημόσια γηροκομεία – Οι αριθμοί που σοκάρουν

Την ώρα που όλα τα μαθηματικά και στατιστικά μοντέλα καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι το 2050 η Ελλάδα θα είναι μια «χώρα γερόντων», προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι δεν έχει αναπτυχθεί ένα ισχυρό δίκτυο δημόσιων γηροκομείων που να ανταποκρίνεται στις αυξανόμενες ανάγκες.

Οι περισσότεροι ηλικιωμένοι καταλήγουν σε ιδιωτικές δομές με ανομοιόμορφες τιμές και συχνά άγνωστες συνθήκες διαβίωσης, ενώ το δημογραφικό πρόβλημα βαθαίνει, με την αύξηση του προσδόκιμου ζωής και τη μείωση των γεννήσεων να δημιουργούν μια κοινωνία όπου οι γηραιότεροι θα υπερτερούν σημαντικά των νεότερων. Ταυτόχρονα, οι οικογένειες δοκιμάζονται οικονομικά και ψυχολογικά, ενώ πολλοί ηλικιωμένοι βρίσκονται ουσιαστικά μόνοι και απροστάτευτοι.

Το πρόσφατο «σαφάρι» ελέγχων από την αρμόδια υπηρεσία της Περιφέρειας Αττικής αναδεικνύει την ανάγκη για διαφάνεια και ουσιαστική εποπτεία, προκειμένου οι άνθρωποι της τρίτης ηλικίας να αισθάνονται ασφάλεια και αποδοχή. Παράλληλα, ειδική ψυχολόγος τονίζει πως η μετάβαση σε μονάδες φροντίδας αποτελεί βαθιά ψυχοκοινωνική αλλαγή για τα άτομα αυτά -με την ήδη επιβαρυμένη υγεία και ψυχολογία- ενώ η στάση της οικογένειας καθορίζει συχνά την ποιότητα της εμπειρίας του ηλικιωμένου μέσα στις δομές.

Η «Απογευματινή» ανοίγει τον φάκελο «Γηροκομεία», με τα συγκλονιστικά στοιχεία που προκύπτουν από την έρευνα να προβληματίζουν και ταυτόχρονα να αφήνουν ανοικτή μια χαραμάδα ελπίδας και αισιοδοξίας για κάτι καλύτερο. Ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Μονάδων Φροντίδας Ηλικιωμένων και η εντεταλμένη περιφερειακή σύμβουλος για θέματα Μονάδων Φροντίδας Ηλικιωμένων και ψυχολόγος -ειδική σε θέματα τρίτης ηλικίας- παραθέτουν στοιχεία και εμβαθύνουν, προκειμένου να διερευνηθούν σε βάθος οι πραγματικές διαστάσεις του θέματος.

Οι ηλικιωµένοι πρέπει να αισθάνονται ότι δεν «παρκάρονται», αλλά µεταβαίνουν σε έναν ασφαλή χώρο Μαρία Κάκου, ψυχολόγος

Ιδιωτικά γηροκομεία, άνισες τιμές και άγνωστες συνθήκες διαβίωσης
Χαρακτηριστικά ήταν τα όσα παρέθεσε αποκλειστικά στην «Απογευματινή» ο Στέλιος Προσαλίκας, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Μονάδων Φροντίδας Ηλικιωμένων (ΠΕΜΦΗ). Όπως ανέφερε, ο αριθμός των Μονάδων Φροντίδας Ηλικιωμένων στην Ελλάδα ανέρχεται περίπου στις 340 και είναι όλες Ιδιωτικού Δικαίου (κερδοσκοπικού και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα) και δεν υπάρχουν δομές του Δημοσίου: «Σε αυτές τις δομές φιλοξενούνται 16.000-18.000 ηλικιωμένοι, με το μισό περίπου του συνολικού αριθμού να είναι ανεπτυγμένο στην Αττική. Η συντριπτική πλειονότητα των μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα δομών ανήκει στην Εκκλησία της Ελλάδος, ενώ ένας μικρός αριθμός σε δήμους και κοινότητες της χώρας».

Αναφορικά με τα περιστατικά που φιλοξενούνται, εξήγησε πως είναι κυρίως δύο κατηγοριών, δηλαδή άτομα μόνα -χωρίς συγγενείς- ή άτομα με ανάγκη αυξημένης νοσηλευτικής φροντίδας: «Ο αριθμός των ηλικιωμένων αυξημένης φροντίδας που μένουν στο σπίτι είναι συντριπτικά μεγαλύτερος από αυτών που έχουν εισαχθεί σε ΜΦΗ. Συνήθως φροντίζονται από κάποια συγγενή ή μία αλλοδαπή εργαζόμενη που Χώρα ηλικιωμένων χωρίς δημόσια γηροκομεία η Ελλάδα περιγράφονται με τον όρο “άτυπος φροντιστής”».

Ο κ. Προσαλίκας πρόσθεσε πως λόγω του δημογραφικού προβλήματος αναμένεται η αύξηση των μοναχικών ατόμων τα επόμενα χρόνια που δεν θα έχουν τη δυνατότητα του άτυπου φροντιστή: «Το πρόβλημα, βέβαια, δεν είναι μόνο ελληνικό, αλλά και των χωρών της ΕΕ, όπου ο ΜΟ που δαπανάται στη μακροχρόνια φροντίδα ηλικιωμένων είναι 1,7% του ΑΕΠ και υπολογίζεται ότι για να καλυφθούν οι ανάγκες της επόμενης δεκαετίας, λόγω του δημογραφικού προβλήματος, το ποσοστό αυτό θα πρέπει να ανέλθει επειγόντως στο 2,5% και κατ’ άλλους στο 3,5% του ΑΕΠ! Να σημειωθεί ότι η Ελλάδα δαπανά το χαμηλότερο ποσοστό -μόλις 0,2% του ΑΕΠ- για τη μακροχρόνια φροντίδα ηλικιωμένων».

Ο αριθµός των Μονάδων Φροντίδας Ηλικιωµένων είναι 340 και είναι ιδιωτικές. ∆εν υπάρχουν δοµές του ∆ηµοσίου Στέλιος Προσαλίκας, πρόεδρος της Πανελλήνιας Ένωσης Μονάδων Φροντίδας Ηλικιωμένων

Προγράμματα ενεργού γήρανσης και φροντίδα στο σπίτι: Τι λείπει από το σύστημα

Επίσης, ο ίδιος τόνισε πως η χώρα μας πρέπει να έχει μια πολιτική προκειμένου να ελαχιστοποιήσει τον αριθμό των ατόμων που έχουν ανάγκη εισαγωγής σε κλειστή δομή και ο αριθμός αυτός να περιοριστεί περίπου στο 6% του συνόλου των ηλικιωμένων: «Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, χρειάζονται προγράμματα ενεργού γήρανσης, βελτίωσης της προσβασιμότητας στους δηµόσιους χώρους, πεζοδρόµια κ.λπ. Για το ποσοστό των ατόµων που χρειάζονται µακροχρόνια φροντίδα, θα πρέπει η Πολιτεία να µεριµνήσει πρώτον για το επίπεδο νοσηλευτικής φροντίδας που απαιτείται για κάθε περιστατικό και δεύτερον, για την οικονοµική κατάσταση του ηλικιωµένου και όταν αυτή δεν επαρκεί να συµπληρώνεται µε ανάλογο επίδοµα -voucher- που θα του επιτρέπει να το διαθέσει όπου επιθυµεί (είτε για βοήθεια στο σπίτι είτε για εισαγωγή σε δοµή)».

Ταυτόχρονα, ο πρόεδρος της ΠΕΜΦΗ υπογράµµισε την ανάγκη η χώρα µας να αντιµετωπίσει το ζήτηµα της µακροχρόνιας φροντίδας: «Χρειάζονται τα προγράµµατα στο σπίτι, τα προγράµµατα ενεργού γήρανσης, η τηλεϊατρική, ενώ είναι απαραίτητες οι ΜΦΗ, η δηµιουργία ∆ιεύθυνσης Ηλικιωµένων και κυρίως η αύξηση της χρηµατοδότησης αυτού του τοµέα. Το µόνο που δεν χρειάζεται είναι να χτίσει το ∆ηµόσιο γηροκοµεία, γιατί όσα και να χτίσει δεν θα επαρκούν και το κόστος λειτουργίας τους θα είναι πολλαπλάσιο».

Η ψυχοκοινωνική μετάβαση των ηλικιωμένων στις μονάδες φροντίδας
Η «Απογευµατινή» πήρε την άποψη ενός ειδικού σε θέµατα τρίτης ηλικίας, αναφορικά την ψυχολογία των ηλικιωµένων και πώς πρέπει να αντιµετωπίζονται από τα παιδιά τους όταν πηγαίνουν στα ιδρύµατα. «Η απόφαση µιας οικογένειας να µεταφέρει έναν ηλικιωµένο σε γηροκοµείο ή άλλη µονάδα φροντίδας αποτελεί µία από τις πιο φορτισµένες συναισθηµατικά µεταβάσεις του κύκλου ζωής», τόνισε η ψυχολόγος Μαρία Κάκου, εξηγώντας πως για τους µεγαλύτερους σε ηλικία ανθρώπους δεν πρόκειται απλώς για αλλαγή στέγης: «Είnαι µια βαθιά αναδιάταξη της καθηµερινότητας, των ρόλων και της αίσθησης ταυτότητας. Στη ψυχολογική εµπειρία των ηλικιωµένων, ο τρόπος που η οικογένεια διαχειρίζεται αυτό το στάδιο είναι συχνά πιο σηµαντικός από την ίδια τη µετακίνηση. Ένα από τα πιο θεµελιώδη στοιχεία είναι το αίσθηµα αξιοπρέπειας. Οι ηλικιωµένοι χρειάζονται να αισθάνονται ότι η γνώµη τους µετρά, ότι δεν “παρκάρονται”, αλλά µεταβαίνουν σε έναν χώρο όπου µπορούν να ζήσουν µε ασφάλεια και αξιοπρεπείς συνθήκες. Η οικογένεια οφείλει να τους µιλήσει µε ειλικρίνεια, καθώς η αίσθηση ότι η απόφαση λήφθηκε ερήµην τους µπορεί να οδηγήσει σε θυµό, απόσυρση ή και κατάθλιψη».

Σύµφωνα µε την κυρία Κάκου, εξίσου σηµαντικό είναι το αίσθηµα ελέγχου: «Η τρίτη ηλικία χαρακτηρίζεται από απώλειες -σωµατικές, κοινωνικές, λειτουργικές. Η µετακίνηση σε ίδρυµα µπορεί να βιωθεί ως ακόµη µία απώλεια, αν δεν πλαισιωθεί µε τρόπο που να ενισχύει το δικαίωµα επιλογής».

«Όχι στην εγκατάλειψη αλλά στη διατήρηση της οικογένειας»
H παρουσία της οικογένειας μετά την εγκατάσταση στο ίδρυμα, σύμφωνα με την ψυχολόγο Μαρία Κάκου, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα συναισθηματικής σταθερότητας: «Οι ηλικιωμένοι χρειάζονται σταθερές επισκέψεις κι όχι σποραδικές εμφανίσεις που δημιουργούν ανασφάλεια. Η συνέπεια μεταφέρει το μήνυμα ότι “δεν σε εγκαταλείπω” και βοηθά τον ηλικιωμένο να χτίσει μια γέφυρα ανάμεσα στο παλιό και το νέο του περιβάλλον. Εξίσου σημαντική είναι η διατήρηση ρόλων: ακόμη κι αν κάποιος ζει, πλέον, σε μονάδα φροντίδας, παραμένει γονιός, παππούς, γιαγιά. Το να συνεχίζει η οικογένεια να ρωτά τη γνώμη του, να τον εμπλέκει σε αποφάσεις, να τον συμβουλεύεται, ενισχύει την αυτοεκτίμηση και τον προστατεύει από το αίσθημα του “περισσεύω”», είπε χαρακτηριστικά η ψυχολόγος.

Στον αντίποδα, ένα συχνό λάθος που κάνουν οι οικογένειες είναι να υπερπροστατεύουν, οδηγώντας άθελά τους σε «μαθημένη αδυναμία»: «Η ψυχολογική ευημερία των ηλικιωμένων συνδέεται άμεσα με το να νιώθουν χρήσιμοι, ικανοί και ενεργοί». Τέλος, η οικογένεια χρειάζεται να αναγνωρίσει και τα δικά της συναισθήματα: «Ενοχή, λύπη, εξάντληση, φόβος, είναι φυσιολογικά. Η ειλικρινής παραδοχή τους χωρίς, όμως, να τα μεταφέρουν στον ηλικιωμένο, βοηθά στην καλύτερη ψυχική διαχείριση της μετάβασης», εξήγησε η κυρία Κάκου και κατέληξε πως «συνολικά, η μετακίνηση σε μονάδα φροντίδας μπορεί να είναι δύσκολη αλλά και θετική εμπειρία, εφόσον γίνει με σεβασμό. Οι ηλικιωμένοι δεν χρειάζονται μόνο ένα ασφαλές μέρος. Χρειάζονται την αίσθηση ότι παραμένουν σημαντικοί, ότι αγαπιούνται και ότι η ζωή τους εξακολουθεί να έχει νόημα».

Tην άμεση έναρξη εκτεταμένων ελέγχων στις δομές τρίτης ηλικίας σε όλη την Αττική ανακοίνωσε η εντεταλμένη περιφερειακή σύμβουλος για θέματα Μονάδων Φροντίδας Ηλικιωμένων, Αθηνά Κωνσταντέλλου: «Οι έλεγχοι αφορούν πλήρως τις ΜΦΗ, τα Κέντρα Ημερήσιας Φροντίδας Ηλικιωμένων, τις Υπηρεσίες Βοήθειας στο Σπίτι και τα Κέντρα Ανοιχτής Προστασίας Ηλικιωμένων, εξασφαλίζοντας ότι οι υπηρεσίες λειτουργούν με ασφάλεια, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα πρότυπα». Παράλληλα, η Περιφέρεια Αττικής προχωρά στην ενίσχυση των δομών ψυχικής υγείας στην Αττική, υποστηρίζοντας 42 δομές που καλύπτουν περισσότερους από 12.500 πολίτες, μεταξύ των οποίων ηλικιωμένοι. Επίσης, σύμφωνα με την περιφερειακή σύμβουλο, προωθείται η δημιουργία σύγχρονων κοινωνικών δομών για την υποστήριξη των ηλικιωμένων: «Στον Δήμο Καισαριανής, για παράδειγμα, έχει ξεκινήσει η ανέγερση Κέντρου Ημερήσιας Φροντίδας Κοινωνικής Πρόνοιας, που θα παρέχει ημερήσια φροντίδα και πρωτοβάθμια περίθαλψη σε 33 ηλικιωμένους. Η δομή θα λειτουργεί καθημερινά, καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Επιπλέον, η Περιφέρεια σχεδιάζει επιμόρφωση των εργαζομένων στις δομές τρίτης ηλικίας, ενίσχυση των εθελοντικών προγραμμάτων και στοχευμένες δράσεις που αφορούν τις πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Ο συνολικός προϋπολογισμός γι’ αυτές τις δράσεις ανέρχεται σε 640.000.000 ευρώ για την περίοδο έως το 2027».

Πηγή: parapolitika.gr

Σχολιασμός Άρθρου

Τα σχόλια εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Η Δημοκρατική δεν υιοθετεί αυτές τις απόψεις. Διατηρούμε το δικαίωμα να διαγράψουμε όποια σχόλια θεωρούμε προσβλητικά ή περιέχουν ύβρεις, χωρίς καμμία προειδοποίηση. Χρήστες που δεν τηρούν τους όρους χρήσης αποκλείονται.

Σχολιασμός άρθρου